Write on Τετάρτη, 30 Αυγούστου 2017 Κατηγορία ΕΠΙ ΣΚΟΠΟΝ

Γράφει ο Γιάννης Χαραλαμπίδης, Ιστορικός – Φιλόλογος

Γράμμος, 25 Αυγούστου 1954

Ο φιδίσιος ορεινός δρόμος ήταν σχετικά στρωτός, αλλά ήταν παρ’ όλα αυτά κουραστικός για έναν ηλικιωμένο άνθρωπο με βεβαρημένη υγεία. Είχε πέντε χρόνια να ανέβει εδώ πάνω, έβλεπε ότι το Μηχανικό είχε κάνει καλή δουλειά ανοίγοντας τους υπάρχοντες υποτυπώδεις δρόμους. Η πομπή με τα μαύρα αυτοκίνητα έφτανε πια στον προορισμό της, ένα ύψωμα κοντά στο Κάμενιτς, που είχε κριθεί από το ΓΕΣ κατάλληλο για τον σκοπό. Την στιγμή που ένας στρατονόμος άνοιγε την πόρτα χαιρετώντας στρατιωτικά, η μπάντα του Α’ Σώματος Στρατού άρχισε να παιανίζει το “Προσέλευση Επισήμων” και ο επικεφαλής του τμήματος αποδόσεως τιμών έδωσε παραγγέλματα για να παρουσιαστούν όπλα μπρος στον Στρατάρχη Αλέξανδρο Παπάγο, Πρωθυπουργό πια της Ελλάδος από καιρό. Ο Στρατάρχης ίσιωσε το σταυρωτό σακάκι του γκρίζου κοστουμιού του κι άρχισε να βαδίζει. Κάποιοι τον είχαν συμβουλεύσει να φορέσει τη στολή του, όμως είχε αρνηθεί επιτακτικά. Θα φορούσε πολιτικά ρούχα, έπρεπε να δοθεί το μήνυμα, η Ελλάς κοίταζε μόνον εμπρός. Για αυτό τον σκοπό είχε επιλέξει έναν-έναν τους υπουργούς που θα τον πλαισίωναν, όλοι τους νέοι και μετριοπαθείς: Κανελλόπουλος, Μαρκεζίνης, Καραμανλής, Παπαληγούρας.

Προχώρησε πάνω στο κόκκινο χαλί, πήρε το στεφάνι που του έτεινε ένας δεύτερος στρατονόμος και το απέθεσε στη βάση του πυραμιδοειδούς ηρώου, ενώ άρχισε η ανάκρουση του εθνικού ύμνου. Στην επιτύμβια πλάκα έγραφε: “ΕΠΕΣΑΝ ΟΛΟΙ ΥΠΕΡ ΠΑΤΡΙΔΟΣ 1946-1949”. Αμέσως μετά ανέβηκε στο βήμα και άρχισε την σύντομη ομιλία του, που μέσα από τη συχνότητα του ΕΙΡ και τις εφημερίδες επρόκειτο να στείλει προς κάθε κατεύθυνση το μήνυμα της οριστικής ειρήνευσης. “Τέκνα γενναία της Ελλάδος, βλάστημα της πατρώας γης, επότισαν με το αίμα των την ιδέαν της πατρίδος, ως έκαστος την εξέλαβεν. Και αν κάποια εκ των παιδιών μας επλανήθησαν υπό επιτηδείων και εχθρών της Ελλάδος και ως άλλοι μητραλοίαι εστράφησαν εναντίον της, η πατρίς μεγαθύμως τα συγχωρεί και τα εγγράφει εις τας αιωνίους τάξεις των ηρώων. Σήμερον, πέντε έτη μετά την οριστικήν εθνικήν νίκην εδώ εις τα κορυφάς του Βιτσίου και του Γράμμου, το Έθνος σύσσωμον δια της κυβερνήσεως θέτει οριστικόν τέρμα εις τας συνεπείας της ανταρσίας και του διχασμού...”. Η “πολιτική της λήθης” ελάμβανε σάρκα και οστά, οι αντιρρήσεις πολλών παραγόντων είχαν καμφθεί μπρος στην πολιτική αναγκαιότητα και την στιβαρή επιμονή ενός ισχυρού πυρήνα γύρω από τον Παπάγο, ο βασιλιάς είχε συγκατανεύσει, οι Αμερικανοί είχαν καθησυχαστεί, οι ακραιφνείς είχαν σιγήσει. Οι διώξεις θα σταματούσαν οριστικά τους ερχόμενους μήνες, το βασιλικό διάταγμα για γενική αμνηστία θα υπογραφόταν αύριο. Αυτός ήταν ο επίλογος του δράματος.

