Write on Σάββατο, 17 Νοεμβρίου 2018 Κατηγορία ΕΠΙ ΣΚΟΠΟΝ

Του Δρ. Άριστου Αριστοτέλους - Πρώην Βουλευτή, Ειδικού σε Θέματα Άμυνας και Στρατηγικής

Η πρόσφατη υπογραφή «Δήλωσης Προθέσεων» μεταξύ του Κύπριου υπουργού Εξωτερικών κ. Νίκου Χριστοδουλίδη και του Αμερικανού υφυπουργού Εξωτερικών κ. Γουές Μίτσελ στην Ουάσιγκτον, με κύριο αντικείμενο την ανάπτυξη των διμερών σχέσεων στην προώθηση της ασφάλειας στην Ανατολική Μεσόγειο, προφανώς και θα θεωρείται από την κυβέρνηση της Κύπρου ως επιτυχημένο γεγονός. Βέβαια όπως διαμορφώνεται το στρατηγικό τοπίο ενόψει του δόγματος που αναπτύσσουν οι ΗΠΑ κατά της «ρωσικής επιθετικότητας» και άλλων προκλήσεων στην Ανατολική Μεσόγειο, η κίνηση αυτή δύναται να εκληφθεί και ως στρατηγική απομάκρυνση της Λευκωσίας από την παραδοσιακά πιο ουδέτερη στάση που τηρεί στον ανταγωνισμό των μεγάλων δυνάμεων στην περιοχή και ταύτιση με την αμερικανική πολιτική.
Εάν όμως δεν έχουν εκτιμηθεί σωστά τα υπέρ και τα κατά της ενέργειας αυτής θα μπορούσε να αποδειχθεί παρακινδυνευμένη και χωρίς ουσιαστικό όφελος ακροβασία της κυπριακής εξωτερικής πολιτικής. Τη θέση αυτή αναπτύσσει η ανάλυση που ακολουθεί αποσκοπώντας να αποτελέσει τροφή για σκέψη και για εποικοδομητικό προβληματισμό γύρω από το θέμα αυτό.

Εθνική Στρατηγική ΗΠΑ και Κύπρος
Είναι πρόδηλο ότι με βάση τη νέα Εθνική Στρατηγική Ασφάλειας (ΕΣΑ) των ΗΠΑ, οι Αμερικανοί αναζωογονούν το ενδιαφέρον τους στην Ανατολική Μεσόγειο και γενικά την περιοχή. Για την εξυπηρέτηση των σκοπών της στρατηγικής αυτής, προωθούν επαφές και συνεργασίες με συμμάχους και εταίρους, μεταξύ των οποίων η Ελλάδα και η Κύπρος. Αυτό είναι πρόδηλο και από το περιεχόμενο των συναντήσεων, των συμφωνιών που επετεύχθησαν και ιδίως των δηλώσεων που συνόδευσαν τον κ. Χριστοδουλίδη κατά την επίσκεψη στις ΗΠΑ. « Η υπογραφή της Δήλωσης Προθέσεων για ενίσχυση και ανάπτυξη της διμερούς σχέσης ασφάλειας», ανακοίνωσε το Γραφείο της Εκπροσώπου του Στέιτ Ντιπάρτμεντ στις7/11/2018, «θα προωθήσει τα κοινά συμφέροντα στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας, ενίσχυση της θαλάσσιας και συνοριακής ασφάλειας και προώθηση της περιφερειακής σταθερότητας». Ο δε κ. Χριστοδουλίδης εξέφρασε ικανοποίηση γιατί όπως είπε η υπογραφή της Δήλωσης Προθέσεων «για πρώτη φορά, θεσμοθετεί, θέτει ένα πλαίσιο και την πορεία δράσης που θα ακολουθηθεί σε σχέση με τις διμερείς μας σχέσεις, στον τομέα της Ασφάλειας». (ΚΥΠΕ, 7/11/2018).

Κύπρος - ΗΠΑ και «ρωσική απειλή»
Την ίδια ώρα, ανησυχώντας για τυχόν αρνητικά μηνύματα που πιθανόν να εκπέμπει η ταύτιση με την αμερικανική στρατηγική στα μάτια επηρεαζόμενων κυβερνήσεων όπως της Ρωσίας, ο Κύπριος υπουργός διαβεβαίωνε ότι «η περαιτέρω ενίσχυση της στρατηγικής μας συνεργασίας με τις ΗΠΑ δεν στρέφεται ενάντια σε οποιανδήποτε τρίτη χώρα» (ΚΥΠΕ, 7/11/2018). Τα πραγματικά γεγονότα όμως δεν βοηθούν τη θέση αυτή. Κατ’ αρχήν η πιο σημαντική πτυχή της νέας αμερικανικής στρατηγικής στα πλαίσια της οποίας, από σκοπιάς ΗΠΑ, εντάσσεται η εξέλιξη αυτή, είναι ότι για πρώτη φορά μετά από χρόνια προσδιορίζει τόσο ρητά και επαναλαμβανόμενα πως οι κυριότερες δυνάμεις - «ανταγωνιστές» - που απειλούν τα συμφέροντά τους στον πλανήτη, είναι η Ρωσία (και η Κίνα) και το Ιράν (στη Μέση Ανατολή). Πιο εξειδικευμένα, ο κ. Μίτσελ στην ομιλία του στο Heritage Foundation στις 2/6/2018 υπογράμμισε τη σημασία της Ανατολικής Μεσογείου για τις ΗΠΑ, χαρακτηρίζοντας την ως «αναδυόμενο θαλάσσιο σύνορο» αντιπαλότητας δυτικών συμφερόντων με άλλες δυνάμεις, όπου «αντιμετωπίζουμε πλήρη ανταγωνισμό από τους Ρώσους». Η Αμερικανίδα Πρέσβειρα κ. Κάθλιν Ντόχερντι μιλώντας σε πρόσφατο συνέδριο του Economist στη Λευκωσία υπέδειξε ότι: «Η περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου προβάλλει ιδιαίτερες προκλήσεις» από τις οποίες «πιο πιεστικές» είναι «η τρομοκρατία, η ρωσική επιθετικότητα, οι συνεχιζόμενες συγκρούσεις, τα άνευ προηγουμένου κύματα μεταναστών, οι απειλές από το Ιράν». Η Κυπριακή Δημοκρατία, είπε, «μπορεί να παίξει σπουδαίο μέρος στις κοινές προσπάθειες για να αντιμετωπίσουμε τις υπερατλαντικές απειλές». (USA Embassy Cyprus, 2/11/2018). Είναι σαφές λοιπόν προς ποιες κατευθύνσεις στρέφονται οι διαγραφόμενες στρατηγικές συνεργασίες της Ουάσιγκτον στην περιοχή, που ξεπερνούν τα όρια προηγούμενων συμφωνιών με την Κύπρο, οι οποίες αφορούσαν συνήθως τη διεθνή τρομοκρατία και την ανάληψη ανθρωπιστικών αποστολών, και θα ήταν δύσκολο για τον Κύπριο Υπουργό να πείσει για το αντίθετο.

