Write on Τετάρτη, 30 Αυγούστου 2017 Κατηγορία ΕΠΙ ΣΚΟΠΟΝ

Γράφει ο Γιάννης Χαραλαμπίδης, Ιστορικός – Φιλόλογος

Γράμμος, 25 Αυγούστου 1954

Ο φιδίσιος ορεινός δρόμος ήταν σχετικά στρωτός, αλλά ήταν παρ’ όλα αυτά κουραστικός για έναν ηλικιωμένο άνθρωπο με βεβαρημένη υγεία. Είχε πέντε χρόνια να ανέβει εδώ πάνω, έβλεπε ότι το Μηχανικό είχε κάνει καλή δουλειά ανοίγοντας τους υπάρχοντες υποτυπώδεις δρόμους. Η πομπή με τα μαύρα αυτοκίνητα έφτανε πια στον προορισμό της, ένα ύψωμα κοντά στο Κάμενιτς, που είχε κριθεί από το ΓΕΣ κατάλληλο για τον σκοπό. Την στιγμή που ένας στρατονόμος άνοιγε την πόρτα χαιρετώντας στρατιωτικά, η μπάντα του Α’ Σώματος Στρατού άρχισε να παιανίζει το “Προσέλευση Επισήμων” και ο επικεφαλής του τμήματος αποδόσεως τιμών έδωσε παραγγέλματα για να παρουσιαστούν όπλα μπρος στον Στρατάρχη Αλέξανδρο Παπάγο, Πρωθυπουργό πια της Ελλάδος από καιρό. Ο Στρατάρχης ίσιωσε το σταυρωτό σακάκι του γκρίζου κοστουμιού του κι άρχισε να βαδίζει. Κάποιοι τον είχαν συμβουλεύσει να φορέσει τη στολή του, όμως είχε αρνηθεί επιτακτικά. Θα φορούσε πολιτικά ρούχα, έπρεπε να δοθεί το μήνυμα, η Ελλάς κοίταζε μόνον εμπρός. Για αυτό τον σκοπό είχε επιλέξει έναν-έναν τους υπουργούς που θα τον πλαισίωναν, όλοι τους νέοι και μετριοπαθείς: Κανελλόπουλος, Μαρκεζίνης, Καραμανλής, Παπαληγούρας.

Προχώρησε πάνω στο κόκκινο χαλί, πήρε το στεφάνι που του έτεινε ένας δεύτερος στρατονόμος και το απέθεσε στη βάση του πυραμιδοειδούς ηρώου, ενώ άρχισε η ανάκρουση του εθνικού ύμνου. Στην επιτύμβια πλάκα έγραφε: “ΕΠΕΣΑΝ ΟΛΟΙ ΥΠΕΡ ΠΑΤΡΙΔΟΣ 1946-1949”. Αμέσως μετά ανέβηκε στο βήμα και άρχισε την σύντομη ομιλία του, που μέσα από τη συχνότητα του ΕΙΡ και τις εφημερίδες επρόκειτο να στείλει προς κάθε κατεύθυνση το μήνυμα της οριστικής ειρήνευσης. “Τέκνα γενναία της Ελλάδος, βλάστημα της πατρώας γης, επότισαν με το αίμα των την ιδέαν της πατρίδος, ως έκαστος την εξέλαβεν. Και αν κάποια εκ των παιδιών μας επλανήθησαν υπό επιτηδείων και εχθρών της Ελλάδος και ως άλλοι μητραλοίαι εστράφησαν εναντίον της, η πατρίς μεγαθύμως τα συγχωρεί και τα εγγράφει εις τας αιωνίους τάξεις των ηρώων. Σήμερον, πέντε έτη μετά την οριστικήν εθνικήν νίκην εδώ εις τα κορυφάς του Βιτσίου και του Γράμμου, το Έθνος σύσσωμον δια της κυβερνήσεως θέτει οριστικόν τέρμα εις τας συνεπείας της ανταρσίας και του διχασμού...”. Η “πολιτική της λήθης” ελάμβανε σάρκα και οστά, οι αντιρρήσεις πολλών παραγόντων είχαν καμφθεί μπρος στην πολιτική αναγκαιότητα και την στιβαρή επιμονή ενός ισχυρού πυρήνα γύρω από τον Παπάγο, ο βασιλιάς είχε συγκατανεύσει, οι Αμερικανοί είχαν καθησυχαστεί, οι ακραιφνείς είχαν σιγήσει. Οι διώξεις θα σταματούσαν οριστικά τους ερχόμενους μήνες, το βασιλικό διάταγμα για γενική αμνηστία θα υπογραφόταν αύριο. Αυτός ήταν ο επίλογος του δράματος.