Αυτός ο επίλογος δυστυχώς δεν γράφτηκε ποτέ. Έπρεπε να περάσουν είκοσι χρόνια με χωλή δημοκρατία αρχικά και με σκληρή δικτατορία στη συνέχεια, για να φτάσουμε στην δραστική εξομάλυνση του πολιτικού βίου της χώρας, με την αυγή της δεύτερης περιόδου Κωνσταντίνου Καραμανλή, με την Μεταπολίτευση. Πόσο μεγαλύτερης σημασίας θα ήταν να έχει κλείσει τυπικά και ουσιαστικά τον εμφύλιο αυτός που τον σφράγισε με την νίκη του; Πόσο θα είχε βοηθήσει την πολιτική ζωή, την εθνική ανάπτυξη, την κοινωνική συνοχή η έγκαιρη και αποφασιστική εξομάλυνση της πολιτικής των διαχωρισμών, η εμπέδωση των πολιτικών ελευθεριών; Πόσο πιο υγιής θα ήταν η ελληνική κοινωνία, πόσο πιο ώριμη και σοβαρή πολιτικά; Ποτέ δεν θα μάθουμε ακριβώς, όμως σίγουρα δύσκολα μπορεί κάποιος να φανταστεί πιο ταραχώδη εικοσαετία από την 1955-1974 και πιο ανώριμη πολιτικά και ιδεολογικά συνέχεια από την τριακονταετία που ακολούθησε.

Ο όλεθρος του εμφύλιου σπαραγμού δεν τελείωσε ποτέ σημειολογικά, με ευθύνη και των δύο πλευρών, από το “παρά πόδα” και τα παράνομα δίκτυα του Ζαχαριάδη ως το παρατεταμένο καθεστώς των αποκλεισμών και των διώξεων του παρασυντάγματος. Κανείς δεν ήρθη στο αναγκαίο ύψος να αναλάβει το βάρος της απόφασης να παύσει οριστικά αυτό το θέατρο της οργής, παρά μόνο ο Κωνσταντίνος Καραμανλής το 1974, όταν πια είχε κυλήσει όχι μόνο νερό, αλλά και αίμα στο ποτάμι. Δεν υπάρχει κανένας λόγος, βέβαια, για μελοδραματισμούς, ούτε και αλλάζει κάτι από τα ιστορικά πεπραγμένα με την οιαδήποτε αναμόχλευση ή αποτίμησή τους. Είναι, ωστόσο, σημαντικό να προσπαθούμε να βλέπουμε τα πράγματα σε βάθος και σε εύρος. Ο εμφύλιος πέρασε, δεν θα επιστρέψει ούτε ως φάρσα ούτε ως τραγωδία, πρέπει να θάψουμε το πνεύμα του, αλλά να ανατέμνουμε το σώμα του.

Οι ιστορικοί έχουν σε σχετικά επαρκή πια βαθμό αρχίσει να εμβαθύνουν στη μελέτη αυτή. Δουλειά και καθήκον τους είναι να βαθύνουν την ανάλυσή τους για τα γεγονότα αυτά και όσα προηγήθηκαν και όσα ακολούθησαν. Δουλειά των πολιτών, είναι να επικεντρωθούμε στο μέλλον, να οριοθετήσουμε το πώς πρέπει να κινηθεί η χώρα μας μπροστά, διδασκόμενοι από τα λάθη. Η συζήτηση για το παρελθόν είναι αναγκαία και αναπόφευκτη, δεν πρέπει όμως να συσκοτίζει τη συζήτηση για το μέλλον. Η ζωή μας είναι στο μέλλον. Δεν θα φτάσουμε ποτέ στο επίπεδο της καθολικής συμφωνίας στην ανάγνωση της πραγματικότητας, ευτυχώς δεν θα γίνει αυτό, γιατί αυτό σημαίνει κατάργηση της πολιτικής και ποτέ δεν προμηνύει κάτι καλό. Από την οργή πρέπει να απαλλαγούμε, όχι από την γνώση, τη μνήμη και την άποψη. Πρέπει να μάθουμε να ανεχόμαστε τον απέναντι και την άποψή του, χωρίς να φοβόμαστε ότι θέλει να μας εκμηδενίσει και χωρίς να θέλουμε να τον εκμηδενίσουμε. Έχω ιδεολογία δεν σημαίνει ότι εχθρεύομαι όσους έχουν μια άλλη. Έχω άποψη για τα ιστορικά γεγονότα δεν σημαίνει μισώ όποιον έχει διαφορετική. Δεν χρειάζεται να συμφωνούμε και δεν θέλουμε, να μιλάμε ελεύθερα, να σκεφτόμαστε θαρρετά και να κρίνουμε άφοβα θέλουμε. Δημοκρατία σημαίνει πρωτίστως ελευθερία σκέψης, ελευθερία ωση της ιερότητας των συμβόλων και των αφηγήσεων.