Ρωσική απάντηση
Το Κρεμλίνο έχει ήδη σαφή άποψη για τη νέα αμερικανική στρατηγική ασφάλειας, καθώς και για τα ανοίγματα που επιχειρούν οι ΗΠΑ στην περιοχή και βέβαια στην Κύπρο. Ο Γραμματέας του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας της Ρωσίας κ. Νικολάι Πατρούσεφ επεσήμανε από την πρώτη στιγμή που ανακοινώθηκε η αμερικανική ΕΣΑ το Δεκέμβριο του 2017 ότι πράγματι η χώρα του «κατονομάζεται σαν η κύρια απειλή κατά της ασφάλειας των ΗΠΑ». Προειδοποίησε ότι η προώθηση των στόχων και των σκοπών της δυνατό να απειλήσει την παγκόσμια και περιφερική ασφάλεια και ότι η Μόσχα αναπόφευκτα θα απαντήσει διαμορφώνοντας ανάλογα τη δική της εθνική στρατηγική (TASS, 20/12/2017). Όσον αφορά την Κύπρο, η Πρεσβεία της Ρωσίας στη Λευκωσία με αφορμή κάποιες δηλώσεις του Προέδρου του ΔΗΣΥ για τη ρωσική πολιτική στο Κυπριακό και έχοντας υπόψη το διαμορφούμενο ανταγωνισμό και τα σχέδια των ΗΠΑ για το νησί, σε ανακοίνωση της στις 10/09/2018 υποδεικνύει ότι «κάποιοι εταίροι της Κυπριακής Δημοκρατίας θα ήθελαν να διασπάσουν τη σχέση μεταξύ Ρωσίας και Κύπρου ώστε να αποτραπεί η εμπλοκή της Ρωσίας στην Ανατολική Μεσόγειο»

Σχέσεις Κύπρου – Ρωσίας
Η Κυπριακή Δημοκρατία σαν κράτος αλλά και σαν μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) μπορεί σε κάποιο βαθμό να συμμερίζεται ορισμένες από τις προαναφερθείσες προκλήσεις κατά των ΗΠΑ, οι οποίες αόριστα καθορίζονται και στην Παγκόσμια Στρατηγική της Ε.Ε. του 2016 ( π.χ. αστάθεια Ανατολικής Μεσογείου και Μέσης Ανατολής, μεταναστευτικό, τρομοκρατία). Όμως οι σε βάρος της Κύπρου άμεσοι κίνδυνοι και απειλές προέρχονται από την Τουρκία και όχι τόσο από τις κατευθύνσεις που η Ουάσιγκτον ιεραρχεί ως προτεραιότητα της δικής της στρατηγικής στην περιοχή ή από τη Ρωσία. Σχετικά με τη Μόσχα, ασφαλώς και εξυπηρετεί πρωτίστως τα συμφέροντα της και έχει τη δική της στρατηγική ασφάλειας - ανησυχώντας κυρίως για τη δράση του ΝΑΤΟ στον περίγυρό της ή και αλλού - αλλά, όσον αφορά την Κύπρο, σύμφωνα με τον τότε κυβερνητικό εκπρόσωπο και νυν υπουργό Εξωτερικών κ. Χριστοδουλίδη, η Ρωσία « παραδοσιακά στηρίζει τις θέσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας ως μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας" (ΚΥΠΕ 24/2/2015). Επίσης η χώρα αυτή εκτός του ότι αποτελεί σημαντικό εμπορικό εταίρο, από το 1964 υπήρξε εκ των κυριοτέρων προμηθευτών οπλισμού για την άμυνα του νησιού, όταν άλλες χώρες όπως οι ΗΠΑ δεν επέτρεπαν ή και ματαίωναν την πώληση στρατιωτικού υλικού στην Κύπρο. Εξάλλου, Μόσχα και Λευκωσία έχουν υπογράψει συμφωνίες στρατιωτικού χαρακτήρα που επικαιροποιήθηκαν το Φεβρουάριο του 2015 κατά την επίσκεψη του Προέδρου κ. Νίκου Αναστασιάδη, ο οποίος για να καθησυχάσει αυτή τη φορά τους δυτικούς και δη τους Αμερικανούς, διαβεβαίωνε ότι από ρωσικής πλευράς «τίποτε δεν μας ζητήθηκε που θα μπορούσε να μας φέρει σε δύσκολη θέση είτε με τους εταίρους μας είτε με τους τρανσατλαντικούς συμμάχους μας» ( ΚΥΠΕ, 26/2/2015).