Αυτός ο επίλογος δυστυχώς δεν γράφτηκε ποτέ. Έπρεπε να περάσουν είκοσι χρόνια με χωλή δημοκρατία αρχικά και με σκληρή δικτατορία στη συνέχεια, για να φτάσουμε στην δραστική εξομάλυνση του πολιτικού βίου της χώρας, με την αυγή της δεύτερης περιόδου Κωνσταντίνου Καραμανλή, με την Μεταπολίτευση. Πόσο μεγαλύτερης σημασίας θα ήταν να έχει κλείσει τυπικά και ουσιαστικά τον εμφύλιο αυτός που τον σφράγισε με την νίκη του; Πόσο θα είχε βοηθήσει την πολιτική ζωή, την εθνική ανάπτυξη, την κοινωνική συνοχή η έγκαιρη και αποφασιστική εξομάλυνση της πολιτικής των διαχωρισμών, η εμπέδωση των πολιτικών ελευθεριών; Πόσο πιο υγιής θα ήταν η ελληνική κοινωνία, πόσο πιο ώριμη και σοβαρή πολιτικά; Ποτέ δεν θα μάθουμε ακριβώς, όμως σίγουρα δύσκολα μπορεί κάποιος να φανταστεί πιο ταραχώδη εικοσαετία από την 1955-1974 και πιο ανώριμη πολιτικά και ιδεολογικά συνέχεια από την τριακονταετία που ακολούθησε.

Ο όλεθρος του εμφύλιου σπαραγμού δεν τελείωσε ποτέ σημειολογικά, με ευθύνη και των δύο πλευρών, από το “παρά πόδα” και τα παράνομα δίκτυα του Ζαχαριάδη ως το παρατεταμένο καθεστώς των αποκλεισμών και των διώξεων του παρασυντάγματος. Κανείς δεν ήρθη στο αναγκαίο ύψος να αναλάβει το βάρος της απόφασης να παύσει οριστικά αυτό το θέατρο της οργής, παρά μόνο ο Κωνσταντίνος Καραμανλής το 1974, όταν πια είχε κυλήσει όχι μόνο νερό, αλλά και αίμα στο ποτάμι. Δεν υπάρχει κανένας λόγος, βέβαια, για μελοδραματισμούς, ούτε και αλλάζει κάτι από τα ιστορικά πεπραγμένα με την οιαδήποτε αναμόχλευση ή αποτίμησή τους. Είναι, ωστόσο, σημαντικό να προσπαθούμε να βλέπουμε τα πράγματα σε βάθος και σε εύρος. Ο εμφύλιος πέρασε, δεν θα επιστρέψει ούτε ως φάρσα ούτε ως τραγωδία, πρέπει να θάψουμε το πνεύμα του, αλλά να ανατέμνουμε το σώμα του.

Οι ιστορικοί έχουν σε σχετικά επαρκή πια βαθμό αρχίσει να εμβαθύνουν στη μελέτη αυτή. Δουλειά και καθήκον τους είναι να βαθύνουν την ανάλυσή τους για τα γεγονότα αυτά και όσα προηγήθηκαν και όσα ακολούθησαν. Δουλειά των πολιτών, είναι να επικεντρωθούμε στο μέλλον, να οριοθετήσουμε το πώς πρέπει να κινηθεί η χώρα μας μπροστά, διδασκόμενοι από τα λάθη. Η συζήτηση για το παρελθόν είναι αναγκαία και αναπόφευκτη, δεν πρέπει όμως να συσκοτίζει τη συζήτηση για το μέλλον. Η ζωή μας είναι στο μέλλον. Δεν θα φτάσουμε ποτέ στο επίπεδο της καθολικής συμφωνίας στην ανάγνωση της πραγματικότητας, ευτυχώς δεν θα γίνει αυτό, γιατί αυτό σημαίνει κατάργηση της πολιτικής και ποτέ δεν προμηνύει κάτι καλό. Από την οργή πρέπει να απαλλαγούμε, όχι από την γνώση, τη μνήμη και την άποψη. Πρέπει να μάθουμε να ανεχόμαστε τον απέναντι και την άποψή του, χωρίς να φοβόμαστε ότι θέλει να μας εκμηδενίσει και χωρίς να θέλουμε να τον εκμηδενίσουμε. Έχω ιδεολογία δεν σημαίνει ότι εχθρεύομαι όσους έχουν μια άλλη. Έχω άποψη για τα ιστορικά γεγονότα δεν σημαίνει μισώ όποιον έχει διαφορετική. Δεν χρειάζεται να συμφωνούμε και δεν θέλουμε, να μιλάμε ελεύθερα, να σκεφτόμαστε θαρρετά και να κρίνουμε άφοβα θέλουμε. Δημοκρατία σημαίνει πρωτίστως ελευθερία σκέψης, ελευθερία ωση της ιερότητας των συμβόλων και των αφηγήσεων.