Είμαστε ελεύθεροι να κρίνουμε, είμαστε ελεύθεροι να μιλάμε, είμαστε ελεύθεροι να σκεπτόμαστε και αυτά είναι αδιαπραγμάτευτα, όποιος νομίζει ότι μπορεί να τρομοκρατεί ελεύθερους πολίτες με ξεχαρβαλωμένα ιστορικά και πολιτικά τοτέμ, απλά δεν έχει καταλάβει πού βρίσκεται. Οι θεσμοποιημένοι μετεμφυλιακοί αποκλεισμοί έδωσαν τη θέση τους σε αθέμιστους μεταπολιτευτικούς τραμπουκισμούς. Αυτά όμως έχουν τελειώσει, δεν αφορούν τη γενιά μας και τις ερχόμενες, δεν αφορούν την Ελλάδα του μέλλοντος. Θα σκεφτόμαστε, θα κρίνουμε και θα μιλάμε ελεύθερα. Οι σαλτιμπάγκοι της ερμαφρόδιτης Αριστεράς δίνουν μάχη οπισθοφυλακών, αν δεν το ξέρουν θα το καταλάβουν σύντομα. Η ιστορία τους έχει ξεπεράσει και δεν το έχουν καταλάβει ή υποκρίνονται κάτι τέτοιο. Έχουμε μπροστά μας τις προκλήσεις του μέλλοντος, τις κραυγές τους απλώς τις αγνοούμε. Κανένας σημερινός Έλληνας δεν έχει δικαίωμα να εκφράζει μίσος και οργή, ούτε για το σήμερα ούτε για το χτες. Σίγουρα, όμως, έχει δικαίωμα, ή μάλλον υποχρέωση να εκφράζει πείσμα και πίστη για το μέλλον. Μπορούμε. - ΠΗΓΗ: lastpoint.gr/

Κάντε Like στη σελίδα μας στο facebook και ακολουθείστε μας στο Twitter

Write on Παρασκευή, 01 Νοεμβρίου 2013 Κατηγορία ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Η λέξη συντηρητισμός ορισμένους τους κάνει επιφυλακτικούς ταυτίζοντάς την με ιδέες και πρακτικές αναχρονιστικές. Αυτήν ακριβώς την άποψη έρχονται να ανατρέψουν 58 νέοι άνθρωποι προερχόμενοι από όλα τα κοινωνικά στρώματα οι οποίοι υπογράφουν ένα κείμενο το οποίο μπορεί να ληφθεί και ως απάντηση στην Κίνηση των 58 που είχε ως στόχο την ανασύνταξη της Κεντροαριστεράς.

Δημοσιογράφοι, σερβιτόροι, διεθνολόγοι, υποψήφιοι διδάκτορες, κομμώτριες, οικονομολόγοι ελεύθεροι επαγγελματίες, ερευνητές της Ακαδημίας Αθηνών, δικηγόροι και γενικότερα άτομα από όλους τους επαγγελματικούς χώρους που δεν έχουν καμία σχέση με τους κομματικούς σωλήνες του παρελθόντος έρχονται να θέσουν τις βάσεις πάνω στις οποίες θα στηριχθεί μία σύγχρονη και εποικοδομητική συζήτηση για τον νέο ελληνικό συντηρητισμό.

«Διαπιστώνουμε, με ανησυχία, ότι εδώ και πολλές δεκαετίες, στον ευρύτερο δημοκρατικό χώρο δεξιότερα του κέντρου («Κέντρο», «Δεξιά», «Κεντροδεξιά»), δεν προτείνεται και δεν εφαρμόζεται πολιτική καθορισμένη από αρχές, αξίες, ιδέες και συγκεκριμένο όραμα για την Ελλάδα, αλλά προτείνεται και εφαρμόζεται δήθεν «διαχειριστική πολιτική», με την ελπίδα ότι οι «(κεντρο)δεξιοί» διαχειριστές θα αποδειχθούν κάπως καλύτεροι από τους «(κεντρο)αριστερούς» διαχειριστές. Διαπιστώνουμε στην πράξη ότι τα προϊόντα του κομματικού σωλήνα και της επαγγελματικής πολιτικής είναι θεμελιωδώς ασύμβατα με την μη-διαχειριστική αντίληψη για την πολιτική, με την συνέπεια, με την αξιοσύνη, με τη λογοδοσία σε στοχεύσεις που μας υπερβαίνουν. Αδυνατούμε να αναγνωρίσουμε τους εαυτούς μας στις παραπάνω περιγραφόμενες στρεβλώσεις», αναφέρει το κείμενο που δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα του Ινστιτούτου Συντηρητικής Πολιτικής.

