Write on Σάββατο, 04 Αυγούστου 2018 Κατηγορία ΕΠΙ ΣΚΟΠΟΝ

Του Γεωργίου Β. Κασσαβέτη Επισμηναγού (Ι) ε.α. – τ. Κυβερνήτου Ο.Α.

Στις 29 Αυγούστου συμπληρώνονται 69 χρόνια από την συντριβή της κομμουνιστικής ανταρσίας (1944-49), η οποία στοίχισε στη χώρα 110.000 νεκρούς και τη γύρισε δεκάδες χρόνια πίσω. Χάριν της θυσίας των χιλιάδων παλληκαριών του Στρατού και της Αεροπορίας, τα οποία έδωσαν την τελική μάχη στις κακοτράχαλες αετοράχες του Γράμμου και του Βιτσίου, στις οποίες είχαν οχυρωθεί οι επίορκοι ολετήρες του έθνους και επί χρόνια προετοιμάζοντο να δώσουν εκεί, όπου εκείνοι λόγω θέσεως πλεονεκτούσαν, την τελική μάχη.

Υπό κανονικές συνθήκες η 29η Αυγούστου θα έπρεπε να έχει καθιερωθεί ως επίσημη γιορτή της Δημοκρατίας, διότι τότε διεσώθη η δημοκρατία στη χώρα και όχι την 24η Ιουλίου, ημερομηνία επιστροφής των επαγγελματιών του πολιτικού συστήματος. Δυστυχώς σύσσωμο το πολιτικό κατεστημένο της χώρας, χάριν μιας αθλίας πολιτικής σκοπιμότητος, η οποία αναμφιβόλως αποτελεί χαριστική παραχώρηση προς το ηττηθέν Κομμουνιστικό Κόμμα, όχι μόνο δεν αναγόρευσε την ημερομηνία αυτή ως εθνική γιορτή, αλλά αρνείται πεισματικά να συμμετάσχει στις διοργανούμενες κατ’ έτος γιορτές. Αν η επέτειος αυτή τιμάται κάθε χρόνο στα μνημεία της Βούρμπγιανης και του Βιτσίου, τούτο οφείλεται αποκλειστικά στις Ενώσεις Αποστράτων Αξιωματικών του Στρατού Ξηράς και της Πολεμικής Αεροπορίας. Αν όμως η θυσία όλων εκείνων των νέων που αγωνίστηκαν για να διατηρηθεί η δημοκρατία στη χώρα που γεννήθηκε δεν αναγνωρίζεται σήμερα, αυτό δεν σημαίνει ότι μπορεί να μειωθεί το μέγεθος της προσφοράς τους.

Φυσικά η άλλη πλευρά, που έχει κάθε λόγο να κουκουλώσει τα φρικτά της εγκλήματα και να εμφανισθεί με λευκό ποινικό μητρώο εκδηλώνει με κροκοδείλια δάκρυα την «ιερή αγανάκτησή» της για την «πρόκληση», τις «γιορτές μίσους», την «αναμόχλευση των παθών» και όλα τα συναφή, τα οποία αποτελούν την μόνιμη επωδό των τελευταίων εξήντα ετών. Αυτό όμως δεν την εμποδίζει να οργανώνει τις δικές της ανάλογες γιορτές, τις οποίες με φαρισαϊκή υποκρισία βαφτίζει «γιορτές μνήμης». Επ’ αυτού η απάντηση που της οφείλουμε είναι η εξής.. Όλοι εμείς που θρηνήσαμε θύματα κατά την διάρκεια της αποτρόπαιης εγκληματικής ανταρσίας της, έχουμε αποδεχθεί πρώτοι τη λήθη και την έχουμε συγχωρήσει. Εκείνο όμως που αρνούμαστε να δεχθούμε είναι η παραχάραξη της ιστορίας. Διότι αυτή περνάει πάνω απ’ τους τάφους των χιλιάδων θυμάτων μας, η ιστορική σκύλευση των οποίων ισοδυναμεί με επαίσχυντη προδοσία.