Είμαστε ελεύθεροι να κρίνουμε, είμαστε ελεύθεροι να μιλάμε, είμαστε ελεύθεροι να σκεπτόμαστε και αυτά είναι αδιαπραγμάτευτα, όποιος νομίζει ότι μπορεί να τρομοκρατεί ελεύθερους πολίτες με ξεχαρβαλωμένα ιστορικά και πολιτικά τοτέμ, απλά δεν έχει καταλάβει πού βρίσκεται. Οι θεσμοποιημένοι μετεμφυλιακοί αποκλεισμοί έδωσαν τη θέση τους σε αθέμιστους μεταπολιτευτικούς τραμπουκισμούς. Αυτά όμως έχουν τελειώσει, δεν αφορούν τη γενιά μας και τις ερχόμενες, δεν αφορούν την Ελλάδα του μέλλοντος. Θα σκεφτόμαστε, θα κρίνουμε και θα μιλάμε ελεύθερα. Οι σαλτιμπάγκοι της ερμαφρόδιτης Αριστεράς δίνουν μάχη οπισθοφυλακών, αν δεν το ξέρουν θα το καταλάβουν σύντομα. Η ιστορία τους έχει ξεπεράσει και δεν το έχουν καταλάβει ή υποκρίνονται κάτι τέτοιο. Έχουμε μπροστά μας τις προκλήσεις του μέλλοντος, τις κραυγές τους απλώς τις αγνοούμε. Κανένας σημερινός Έλληνας δεν έχει δικαίωμα να εκφράζει μίσος και οργή, ούτε για το σήμερα ούτε για το χτες. Σίγουρα, όμως, έχει δικαίωμα, ή μάλλον υποχρέωση να εκφράζει πείσμα και πίστη για το μέλλον. Μπορούμε. - ΠΗΓΗ: lastpoint.gr/

Κάντε Like στη σελίδα μας στο facebook και ακολουθείστε μας στο Twitter

Write on Τετάρτη, 23 Αυγούστου 2017 Κατηγορία ΙΣΤΟΡΙΑ

Η 23η Αυγούστου καθιερώθηκε το 2009 ως Ευρωπαϊκή Ημέρα Μνήμης για τα Θύματα του Σταλινισμού και του Ναζισμού (γνωστή και ως Διεθνής Ημέρα της Μαύρης Κορδέλας), με απόφαση του Ευρωκοινοβουλίου, για να τιμηθεί η μνήμη των θυμάτων των ολοκληρωτικών και αυταρχικών καθεστώτων και ιδιαίτερα του Σταλινισμού και του Ναζισμού. Επιλέχθηκε η συγκεκριμένη ημερομηνία, επειδή σχετίζεται με δύο γεγονότα:

Το πρώτο συνέβη το 1939, όταν η Σοβιετική Ένωση και η Ναζιστική Γερμανία υπέγραψαν το σύμφωνο μη επίθεσης, γνωστό και ως Σύμφωνο Ρίμπεντροπ - Μολότοφ (από τα επίθετα των υπουργών εξωτερικών των δύο χωρών), με μεγάλο θύμα την Πολωνία. Σε ένα από τα μυστικά πρωτόκολλα της συμφωνίας, η Πολωνία διαμοιραζόταν ανάμεσα στην κομμουνιστική Σοβιετική Ένωση και τη ναζιστική Γερμανία.

Το δεύτερο έλαβε χώρα το 1989 στις βαλτικές χώρες, όταν δύο εκατομμύρια άνθρωποι από την Εσθονία, τη Λετονία και τη Λιθουανία στάθηκαν πιασμένοι χέρι - χέρι στο δρόμο από το Βίλνιους ως το Ταλίν, σχηματίζοντας μία ανθρώπινη αλυσίδα, ζητώντας απόσχιση των κρατών τους από τη Σοβιετική Ένωση (Επανάσταση του Τραγουδιού).