Στο ερώτημα του τι Ευρώπη θέλουμε, οι Έλληνες Συντηρητικοί απαντούν: «Ο νέος ελληνικός συντηρητισμός επιμαρτυρεί την ανάγκη να βρίσκεται η Ελλάδα στην ενωμένη Ευρώπη, στο κέντρο των ιστορικών εξελίξεων της περιοχής μας – και προτίθεται να αγωνιστεί γι' αυτήν. Ευρωπαϊσμός όμως δεν σημαίνει φεντεραλισμός, δεν σημαίνει ομοσπονδοποίηση: το όραμα για την ενιαία κοινότητα των ευρωπαϊκών εθνών δεν συμπεριλαμβάνει για εμάς την κατάλυση της αυτοτέλειας των δημοκρατιών και των πολιτισμών τους, την δόμηση ενός οργουελικού υπερκράτους. Όπως και οι «μεγάλοι» της Ευρώπης αυτήν την στιγμή, αντιστεκόμαστε στην διάλυση των εθνών-κρατών, τα οποία αναγνωρίζουμε ως προπύργια ελευθερίας και δημοκρατίας: αντ' αυτού, επιδιώκουμε την εγγύτερη συνεργασία μεταξύ τους. Στην Ελλάδα οι διαφορετικές προσεγγίσεις για το θέμα της Ευρώπης θεωρούντο ανέκαθεν λίγο-πολύ ταυτόσημες ή συνώνυμες, «λεπτομέρειες»: γι' αυτό είναι αναγκαία η σαφής διατύπωση ενός μη-φεντεραλιστικού ευρωπαϊσμού για την χώρα μας».

Ολόκληρο το κείμενο της πρωτοβουλίας έχει ως εξής:
Αναγνωρίζουμε στην Δεξιά μια παράταξη-φάντασμα. Μας διαβεβαιώνουν ότι υπάρχει, αλλά εμείς δεν την βλέπουμε. Διαβάζουμε ότι κυβερνά, αλλά δεν διαπιστώνουμε να μετουσιώνονται οι ιδέες της σε πολιτική πράξη. Μοιάζει να καταλαμβάνει πολιτικό χώρο και κοινοβουλευτικές θέσεις, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι οι αξίες της είναι πραγματικά εκεί, παρούσες με αξιώσεις στην πολιτική ζωή του τόπου. Η βάση της παράταξης –η σιωπηρή πλειοψηφία του ελληνικού λαού- αντιλαμβάνεται τον εαυτό της ως συντηρητική, αλλά τα κόμματα που αξιώνουν πως την εκπροσωπούν ακκίζονται συνήθως ως «φιλελεύθερα», αντιγράφοντας ιδεολογικά συστήματα που ελάχιστη σχέση έχουν με αυτόν τον τόπο και την εξέλιξή του.
Διαπιστώνουμε, με ανησυχία, ότι εδώ και πολλές δεκαετίες, στον ευρύτερο δημοκρατικό χώρο δεξιότερα του κέντρου («Κέντρο», «Δεξιά», «Κεντροδεξιά»), δεν προτείνεται και δεν εφαρμόζεται πολιτική καθορισμένη από αρχές, αξίες, ιδέες και συγκεκριμένο όραμα για την Ελλάδα, αλλά προτείνεται και εφαρμόζεται δήθεν «διαχειριστική πολιτική», με την ελπίδα ότι οι «(κεντρο)δεξιοί» διαχειριστές θα αποδειχθούν κάπως καλύτεροι από τους «(κεντρο)αριστερούς» διαχειριστές. Διαπιστώνουμε στην πράξη ότι τα προϊόντα του κομματικού σωλήνα και της επαγγελματικής πολιτικής είναι θεμελιωδώς ασύμβατα με την μη-διαχειριστική αντίληψη για την πολιτική, με την συνέπεια, με την αξιοσύνη, με τη λογοδοσία σε στοχεύσεις που μας υπερβαίνουν. Αδυνατούμε να αναγνωρίσουμε τους εαυτούς μας στις παραπάνω περιγραφόμενες στρεβλώσεις.

Θεωρούμε ότι οι πολίτες που τοποθετούν τους εαυτούς τους δεξιότερα του πολιτικού κέντρου οφείλουν να δημιουργήσουν εκ νέου και εκ του μηδενός την παράταξή τους, να ορίσουν εκ νέου το τί τους κάνει να είναι, πολιτικά, αυτό που είναι. Και να πιέσουν τα κόμματα που αξιώνουν ότι εκπροσωπούν αυτήν την παράταξη να μιλήσουν με καθαρές κουβέντες, καθαρές προτάσεις, καθαρές ιεραρχήσεις και καθαρά πρόσωπα. Για να συμβεί αυτό, η παράταξη πρέπει να αντιληφθεί τον εαυτό της με την ονομασία που της πρέπει: συντηρητική παράταξη. Οι Έλληνες Συντηρητικοί. Τα υπόλοιπα είναι επεξηγήσεις, υποσημειώσεις, αστερίσκοι, προσθήκες και ιδεολογικές μειοψηφίες. Η ευρύτερη παράταξη δεξιότερα του κέντρου δεν μπορεί παρά να είναι πρωτίστως συντηρητική.