Με την ευκαιρία της φετινής 69ης επετείου, κρίνουμε ιστορικά χρήσιμο να παρουσιάσουμε το Σχέδιο Επιχειρήσεων των Κομμουνιστοσυμμοριτών κατά τον Συμμοριτοπόλεμο 1946 – 49, ένα άγνωστο για τους περισσότερους Έλληνες σχέδιο. Πρόκειται για το «Σχέδιο Λίμνες», το οποίο περιλαμβάνει τον κύριο και πρωταρχικό αντικειμενικό στόχο της ηγεσίας του ΚΚΕ, κατά τον προδοτικό και καταστροφικό αυτό πόλεμο. Αναλυτικότερα:

Το χρονικό διάστημα μεταξύ Απριλίου και Σεπτεμβρίου 1947 αποτελεί την πλέον κρίσιμη και αποφασιστική περίοδο για την ηγεσία του ΚΚΕ. Είναι το διάστημα που εκτιμά, πρώτον ότι τα περιθώρια για πολιτική λύση του ελληνικού προβλήματος - ακριβέστερα του δικού της προβλήματος - έχουν εξαντληθεί και δεύτερον ότι ο συνδυασμός των πολιτικών αγώνων με το ένοπλο κίνημα δεν απέδωσε. Κατά την νεώτερη λοιπόν εκτίμησή της το κόμμα είναι σε θέση να επικρατήσει σε μία ένοπλη αναμέτρηση με αντιπάλους «τη μοναρχοφασιστική» κυβέρνηση και τους «ξένους ιμπεριαλιστές», υπό την προϋπόθεση της υποστήριξης της Σοβιετικής Ενώσεως και της Γιουγκοσλαβίας.
Στις 11 και 12 Σεπτεμβρίου του 1947 συνέρχεται η 3η Ολομέλεια του ΚΚΕ. Στις εργασίες της, πέραν των έξι μελών του Πολιτικού Γραφείου: Ζαχαριάδης, Μάρκος Βαφειάδης, Γιάννης Ιωαννίδης, Λ. Στρίγγος, Πέτρος Ρούσος και Γ. Ερυθριάδης – σημειωτέον ότι ένα κλιμάκιο του Πολιτικού Γραφείου δρούσε παρανόμως στην Αθήνα - συμμετείχαν και τέσσερα (4) ανώτατα στρατιωτικά στελέχη, ήτοι ο Στέφανος Παπαγιάννης επιτελάρχης του «Δημοκρατικού Στρατού» και οι Γ. Κικίτσας αρχηγός της Διοικήσεως Κεντρικής και Δυτικής Μακεδονίας, ο Ν. Κανακαρίδης αρχηγός της Διοικήσεως Θράκης και Δ. Λασσάνης αρχηγός Διοικήσεως Αν. Μακεδονίας. Κατά τη διάρκεια των εργασιών της 3ης Ολομέλειας αφ΄ενός μεν «επιβεβαιώθηκε» ότι υπάρχουν οι στρατιωτικές προϋποθέσεις για την επίτευξη του αντικειμενικού σκοπού, αφ΄ετέρου δε εγκρίθηκε το στρατιωτικό σχέδιο για την υλοποίησή του. Το σχέδιο στο οποίο δόθηκε ο κωδικός όρος «Λίμνες», υπεγράφη από τα παρόντα μέλη και εγκρίθηκε από την Ολομέλεια. Λίγο αργότερα για τυπικούς λόγους θα εγκριθεί και από το κλιμάκιο της Κεντρικής Επιτροπής που βρισκόταν στην Αθήνα.

Ο χρόνος υλοποιήσεως του σχεδίου δεν ήταν ακριβώς προσδιορισμένος, πλην όλοι πίστευαν ότι η εφαρμογή του θα άρχιζε την Άνοιξη του 1948. Το σχέδιο προέβλεπε την κατάληψη ολοκλήρου της Μακεδονίας και της Θράκης - αναλόγως δε με τις δυνατότητες και της Ηπείρου - και την εγκαθίδρυση Λαϊκής Δημοκρατίας με πρωτεύουσα τη Θεσσαλονίκη. Το μέρος όμως του σχεδίου που φαντάζει αστείο και αποδεικνύει την ανύπαρκτη επιτελική κατάρτιση των ανθρώπων που το κατάρτισαν, είναι οι προϋποθέσεις στις οποίες βασιζόταν η υλοποίησή του.

Εντός εξαμήνου - Σεπ 1947, Μαρ 1948 - ο «Δημοκρατικός Στρατός» θα έπρεπε να τριπλασιαστεί και από 20.000 περίπου την περίοδο εκείνη να φτάσει στις 60.000. Αυτή ήταν η πρώτη προϋπόθεση. Η δεύτερη, η οποία ήταν απαραίτητη για την κατάληψη της Θεσσαλονίκης, ήταν η δημιουργία ειδικού εκστρατευτικού σώματος. Τέλος το μέρος των προϋποθέσεων, το οποίο ήταν εντελώς εκτός πραγματικότητος και κοινής στρατιωτικής λογικής ήταν εκείνο που προέβλεπε, ότι τα ασκέρια των βιαίως στρατολογημένων ανταρτών θα έπρεπε να μετατραπούν – τίνι τρόπω άραγε - σε τακτικό στρατό και ότι το «κράτημα» της Θεσσαλονίκης θα ανελάμβανε «Καταδιωκτική Αεροπορία», «Ταχυκίνητα Πλοία» και «Βαρύς Οπλισμός». Που θα εγκαθίσταντο αυτά τα καταδιωκτικά αεροπλάνα, ποιοι θα τα πετούσαν και πως θα επιβίωναν από τα πυρά της εμπειροπόλεμης και υπέρτερης Ελληνικής Βασιλικής Αεροπορίας, είναι μία άλλη ιστορία.