Τουρκική απειλή
Όσον αφορά την Τουρκία, η χώρα αυτή με τις χιλιάδες των στρατιωτών της εισέβαλε και συνεχίζει να κατέχει από το 1974 το βόρειο τμήμα της Κύπρου, προβάλλοντας συνεχή απειλή άμεσης ή έμμεσης χρήσης της στρατιωτικής της ισχύος σε βάρος της κυριαρχίας της Δημοκρατίας αλλά και των δικαιωμάτων της στην κυπριακή ΑΟΖ. Η Άγκυρα διατυπώνει διεκδικήσεις επί των θαλασσίων πόρων του νησιού για την ίδια και για τους Τουρκοκυπρίους, προσπαθώντας να επιβάλει νέα τετελεσμένα στην ανατολική λεκάνη της Μεσογείου. «Δεν θα επιτρέψουμε ενέργειες για την εξόρυξη φυσικών πόρων στην Ανατολική Μεσόγειο, από τις οποίες θα έχει αποκλειστεί η Τουρκία και η “Βόρεια Κύπρος”. Τα πλοία μας δείχνουν την ισχύ μας» προειδοποιεί με λόγια και με πράξεις ο Τούρκος Πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν, δημιουργώντας συνθήκες σύγκρουσης και έντασης στη θαλάσσια αυτή περιοχή (can.gr., 4/11/2018). Συνεπώς για τη Λευκωσία κύρια απειλή και συντελεστής ανασφάλειας και αστάθειας στην Ανατολική Μεσόγειο είναι πρωτίστως η Τουρκία και η επιθετική στάση που ακολουθεί, η οποία ωστόσο δεν κατονομάζεται από την αμερικανική ΕΣΑ ως μία από τις προκλήσεις στην περιοχή.

ΗΠΑ, Τουρκία και Κυπριακή ΑΟΖ
Ασφαλώς η αμερικανική στάση στο θέμα της κυπριακής ΑΟΖ είναι πολύ σημαντική. Είναι καλοδεχούμενη και θετική για τη Λευκωσία. Έχει όμως και τα όρια της. Η υποστήριξη από τις ΗΠΑ του δικαιώματος της Κυπριακής Δημοκρατίας να εκμεταλλευτεί τους φυσικούς της πόρους «οι οποίοι θα πρέπει να διαμοιραστούν δίκαια μεταξύ των δύο κοινοτήτων στα πλαίσια μιας λύσης, όπως και η υπόδειξη ότι στρατιωτικές απαντήσεις σε εμπορικές διαφορές είναι ανάρμοστες» ( δηλώσεις Πρέσβειρας ΗΠΑ, ο.π.) αποτελούν αποθαρρυντικό στοιχείο
στις στοχεύσεις και στρατιωτικούς εκβιασμούς της τουρκικής πλευράς. Δεν σημαίνει όμως ότι είναι ικανές να την αποτρέψουν τελικά να επιμένει να διεκδικεί και να απειλεί. Η άποψη των ΗΠΑ για την Τουρκία και το ρόλο της στη νέα στρατηγική στην περιοχή είναι ότι : Από τη μια, αναγνωρίζουν τις διαφορές που έχουν προκύψει μεταξύ τους (ανθρώπινα δικαιώματα και ελευθερίες , συριακό και Κούρδοι της Συρίας, σχέσεις της Άγκυρας με Ιράν και Μόσχα όπως και το θέμα των S-400) και ότι δεν μπορούν να παραμείνουν σιωπηλοί. Από την άλλη, συνεχίζουν να την θεωρούν εξαιρετικά σημαντικό νατοϊκό σύμμαχο στην μακροπρόθεσμη αντιμετώπιση του ρωσικού ανταγωνισμού και ως το ισχυρότερο αντίβαρο για την ανακοπή της εξάπλωσης της ιρανικής επιρροής στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή. Μέσα στα πλαίσια της νέας Εθνικής Στρατηγικής Ασφάλειας, λοιπόν, ο κ. Μίτσελ τόνισε στην προαναφερθείσα ομιλία του ότι «δουλεύουμε αποφασιστικά να σταθεροποιήσουμε τη σχέση με την Τουρκία και να τη διατηρήσουμε σε στρατηγική πορεία της Δύσης. Μία μόνιμη παραβίαση αυτής της σχέσης θα προκαλούσε ζημίες πολλών γενεών στην εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ». Αυτή η στάση στρατηγικής θα καθορίζει, ανάλογα με τις εξελίξεις, τα μέσα και την έκταση της αμερικανικής αντίδρασης απέναντι στις τουρκικές διεκδικήσεις και προκλήσεις στην κυπριακή ΑΟΖ - όπου ούτε η μια ούτε η άλλη πλευρά θα ήθελαν να συγκρουστούν μετωπικά. Όμως δεν θα είναι τέτοιου βαθμού αποφασιστικότητας οι αμερικανικές ενέργειες που να αποτρέπουν ουσιαστικά την Τουρκία από το να προκαλεί, να παρενοχλεί και να διεκδικεί.