Ο συντηρητισμός δεν φιλοδοξεί να συντηρήσει καταστάσεις. Ο συντηρητισμός φιλοδοξεί να συντηρήσει αρχές, ιδέες, αξίες, ιεραρχήσεις προτεραιοτήτων: την συσσωρευμένη πείρα του παρελθόντος για την εκτίναξη στο μέλλον. Δεδομένου του περιεχομένου αυτών των αρχών, ιδεών, αξιών, ένας νέος ελληνικός συντηρητισμός δεν μπορεί παρά να φιλοδοξεί να αλλάξει τα πάντα. Ως εκ τούτου, και παραδοξολογικά, αν κάτι μπορεί να επιφέρει την πραγματική πρόοδο στην Ελλάδα, αυτό θα ήταν ένας συνεπής συντηρητισμός.
Μιλάμε για νέο ελληνικό συντηρητισμό:
Νέο, διότι στην Ελλάδα δεν έχει διατυπωθεί ποτέ με σαφήνεια, διαύγεια και καθαρότητα ένα τέτοιο πρόταγμα και ένα τέτοιο διακύβευμα. Κάτι τέτοιο θα είναι πραγματικά καινοφανές, πραγματικά καινούργιο, νέο.

Ελληνικό, διότι το διακύβευμα συνίσταται ακριβώς στο να μην αντιγράψουμε -για μια ακόμη φορά- κάποιο ξένο ιδεολόγημα από τα εισαγόμενα μεταχειρισμένα, αλλά να βρούμε το πραγματικό μας πρόσωπο, την δική μας ταυτότητα και ιστορία και την αντανάκλασή της στο πολιτικό γεγονός αφομοιώνοντας γόνιμα τις έξωθεν επιρροές και καθιστώντας έτσι εφικτή την πραγματική συνεργασία μας με άλλα έθνη στο επίπεδο της φιλίας, όχι στο επίπεδο της σχέσης υποδείγματος-μιμητή. Στην Ελλάδα, και δη δεξιότερα του κέντρου, παρατηρείται αενάως μια ιδιότυπη φοβία για την δόμηση γηγενούς πολιτικού προτάγματος. Ώρα να αναδειχθεί η παράταξη ως η μη-μεταπρατική παράταξη: η παράταξη που αντιστέκεται στην πολιτισμική μίμηση και αντιγραφή στην οποία έχουμε καθηλωθεί για τόσον καιρό, που αντιστέκεται στην αντίληψη του ελληνισμού ως προϊόντος «μετακένωσης» με κίονες και χιτώνες: εξωστρεφής διότι αφομοιώνουσα, όχι μιμητική διότι υποτελής. Ελληνικό, γιατί «όσο πιο τοπικό είναι, τόσο πιο παγκόσμιο αποδεικνύεται».
Συντηρητισμό, διότι πασχίζει να διαφυλάξει τα βέλτιστα του παρελθόντος μας, την πλέον πολύτιμη συλλογική μας εμπειρία και διαχρονία, ώστε να ετοιμάσουμε το βέλτιστο δυνατό μέλλον.

Για πολύ καιρό προσπαθούσαν να μας πείσουν ότι αυτή η παράταξη βρίσκει το πραγματικό της πρόσωπο σε δάνεια ιδεολογήματα «φιλελευθερισμού», στην ανάδειξη του φυσικού ατόμου, στην υπογράμμιση των δικαιωμάτων του και των ελευθεριών του. Σχεδόν ξεχάσαμε ότι αυτή η παράταξη συγκροτείται με άξονα το γεγονός ότι λογοδοτεί σε σύνολα: στην πατρίδα, στην οικογένεια, στην κοινότητα, στον λαό όχι ως απλό άθροισμα των πολιτών, αλλά ως απαρτία που συμπεριλαμβάνει κεκοιμημένους και αγέννητους.
Προσπαθούσαν να μας πείσουν ότι όπως στον ιστορικο-υλιστικό «σοσιαλισμό», έτσι και στον «δεξιό» φιλελευθερισμό και παντού η βάση της πολιτικής, το στοιχείο που την χαρακτηρίζει, είναι πρωτίστως η οικονομία. Ότι η πολιτική, η δημοκρατία της συνύπαρξής μας, συνίσταται πρωτίστως στις οικονομικές σχέσεις του κράτους και των ιδιωτών και δευτερευόντως σε οτιδήποτε άλλο. Αλλά εμείς οι δεξιοί πολίτες δεν ήμασταν ποτέ ιστορικοϋλιστές! Την δική μας αντίληψη για την πολιτική την καθοδηγούν αρχές και προτεραιότητες: η αξιοσύνη και αξιοκρατία, η εργατικότητα, η παράδοση-παραδεδομένη πείρα αιώνων, η αξιοπρέπεια, η αυτάρκεια, ο σεβασμός του ιερού, η φιλοτιμία, ο ρεαλισμός λόγων, ελπίδων και πράξεων. Χαώδης η διαφορά με τις προτεραιότητες του πολιτικού προσωπικού.