Βέβαια δεν ήταν λίγοι απ’ τους συμμετέχοντες στις εργασίες της 3ης Ολομέλειας, οι οποίοι δειλά μεν, πλην κατά τρόπο σαφή, επεσήμαναν τη χαώδη αναντιστοιχία μεταξύ των υπαρχόντων και των απαιτουμένων για την υλοποίηση του σχεδίου μέσων. Ουδείς όμως έφερε αντιρρήσεις, όταν μέσα σε κλίμα πανηγυρισμού ο Ζαχαριάδης τους διαβεβαίωνε για την εξασφάλισή τους. Ποιος τον είχε πείσει για τον εφοδιασμό του «Δημοκρατικού Στρατού» με αεροπλάνα διώξεως και ταχυκίνητα πλοία είναι απορίας άξιον.

Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημανθεί, ότι η 3η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ ενέκρινε αποφάσεις του Ν. Ζαχαριάδη, οι οποίες είχαν ληφθεί τουλάχιστον έξι (6) μήνες νωρίτερα. Τούτο αποδεικνύεται αφ’ ενός μεν από επιστολή του Ζαχαριάδη προς τον Τίτο στις 22 Απριλίου του 1947, με την οποία τον ενημέρωνε για το όλο σχέδιο, αφ’ ετέρου δε από τα πρακτικά των συζητήσεων του Ζαχαριάδη με τον Στάλιν, τον Μάιο του 1947. Αν δε κρίνομε από τη ρητή διαβεβαίωση του Ζαχαριάδη, περί εξασφαλίσεως των απαιτουμένων για την υλοποίηση του «Σχεδίου Λίμνες» μέσων, τότε οδηγούμεθα στο συμπέρασμα, ότι τόσο ο Στάλιν, όσο και ο Τίτο του τον είχαν διαβεβαιώσει, ότι θα συνδράμουν τον αγώνα του.
Βέβαια τα πρώτα σύννεφα της σκληρής πραγματικότητος, η οποία απεδείκνυε ότι η αισιοδοξία της 3ης Ολομέλειας δεν είχε σοβαρές βάσεις, δεν θα αργήσουν να φανούν. Πράγματι τον Δεκέμβριο του 1947 το Δεύτερο Κλιμάκιο του Πολιτικού Γραφείου του ΚΚΕ θα διαπιστώσει, ότι υπάρχει σοβαρή καθυστέρηση στην ικανοποίηση των όρων του σχεδίου, ότι πολλά από τα στοιχεία του σχεδίου δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα και τέλος, ότι οι προοπτικές της αριθμητικής ανάπτυξης του «Δημοκρατικού Στρατού» δεν εστηρίζοντο σε ψύχραιμους υπολογισμούς.

Σε σχετική ανακοίνωση του Πολιτικού Γραφείου στις 9 Δεκεμβρίου του 1947 αναφέρονται μεταξύ άλλων και τα εξής: «Έγιναν πλάνα στρατολογίας για κάθε περιφερειακό αρχηγείο. Τα πλάνα έγιναν μηχανικά, γραφειοκρατικά, χωρίς πρώτα να παρουσιαστεί η πραγματική κατάσταση των αρχηγείων, η ικανότης τους, οι δυσκολίες που μας δημιούργησε ο εχθρός με την εκκένωση των χωριών». Ένα χρόνο αργότερα -15 Νοεμβρίου 1948 - κατά την πάγια τακτική του ΚΚΕ να βρίσκει εξιλαστήρια θύματα -, οι ευθύνες θα φορτωθούν στον αρχιστράτηγο του «Δημοκρατικού Στρατού» Μάρκο Βαφειάδη. Ήταν η εποχή που ο Μάρκος είχε διατυπώσει γραπτά την άποψη, ότι «στην 3η Ολομέλεια πάρθηκαν αποφάσεις πέρα για πέρα ανεδαφικές».