Συνειδητή επιλογή στρατηγικής
Επανερχόμενοι στο θέμα, η ταύτιση της Λευκωσίας με την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ στην ανατολική λεκάνη της Μεσογείου, που δυνατό να εκληφθεί ως επιλογή στρατοπέδου στον ανταγωνισμό τους με άλλες δυνάμεις στην περιοχή, θα ήταν δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι λήφθηκε χωρίς να είχε προηγουμένως δεόντως μελετηθεί. Εξάλλου η στενότερη στρατηγική συνεργασία με την Ουάσιγκτον ή και με το ΝΑΤΟ εκκολαπτόταν από την παρούσα κυβέρνηση πριν και από την επίσκεψη του τέως Αμερικανού Αντιπροέδρου Τζο Μπάιντεν στην Κύπρο τον Αύγουστο του 2014 ( Sigmalive, 21/08/2014), με τον καθοριστικό ρόλο της εδώ Πρεσβείας. Αλλά τότε, σε αντίθεση με σήμερα, θα μπορούσε να λεχθεί ότι δεν στοχοποιούσαν τη Ρωσία ως κύρια απειλή κατά των ΗΠΑ στην περιοχή. Θα ήταν όντως εκπληκτικό αν ο Κύπριος υπουργός Εξωτερικών καλωσορίζοντας την επιστροφή των ΗΠΑ στην Ανατολική Μεσόγειο, όπως εγκύρως μεταδόθηκε από την Ουάσιγκτον (ΚΥΠΕ, 7/11/2018) και υπογράφοντας τη Δήλωση Προθέσεων, δεν γνώριζε το γενικότερο περιεχόμενο αλλά και τις ιδιαίτερες στοχεύσεις της νέας αμερικανικής στρατηγικής κατά της λεγόμενης ρωσικής απειλής στην περιοχή. Θα ήταν μεγάλη παράλειψη να μην είχαν προσμετρηθεί οι επιδράσεις της εξέλιξης αυτής στις διεθνείς σχέσεις της Κύπρου και στο Κυπριακό. Έχοντας υπόψη το φιλοσοφικό υπόβαθρο της κυβέρνησης στην οποία υπηρετεί ο κ. υπουργός, όπως και παλιότερες ανεπιτυχείς προσπάθειες της να ενταχθεί στο Νατοϊκό πρόγραμμα για το Συνεταιρισμό για την Ειρήνη ή ακόμη και την επιθυμία της - εάν ήταν δυνατό – για ένταξη στο ΝΑΤΟ, θα ήταν δύσκολο να πεισθεί κανείς ότι η πρόθεση για ενεργό συστράτευση με τις ΗΠΑ στην υλοποίηση της αμερικανικής στρατηγικής δεν ήταν συνειδητή επιλογή στρατηγικής. Το κρίσιμο ερώτημα βέβαια είναι πόσο καλά έχει μελετηθεί και εκτιμηθεί η μετακίνηση αυτή από την παραδοσιακά πιο ουδέτερη στάση που τηρούσε η Κύπρος ακόμη και ως μέλος της Ε.Ε. στον ανταγωνισμό μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, έχοντας ανάγκη τη συνεργασία τους και αρκετές φορές τη στήριξη τους σε διάφορα διεθνή φόρουμ και στο Συμβούλιο Ασφαλείας;

Συμπέρασμα
Πεποίθηση της Λευκωσίας προφανώς είναι ότι ταυτιζόμενη με τα αμερικανικά στρατηγικά συμφέροντα θα εξυπηρετούνταν καλύτερα οι εθνικοί της στόχοι. Με αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι θα ήθελε να διαταραχθούν οι σχέσεις της με τη Μόσχα ή να λειτουργεί σε βάρος της Ρωσίας, αλλά δεν μπορεί να επιτευχθούν και τα δύο. Δηλαδή από τη μια να συστρατεύεται με τους μεν εναντίον τους δε και από την άλλη να αναμένει να τα έχει καλά και με τους δύο.

Επίσης όπως φάνηκε πιο πάνω οι Αμερικανοί ιεραρχούν πολύ ψηλά τη στρατηγική σημασία της Τουρκίας για τη χώρα τους και για το ΝΑΤΟ και θέλουν να τη διατηρήσουν στο δυτικό στρατόπεδο παρά τις διαφορές τους – χωρίς ταυτόχρονα να πάψουν να αποδοκιμάζουν ορισμένες πολιτικές της. Από την άλλη, αν και καλοδεχούμενη και ενισχυτική η στήριξη των Αμερικανών προς την Κυπριακή Δημοκρατία και την ΑΟΖ – που υπήρχε βέβαια και πριν την υπογραφή της Δήλωσης Προθέσεων - ωστόσο σε τελική ανάλυση δεν απομακρύνει ή αποτρέπει αποφασιστικά τις τουρκικές προκλήσεις και απειλές σε βάρος της Κύπρου. Την ίδια ώρα θα ήταν απίθανο οι στρατηγικές επιλογές της κυβέρνησης της Κύπρου να αφήσουν ανενόχλητη τη Ρωσία και εντελώς ανεπηρέαστες τις σχέσεις των δύο χωρών, αλλά και ασυγκίνητους άλλους δρώντες στην περιοχή.

Όλα αυτά αν δεν έχουν μελετηθεί προσεκτικά και αν δεν έχουν εκτιμηθεί σωστά, τότε η κίνηση της Λευκωσίας να ταχθεί έμπρακτα υπέρ των συμφερόντων της μιας δυνάμεως στο εν εξελίξει γεωπολιτικό ανταγωνισμό στην περιοχή, ενδεχομένως να αποδειχθεί επιζήμιος ακροβασία της εξωτερικής πολιτικής, χωρίς να δώσει λύσεις σε καίρια προβλήματα που ταλανίζουν την Κυπριακή Δημοκρατία και το Κυπριακό. Αυτά κατατίθενται ως τροφή για σκέψη, για σφαιρικότερη μελέτη του θέματος και μεγαλύτερο προβληματισμό, τονίζοντας ταυτόχρονα την ανάγκη διαφανέστερου διάλογο με τις πολιτικές δυνάμεις του τόπου για την καλύτερη προώθηση του εθνικού συμφέροντος της Κύπρου.

Write on Παρασκευή, 05 Ιουνίου 2015 Κατηγορία ΛΕΦΕΔ

Με μεγάλη επιτυχία πραγματοποιήθηκε στο Ηράκλειο η διάλεξη του καθηγητή Γεωστρατηγικής Νίκου Λυγερού με θέμα "Νοητική Στρατηγική", την οποία οργάνωσε η Λέσχη Εφέδρων Ενόπλων Δυνάμεων - Παράρτημα Ηρακλείου, σε συνεργασία με τον Σύνδεσμο Εφέδρων Αξιωματικών του νομού και τον Σύλλογο Ιδιοκτητών Κέντρων Ξένων Γλωσσών "Palso".