Φυσικά, όσον αφορά στην οικονομία, ένας Έλληνας συντηρητικός δεν θα «συντηρούσε» την κατάσταση του άρρωστου ελλαδικού κρατισμού, θα την άλλαζε εντελώς, σμικραίνοντας ριζικά το κράτος (θα ασκούσε φιλελεύθερη οικονομική πολιτική στα πλαίσια περίπου της χριστιανοδημοκρατικής Soziale Marktwirtschaft): όχι όμως λόγω κάποιου θέσφατου για το «ελάχιστο κράτος» ή για το «μεγαλείο των ατόμων», αλλά επειδή οι συντηρητικές του αξίες θα ήταν ασυμβίβαστες με την αναξιοκρατία, την αναξιοπρέπεια, την αργομισθία και την αναποτελεσματικότητα του νεοελλαδικού κρατισμού και της σήψης του.

Ο νέος ελληνικός συντηρητισμός επιμαρτυρεί την ανάγκη να βρίσκεται η Ελλάδα στην ενωμένη Ευρώπη, στο κέντρο των ιστορικών εξελίξεων της περιοχής μας – και προτίθεται να αγωνιστεί γι' αυτήν. Ευρωπαϊσμός όμως δεν σημαίνει φεντεραλισμός, δεν σημαίνει ομοσπονδοποίηση: το όραμα για την ενιαία κοινότητα των ευρωπαϊκών εθνών δεν συμπεριλαμβάνει για εμάς την κατάλυση της αυτοτέλειας των δημοκρατιών και των πολιτισμών τους, την δόμηση ενός οργουελικού υπερκράτους. Όπως και οι «μεγάλοι» της Ευρώπης αυτήν την στιγμή, αντιστεκόμαστε στην διάλυση των εθνών-κρατών, τα οποία αναγνωρίζουμε ως προπύργια ελευθερίας και δημοκρατίας: αντ' αυτού, επιδιώκουμε την εγγύτερη συνεργασία μεταξύ τους. Στην Ελλάδα οι διαφορετικές προσεγγίσεις για το θέμα της Ευρώπης θεωρούντο ανέκαθεν λίγο-πολύ ταυτόσημες ή συνώνυμες, «λεπτομέρειες»: γι' αυτό είναι αναγκαία η σαφής διατύπωση ενός μη-φεντεραλιστικού ευρωπαϊσμού για την χώρα μας.

Το ζητούμενο δεν είναι η δημιουργία ενός ακόμη κόμματος: η σκέψη ότι επείγει η δημιουργία ενός ακόμη κόμματος δεξιότερα του κέντρου είναι, νομίζουμε, λανθασμένη ανάγνωση των δεδομένων. Το ρήγμα στην εκπροσώπηση της δεξιάς παράταξης του λαού από τα κόμματα είναι δομικό, δεν θεραπεύεται με καλές προθέσεις και ασυμμάζευτες φιλοδοξίες – αυτές θα καταλήξουν απλώς στα ίδια συμπτώματα. Για να θεραπευθεί αυτό το ρήγμα χρειάζεται πρώτα πολλή δουλειά και πολλή σπουδή: γι' αυτό πιστεύουμε ότι προέχει η δημιουργία μιας δυναμικής συντηρητικής «δεξαμενής σκέψης» έξω από τα κόμματα, ενός σοβαρού ινστιτούτου πραγματικά ανεξάρτητου από τους κομματικούς μηχανισμούς που θα μελετήσει, θα προτείνει, θα διδάξει και θα διδαχθεί, θα επηρεάσει και θα εξελιχθεί. Ενός Ινστιτούτου Συντηρητικής Πολιτικής. Η διατύπωση ιδεών, η κατάθεση προτάσεων, η εκπαίδευση στελεχών και η ειλικρινής πρόταξη αξιών είναι πράγματα τόσο ξένα και πρωτόγνωρα για την σημερινή Δεξιά, που και μόνον η εμφάνισή τους δύναται, πιστεύουμε, να επιφέρει τεκτονικές αλλαγές στον χώρο δεξιότερα του κέντρου και συνακόλουθα σε ολόκληρο το πολιτικό σκηνικό.