Στο ίδιο μήκος κύματος κι ένα άλλο μέλος του Πολιτικού Γραφείου, που είχε λάβει μέρος στην 3η Ολομέλεια, ο Γ. Ερυθριάδης, θα διατυπώσει τον Ιανουάριο του 1949 τις εξής εκτιμήσεις: « α) Πηγαίνοντας για την 3η Ολομέλεια, Σεπτέμβριος 1947, δεν είχαμε μία ολοκληρωμένη εικόνα της καινούριας κατάστασης που δημιουργήθηκε στη χώρα μας με την αμερικανική παρέμβαση προς όφελος του μοναρχοφασισμού. β) Σωστά και στο σύνολό της δεν εχτιμήσαμε την πολιτική του μοναρχοφασισμού και την επιδίωξή του με το μαζικό ξεσπίτωμα του αγροτικού πληθυσμού της ορεινής κυρίως Μακεδονίας, που αποτελούσε τη μαζική δική μας επιστρατευτική βάση».

Και το ερώτημα κάθε απλού λογικού ανθρώπου είναι το εξής. Όσο κι αν τα ετερόκλητα στοιχεία τα οποία αποτελούσαν την τότε ηγεσία του ΚΚΕ ήσαν άσχετα με την επιστήμη του πολέμου, δεν έβλεπαν ότι η υλοποίηση του μεγαλεπήβολου σχεδίου ήταν ουτοπική; Και ειδικότερα:
α. Με ποιο τρόπο η δύναμη του «Δημοκρατικού Στρατού» θα τριπλασιαζόταν σε διάστημα έξι (6) μηνών, όταν η ελεγχόμενη απ ’τους Συμμορίτες ύπαιθρος είχε εκκενωθεί από την ελληνική κυβέρνηση;
β. Με τι μαγικά ραβδάκια, το άτακτο αυτό ασκέρι των καπνεργατών, των ναυτεργατών και των βιαίως στρατολογηθέντων αγροτών και των 14χρονων παιδιών (αγοριών- κοριτσιών), θα μετατρεπόταν σε τακτικό στρατό, ώστε να μπορεί να αναμετρηθεί, επί ίσοις όροις, με τον εθνικό στρατό της χώρας;
γ. Ποιοι θα ήσαν αυτοί οι ελίτ, οι οποίοι θα συγκροτούσαν το περίφημο εκστρατευτικό σώμα και πως θα καταλάμβαναν την Θεσσαλονίκη, όταν ήταν δεδομένο ότι δεν μπόρεσαν να καταλάβουν μικρότερες πόλεις, όπως την Άμφισσα, το Μέτσοβο, τη Φλώρινα, τη Νάουσα και την Κόνιτσα;
δ. Πού θα στάθμευαν, ποιοι θα τα πετούσαν και πως θα επιβίωναν αυτά τα αεροπλάνα της « καταδιωκτικής αεροπορίας» ,η οποία προεβλέπετο στο Σχέδιο για «το κράτημα της Θεσσαλονίκης» ;
ε. Τέλος πόσα θα ήσαν, ποιοι θα τα κυβερνούσαν και που θα ελιμενίζοντο αυτά τα ταχυκίνητα πλοία, τα οποία επίσης θα συνέβαλαν στη διατήρηση της κατοχής της Θεσσαλονίκης;
Αλλά και αν δεχθούμε ότι οι διαβεβαιώσεις για ενίσχυση του αγώνα δικαιολογούσαν και την αισιοδοξία του Ζαχαριάδη, ο οποίος πληροφορεί τον Τίτο, στις 12 Αυγούστου του 1947, ότι «το πολύ μέχρι την άνοιξη του 1948 ο αγώνας θα έχει στεφθεί με επιτυχία» και τη φιλοδοξία των καπεταναίων του ΕΛΑΣ, οι οποίοι ηγούντο του «Δημοκρατικού Στρατού», να κυβερνήσουν τη χώρα, τα σημάδια που διαδέχοντο το ένα το άλλο, δεν έπρεπε να τους συνεγείρουν, ώστε να εγκαταλείψουν τον προδοτικό τους αγώνα, ο οποίος αποσκοπούσε στην υποδούλωση της χώρας;