Την ίδια μέρα εκδηλώσεις συμπαράστασης έγιναν σε 40 πόλεις του δυτικού κόσμου. Πολλοί από τους διαδηλωτές φορούσαν μαύρες κορδέλες σε ένδειξη “πένθους” για τα θύματα του Κομμουνισμού και του Ναζισμού.

Κάντε Like στη σελίδα μας στο facebook και ακολουθείστε μας στο Twitter

Write on Κυριακή, 20 Αυγούστου 2017 Κατηγορία ΣΤΗΝ ΑΝΑΦΟΡΑ

Γράφει ο Νίκος Λυγερός - Καθηγητής Γεωστρατηγικής

Όταν μερικά άτομα έχουν μια θεσμική θέση, νομίζουν ότι μπορούν να βρίσουν ανοιχτά την ιστορία της Ανθρωπότητας. Ο υπουργός της ντροπής αρνήθηκε την πρόσκληση συμμετοχής στο πλαίσιο της Εσθονικής Προεδρίας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο Διεθνές Συνέδριο με θέμα: Η κληρονομία στον 21ο αιώνα των εγκλημάτων που διαπράχθηκαν από τα κομμουνιστικά καθεστώτα, επειδή δεν μπορεί να παραδεχθεί ότι η ιδεολογία του κομμουνισμού είναι εργαλείο της βαρβαρότητας που έχει διαπράξει τόσες γενοκτονίες που είναι συγκρίσιμη μόνο με αυτή του ναζισμού.

Έχει ξεχάσει ο υπουργός τα εκατομμύρια θύματα που κατέστρεψε ο κομμουνισμός, ακόμα και σε θεσμικό επίπεδο, τα τεχνητά δικαστήρια του Στάλιν είναι μια απόδειξη αυτής της βαρβαρότητας. Επίσης πολύ πιθανό είναι να μην έχει διαβάσει το Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ, ούτε τις περιγραφές του Γολοντομόρ. Όσο για τα δεκάδες ιδεολογικά ρεύματα που γέννησε ο κομμουνισμός, βλέπουμε πολύ καλά ποιο ήταν το αποτέλεσμα όχι μόνο στη Ρωσία, στην Κίνα, στην Καμπότζη, στην Κούβα και τώρα στη Βόρεια Κορέα δίχως να ξεχάσουμε το Βιετνάμ.

Έτσι δεν υπάρχει καμία δικαιολογία για αυτό το ριζοσπαστικό πνεύμα που οι νέες ρίζες του μοιάζουν με τα κεφάλια της Λερναίας Ύδρας. Αλλά βέβαια όταν ανήκεις σε αυτό το πλαίσιο πώς να τολμήσεις να αυτοαξιολογήσεις τον εαυτό σου τόσο σε ανθρώπινο επίπεδο όσο και σε νοητικό. Αλλά πώς τολμά ένας υπουργός που πρέπει να προστατέψει τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, να τα καταπατά χωρίς φοβίες.

Είναι η λήθη ή άγνοια ή ο κομματισμός που τον εμποδίζει να δει και να ομολογήσει τη βαρβαρότητα του κομμουνισμού. Το μόνο επικίνδυνο μήνυμα που στέλνει σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωσης αυτός ο υπουργός, είναι ότι η Ελλάδα που δεν παρήγαγε ποτέ αυτό το ιδεολογικό λάθος και δεν έπεσε στην παγίδα αυτής της βαρβαρότητας χάρη στις παρεμβάσεις των δημοκρατικών δυνάμεων και της αντίστασης, μέσω του παρουσιάζεται ως δικηγόρος του διαβόλου, ενώ πραγματικά δεν το έχουμε καθόλου ανάγκη γενικά αλλά και αυτήν την περίοδο θα ήταν καλό ένας υπουργός να βάζει αλλού τα ιδεολογικά συμπλέγματα για να μην παίρνει στον λαιμό του με τις δηλώσεις έναν ολόκληρο λαό που πάντα αγάπησε πρώτα από όλα την έννοια της ελευθερίας.

Γι’ αυτόν τον λόγο το εθνικό μας σύνθημα είναι ελευθερία ή θάνατος και τίποτα άλλο. Διότι ποτέ δεν ήμασταν με αυτούς που καταπατούν τους λαούς λόγω καθυστερημένης και βάρβαρης ιδεολογίας. Έτσι αυτές οι υπουργικές δηλώσεις δεν αντιπροσωπεύουν τον Ελληνισμό.

Κάντε Like στη σελίδα μας στο facebook και ακολουθείστε μας στο Twitter