Write on Πέμπτη, 08 Ιανουαρίου 2015 Κατηγορία ΙΣΤΟΡΙΑ
Γράφει ο Νίκος Γαβριλάκης

Οι λόγοι ιστορικού ενδιαφέροντος για τους οποίους μπορεί κανείς να θέλει να επισκεφθεί την Παραμυθιά δεν είναι λίγοι. Περιγράφονται σε αρκετά βιβλία, άλλοι περισσότερο, άλλοι λιγότερο γλαφυρά. Υπάρχει όμως ένας ο οποίος είναι κρυμμένος καλά στην ένδοξη ελληνική γη και το φάντασμά του, πετάει κάθε τόσο...

Στην κωμόπολη αυτή της Θεσπρωτίας, υπήρξε ένα αεροδρόμιο το οποίο είχε το καθόλα περιγραφικό και κολακευτικό προσωνύμιο «Φάντασμα». Και αν νομίζετε ότι το αεροδρόμιο αυτό δεν είδε ιδιαίτερη δράση, απατάστε...

Κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου, ένας πολύ διορατικός ηγέτης, ο Ιωάννης Μεταξάς, έδωσε εντολή να κατασκευαστούν αεροδρόμια (κύρια και βοηθητικά), σε διάφορα μέρη, κοντά στα σύνορα της χώρας εκείνα τα οποία, αν ξεσπούσε πόλεμος θα αποτελούσαν τα κύρια θέατρα επιχειρήσεων. Την εποχή εκείνη, η αεροπορία αποτελούσε το μακρύ χέρι του Στρατού Ξηράς. Με εξαίρεση την αναχαίτιση, ελάχιστες αποστολές δεν είχαν να κάνουν με υποστήριξη των στρατευμάτων στο έδαφος. Η έννοια δηλαδή, για παράδειγμα, του στρατηγικού βομβαρδισμού αστικών κέντρων, ήρθε πολύ αργότερα στην ελληνική πραγματικότητα.

Ο πόλεμος όμως, όσο κοντά κι αν ήταν στον πολιτικό ορίζοντα, δεν είχε κηρυχθεί. Η, φαινομενικά μικρή, Ελλάδα, είχε καταφέρει να μείνει μακριά από τις Ευρωπαϊκές συγκρούσεις τηρώντας μία πολύ εύθραυστη ουδετερότητα. Τόσο εύθραυστη που η Ελληνική κυβέρνηση δεν απάντησε όπως θα ήθελε η μεγάλη μερίδα του πληθυσμού στον τορπιλισμό του ΕΛΛΗ, τον Δεκαπενταύγουστο! Η ύπαρξη ενός οργανωμένου προκεχωρημένου αεροδρομίου, ιδιαιτέρως κοντά στα ελληνοαλβανικά σύνορα, θα ήταν κραυγαλέα περίπτωση της αφορμής που ζητούσε ο Ντούτσε για να εισβάλλει στη χώρα. Ειδικά τη στιγμή που η Θεσπρωτία ήταν το βορειότερο κομμάτι του αποκυήματος της αλβανοϊταλικής προπαγάνδας περί «αλύτρωτης τσαμουριάς».

Το αεροδρόμιο αυτό ανήκε σε ένα δίκτυο 25 βοηθητικών αεροδρομίων εμπιστευτικού δικτύου (όπως εκείνα της Βασιλικής και της Αμφίκλειας) και είχε μείνει ένα μυστικό καλά κρυμμένο καθ όλη τη διάρκεια κατασκευής του και μετέπειτα. Στα εναρκτήρια στάδια του Ελληνοϊταλικού πολέμου, δε χρησιμοποιήθηκε καθόλου, ακριβώς για να μην αποκαλυφθεί η ύπαρξή του. Υπάρχουν αναφορές περί αεροσκαφών τα οποία έχουν βληθεί, πρέπει να προσγειωθούν κι όμως, τα πληρώματά τους επιλέγουν εναλλακτικά αεροδρόμια (όπως αυτό της Κατσικάς) μόνο και μόνο για να μην αποκαλύψουν άθελά τους, την ύπαρξη του αεροδρομίου.

Πέρα από τη γενναιότητα των ελληνικών (και των Βρετανικών) πληρωμάτων όμως, το αεροδρόμιο της Παραμυθιάς διακρινόταν από δύο βασικότερα χαρακτηριστικά τα οποία το κρατούσαν μυστικό. Το πρώτο και κυριότερο ήταν η τοποθεσία του και η γεωγραφία αυτής. Άριστα επιλεγμένη, περίπου 6km νότια της Παραμυθιάς, ανάμεσα σε δύο μεγάλους ορεινούς όγκους και δύο μικρότερους λόφους, είχε επιπλέον, το πλεονέκτημα της ομίχλης η οποία «καθόταν» στη ευρύτερη περιοχή αλλά αραίωνε στην περιοχή γύρω από το αεροδρόμιο. Οι ορεινοί αυτοί όγκοι, εκτός από προστασία από την ανθρώπινη παρατήρηση, προσέφεραν και προστασία από τον βαρύ βαλκανικό χειμώνα που αντιμετώπιζαν οι άνδρες στα βουνά της ελληνοαλβανικής μεθορίου. Ο διάδρομος προσγείωσης είχε κατασκευαστεί (αν και δεν είναι απόλυτα ορθή η χρήση της λέξης αυτής) δίπλα στην κοίτη ενός παραπόταμου του Αχέροντα, γεγονός που παρείχε μία επιπλέον κάλυψη. Οι πηγές του Αχέροντα, εκεί που οι αρχαίοι πίστευαν είναι η είσοδος του κάτω κόσμου, μόλις δέκα μίλια από τον χώρο του αεροδρομίου, φάνηκαν κι αυτές χρήσιμες σε διάφορες φάσεις του αγώνα.

2 paramythia

3 paramythia

Το δεύτερο χαρακτηριστικό, αποτελεί ένα δείγμα της προχωρημένης σκέψης της διοίκησης της Αεροπορίας και της τότε πολιτικής ηγεσίας του τόπου (στο συγκεκριμένο θέμα!). Το αεροδρόμιο αυτό δεν είχε τίποτα μόνιμο. Δεν είχε ούτε ένα μόνιμο κτίριο! Ούτε αποθήκες, ούτε καταφύγια, ούτε δεξαμενές, ούτε μόνιμη αντιαεροπορική άμυνα, και φυσικά, ούτε τσιμεντένιο διάδρομο είχε (γι' αυτό και δεν είναι και απόλυτα ορθή η χρήση της λέξης 'κατασκευαστεί' για τον διάδρομο προσγείωσης). Στην ουσία, ένας μεγάλος επίπεδος αγρός ήταν. Ήταν γνωστό όμως ότι υπήρχαν οι προϋποθέσεις για να προσγειωθούν εκεί αεροσκάφη, ακόμη και βομβαρδιστικά και ότι αν οι επιχειρήσεις το επέβαλλαν, το μέρος να ζωντανέψει μέσα σε λίγες μόνο ώρες!