Ειδικότερα:
α. Δεν ήταν σημάδι για την αρνητική εξέλιξη του αγώνα τους, όπως αποδεικνύεται από έγγραφο του ΚΚΕ προς το Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης και της Γιουγκοσλαβίας την 6/10/47, ότι ο «Δημοκρατικός Στρατός» με την έλευση του χειμώνα, αντιμετωπίζει οξύτατα προβλήματα ιματισμού και υπόδησης και η μεν Σοβιετική Ένωση απαντά, ότι «δεν μπορεί να κάνει τίποτα», η δε Γιουγκοσλαβία, ότι «τα αποθέματα έχουν εξαντληθεί»;
β. Δεν ήταν απόδειξη ότι ο Στάλιν, προσποιούμενος ότι δήθεν οι διεθνείς συνθήκες δεν το επιτρέπουν, αρνείται καθ’ όλη τη διάρκεια του Συμμοριτοπολέμου να αναγνωρίσει την «Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση», ή «Κυβέρνηση του Βουνού» του ΚΚΕ και το ίδιο πράττουν και όλες συλλήβδην οι Σοσιαλιστικές Λαϊκές Δημοκρατίες;
γ. Τί κάνουν οι ηγέτες του ΚΚΕ, όταν στα μέσα του 1948, ο Τίτο ο οποίος είναι ο κύριος τροφοδότης του αγώνα τους διαφωνεί με τον Στάλιν, τους διακόπτει κάθε βοήθεια, τους κλείνει τα σύνορα και τους γυρίζει την πλάτη;
δ. Γιατί συνεχίζουν τον αγώνα, όταν ξεμένουν με μοναδικούς συμμάχους την Αλβανία και την Βουλγαρία και όταν για μεν την πρώτη ισχύει η ρήση «ουκ αν λάβεις παρά του μη έχοντος», για δε τη δεύτερη ότι ούτε θέληση ούτε δυνατότητα υπάρχει;
Πέραν όμως των αδιαμφισβητήτων αυτών αποδείξεων, οι οποίες συνθέτουν την πλήρη αδυναμία του «Δημοκρατικού Στρατού» να υλοποιήσει το μεγαλεπήβολο και εκτός πάσης πραγματικότητος σχέδιο της δημιουργίας Λαϊκής Δημοκρατίας στη Β. Ελλάδα, υπάρχουν και γενικότερα στοιχεία, τα οποία δεν ελήφθησαν υπ’ όψιν από την τότε ηγεσία του ΚΚΕ, για τα οποία δεν έχουν δοθεί σαφείς εξηγήσεις μέχρι σήμερα. Συγκεκριμένα.
α. Ήταν δυνατή η επιτυχία μιας κοινωνικής επανάστασης καθοδηγούμενης μάλιστα από κομμουνιστάς σε μια Δυτική Δημοκρατία;
β. Μπορούσε ένα λαϊκό κίνημα – όσο ισχυρό κι αν ήταν – να ανατρέψει γεωπολιτικές ισορροπίες, όπως αυτές είχαν οριοθετηθεί από τους ισχυρούς της Γης στη Συνδιάσκεψη της Γιάλτας;
γ. Τέλος μπορούσε να υπάρχουν «επαναστατικά αποθέματα» σε ένα λαό, ο οποίος πολέμησε επί έξι μήνες δύο αυτοκρατορίες και είχε υποστεί μία πολυετή τριπλή κατοχή;
Το παρήγορο βέβαια είναι ότι αν εξαιρέσει κανείς τις θέσεις μερικών αμετανόητων στελεχών της παλαιοημερολογίτικης εξτρεμιστικής Κομμουνιστικής Αριστεράς, όλοι οι νηφάλιοι Έλληνες συμπεριλαμβανομένων και πολλών στελεχών της τότε ηγεσίας του ΚΚΕ, συμφωνούν με την λυτρωτική κραυγή του ιστορικού στελέχους του ΚΚΕ Τάκη Λαζαρίδη «Ευτυχώς ηττηθήκαμε σύντροφοι».

Η πιο αποστομωτική απάντηση όμως σε όλα αυτά τα αμείλικτα ερωτήματα δίδεται από το πιο αυθεντικό και ιστορικό στέλεχος της Αριστεράς, τον Λεωνίδα Κύρκο. Σε μία εφ’ όλης της ύλης εκ βαθέων εξομολόγησή του στην «Καθημερινή της Κυριακής» της 3.12.06, ο Λεωνίδας Κύρκος ομολογεί τα εξής αποκαλυπτικά: « Ήρθε η στιγμή που μπορούσα να δω πολλά πράγματα από τη συμπεριφορά του Ζαχαριάδη, δεν τα είδα και νιώθω μια ευθύνη. Δεν ασκούσα τότε βέβαια καμιά επιρροή. Ήμουν ένα στελεχάκι της βάσης που δεν μετείχε στις πολιτικές διεργασίες, που δεν είχε πληροφόρηση, αλλά δεν είχε και το κουράγιο να δει κατάματα τους ανθρώπους, οι οποίοι στα μάτια μου παρουσιάζονταν γιγάντιοι. Και είδα ότι όλοι αυτοί-ας μην τους πω όλους- ήταν περιτρίμματα. Με πιάνει τρόμος άμα σκεφθώ ότι π.χ. αν νικούσε τότε η επανάστασή μας θα είχαμε πρωθυπουργό τον Μάρκο, έναν γελοίο άνθρωπο-τον είδα από κοντά και κατάλαβα τι γελοίος άνθρωπος ήταν- θα είχαμε υπουργό Οικονομικών τον Μπαρτζώτα, θα είχαμε υπουργό Παιδείας π.χ. τον Στρίγγο, θα είχαμε υπουργό των Εσωτερικών τον άλλον τον ανεκδιήγητο άνθρωπο που ήρθε από την Κρήτη τον Βλαντά, ο οποίος ήταν για την εποχή εκείνη ήρωας για την νεολαία. Άνθρωποι γελοίοι, χωρίς καμιά παιδεία για να παίξουν έναν ουσιαστικό ρόλο, σαν αυτόν που φιλοδοξούσαν να παίξουν».