Οι μυλόπετρες των επερχόμενων ευρωεκλογών δεν επιτρέπουν ακόμα την χωρίς ιδιοτέλεια έκφραση πολιτικού προβληματισμού προσανατολισμένου σε λύσεις: εν όψει εκλογών, υφίστανται μόνο υποστηρίξεις, αλληλοστηρίξεις και συμμαχίες, κόμματα και λίστες, σε μια ρητορική τύπου «ή μαζί μας ή εναντίον μας, ή μ' αυτούς ή μ' εμάς». Υπό αυτές τις συνθήκες, δεν θα ήταν σώφρον να επιχειρηθεί κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου ακραίας πόλωσης και εκατέρωθεν στρατεύσεων η εμφάνιση έλλογης αντιπρότασης: θα την κατάπινε η προεκλογική πολυφωνία και παραφωνία. Ως εκ τούτων, ο ρεαλισμός επιτάσσει να ξεμυτίσει η ελπίδα ενός νέου ελληνικού συντηρητισμού μετά τις ευρωεκλογές του 2014.

Αναπόσπαστο κομμάτι των συντηρητικών μας αξιών είναι η αξιοπρέπεια και η διαφάνεια της επωνυμίας, όχι οι ανώνυμες τοποθετήσεις. Όπως και οι υπογραφές αυτού του κειμένου, έτσι και κάθε μας παρέμβαση θα φέρει το όνομα και το επώνυμο των συντελεστών της. Αν κάτι θέλουμε να διαφοροποιήσει την παρέμβασή μας από την πολιτική οχλαγωγία, αυτό ας είναι πρωτίστως η συνέπεια, η σοβαρότητα και η αξιοπρέπεια. Οι κάτωθι υπογράφοντες δεν προερχόμαστε από την γενιά των δεινοσαύρων της μεταπολίτευσης, οι περισσότεροι γεννηθήκαμε αρκετά μετά το 1981. Σε όσους δια βίου προοδευτικούς από την γενιά που έφερε την Ελλάδα ως εδώ ξινίσουν και ρωτήσουν «μα, τόσο νέοι και συντηρητικοί;», απαντάμε: «ναι, ακριβώς έτσι».

Θεωρούμε ότι ο μη-ιδεολογικός, μεταπρατικός και δήθεν διαχειριστικός χαρακτήρας της σημερινής ελληνικής Δεξιάς (και η συνακόλουθη ανυπαρξία ενός μη-αριστερού πολιτικού Κέντρου) είναι ο «αδύναμος κρίκος» ολόκληρου του κομματικού συστήματος και του πολιτικού μας προβλήματος, που αν σπάσει θα συμπαρασύρει σύνολη την πολιτική γεωγραφία σε μια νέα, ελπιδοφόρα περίοδο, χαρακτηριζόμενη από την σαφήνεια, αξιοπρέπεια και συνέπεια του πολιτικού λόγου. Ώρα να μάθουμε αν αυτή η ανάγνωση έχει τον ρεαλισμό των ιστορικών αλλαγών...