Μόλις δύο μέρες μετά την εκπνοή του ιταλικού τελεσίγραφου προς τους Έλληνες, και το ιστορικό «C' est la guerre!» του Μεταξά, ο βρετανός πρεσβευτής στην Ελλάδα, έστειλε με τηλεγράφημα στον Wavell (πιο χαλκευμένος Βρετανός στρατηγός μόνο ο Montgomery υπήρξε!), ότι υπήρχε μεγάλη ανάγκη για άμεση και ορατή βοήθεια προς τους Έλληνες ώστε αυτοί να συνεχίσουν την αντίσταση κατά των Ιταλών.

Θυμηθείτε ότι 30/10/40, ακόμη κρατάει η άμυνα στο Καλπάκι και ο ΕΣ δεν έχει περάσει ακόμη στην αντεπίθεση, οπότε η «μικρή» Ελλάδα φαίνεται να τα έχει βάλει με μία από τις τρεις δυνάμεις του Άξονα και τα πάντα είναι ρευστά! Παρενθετικά να αναφέρουμε ότι η ενέργεια αυτή έγινε χωρίς να έχει γίνει γνωστή στον Μεταξά ο οποίος έγινε έξαλλος όταν την πληροφορήθηκε από τον πρίγκιπα Πέτρο! Ήθελε και χρειαζόταν την ενίσχυση των Βρετανών αλλά αυτή έπρεπε να έρθει με τρόπο διακριτικό ούτως ώστε να μην προκληθεί η αντίδραση και επέμβαση της Γερμανίας! Συμφωνήθηκε λοιπόν να έρθουν μονάχα αεροπορικές μονάδες στην Ελλάδα, οι οποίες σε καμία περίπτωση δε θα ενίσχυαν τα ελληνικά στρατεύματα στο έδαφος. Θα προσέβαλλαν ιταλικούς στόχους στρατηγικής αξίας αλλά θα έμεναν μακριά από τον πόλεμο μεταξύ Ελλήνων και Ιταλών!

Για να γίνει ίσως πιο κατανοητό για πόσο μυστικό αεροδρόμιο μιλάμε, παρ' όλο που οι Ιταλοί κατάφεραν στις 3 Νοεμβρίου και κατέλαβαν την Παραμυθιά (ναι, η προώθησή τους στον δυτικό- παραλιακό τομέα πήγε καλά), δεν το ανακάλυψαν! Φυσικά, με την κατάρρευση του υπολοίπου τμήματος της γραμμής, υποχρεώθηκαν κι εκείνοι να συμπτυχθούν, εγκαταλείποντας τα όποια εδαφικά κέρδη είχαν τις πρώτες μέρες του αγώνα και το αεροδρόμιο μπορούσε και πάλι να χρησιμοποιηθεί.

Έτσι, ήρθαν στην Ελλάδα τα βομβαρδιστικά Bristol Blenheim της 30 Squadron (30 Μοίρας) της RAF τα οποία είχαν χωριστεί μεταξύ Βασιλικής, Κατσικάς και Παραμυθιάς. Στις 3 Νοεμβρίου κατέφθασαν τα πρώτα αεροσκάφη και ακολούθησαν και τα Gloster Gladiator της 80ης Μοίρας (80 Squadron).

Στα ημερολόγια των Βρετανών πιλότων που επιχείρησαν από την Παραμυθιά, αναφέρονται εικόνες οι οποίες καμία σχέση με την ωμή πραγματικότητα του πολέμου στο έδαφος, λίγα χιλιόμετρα βορειότερα, δεν είχαν. Μόνιμα σε σκηνές, οι πιλότοι δεν είχαν να αντιμετωπίσουν τον τσουχτερό παγετό των βουνών. Η φροντίδα που λάμβαναν από τον ντόπιο πληθυσμό ήταν η χαρακτηριστική ελληνική φιλοξενία και οι πηγές του Αχέροντα, εκτός από κρύπτες, έγιναν και «μαγικά λουτρά» ανάπαυσης για τους Βρετανούς. Καθόλου τυχαίος λοιπόν, δεν ήταν ο χαρακτηρισμός που έδωσαν στη βάση τους ως «η κοιλάδα του παραμυθιού».

Η 33 Μοίρα της RAF, στις 20 Φεβρουαρίου επανεξοπλίστηκε με τα σκληροτράχηλα Hawker Hurricane, αφήνοντας τα Gladiator με τα οποία πετούσε ως τότε, στην 80 Μοίρα της RAF και την 21η Μοίρα Δίωξης της ΕΒΑ. Η 80 Μοίρα επανεξοπλίστηκε με Hurricanes μόνο μερικώς. Εξορμώντας πότε από την Κατσικά και πότε από την Παραμυθιά, τα Hurricanes έφεραν νέα δεδομένα στην εναέρια μάχη και σκόρπισαν τον τρόμο στις τάξεις της Ιταλικής Αεροπορίας.

Εν τω μεταξύ, η Ιταλική Αεροπορία πάσχιζε να βρει το αεροδρόμιο! Είχε ήδη πολυβολήσει την Κατσικά και βομβαρδιστικά είχαν αφήσει το θανατηφόρο φορτίο τους στη Λάρισα, το Φάληρο, την Τανάγρα και το Τατόι. Αλλά η βρετανική αεροπορική ισχύς δεν είχε μειωθεί σημαντικά, γεγονός που σήμαινε ότι από κάπου αλλού επιχειρούσαν! Αυτό το «κάπου αλλού» εξακολουθούσε να είναι καλά κρυμμένο ανάμεσα στα βουνά της Θεσπρωτίας.

Οι προσπάθειές της απέβησαν άκαρπες, μέχρι τις αρχές Μαρτίου! Με την έναρξη της Ιταλικής Εαρινής Επίθεσης, βρέθηκε και το μικρό αλλά σημαντικό αεροδρόμιο της Παραμυθιάς! Υπάρχουν αντικρουόμενες πληροφορίες σχετικά με το πώς βρέθηκε το αεροδρόμιο. Η μία πλευρά ισχυρίζεται ότι Τσάμηδες οι οποίοι ενστερνίζονταν την προπαγάνδα της φασιστικής Ιταλίας περί δημιουργίας ανεξάρτητης Τσαμουριάς, αποκάλυψαν στους Ιταλούς την ύπαρξη του αεροδρομίου. Η άλλη πλευρά, ισχυρίζεται ότι όταν ο καιρός καθάρισε, σε μία αποστολή επιθετικής αναγνώρισης, αποκαλύφθηκε το αεροδρόμιο.