Όλα αυτά τιμούν βέβαια όσους έχουν τη γενναιότητα να παραδέχονται τα λάθη του παρελθόντος και να απολογούνται γι’ αυτά, πλην δεν απαντούν στο αγωνιώδες ερώτημα. Για ποιο λόγο όλοι αυτοί οι άνθρωποι αφιέρωσαν τη ζωή τους σε μία χαμένη υπόθεση με τόσο μίσος, τόση βία και τόσο αίμα. Μια υπόθεση που και την Ελλάδα βύθισε στο σκοτάδι και τους ίδιους οδήγησε από ήττα σε ήττα;

Υ.Γ Τα στοιχεία του παρόντος άρθρου προέρχονται από τα αρχεία του ΚΚΕ τα οποία κληροδοτήθηκαν στα Αρχεία της Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας (ΑΣΚΙ) και παρατίθενται στο βιβλίο του Φίλ. Ηλιού ¨Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ-Η ΕΜΠΛΟΚΗ ΤΟΥ ΚΚΕ¨.

Write on Παρασκευή, 12 Ιανουαρίου 2018 Κατηγορία ΙΣΤΟΡΙΑ

Γράφει ο Ιωάννης Μπουγάς

Μετά την ήττα τους το 1949 οι κομμουνιστές της Ελλάδος, για χάρη των Σλάβων, ΒΑΠΤΙΖΑΝ ΣΛΑΒΟΜΑΚΕΔΟΝΕΣ τα Ελληνόπουλα από τη Μακεδονία που είχαν πάρει με το Παιδομάζωμα, ενήλικους που είχαν απαγάγει ως ομήρους τους και «δικούς» τους πολιτικούς πρόσφυγες!

Αυτό ακριβώς συνέβη στην «Κοινότητα του ΚΚΕ» στη Φλορίκα της Ρουμανίας, η οποία είχε αφεντικό το γνωστό στέλεχος του ΚΚΕ ΚΩΣΤΑ ΛΟΥΛΕ, αλλά και σε άλλες Κοινότητες θυμάτων του Παιδομαζώματος, ομήρων και πολιτικών προσφύγων (ανταρτών και των οικογενειών τους) στις χώρες του Παραπετάσματος..
Στη Φλορίκα ήταν όμηροι, η Μακεδονοπούλα Ειρήνη Δαμοπούλου, ο αδελφός της Ηλίας και η μητέρα της Ελπίδα.

Ακολουθεί σχετική μαρτυρία της Ειρήνης από το έργο μου "Η ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΕΙΡΗΝΗΣ":
«...Στην Κοινότητά μας στην Φλωρίκα αποφασίσθηκε από τους υπεύθυνους του ΚΚΕ να διαχωρισθούν όλοι οι ένοικοι του στρατοπέδου σε Έλληνες και Σλαβομακεδόνες. Ο διαχωρισμός αυτός μεταξύ Ελλήνων και Σλαβομακεδόνων άρχισε από το σχολείο. Πρωταγωνιστής στην κατάταξη κάθε παιδιού στην μία ή την άλλη ομάδα, ήταν ο δάσκαλος Κώστας Τριανταφυλλίδης από το Καλοχώρι της Καστοριάς.
Καίτοι είχε σπουδάσει δάσκαλος στην Ελλάδα, τώρα είχε μετατραπεί σε φανατικότατο κομμουνιστή, Σλαβομακεδόνα, και διώκτη των Ελλήνων. Εμένα με τον αδελφό μου Ηλία μας έδιωξε ο ίδιος προσωπικά από το Ελληνικό σχολείο. Μας είπε ότι είμασταν Σλαβομακεδόνες και όχι Έλληνες, αφού καταγόμαστε από τον Άγιο Δημήτριο, πού κατ’ αυτόν ήταν χωριό μόνο Σλαβομακεδόνων.