1 lygeros irakleio

Η διάλεξη πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα διαλέξεων του Συλλόγου Ιδιοκτητών Κέντρων Ξένων Γλωσσών "Palso", με μεγάλη συμμετοχή πολιτών οι οποίοι παρακολούθησαν με ιδιάιτερο ενδιαφέρον τη διάλεξη του κ. Λυγερού, ο οποίος ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση της ΛΕΦΕΔ Ηρακλείου, στην πρώτη ανοικτή εκδήλωση του παραρτήματος μετά τη σύστασή του τον περασμένο Μάρτιο.

3 lygeros irakleio

Στην εκδήλωση, συμμετείχε μεταξύ άλλων και αντιπροσωπεία από τη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών Πεζικού Ηρακλείου, αλλά και ο πρώην Διοικητής της ΣΕΑΠ κ. Γιώργος Ζαμπετάκης.

Η ΛΕΦΕΔ Ηρακλείου ευχαριστεί θερμά τον καθηγητή κ. Νίκο Λυγερό για την παρουσία του, τον ΣΕΑΝ και τον Σύλλογο Ιδιοκτητών Κέντρων Ξένων Γλωσσών "Palso" για την πολύτιμη βοήθειά τους στην πραγματοποίηση αυτής της εκδήλωσης.

Τι είναι η ΛΕΦΕΔ

Η ΛΕΦΕΔ είναι μια προσπάθεια συνειδητοποιημένων εφέδρων αξιωματικών και οπλιτών, Ελλήνων πολιτών που ενδιαφέρονται για την ανάπτυξη και ενίσχυση των μεταξύ αυτών αναπτυχθέντων κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής θητείας σχέσεων, δεσμών και ιδεών και ιδίως η καλλιέργεια του εθελοντισμού, της φιλοπατρίας, της πειθαρχίας και του αλτρουισμού επ' ωφελεία των ενόπλων δυνάμεων και της εθνικής αμύνης της Πατρίδας.

Η Λέσχη Εφέδρων Ενόπλων Δυνάμεων είναι σύλλογος αναγνωρισμένος στον οποίο τα μέλη έχουν καταθέσει τους ΑΣΜ τους.
Ειδικά στον τομέα της Πολιτικής Προστασίας, η ΛΕΦΕΔ είναι γνωστό πως έχει ενεργό παρουσία σε όλη τη χώρα, οπουδήποτε κι αν απαιτηθεί, καθώς τα μέλη της συμμετέχουν ενεργά σε επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης μετά από ατυχήματα ή θεομηνίες. Επίσης η Λέσχη μετέχει σε εκδηλώσεις κοινωνικού χαρακτήρα, όπως αναδασώσεις, εθελοντική αιμοδοσία, συμμετοχή στις κατασβέσεις πυρκαγιών (Αριθμός Μητρώου Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας 21/2007) κλπ.

ΛΕΦΕΔ Ηρακλείου - Τρόποι επικοινωνίας:
e-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.
Τηλ: 6906777528
Σελίδα στο facebook: 
ΛΕΦΕΔ Ηρακλείου
Σελίδα στο twitter: 
twitter.com/lefedirakleiou

Κάντε Like στη σελίδα μας στο facebook και ακολουθείστε μας στο Twitter

Write on Πέμπτη, 28 Μαΐου 2015 Κατηγορία ΛΕΦΕΔ

Η Λέσχη Εφέδρων Ενόπλων Δυνάμεων - Παράρτημα Ηρακλείου, σε συνεργασία με τον Σύνδεσμο Εφέδρων Αξιωματικών του νομού και τον Σύλλογο Ιδιοκτητών Κέντρων Ξένων Γλωσσών "Palso", σας προσκαλούν στην διάλεξη του καθηγητή Γεωστρατηγικής Νίκου Λυγερού, με θέμα: "Νοητική Στρατηγική".

Η διάλεξη θα πραγματοποιηθεί στην αίθουσα διαλέξεων του Συλλόγου Ιδιοκτητών Κέντρων Ξένων Γλωσσών "Palso", στη λεωφόρο Εθνικής Αντιστάσεως 27 A' όροφος, πίσω από το ξενοδοχείο Galaxy στο Ηράκλειο, την Πέμπτη 4 Ιουνίου 2015, ώρα: 19.00.

Η είσοδος είναι ΕΛΕΥΘΕΡΗ για το κοινό.

1 20150604 hrakleio

Κάντε Like στη σελίδα μας στο facebook και ακολουθείστε μας στο Twitter

Write on Κυριακή, 24 Μαΐου 2015 Κατηγορία ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ

Με τη Νοητική Γεωστρατηγική, ο Νίκος Λυγερός εμβαθύνει στο πλαίσιο του χώρου, το έργο του Νοητική Στρατηγική. Η σύνθεσή του βασίζεται σε επτά κεφάλαια. Με τα Νοητικά σχήματα στη γεωστρατηγική μελετά τα θεμέλια της επιστήμης, αλλά και της τέχνης του πολέμου, ακολουθώντας τη μεθοδολογία που ανέπτυξε στο γαλλικό του βιβλίο Eléments de stratégie contemporaine.

Δεν εξετάζει τις λεπτομέρειες, αλλά τις δομές που αποτελούν το υπόβαθρο της στρατηγικής. Ύστερα εφαρμόζει αυτά τα νοητικά σχήματα στις Ελληνοτουρκικές σχέσεις για να αναδείξει το πραγματικό πλαίσιό τους ανεξάρτητα από τις πολιτικές παρεμβολές. Με τον ίδιο τρόπο, αναλύει τις Διεθνείς Συνθήκες για να δείξει ότι αποτελούν αρχικές συνθήκες για τους πολέμους και όχι τελικό αποτέλεσμα μίας διακρατικής διαμάχης.