Προσωπικά, τείνω να κλίνω περισσότερο στην πρώτη εκδοχή καθώς είχαν περάσει τέσσερις ολόκληροι μήνες επιχειρήσεων (ανεξαρτήτως καιρού) και δεν είχαν καταφέρει οι Ιταλοί να βρουν το αεροδρόμιο. Χωρίς όμως να μπορώ να αποκλείσω και το ενδεχόμενο κάποιο ιταλικό καταδιωκτικό να ακολούθησε ένα λαβωμένο Βρετανικό (ή ελληνικό) αεροσκάφος μέχρι το σημείο να εντοπίσει (τυχαία έστω) το επίμαχο αεροδρόμιο. Στο φυσιολογικό ερώτημα «γιατί να κάνουν πέντε μήνες οι όποιοι συμπαθούντες του φασιστικού καθεστώτος της Ιταλίας, να αποκαλύψουν το αεροδρόμιο» η απάντηση είναι απλή. Το γεγονός ότι ήταν βοηθητικό αεροδρόμιο, έκανε τους κατοίκους της περιοχής να νομίζουν ότι τα αεροσκάφη που έβλεπαν να έρχονται εκεί ήταν λίγα και ασήμαντα μπροστά στη συνολική εικόνα του πολέμου. Όταν συνειδητοποίησαν οι διάφοροι «καλοθελητές» ότι αυτό το κομμάτι ελληνικής γης είναι το ορμητήριο των ιταλικών δεινών, δεν άργησαν να το καταδώσουν.

Από ανάλυση και διασταύρωση διαφόρων πηγών και συγγραμμάτων όλων των εμπλεκομένων, φαίνεται πως οι πρώτες πληροφορίες για το αεροδρόμιο είχαν φτάσει στους Ιταλούς τον Ιανουάριο του 1941. Απλά, η ηγεσία της Ιταλικής Αεροπορίας στην Ιταλία, εκτός από αρκετά δυσκίνητη, παρωπιδική και πάσχουσα από οξεία οσφυοκαμψία ήταν επίσης και πολύ δύσπιστη απέναντι στους Αλβανούς και τους προδότες που προσέτρεχαν να βοηθήσουν τους φασίστες. Μέχρι να επεξεργαστούν τα δεδομένα που είχαν στη διάθεσή τους, είχαν ήδη περάσει περίπου τρεις μήνες.

Πάνω από το αεροδρόμιο της Παραμυθιάς διεξήχθησαν σπουδαίες αερομαχίες καθώς οι Ιταλοί προσπάθησαν να το θέσουν εκτός μάχης πολλές φορές αφού το είχαν... πάρει πρέφα. Το πρωί της 22ης Μαρτίου, με την Εαρινή επίθεση πλέον να έχει γίνει ένας μαζικός τάφος στρατιωτών στις πλαγιές του Υψώματος 731, η Ιταλική Αεροπορία πολυβόλησε το αεροδρόμιο προκαλώντας σοβαρές ζημιές σε Gloster Gladiator, Bristol Blenheim και Vickers Wellington της RAF που είχαν μετασταθμεύσει εκεί. Πρωί και απόγευμα της 26ης Μαρτίου 1941, η Ιταλική Αεροπορία, εκτέλεσε επιθετικές αποστολές interdiction με τα καταδιωκτικά της και στόχο πάλι το αεροδρόμιο της Παραμυθιάς.

Η έκταση των ζημιών για τη RAF επί του αεροδρομίου της Παραμυθιάς κάθε φορά δεν μπορεί να εκτιμηθεί με βεβαιότητα καθώς οι Ιταλικές Υπηρεσίες έχει αποδειχθεί επανειλημμένως ότι διόγκωναν τις επιτυχίες των αεροπόρων τους. Σίγουρα όμως ένα σμήνος Wellington έχει χαθεί στο έδαφος της Παραμυθιάς και περισσότερα Gladiators μοιράζονται την ίδια τύχη.

Τον Απρίλιο του 1941, υπήρξε η καταγραφή ενός πολύ σπάνιου και ασυνήθιστου «επισκέπτη» για την Παραμυθιά. Ένα σμήνος τορπιλοπλάνων Fairy Swordfish της Fleet Air Arm (η Βρετανική Ναυτική Αεροπορία). Ο τύπος ήταν ήδη γνωστός ως υπεύθυνος για τη βύθιση ενός θωρηκτού και την πρόκληση σοβαρών ζημιών σε άλλα δύο κατά τη μάχη του Τάραντα στις 11/11. Από το αεροδρόμιο της Παραμυθιάς απογειώθηκαν για να πλήξουν στόχους στο αλβανικό λιμάνι του Αυλώνα και του Brindisi της Ιταλίας. Την ημέρα της γερμανικής εισβολής από τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα, η 21η ΜΔ, είχε μετασταθμεύσει στην Παραμυθιά. Πέντε μέρες αργότερα, ο Σμηναγός Κέλλας θα ηγείτο των πέντε τελευταίων Gladiator της Μοίρας του, για να εγκατασταθούν στην Βασιλική Τρικάλων. Στην Παραμυθιά έμειναν μόνο τα αεροσκάφη της RAF.

Στις 15 Απριλίου 1941, ενώ οι τελευταίοι δώδεκα ιπτάμενοι ιππείς της ΕΒΑ με τα μαγικά τους άλογα αντιμετώπιζαν τη Luftwaffe στην Αερομαχία των Τρικάλων, Ιταλοί και Γερμανοί γάζωναν τα αεροδρόμια της Παραμυθιάς και της Κατσικάς και όσα αεροσκάφη υπήρχαν ακόμη σε αυτά. Μετά από αυτό, όσοι είχαν απομείνει πλέον στα αεροδρόμια Ιωαννίνων και Παραμυθιάς, διατάχθηκαν να τα εγκαταλείψουν προς το Άργος, την Τανάγρα, το Μενίδι, το Τατόι και την Καλαμάτα.

Και με αυτόν τον άδοξο τρόπο, έκλεισε το κεφάλαιο αεροπορικής ιστορίας της Παραμυθιάς και του, διαβόητου για τους Ιταλούς, αεροδρομίου- φαντάσματος της Θεσπρωτίας. Με την Κατοχή, λίγη δράση είδε το συγκεκριμένο έργο και μετά τον πόλεμο έγινε αυτό που κατά βάση ήταν- χωράφια. Όμως, με το πέρασμα των χρόνων, κατά καιρούς, το αεροδρόμιο αυτό, όπως κάθε φάντασμα που σέβεται τον εαυτό του, έρχεται στο σήμερα και μπαίνει ξανά στον νου μας.

Το αεροδρόμιο είχε κατασκευαστεί στην περιοχή του σημερινού Ξηρόλοφου, περίπου 6 χιλιόμετρα νότια της Παραμυθιάς.