Επειδή εγώ και ο αδελφός μου αρνηθήκαμε να δηλώσουμε Σλαβομακεδόνες και να παρακολουθήσουμε μαθήματα στην Σλαβομακεδονική γλώσσα, μας έδιωξαν και από το Ρουμανικό σχολείο για τρεις ημέρες. Αυτή η αποβολή μας από το σχολείο, πρώτα-πρώτα δημιούργησε πρόβλημα επιβίωσης αφού έτσι δεν δικαιούμεθα φαγητό από το συσσίτιο του σχολείου.
Όταν η μητέρα μου παραπονέθηκε στην Κοινότητα επειδή δεν μας έδιναν φαγητό στο σχολείο, οι υπεύθυνοι της είπαν ότι δεν μπορούν να κάνουν τίποτε και εμείς έπρεπε να σκεφθούμε τις συνέπειες της άρνησης εγγραφής μας ως Σλαβομακεδόνες.
Τότε η μητέρα μου ξεκινά και πηγαίνει στο σχολείο να παραπονεθεί. Βρίσκει έναν από τους δασκάλους, έναν κύριο Νίκο από το Κιλκίς. Δυστυχώς δεν θυμάμαι το επίθετό του.
- "Σύντροφε Νίκο, γιατί διώξατε τα παιδιά μου από το ελληνικό σχολείο;
- Γιατί είσαστε Σλαβομακεδόνες από τον Άγιο Δημήτριο! Τα παιδιά σου πρέπει να αλλάξουν σχολείο. Να πάνε στο σχολείο των Σλαβομακεδόνων.
-Σύντροφε Νίκο, κάνετε μεγάλο λάθος! Και εγώ, και τα παιδιά μου είμαστε Έλληνες! Είμαστε απόγονοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου! Δεν έχουμε καμία σχέση εμείς με τους Σλαβομακεδόνες. Επειδή ζούσαμε στον Άγιο Δημήτριο δεν σημαίνει ότι είμαστε και Σλαβομακεδόνες! Ο πατέρας μου ήταν Έλληνας παπάς και πολέμησε τους Κομιτατζήδες για να μείνει η Μακεδονία ελληνική. Εσύ, συναγωνιστή, έχω ακούσει ότι κατάγεσαι από τον Πόντο. Με την δική σας λογική, εσύ λοιπόν πρέπει να είσαι Τούρκος!
Οι έντονες διαμαρτυρίες της μητέρας μου φαίνεται ότι είχαν αποτέλεσμα. Εγώ και ο αδελφός μου επανήλθαμε στο Ρουμανικό σχολείο, και σαν εθνικό μας μάθημα συνεχίσαμε να κάνουμε Ελληνικά και όχι Σλαβομακεδόνικα.

Εκτός από εμάς τα παιδιά, οι Έλληνες κομμουνιστές στο στρατόπεδο της Φλωρίκα διαχώρισαν και τους μεγάλους σε Έλληνες και Σλαβομακεδόνες. Δημιούργησαν μια Επιτροπή που επισκεπτόταν με την σειρά όλους τους κατοίκους του στρατοπέδου για να τους κατατάξουν στην μία ή την άλλη ομάδα. Φαίνεται όμως για όλους, ή τουλάχιστον τους πιο πολλούς, η απόφαση αυτή είχε ληφθεί εκ των προτέρων από την Επιτροπή. Η επίσκεψη ίσως είχε σκοπό απλώς να ενημερώσει τον καθένα για την κατάταξή του, ή να τον πείσει να δεχθεί την απόφασή τους.