Το επόμενο κεφάλαιο είναι μία εφαρμογή των τάσεων που περιέγραψε στο άλλο του γαλλικό βιβλίο Pensée stratégique européenne. Συνδυάζει το ευρωπαϊκό όραμα με τη σταδιοδρομία της Κύπρου, την οποία χρησιμοποιεί ως ένα μη εκφυλισμένο παράδειγμα που αναζητά την Ευρωπαϊκή Ένωση ως στρατηγικό στόχο. Γι' αυτόν το λόγο, δίνει και έμφαση στο ιστορικό του Κυπριακού αυτής της πενταετίας μέσω του μοντέλου των αλυσίδων του Markov. Τελικά καταλήγει σε τρεις προεκτάσεις αυτής της ανοιχτής δομής μέσω του Ποντιακού και του Γολοντομόρ για την αναγνώριση των γενοκτονιών, αλλά και μέσω του Αρτσάχ που αποτελεί σημείο αναφοράς για τα αρμενικά δεδομένα για να αναδείξει το τελευταίο κεφάλαιο που αποτελεί την πιο καινοτόμα εφαρμογή εφόσον αφορά τα Ανθρώπινα δικαιώματα.

Η Νοητική Γεωστρατηγική του Νίκου Λυγερού δεν περιορίζεται στο κλειστό πεδίο της παραδοσιακής στρατηγικής, αλλά ερευνά μ' ένα μη συμβατικό τρόπο τις ανθεκτικές λύσεις και όχι μόνο τις πλασματικές λύσεις. Η πολύπλευρη προσέγγιση της θεματολογίας που προέρχεται από προσωπικά βιώματα που λειτουργούν διαχρονικά στο έργο, δίνει αφορμή στον αναγνώστη να αναθεωρήσει μερικά δόγματα που θεωρούνται ως δεδομένα σ' ένα χώρο όπου κυριαρχεί η πραγματική πολιτική. Συνειδητά δεν επιλέγει το γεωπολιτικό πεδίο για ν' αναλύσει σε βάθος το γνωστικό πυρήνα του θέματος και μ' αυτόν τον τρόπο ενισχύει κι άλλες προσπάθειες που ενσωματώνουν και εξωγενείς παράγοντες.

Ο σκοπός του Νίκου Λυγερού είναι ξεκάθαρος. Μελετά το βάθος του μετώπου ως πολεμολογική έννοια. Έτσι εισάγει νέα νοητικά εργαλεία στη γεωπολιτική μέσω των μαθηματικών για να ξεπεράσει τις δομικές δυσκολίες αυτής της προσέγγισης. Η αντικειμενικότητα των μαθηματικών τού επιτρέπει να σηκώσει με το δικό του τρόπο το πέπλο που καλύπτει κάθε παίγνιο χαρτών. Ως ειδικός της θεωρίας των συνόλων με μερική διάταξη, αλλά και της μορφοκλασματικής ανάλυσης, αναδεικνύει μ' έναν τοπολογικό τρόπο τις δυνατότητες της θεωρίας παιγνίων και της θεωρίας ομάδων.

Κατά συνέπεια, είναι αναμενόμενο να δίνει νέους ορισμούς σε έννοιες διαχρονικές της γεωστρατηγικής που είναι πια αρχικές, αλλά αποτελούν συμπεράσματα θεμελιακών εννοιών των μαθηματικών. Με αυτές τις νέες θεωρητικές βάσεις, φωτίζει με ιδιόμορφο τρόπο γεγονότα της πραγματικότητας εφόσον τα ερμηνεύει ως φαινόμενα της νοόσφαιρας μίας ανοιχτής δομής που ζει και δρα μέσω ενδογενών παραγόντων.

Το νέο βιβλίο του Νίκου Λυγερού δίνει έμφαση στο αόρατο που χαρακτηρίζει τη στρατηγική, αλλά και στο χρόνο που ερμηνεύεται ως χώρος της αντίστασης και της θυσίας σ' ένα πολεμολογικό πλαίσιο.

Κάντε Like στη σελίδα μας στο facebook και ακολουθείστε μας στο Twitter

Write on Τετάρτη, 22 Απριλίου 2015 Κατηγορία ΕΠΙ ΣΚΟΠΟΝ
Του Παύλου Χρήστου*

Η αμυντική σύζευξη Ελλάδας-Κύπρου που επιδιώχθηκε με την εφαρμογή του Δόγματος του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου (1995) δεν ήταν μια τυχαία επιλογή. Ενώ αρχικά εξαγγέλθηκε (Νοεμβ.1993), αρκετά πρόχειρα και χωρίς τον απαραίτητο συντονισμό, ως μια πολιτική φόρμουλα συνεργασίας και μάλλον φαινόταν ότι θα παραμείνει μια "ομιχλώδης" πολιτική δέσμευση, τα στρατιωτικά επιτελεία προχώρησαν (στηριζόμενα στην πολιτική εξαγγελία) σε αλλαγές στην Επιχειρησιακή Σχεδίαση και σε εισηγήσεις για να συμπεριληφθεί στην Πολιτική Εθνικής Άμυνας και την Εθνική Στρατιωτική Στρατηγική, που τελικά υιοθετήθηκε από τις πολιτικές ηγεσίες στις αρχές του 1995. Το δόγμα του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου σχεδιάστηκε για την αντιμετώπιση, της τουρκικής απειλής.

Υιοθετήθηκε με στόχο την εφαρμογή μιας κοινής στρατηγικής άμυνας Ελλάδας-Κύπρου που αφενός θα απέτρεπε και αφετέρου θα αντιμετώπιζε επιθετικές ενέργειες, εναντίον του ενός ή και των δύο μερών. Με την ολοκληρωμένη διακήρυξη του δόγματος (1995), υπογραμμίστηκε η δέσμευση της Ελλάδας να θεωρεί ως αιτία πολέμου (casus belli) οποιαδήποτε τουρκική απόπειρα προέλασης στην ελεύθερη Κύπρο. Ο σχεδιασμός αποσκοπούσε στην αντιστάθμιση της μεγάλης απόστασης που χωρίζει την Ελλάδα από την Κύπρο, σε σύγκριση με την εγγύτητα του νησιού προς τις τουρκικές ακτές και κατά συνέπεια στον στρατηγικό έλεγχο της περιοχής και στην προστασία της Κύπρου από τις τουρκικές δυνάμεις.