4 paramythia

Εκεί που ο επαρχιακός δρόμος κάνει δύο μεγάλες ευθείες ήταν και ο διάδρομος του αεροδρομίου. Αυτή η διάταξη έδινε το επαρκές μήκος διαδρόμου ώστε το αεροδρόμιο να μπορεί να φιλοξενεί και βομβαρδιστικά, κάλυψη από τους ορεινούς όγκους και καλό προσανατολισμό ώστε να από-/προσγειώνονται με μία κάποια σχετική άνεση (όση επέτρεπε η επιθυμητή μυστικότητα).

5 paramythia

6 paramythia

Με βάση τους υπολογισμούς επί του χάρτη, η κατεύθυνση του διαδρόμου ήταν η 02±1/20±1. Ο παραπόταμος, αν και έχει αλλάξει κατεύθυνση λόγω των διάφορων αρδευτικών έργων που κατά καιρούς έχουν γίνει, εξακολουθεί να είναι δίπλα στον δρόμο.

7 paramythia

Κατά καιρούς, ανακαλύπτονται διάφορα αντικείμενα που σχετίζονται με το αεροδρόμιο, όπως φυσίγγια πυροβόλων και βόμβες. Αντικείμενα τα οποία έχουν ταξιδέψει στον χρόνο για να μας υπενθυμίζουν ότι εκεί βρίσκεται ένας τόπος στον οποίο θυσιάστηκαν νέοι για το υπέρτατο αγαθό- την Ελευθερία. Ένας τόπος του οποίου δεν του αξίζει να περάσει στη λήθη.

Το άρθρο αυτό αφιερώνεται στη Μνήμη όλων εκείνων που επιχείρησαν από το αεροδρόμιο της Παραμυθιάς, και ιδιαίτερα σε εκείνους που ξεκίνησαν από εκεί για την τελευταία τους αποστολή! - ΠΗΓΗ

Κάντε Like στη σελίδα μας στο facebook και ακολουθείστε μας στο Twitter

Write on Τετάρτη, 11 Φεβρουαρίου 2015 Κατηγορία ΙΣΤΟΡΙΑ

Ο Σμηναγός Αναστάσιος Μπαρδαβίλιας γεννήθηκε το 1915 στο Κεραστάρι Αρκαδίας και ήταν γιος ιερέα. Τον Οκτώβριο του 1935 εισήλθε στη Σχολή Αεροπορίας απ' όπου αποφοίτησε τον Αύγουστο του 1938 με τον βαθμό του Ανθυποσμηναγού.
Κατά την έναρξη του Ελληνοϊταλικού Πολέμου υπηρετούσε στην 3η Μοίρα Παρατήρησης, πετώντας με αεροσκάφη Henschel 126-K6, και τον Δεκέμβριο του 1940 επιλέχτηκε να λάβει μέρος στην ανασυγκρότηση της 21ης Μοίρας Διώξεως, με αεροσκάφη Gloster Gladiator, γνωστή τότε και ως η «Μοίρα των Λευκών Αετών».
Έλαβε μέρος σε πολλές δύσκολες αποστολές δίωξης και αερομαχίες. Το ξημέρωμα της 11ης Φεβρουαρίου 1941 προσπαθώντας να αντιμετωπίσει επιδρομή εναντίον του αεροδρομίου Κατσικά Ιωαννίνων, δέχθηκε ταυτόχρονη επίθεση ιταλικών καταδιωκτικών Fiat G50. Τα πολυβόλα των οποίων γάζωσαν κυριολεκτικά το κορμί του, με αποτέλεσμα το αεροσκάφος του να πέσει σε μια άκρη του αεροδρομίου και να συντριβεί.

Οι άντρες της 21ης Μοίρας Διώξεως της Ε.Β.Α.

Οι άντρες της 21ης Μοίρας Διώξεως της Ε.Β.Α. ποζάρουν μπροστά στην κάμερα του πολεμικού ανταποκριτή, στο πρόχειρο αεροδρόμια του Κατσικά Ιωαννίνων. Η συγκεκριμένη φωτογραφία είχε δημοσιευτεί στον τύπο της εποχής, όπου για λόγους εξυπηρέτησης της προπαγάνδας αναφέρετε ως «Η Μοίρα των Λευκών Αετών». Επωνυμία που έλαβε εξαιτίας της λευκής μάλλινης φανέλας, τύπου ζιβάγκο, που φορούσαν οι χειριστές της, δώρο του Υφυπουργού Αεροπορίας Πέτρου Οικονομάκου. Σημειώνετε ότι κατά παράβαση του Κανονισμού Στολών, οι χειριστές τη φορούσαν υπερήφανα και εκτός Μονάδας.

Όρθιος, τέταρτος από δεξιά, ο Μοίραρχος της 21ης Μ.Δ. Επισμηναγός Ι. Κέλλας. Όρθιος, πρώτος από δεξιά, ο Υποσμηναγός Αν. Μπαρδαβίλιας. Γονατιστός, πρώτος από δεξιά, ο Επισμηνίας Ν. Κοστορίζος. (Φωτ. από το βιβλίο του Ηλ. Καρταλαμάκη “Η Αεροπορία στον Πόλεμο του ‘40” )

Το κείμενο που ακολουθεί, είναι απόσπασμα από ανέκδοτο βιβλίο του συγγραφέα και αρθρογράφου Ν. Χριστοφίλη, ο οποίος αξιοποιώντας έγγραφα και αναφορές αυτοπτών μαρτύρων, απέδωσε με μυθιστορηματικό ύφος τη δράση των Ελλήνων αεροπόρων στον πόλεμο του 1940 - 41.

«11 Φεβρουάριου 1941. Ο πόλεμος με την Ιταλία ήταν στην κορύφωσή του και οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις έχυναν το αίμα τους, πιστές στον όρκο που είχαν δώσει.
Λίγα χιλιόμετρα έξω από την πόλη των Ιωαννίνων και κοντά στο χωριό Κατσικά, βρισκόταν ένα από τα πρόχειρα αεροδρόμια της Ελληνικής Αεροπορίας. Στην πραγματικότητα αυτό, δεν ήταν τίποτα περισσότερο από μια εδαφική έκταση, που είχε διαμορφωθεί πρόχειρα, λίγους μήνες πριν την έναρξη του πόλεμου, ώστε να μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την προσγείωση και την απογείωση αεροπλάνων. Εκεί είχε τη βάση της η 21η Μοίρα Διώξεως που χρησιμοποιούσε τα διπτέρυγα καταδιωκτικά Gladiator. Για την ανθρώπινη διαβίωση, στις ακραίες καιρικές συνθήκες του χειμώνα, υπήρχαν ελάχιστα μέσα, λίγες σκηνές και ένα μικρό πέτρινο κτίσμα.