[ Ονοματεπώνυμο - ηλικία - επάγγελμα/ιδιότητα/σπουδή ]
1. Αθανασόπουλος Ελευθέριος, 30 ετών, δικηγόρος
2. Αντωνιάδης Γεώργιος, 30 ετών, ιδιωτικός υπάλληλος/διεθνολόγος
3. Αντωνιάδης Δημήτριος, 31 ετών, υλοτόμος
4. Βερδελής Δημήτριος, 20 ετών, σπουδαστής Νομικής ΕΚΠΑ
5. Γιοβάνη Δήμητρα, 18 ετών, σπουδάστρια μαθηματικών ΕΚΠΑ
6. Γραμματικού Αρετή, 29 ετών, ιδιωτικός υπάλληλος
7. Δικαίος Δημήτριος, 25 ετών, ασκούμενος δικηγόρος
8. Ζόγκας Θωμάς, 26 ετών, οικοδομικά
9. Θωμόπουλος Χρήστος, 40 ετών, ιατρός νευρολόγος
10. Ιωαννίδου Αγγελική, 36 ετών, οικιακά
11. Κανίδης Χρήστος, 36 ετών, ελεύθερος επαγγελματίας
12. Κοκκόλης Γεώργιος, 25 ετών, δημοσιογράφος-πολιτικός επιστήμων LSE
13. Κοντολαίμου Αγλαΐα, 36 ετών, εκπαιδευτικός-φιλόλογος MA ΕΚΠΑ)
14. Κουρεμμένος Ιπποκράτης, 22 ετών, σπουδαστής οικονομικών Πανεπιστημίου Πειραιώς
15. Κουρούση Νικολέττα, 25 ετών, μεταπτυχιακή φοιτήτρια διεθνών και ευρωπαϊκών σπουδών Πανεπιστημίου Πειραιώς
16. Κούτρας Ευάγγελος, 29 ετών, σερβιτόρος
17. Κωνσταντόπουλος Γεώργιος, 19 ετών, φοιτητής νομικής σχολής Αθηνών.
18. Λιθαδιώτης Πάνος, 28 ετών, μεταπτυχιακός φοιτητής πολ. επικοινωνίας LSE
19. Λούτσης Αιμίλιος, 29 ετών, τεχνικός
20. Μαγκαφάς Παναγιώτης, 34 ετών, ιστορικός
21. Μαντέλλου Αριστούλα, 32 ετών, φιλόλογος MA, Institute of Education, University of London
22. Μάντη Μαρίνα, 27 ετών, οικονομολόγος
23. Μητραλέξης Σωτήριος, 25 ετών, υπ. διδάκτωρ της Freie Universität Berlin
24. Μιχαηλίδης Γεώργιος-Δημήτριος, 26 ετών, δημοσιογράφος/διεθνολόγος
25. Μιχελόγγονας Αντώνης, 20 ετών, σπουδαστής νομικής
26. Μπαλτά Έλενα, 31 ετών, γραφίστρια
27. Μπασδέκη Δήμητρα, 32 ετών, ιδιωτική υπάλληλος
28. Μπόκολα Θεοδοσία, 30 ετών, δασκάλα
29. Μπόκολας Παναγιώτης, 35 ετών, ιδιωτικός υπάλληλος
30. Μπουρλάς Φειδίας, 43 ετών, ηλ. μηχανικός ΕΜΠ
31. Νάτση Ιωάννα, 25 ετών, κομμώτρια
32. Νικήτας Ιωάννης, 22 ετών, δημοσιογράφος/σπουδαστής κοινωνικών επιστημών Πανεπιστημίου Αιγαίου
33. Νίκου Ευάγγελος, 26 ετών, ηλεκτρολόγος
34. Ξανθοπούλου Μαρία, 29 ετών, έμπορος
35. Παπαδοπούλου Μαρία-Αγγελική, 29 ετών, διοικητικός υπἀλληλος ΠΓΝ «Λαϊκού», σπουδάστρια ΦΠΨ ΕΚΠΑ
36. Παπανικόλα Χαρά, 30 ετών, ελεύθερη επαγγελματίας
37. Παπανικόλας Άρης, 30 ετών, ιδιωτικός υπάλληλος
38. Παππάς Χρήστος, 25 ετών, ελεύθερος επαγγελματίας
39. Πηλιαφάς Ανέστης, 29 ετών, ηλεκτρολόγος τηλεπικοινωνιών
40. Σαπουνάκη Στέλλα, 25 ετών, ιδιωτική υπάλληλος/πολιτική επιστήμων
41. Σεμσίρη Ιωάννα, 27 ετών, ιδιωτική υπάλληλος
42. Σκόκοτα Ειρήνη, 24 ετών, αισθητικός
43. Σταλίδης Ανδρέας, 40 ετών, δημιουργός διαδικτυακού περιοδικού «Αντίβαρο» (2001)
44. Τζιτζής Παναγιώτης Μιχαήλ, 23 ετών, σπουδαστής Ιατρικής ΑΠΘ
45. Τζούμπας Μιχάλης, 24 ετών, λογιστής
46. Τόλιας Κωνσταντίνος-Τιμολέων, 34 ετών, άνεργος
47. Τούσε Χριστίνα, 27 ετών, γραφίστρια
48. Τσαμουρλίδης Αλέξανδρος, 19 ετών, φοιτητής βαλκανικών, σλαβικών και ανατολικών σπουδών Πανεπιστημίου Μακεδονίας
49. Τσάπαλος Όμηρος, 26 ετών, υπ. Δρ. πολιτιστικής διπλωματίας Παντείου
50. Τσίρος Ιωάννης, 32 ετών, Msc μηχανολόγος μηχανικός
51. Τσόχλα Εύα, 33 ετών, ψυχολόγος
52. Φερραίος Αλέξανδρος, 24 ετών, δημοσιογράφος/σπουδαστής οικονομικών
53. Φουντοπούλου Αγγελική, 27 ετών, βιολόγος
54. Χατζή Κωνσταντίνα, 19 ετών, σπουδάστρια λογοθεραπείας T.E.I. Πατρών
55. Χατζημιχαήλ Χρήστος, 33 ετών, PhD, επιστημονικός συνεργάτης Ακαδημίας Αθηνών
56. Χιόνης Σπυρίδων, 36 ετών, δικηγόρος Πειραιώς
57. Χλιούρας Πέτρος, 24 ετών, σπουδαστής πολιτικών επιστημών του Πανεπιστημίου του Marburg
58. Χριστόπουλος Χρήστος, 20 ετών, σπουδαστής διεθνών και ευρωπαϊκών σπουδών Παντείου

ΠΗΓΗ