Σε πολιτικό επίπεδο φαίνεται ότι υπήρχαν επιφυλάξεις για τη λειτουργία του δόγματος, στο βαθμό όπου πιστεύεται ότι μπορεί να αυξάνει την ανασφάλεια των Τουρκοκυπρίων και να ενισχύει τα επιχειρήματα περί «περικύκλωσης» της Τουρκίας, δυσκολεύοντας με τον τρόπο αυτό την πολιτική επίλυση του Κυπριακού. Παρ' όλα αυτά, και με βάση την συμφωνία αμυντικής συνεργασίας, μια σειρά στρατιωτικών ενεργειών θωράκισαν την Κυπριακή Δημοκρατία και έδωσαν υπόσταση στη γεωστρατηγική ενότητα του Ελληνισμού. Η πολιτική απόφαση των κυβερνήσεων Ελλάδας-Κύπρου, να προχωρήσουν σε ευρεία αμυντική συνεργασία, ενόχλησε την Τουρκία, τις ΗΠΑ, τη Βρετανία, και άλλες συμμαχικές χώρες. Η επιχειρηματολογία τους ήταν ότι από ελληνικής πλευράς δόθηκε στρατιωτικός χαρακτήρας στην επίλυση του Κυπριακού.
Η απόσταση ανάμεσα στη γενική πολιτική διατύπωση της Εθνικής Στρατηγικής και στη κατά περίπτωση συγκεκριμένη εφαρμογή μεθοδολογικών κανόνων και πλαισίου δράσης μπορεί να είναι τόσο μεγάλη, ώστε από τη χρήση του ίδιου μεθοδολογικού κανόνα, όταν αυτός ερμηνεύεται διαφορετικά σε ξεχωριστές περιπτώσεις, να προκύπτουν -παράγονται συνολικά αποτελέσματα πολύ διαφορετικά ως προς το περιεχόμενό τους. Έτσι για την λειτουργία του Δόγματος του Ε.Α.Χ. επιλέχθηκε να χρησιμοποιηθεί μια ενιαία Στρατηγική Άμυνας για Ελλάδα και Κύπρο. Η στρατηγική αυτή υποστηρίχτηκε και ενισχύθηκε από μια σειρά κυρίως στρατιωτικών ενεργειών που είχαν ως αρχικό σκοπό την κοινή και διακλαδική δράση των στρατιωτικών δυνάμεων σε επιλεγμένες περιοχές στρατηγικού ενδιαφέροντος και στην αποφυγή στρατιωτικού αιφνιδιασμού.

Υπάρχει ένα θεμελιώδες ερώτημα για την πολιτική επιλογή μεταξύ στρατηγικής Άμυνας και απλής στρατηγικής(;) αποτροπής. Μπορεί ο αμυνόμενος να αμυνθεί; Αν πραγματικά μπορεί να αμυνθεί επιλέγει την στρατηγική Άμυνας, εάν δεν μπορεί να αμυνθεί, επιλέγει την απλή αποτροπή. Δεν πρέπει να συγχέουμε την στρατηγική Άμυνας με την τακτική αναχαίτισης (αποτροπή του αντιπάλου από τακτικές ενέργειες, μείωση των επιθετικών του αποτελεσμάτων, εκτροπή από τους αντικειμενικούς του σκοπούς), ούτε την αποτροπή του αντιπάλου που έρχεται από την ικανότητα του αμυνομένου να ασκεί στρατηγική Άμυνας με την χρονική καθυστέρηση του αντιπάλου να επιτεθεί (που συνήθως εκλαμβάνεται ως αποτρεπτική ισχύς του αμυνόμενου). Δεν υπάρχει στρατηγική της αποτροπής. Πρόκειται για μια εκφυλιστική ορολογία-θέση, την οποία οι αδύναμοι και άτολμοι εφαρμόζουν ως «στρατηγική». Υπάρχει μόνο η Στρατηγική της Σύγκρουσης-Πολέμου που διακρίνεται σε Επιθετική και Αμυντική. Ακόμα και η πραγματική ετοιμότητα αποτροπής (ως αποτέλεσμα της πραγματικής Ισχύος του αμυνόμενου) δεν είναι ικανή να προσφέρει τίποτα όταν ξεκινήσει ο πόλεμος και οι προσδοκίες της αποτροπής διαλυθούν. Υπάρχει μόνο η ετοιμότητα πολέμου. Η προοπτική επιτυχίας της πρόληψης του πολέμου συνίσταται στην Ισχύ του αμυνόμενου που κατακερματίζει, αναιρεί και διαλύει κάθε επιθετική διάθεση του αντιπάλου. Η Στρατηγική Άμυνας εναντίον ενός αντιπάλου που διαθέτει υπερβάλλουσα επιθετικότητα, δημιουργεί κατάλληλες συνθήκες για την «βαθμιαία αποτροπή» του. Αυτή η αποτροπή παρά του ότι δεν ταξινομείται ως πολεμική δραστηριότητα, είναι αποτέλεσμα μιας Στρατηγικής Άμυνας, δεν είναι Στρατηγική.

Η επιτυχία της κοινής στρατηγικής Άμυνας Ελλάδας-Κύπρου (που αναγγέλθηκε με το Δόγμα του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου) οφείλεται αρχικά στην ορθή εκτίμηση της κατάστασης και της αντιστοιχίας του σκοπού προς τα μέσα. Η ακριβής ισορροπία μέσων-σκοπού δημιουργεί πλήρη οικονομία δυνάμεων η οποία για να επιτευχθεί απαιτεί αξιόπιστη προσέγγιση της πραγματικής-αληθούς κατάστασης. Οι στρατιωτικές δυνάμεις
διαρθρώθηκαν κατά τέτοιο τρόπο, ώστε όλα τα στοιχεία αλληλοϋποστηρίζονταν και ενεργούσαν συνδυαστικά για να επιτευχθεί η ισχυρότερη συγκέντρωση μέσων στο επιθυμητό σημείο, ενώ το ελάχιστο των απαραιτήτων μέσων διατίθετο σε σημεία από τα οποία θα διευκολύνεται η επίτευξη της κύριας συγκέντρωσης.