Ο ήλιος σε λίγο θα ανέτειλε για να διαλύσει το σκοτάδι της νύχτας και να μετριάσει την παγωνιά. Τα λίγα σύννεφα επέτρεπαν στα περισσότερα από τα αστέρια να στείλουν τις τελευταίες ακτίνες φωτός τους στη γη, ενώ όπως κάθε τέτοια ώρα η νεκρική ησυχία διαταράσσονταν από τις φωνές των πετεινών του διπλανού χωριού.
Οι σκοτεινές φιγούρες των σκοπών του αεροδρομίου έμοιαζαν απόκοσμες, σχεδόν δαιμονικές, όπως κινούνταν αργά, άκαμπτες και παγωμένες στην περίμετρο του στρατοπέδου ή γύρω από τα αεροπλάνα, με τις μάλλινες χλαίνες τους κρυσταλλιασμένες.

Στο νότιο τμήμα του αεροδρομίου, όπου ήταν εγκατεστημένη η Μοίρα, τα καραβόπανα στις εισόδους των αντίσκηνων άνοιξαν και μερικές ανθρωπόμορφες σκιές κινήθηκαν αργά, προσπαθώντας να ξεμουδιάσουν, σαν τις πεταλούδες που σκάζουν από τα κουκούλια τους.
Άλλη μια μέρα πολέμου ξημέρωνε και οι αεροπόροι που είχαν παραμείνει στο αεροδρόμιο για υπηρεσία, σε ετοιμότητα δηλαδή για πιθανό συναγερμό, προσπαθούσαν να συνεφέρουν τα παγωμένα μέλη του σώματός τους. Ο ύπνος τους - μέσα στα στερούμενα θέρμανσης κωνικά τους αντίσκηνα - ήταν ένα πραγματικό μαρτύριο αφού η θερμοκρασία έπεφτε πολλούς βαθμούς κάτω από το μηδέν. Όταν ξάπλωναν στα ράντζα τους για να αναπαυθούν, έπρεπε να φορούν ακόμα και τη φόρμα πτήσεως με τη γούνινη ζακέτα, και να φασκιώνονται με κουβέρτες σαν αιγυπτιακές μούμιες.

Το πρώτο φως μόλις είχε αρχίσει να αλλάζει τα ουράνια χρώματα και το ιπτάμενο προσωπικό συγκεντρώνονταν στο παράπηγμα που χρησίμευε ως σταθμός διοικήσεως. Οι τεχνικοί, όπως κάθε μέρα, από πολύ νωρίς έλεγχαν και προετοίμαζαν τα καταδιωκτικά που είχαν οριστεί να βρίσκονται σε άμεση ετοιμότητα. Από ώρα σε ώρα θα κατέφθανε οδικώς και το υπόλοιπο προσωπικό της μονάδας, οι εκτός υπηρεσίας, που είχε διανυκτερεύσει στην πόλη των Ιωαννίνων.
Ένα ελαφρύ παγωμένο βοριαδάκι έρχονταν από την πλευρά της λίμνης. Ο ήχος από τα κουδούνια των προβάτων που βοσκούσαν στην γύρο περιοχή και η εικόνα της γαλήνιας χειμωνιάτικης φύσης δημιουργούσαν ειρηνικά συναισθήματα. Τίποτα δεν θύμιζε τις τέσσερις επιδρομές βομβαρδιστικών της προηγούμενης ημέρας, εκτός από μερικούς κρατήρες και τα απομεινάρια ενός Gladiator που κείτονταν σε μία άκρη του αεροδρομίου απανθρακωμένο.

Η ώρα πλησίαζε οκτώ όταν ένας μακρινός βόμβος ακούστηκε και σιγά – σιγά δυνάμωνε. Οι άντρες της 21ης Μοίρας Διώξεως στο νότιο τμήμα του αεροδρομίου και οι συνάδελφοί τους του 2828 Σμήνους Παρατηρήσεως στο βόρειο, έστρεψαν τα μάτια τους ψηλά στον ουρανό. Γύριζαν τα κεφάλια τους δεξιά – αριστερά σαρώνοντας με το βλέμμα τους τον ορίζοντα και προσπαθώντας να εντοπίσουν την πηγή του βουητού. Αναμφίβολα ο θόρυβος προέρχονταν από κινητήρες αεροπλάνων.
«Τι αεροπλάνων;», σκέφτηκαν, « Δικών τους ή δικών μας; ».
Η απάντηση δόθηκε σε λίγα δευτερόλεπτα όταν το πρώτο πέρασε σε χαμηλό ύψος σφυρίζοντας, σχεδόν ουρλιάζοντας από πάνω τους. Χωμάτινοι πίδακες ξεπετάχτηκαν στο έδαφος συνοδευόμενοι από το γνώριμο ήχο πολλών πολυβόλων που έβαλαν συγχρόνως.
« Macchi 200!», φώναξε κάποιος από το προσωπικό. Ενώ ένα δεύτερο αεροπλάνο περνούσε πολυβολώντας, κάποιος που στεκόταν δίπλα του τον διόρθωσε: « Όχι, Fiat 'Πενηντάρια' είναι!».

Τα ιταλικά καταδιωκτικά έρχονταν από νοτιοανατολικά, έχοντας τον ήλιο στα δεξιά και πίσω τους ώστε να τυφλώνεται ο αντίπαλος. Περνούσαν διαδοχικά, το ένα πίσω από το άλλο σε 'γραμμή παραγωγής', πολυβολώντας κινητούς και ακίνητους στόχους, έχοντας σκοπό να καταστρέψουν ανθρώπους, αεροπλάνα και υλικά. Στις πτέρυγές τους διακρίνονταν καθαρά τα φασιστικά σύμβολα αλλά και ο λευκός σταυρός στην ουρά. Τότε ήταν που σήμανε η σειρήνα του συναγερμού για να προειδοποιηθεί το προσωπικό. Η αεράμυνα είχε αιφνιδιαστεί, τα ιταλικά αεροπλάνα είχαν διεισδύσει στην ελληνική επικράτεια χωρίς η παρουσία τους να αναφερθεί έγκαιρα από τα παρατηρητήρια, αποδεικνύοντας για άλλη μια φορά ότι η οργάνωση και τα μέσα του συστήματος εγκαίρου προειδοποιήσεως χώλαινε.

Οι άντρες έτρεχαν προς αναζήτηση κάποιου ασφαλούς σημείου κάλυψης και όσοι προλάβαιναν έπεφταν μέσα στα ορύγματα που είχαν διανοιχτεί για τον συγκεκριμένο σκοπό, ενώ όσοι δεν βρίσκονταν κοντά έπεφταν στο έδαφος κολλώντας το πρόσωπό τους στο χώμα.
Μέσα στον ορυμαγδό των πολυβολισμών, στον θόρυβο των αεροπορικών κινητήρων και ενώ τα βλήματα περνούσαν σφυρίζοντας πάνω από τα κεφάλια τους, κάποιοι έστεκαν ακόμα όρθιοι. Δύο απ' αυτούς, με φορεμένες τις δερμάτινες αεροπορικές ζακέτες τους, φάνηκαν να ανταλλάσσουν κουβέντες με έναν αξιωματικό, ο οποίος στεκόταν με το ακουστικό του μαγνητικού τηλεφώνου στα χέρια, δίπλα στην είσοδο του παραπήγματος της διοίκησης. Έπειτα κοίταξαν βιαστικά προς την διεύθυνση από την οποία έρχονταν με βύθιση τα ιταλικά καταδιωκτικά και άρχισαν να τρέχουν προς τα σταθμευμένα αεροπλάνα τους. Δύο ακόμα άντρες, ντυμένοι με τις φόρμες εργασίας που συνήθιζαν να φορούν οι μηχανικοί, βγήκαν από ένα χαράκωμα, έχοντας πετάξει από πάνω τους τις μακριές μάλλινες χλαίνες, για να μπορούν να έχουν μεγαλύτερη ευχέρεια κινήσεων. Οι βολίδες των ιταλικών όπλων χτένιζαν την επιφάνεια του εδάφους κουβαλώντας θάνατο, εκείνοι όμως τώρα έτρεχαν ακάλυπτοι ακολουθώντας τους χειριστές. Έμοιαζαν όλοι τους να συναγωνίζονται για το πόσο γρήγορα θα έφταναν στα Gladiator.

Σε μερικά δευτερόλεπτα ήταν αλώβητοι δίπλα στο πρώτο καταδιωκτικό ένας χειριστής και ένας μηχανικός. Ο πρώτος άρπαξε το, ακουμπισμένο στη ρίζα του κάτω αριστερού φτερού, αλεξίπτωτο τύπου Irvin και το έδεσε με γρήγορες κινήσεις πάνω του για να σκαρφαλώσει στη συνέχεια με μεγάλες δρασκελιές στο πιλοτήριο. Ήταν ο άνδρας της Μονάδας που ξεχώριζε για το ανάστημά του και ίσως ένας από τους ψηλότερους άντρες στην Ελληνική Αεροπορία, στους κόλπους της οποίας είχε διακριθεί για το ήθος και τον χαρακτήρα του. Ήταν ο Υποσμηναγός Αναστάσιος Μπαρδαβίλιας του Ευαγγέλου, από το Κεραστάρι Αρκαδίας.

Τα πυρά των ιταλικών καταδιωκτικών είχαν σταματήσει, ενώ κάποιες εκρήξεις ακούγονταν μακρύτερα, προκαλούμενες από το φορτίο θανάτου που έριχναν κάποια εχθρικά βομβαρδιστικά στα Γιάννενα. Ο σχηματισμός των Fiat G50 είχε περάσει και προς στιγμή υπήρχε παύση των εχθρικών πυρών. Αυτό έδειχνε με καλή ευκαιρία για γρήγορη και ασφαλή απογείωση και δεν έπρεπε να πάει χαμένη, ήταν όμως σίγουρο ότι τα ιταλικά θα επέστρεφαν γρήγορα και τότε κάθε προσπάθεια θα ήταν καθαρή αυτοκτονία.

Ο ψηλός Υποσμηναγός έμεινε για μια στιγμή όρθιος, πατώντας πάνω στο κάθισμα του αεροπλάνου του, έβγαλε το πηλήκιο που όπως πάντα φορούσε στραβά, με το γείσο χαμηλωμένο πάνω από το δεξί του μάτι, και το έριξε στα χέρια του υπολόγου μηχανικού που τον παρακολουθούσε με φανερή αγωνία. Με γρήγορες κινήσεις, φόρεσε τον δερμάτινο σκούφο του με τα αεροπορικά γυαλιά, στριμώχτηκε στο κάθισμα και δέθηκε σφιχτά με τις ζώνες. Ο υπαξιωματικός από κάτω ξεκούμπωσε την φόρμα εργασίας του στο ύψος του στήθους και έχωσε το πηλίκιο του αξιωματικού στον κόρφο του. Τέντωσε το κορμί του και πλησίασε, όσο ήταν δυνατό, το πρόσωπό του προς το πιλοτήριο.
« Κύριε Τάσο, ... μην πετάξεις», είπε. Φροντίζοντας η ένταση της φωνής του να είναι τέτοια ώστε αυτό που θα ξεστόμιζε να φτάσει στα αυτιά του αξιωματικού, κάτω από το δερμάτινο σκούφο, αλλά και να μην ακουστεί παραπέρα μια και η κουβέντα αυτή αποτελούσε φοβερό αδίκημα.

Ο αξιωματικός τον κοίταξε, χαμογέλασε κάτω από το καστανόξανθο μουστάκι του και με ένα νεύμα της κεφαλής του υπέδειξε να πάει στη θέση του. Ο μηχανικός έτρεξε γύρω από την πτέρυγα, πήγε στην αριστερή πλευρά του κινητήρα και σκαρφάλωσε πάνω στον αριστερό τροχό, όπου πάτησε με τα δυο του πόδια. Έβαλε την μανιβέλα στην υποδοχή του μηχανισμού εκκίνησης και κοίταξε προς τον χειριστή που τον παρακολουθούσε έχοντας γερμένο το κεφάλι του έξω από την ανοικτή καλύπτρα. Συνεννοήθηκαν με τα βλέμματα, ο υπόλογος άρχισε να περιστρέφει τον χειρομοχλό και σε δευτερόλεπτα ο κινητήρας ζωντάνεψε. Την ίδια στιγμή που οι εξατμίσεις ξερνούσαν με πάταγο τα πρώτα καυσαέρια, η τεράστια δίφυλλη έλικα, κινούμενη από τον θορυβώδη, εννιακύλινδρο, αστεροειδή κινητήρα, άρχισε να ρουφά με τρομερή ορμή τον παγωμένο αέρα.

Ο υπόλογος έφυγε από εκεί γρήγορα και στάθηκε ξανά κάτω από το πιλοτήριο, κτύπησε με την παλάμη του την άτρακτο για να αποσπάσει την προσοχή του αεροπόρου που ήταν στραμμένη στον πίνακα οργάνων. Τα βλέμματά τους συναντήθηκαν, ο υπαξιωματικός σήκωσε το δεξί του χέρι και χαιρέτισε στρατιωτικά με σεβασμό, φέρνοντας την παλάμη του δίπλα στο δίκοχο που φορούσε. Ο Υποσμηναγός, έχοντας στα χείλη ζωγραφισμένο το χαμόγελο εκείνο που πάντα συνόδευε την παρουσία του, του έκανε νόημα με το γαντοφορεμένο του χέρι να απομακρυνθεί. Έκλεισε βιαστικά το πορτάκι στην αριστερή πλευρά του πιλοτηρίου, έσυρε την καλύπτρα μέχρι αυτή να ασφαλίσει και κοίταξε μπροστά. Άνοιξε τον διακόπτη που έθετε σε λειτουργία το φωτοανακλαστικό σκοπευτικό, έλυσε τα φρένα και το Gladiator άρχισε να κινείται προς τα εμπρός.