Η αμυντική στρατηγική ή στρατηγική άμυνας στόχευε στο να εμποδιστεί εχθρική επίθεση σε χώρους εθνικής κυριαρχίας και στο να υπάρξει υψηλού βαθμού επιθετική ικανότητα στα πλαίσια μιας οργανωμένης αντεπίθεσης. Η ορθή λειτουργία της στρατηγικής άμυνας εξανάγκασε τον αντίπαλο να παραιτηθεί από τις κατακτητικές του βλέψεις και από την επιδίωξη αποφασιστικής λύσης με ή χωρίς προσφυγή σε υλική ενέργεια. Αυτή η αμυντική στρατηγική ενέργεια σε επίπεδο ειρήνης, επέφερε στρατηγική αποδιάρθρωση του αντιπάλου (γραμμή ήσσονος αντίστασης και ήσσονος αναμονής, απώλεια της ελευθερίας ενέργειας και απόφασης) και συγχρόνως εξασφάλισε σε Ελλάδα και Κύπρο τη δυνατότητα προσαρμογής, τη διατήρηση πρωτοβουλίας και την επιλογή-εκλογή των αξόνων πιθανών επιχειρήσεων για την επίτευξη εναλλασσόμενων αντικειμενικών σκοπών. Η εθνική αμυντική στρατηγική η οποία δημιούργησε αποτροπή χρησιμοποίησε αναλογίες άμυνας/επίθεσης, που διασφάλισαν τη Κύπρο και παρείχαν δυνατότητα αντιμετώπισης ενδιάμεσων απειλών.

Η επιτυχία της κοινής στρατηγικής Άμυνας Ελλάδας-Κύπρου δημιούργησε την απαραίτητη αποτρεπτική φήμη, δηλαδή την ικανότητά μας να πραγματοποιούμε αποτελεσματικά τις απειλές. Το "management των αντιλήψεων" αποτελεί έναν παράγοντα κριτικής σημασίας και απαιτεί μία περισσότερη ελκυστική, συγκεντρωτική και επιστημονική προσέγγιση, καθώς και μία επιθετική εστιασμένη προσπάθεια, ώστε να αναπτύσσεται μία ολοκληρωμένη διεθνής αντίληψη της φήμης ενός κράτους. Το "management της φήμης" αποτελεί ένα αναδυόμενο παράγοντα, στο οποίο όλα τα κράτη συγκλίνουν και συνεπάγεται μία νέα "αναδιανομή ρόλων" στην παραδοσιακή προσέγγιση της εθνικής ισχύος και όλοι προσπαθούν να βελτιώσουν και να συντηρήσουν την θετική "εικόνα" στο εσωτερικό και εξωτερικό περιβάλλον...

Η φήμη μίας χώρας έχει απόλυτη σχέση με τη στρατηγική της ταυτότητα, με τον πυρήνα των αξιών της, με τις ενέργειες και αποφάσεις της. Το κεντρικό αξίωμα των διεθνών σχέσεων είναι η ανάπτυξη μηνυμάτων σχεδιασμένων να μεταβιβάσουν την αξιοπιστία, τη γνησιότητα, τις διακεκριμένες αξίες και την ταυτότητα-προσωπικότητα μίας χώρας. Η επιτυχία μετριέται και από την "υποστηρικτική συμπεριφορά" που το διεθνές περιβάλλον επιδεικνύει. Οι " έκτακτες καταστάσεις" (κρίσεις, θερμά επεισόδια) παρέχουν μοναδική ευκαιρία για να υπολογιστεί η αξιοπιστία-αξία της φήμης μίας χώρας και εκεί κρίνεται εάν το ενεργητικό management της φήμης – υψηλού κόστους δραστηριότητα- είναι πραγματικό και γνήσιο.

Από το 1995 το δόγμα του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου έδωσε υλική υπόσταση στην ελληνική στρατηγική, βοήθησε στην ορθολογικότερη οργάνωση των ελληνικών και κυπριακών Ένοπλων Δυνάμεων, έδωσε νέα διάσταση στη ναυτική και αεροπορική παρουσία της Ελλάδας στην Ανατολική Μεσόγειο και συντέλεσε στον καλύτερο συντονισμό των στρατιωτικών προσπαθειών της Ελλάδας και της Κύπρου. Η περίοδος μεταξύ 1995 και 2000 υπήρξε η πιο παραγωγική και ουσιαστική περίοδος του Δόγματος. Διεξάγονταν κοινές ασκήσεις ελληνικών και κυπριακών ενόπλων δυνάμεων και υπήρχε σημαντική μόνιμη στρατιωτική ελληνική παρουσία στο Νησί. Επιπρόσθετα δημιουργήθηκαν οι απαραίτητοι μηχανισμοί Ελέγχου και Συντονισμού Επιχειρήσεων στην ευρύτερη περιοχή.

* Ο Παύλος Χρήστου είναι μέλος της Γραμματείας Συντονισμού και Προγραμματισμού της Πρωτοβουλίας Έτος Κύπρου 2014 και Γενικός Γραμματέας του Ελληνορωσικού Συνδέσμου.

Το παραπάνω κείμενο αποτελεί απόσπασμα από το βιβλίο του Π. Χρήστου, με τίτλο Το Δόγμα του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου, το οποίο θα παρουσιαστεί την Κυριακή 10 Μαϊου 2015 στις 19:30 στο Πολιτιστικό Κέντρο Αλίμου (Λ. Ιωνίας 96)

biblio

Κάντε Like στη σελίδα μας στο facebook και ακολουθείστε μας στο Twitter