Την ίδια στιγμή τα Fiat είχαν επιστρέψει και πάλι, βύθιζαν πάνω από το αεροδρόμιο το ένα πίσω από το άλλο αρχίζοντας μια νέα επίθεση. Με τα δύο πολυβόλα των 12,7 χιλιοστών που διέθεταν έστελναν πυρωμένο μέταλλο στο έδαφος. Σκοπός τους ήταν να παρεμποδίσουν την απογείωση οποιουδήποτε καταδιωκτικού, ώστε τα βομβαρδιστικά να κτυπήσουν ανενόχλητα την πόλη των Ιωαννίνων, αλλά και να προκαλέσουν όσες περισσότερες βλάβες ήταν δυνατό στο ελληνικό αεροδρόμιο.

Το Gladiator του Υποσμηναγού Μπαρδαβίλια λικνίστηκε άκομψα, κινούμενο πάνω στο γεμάτο πάχνη έδαφος του χωραφιού που χρησίμευε για διάδρομος απογείωσης. Τροχοδρόμησε επιταχύνοντας με διεύθυνση από το Νότο προς τον Βορρά και σε λίγα δευτερόλεπτα ήταν στον αέρα. Μόλις σχεδόν οι τροχοί του αεροπλάνου εγκατέλειψαν το έδαφος, ένα Fiat G50 βρέθηκε μπροστά του. Ήταν ένα από τα εχθρικά που μόλις είχε πολυβολήσει το αεροδρόμιο και έβγαινε από τη βύθιση. Ο Έλληνας αεροπόρος δεν δυσκολεύτηκε να το βάλει στο σκοπευτικό του, για την ακρίβεια ο Ιταλός είχε μπει σχεδόν μόνος του, απασφάλισε το κομβίο πυροδότησης των όπλων και το πίεσε βιαστικά με τον αντίχειρα. Τα τέσσερα πολυβόλα BSA-Browning 0,303 κροτάλισαν, ο χειριστής είδε τις τροχιοδεικτικές βολίδες του να προσπερνούν το εχθρικό ενώ κάποιες σταμάτησαν πάνω του. Ο αντίπαλος αντιλήφθηκε έγκαιρα τον κίνδυνο, έστρεψε σε μία δεξιά άνοδο και ο Έλληνας διώκτης τον ακολούθησε. Η εμπλοκή αυτή όμως δεν άφησε αδιάφορους τους συντρόφους του Ιταλού.

Τρία – τέσσερα Fiat τα οποία πετούσαν το ένα πίσω από το άλλο, πολυβολώντας το έδαφος, είχαν δει να ξεπετάγεται μπροστά τους το ελληνικό διπλάνο και να καταδιώκει τον προπορευόμενο συνάδελφό τους. Τότε όλοι μαζί ρίχτηκαν ξωπίσω του προσπαθώντας να τον μπερδέψουν στον φονικό ιστό που έπλεκαν οι τροχιές των βλημάτων τους. Το ιταλικό που ηγείτο έστρεφε συνεχώς δεξιά, βαλλόμενο από τα πολυβόλα του Υποσμηναγού, ενώ εκείνον τον ακολουθούσαν τα υπόλοιπα αντίπαλα αεροπλάνα πολυβολώντας τον νευρικά. Ο Έλληνας χειριστής καταδίωκε με πείσμα το εχθρικό μπροστά του και οι άλλοι ακολουθούσαν. Ήταν ένας αγώνας μηχανών, ψυχικής αντοχής και δεξιοτεχνίας, ένας χορός θανάτου. Ο Υποσμηναγός πάτησε άλλη μια φορά το κομβίο των πολυβόλων του χωρίς να κτυπήσει καίρια το Fiat. Συγχρόνως αισθάνθηκε τις δονήσεις από τα μεγάλου διαμετρήματος ιταλικά βλήματα να κτυπούν το αεροπλάνο του. Με την άκρη του ματιού του είδε να αποσπώνται κομμάτια από την επικάλυψη των πτερύγων του και άκουσε τον βίαιο μεταλλικό ήχο μερικών βολίδων που χώνονταν στην άτρακτο πίσω του ...

Ο Υποσμηναγός Μπαρδαβίλιας δεν ήταν μόνος του σ' εκείνη του την προσπάθεια. Με την ίδια αυτοθυσία είχε ριχθεί στη μάχη και ο συμπολεμιστής του, Επισμηνίας Κοστορίζος Νικόλαος από τον Τυμφρηστό Φθιώτιδας. Σχεδόν την ίδια ώρα που ο Υποσμηναγός αερομαχούσε, το δεύτερο ελληνικό καταδιωκτικό με τον Επισμηνία στο χειριστήριο είχε απογειωθεί μέσα στον καταιγισμό των πυρών. Δέχτηκε όμως και εκείνο μια πραγματική βροχή εχθρικών βολίδων που ανάγκασαν τον πιλότο του να το προσγειώσει διάτρητο κοντά στη λίμνη των Ιωαννίνων...»

Ο ζωγραφικός πίνακας που απεικονίζει τον Σμηναγό Αν. Μπαρδαβίλια, όπως ευλαβικά διατηρείτε σήμερα στην πατρική του εστία. (Αρχείο Ν. Χριστοφίλη).

Ο ζωγραφικός πίνακας που απεικονίζει τον Σμηναγό Αν. Μπαρδαβίλια, όπως ευλαβικά διατηρείτε σήμερα στην πατρική του εστία. (Αρχείο Ν. Χριστοφίλη).

11-2-41
Περί της 08.00 εδόθη υπό Δ.Α.Π. / Ηπείρου συναγερμός, και ανυψώθηκαν τα εν επιφυλακή δύο αεροσκάφη, με πληρώματα τους Ανθ/γόν Μπαρδαβίλιαν και Επ/νίαν Κωστορίζον. Κατά της εν στροφή άνοδόν των προς συνάντησιν υπερθέν του αεροδρομίου, εθεάθηκαν ερχόμενα 18 εχθρικά διώξεως άτινα αιφνιδίασαν τα εις ύψος 300 μ. ευρισκόμενα ημέτερα και ενέπλεξαν αυτά εις αερομαχίαν, και ο μεν Κωστορίζος αερομαχήσας προσεγειώθη αναγκαστικώς εις Β. Αεροδρόμιον Ιωαννίνων, ο δε Μπαρδαβίλιας επιτεθείς κατά έμπροσθεν ευρισκομένου αεροσκάφους, εβλήθη εκ των όπισθεν εις την κεφαλήν και εφονεύθη, ενώ το αεροσκάφος αναφλέγη και κατέπεσεν εις Κατσικάν. 
Απόσπασμα Ημερολογίου της 21ης Μ.Δ.
(σ.σ.: Από λανθασμένη καταχώριση ο Υποσμηναγός Μπαρδαβίλιας αναφέρεται ως Ανθυποσμηναγός, είχε προαχθεί λίγες ημέρες νωρίτερα.)

'Η κηδεία ενός Ήρωος', Η μονάς του κηδεύει σήμερον το απόγευμα ώραν 5.30 μ.μ. εκ του Ι. Ναού της Μητροπόλεως, τον ηρωϊκώς πεσόντα χθές εν τη εκτελέσει του καθηκοντός του υποσμηναγόν Τάσον Μπαρδαβίλιαν. 
Εφημερίδα 'ΗΠΕΙΡΟΣ – ΚΗΡΥΞ – ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝ', κοινή έκδοσις (ΙΩΑΝΝΙΝΑ, Τετάρτη 12 Φεβρουαρίου 1941, Αρ. φύλ. 98).

Ο Αναστάσιος Μπαρδαβίλιας, εδώ με τα διακριτικά Υποσμηναγού, μαζί με τον αδελφό του Έφεδρο Ανθυπολοχαγό Γεώργιο Μπαρδαβίλια. Η φωτογραφία ελήφθη λίγες μέρες πριν τον θάνατο του αεροπόρου, κατά τη διάρκεια αποστολής του αδερφού του από το μέτωπο στην πόλη των Ιωαννίνων. Προσέξτε τη λευκή φανέλα του αεροπόρου την οποία έφεραν όλοι οι χειριστές της Μοίρας. (Αρχείο Μ. Μπαρδαβίλια).

Ο Αναστάσιος Μπαρδαβίλιας, εδώ με τα διακριτικά Υποσμηναγού, μαζί με τον αδελφό του Έφεδρο Ανθυπολοχαγό Γεώργιο Μπαρδαβίλια. Η φωτογραφία ελήφθη λίγες μέρες πριν τον θάνατο του αεροπόρου, κατά τη διάρκεια αποστολής του αδερφού του από το μέτωπο στην πόλη των Ιωαννίνων. Προσέξτε τη λευκή φανέλα του αεροπόρου την οποία έφεραν όλοι οι χειριστές της Μοίρας. (Αρχείο Μ. Μπαρδαβίλια). 

« 10 – 2 – 41
Σεβαστέ μου πατέρα είμαι πολύ καλά καθώς και ο Γιώργος είς όν έστειλα κάτι με ένα στρατιώτη του. Χθές κουτουπώσαμε μερικούς Μακαρονάδες. Δόξα τώ θεώ.
Χαιρετισμούς είς όλους.
Με αγάπην
Αναστάσιος Μπαρδαβίλιας »
(Επιστολή του Α. Μπαρδαβίλια προς τον πατέρα του, η οποία συντάχτηκε την παραμονή του θανάτου του - Αρχείο Μ. Μπαρδαβίλια)

Ο Υποσμηναγός Μπαρδαβίλιας Αναστάσιος προήχθη, μετά θάνατον, στο βαθμό του Σμηναγού και τιμήθηκε με το Χρυσούν Αριστείον Ανδρείας και το Σταυρό Ιπταμένου.

Κάντε Like στη σελίδα μας στο facebook και ακολουθείστε μας στο Twitter

Write on Κυριακή, 09 Φεβρουαρίου 2014 Κατηγορία ΙΣΤΟΡΙΑ

Σαν σήμερα, στις 9 Φεβρουαρίου 1941, οκτώ αεροπλάνα PZL P.24 των 22 και 23 Μοιρών Διώξεως, καθώς και τέσσερα Gloster Gladiator της 21 Μοίρας Διώξεως της Ελληνικής Βασιλικής Αεροπορίας συναντήθηκαν με 18 ιταλικά βομβαρδιστικά S.M.79, τα οποία συνοδεύονταν από 12 καταδιωκτικά Fiat G.50 και 12 Fiat CR.42.

Κατά τις αερομαχίες που ακολούθησαν ένα εχθρικό καταδιωκτικό επλήγη με επιτυχία και τέσσερα κατερρίφθησαν. Επίσης πιθανολογήθηκε από τους Έλληνες χειριστές η κατάρριψη δύο ακόμη ιταλικών αεροπλάνων.

Η Ελληνική Αεροπορία Βομβαρδισμού έπληξε επιτυχώς ιταλικές συγκεντρώσεις στις περιοχές Ρέχοβα και Λιμάνι, με δύο αεροπλάνα Potez 633 B2 της 31 Μοίρας και τέσσερα Bristol Blenheim MK IV της 32 Μοίρας.

Κάντε Like στη σελίδα μας στο facebook και ακολουθείστε μας στο Twitter

 

Write on Κυριακή, 08 Φεβρουαρίου 2015 Κατηγορία ΙΣΤΟΡΙΑ

Σαν σήμερα, στις 8 Φεβρουαρίου 1941, επτά αεροπλάνα Gloster Gladiator της 21 Μοίρας Διώξεως της Ελληνικής Βασιλικής Αεροπορίας, σε συνεργασία με οκτώ PZL P.24 των Μοιρών 22 και 23, απογειώθηκαν από τα αεροδρόμια Κατσικά και Παραμυθιάς με κύρια αποστολή την κάλυψη της οδού Πετρανίου-Κλεισούρας και δευτερεύουσα Κλεισούρας-Χάνι Μπαλαμπάνι.

Κατά τη διάρκεια της πτήσης έπληξαν χωρίς επιτυχία ιταλικό αεροπλάνο, που εκτελούσε βομβαρδισμό. Στη συνέχεια επιτέθηκαν σε τρεις σχηματισμούς βομβαρδιστικών CANT Z 1007 bis, με αποτέλεσμα να πληγούν σοβαρά δύο εχθρικά αεροπλάνα, το ένα από τα οποία καταστράφηκε, επιχειρώντας αναγκαστική προσγείωση. Η συντονισμένη ομαδική επίθεση των Ελληνικών Μοιρών έτρεψε σε φυγή τους ιταλικούς σχηματισμούς, ενώ ένα ακόμη αεροσκάφος τους επλήγη από βολή αντιαεροπορικού πυροβόλου.

Την ίδια μέρα επτά αεροσκάφη των Ελληνικών Μοιρών Βομβαρδισμού προσέβαλαν επιτυχώς ιταλικές συγκεντρώσεις στις περιοχές Ρέχοβα, Λιμανίου και Μοσχοπόλεως.

Κάντε Like στη σελίδα μας στο facebook και ακολουθείστε μας στο Twitter