Για πολλούς, το άκουσμα ότι από την μιά ημέρα στην άλλη γίνονταν Σλαβομακεδόνες δημιουργούσε τρομερό σόκ.
Μερικοί πρόβαλαν αντιρρήσεις.
Άλλοι όμως το δέχονταν χωρίς να πουν κουβέντα.
Αυτό βέβαια δεν πρέπει να κάνει εντύπωση σήμερα. Να αναλογισθεί κανείς ότι ζούσαμε κάτω από συνθήκες καταπίεσης, και απολύτου εξάρτησης για τα πάντα, από τους κομμουνιστές υπεύθυνους της Κοινότητας.
Όταν τα μέλη της Επιτροπής ήρθαν στο δωμάτιο μας να κατατάξουν την μητέρα μου, βασικά της ανακοίνωσαν ότι είναι Σλαβομακεδόνας. Η μητέρα μου όμως με τίποτε δεν δεχότανε να δεχθεί την κατάταξή της ως Σλαβομακεδόνα.
Εγώ και ο αδελφός μου την παρακαλούσαμε κλαίγοντας να μην εκδηλώνεται σαν αντίθετη, διότι φοβόμαστε ότι θα μας την έπαιρναν και πάλι μακριά μας στην απομόνωση. Αυτή όμως δεν μασούσε καθόλου τα λόγια της. Δεν έδειχνε τον παραμικρό φόβο, και μιλούσε με σκληρά λόγια κατά της Επιτροπής του ΚΚΕ της Κοινότητας για το θέμα των Σλαβομακεδόνων.
«Συναγωνίστρια Ελπίδα είχα ακούσει για σένα, αλλά ποτέ δεν σε φανταζόμουνα τόσο σκληρή!», της λέει ένας από τους ανθρώπους της Επιτροπής πού είχε έρθει στο δωμάτιό μας εκείνο το βράδυ.
Μετά από την δική μας οικογένεια, τα μέλη αυτής της Επιτροπής πήγαν δίπλα σε μιά γερόντισσα όμηρο και αυτή του ΚΚΕ από την Μακεδονία. Η γερόντισσα είχε βρεθεί στην Μακεδονία πρόσφυγας απο την Μικρά Ασία μετά την Μικρασιατική Καταστροφή.
Εγώ με τον αδελφό μου κρυφακούγαμε πίσω από την πόρτα.
-"Εσένα γιαγιά πώς να σε γράψουμε, Ελληνίδα ή Σλαβομακεδόνα?
-"Ελληνίδα, μωρέ παιδιά! Πώς αλλιώς; Από το Ανατόλι έρχουμε η δόλια! Τι δουλειά έχω εγώ μωρέ παιδιά με τους Σλαβομακεδόνες!!"

Αυτά έκαναν οι ηγέτες του ΚΚΕ τη δεκαετία του ’50, μετά την αποτυχία τους το 1947-49 να αποκόψουν τη Μακεδονία και τη Θράκη από την Ελλάδα.
Μήπως κάτι παρόμοιο εννοούσε ο κ. Τσίπρας όταν είπε «...Ίσως το 2018 να είναι ένα έτος, όπου θα μπορούμε να έχουμε μια θετική εξέλιξη σε ένα χρόνιο πρόβλημα, αν η νέα κυβέρνηση των Σκοπίων αποφασίσει να κάνει ουσιαστικά βήματα προς τα μπρος. Αν σταματήσει μια, κατά την άποψή μου, αχρείαστη ρητορική, ότι αποτελούν τους μοναδικούς απογόνους των Μακεδόνων και του Μεγάλου Αλεξάνδρου..».

Πανομοιότυπη δήλωση έκανε μετά και ο πρωθυπουργός των Σκοπίων, Ζόραν Ζάεφ: «...Αφήνω στην άκρη τις αξιώσεις της χώρας σύμφωνα με τις οποίες είμαστε οι μοναδικοί κληρονόμοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Η ιστορία δεν ανήκει μόνο σε εμάς, αλλά επίσης και στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες».

Η Μακεδονία είναι κυρίως Ιστορία και Πολιτισμός, και αυτά είναι κομμάτι της Ιστορίας και του Πολιτισμού του Ελληνικού Έθνους και δεν πρέπει να παραδοθούν σήμερα στους Σλάβους με την ίδια ευκολία που οι ηγέτες του ΚΚΕ το 1947-49 τους παρέδιδαν τη Μακεδονία και μετά τους Μακεδόνες που κρατούσαν στο Παραπέτασμα (πιέζοντάς τους να δηλώσουν Σλάβοι!). - ΠΗΓΗ

Κάντε Like στη σελίδα μας στο facebook και ακολουθήστε μας στο twitter

Write on Σάββατο, 05 Δεκεμβρίου 2020 Κατηγορία ΙΣΤΟΡΙΑ

Του Δημήτρη Βαλασίδη*

Η απελευθέρωση της Ελλάδος από την τριπλή κατοχή και η άφιξη στην Αθήνα της κυβερνήσεως Εθνικής Ενότητας υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου στις 18 Οκτωβρίου του 1944, απετέλεσαν την αρχή μιας τραγικής για την Πατρίδα μας περιόδου, που διήρκησε πέντε ολόκληρα χρόνια. Τα γεγονότα της περιόδου αυτής, εκτός των πολλών δεινών που συσσώρευσαν στην χώρα, της στέρησαν την μοναδική ευκαιρία να διεκδικήσει από τους συμμάχους της ως νικήτρια δύναμη όλα τα δικαιούμενα.

Κατά την διάρκεια της Κατοχής, οι κομμουνιστικές δυνάμεις (ΕΑΜ-ΕΛΑΣ) απέφυγαν βάσει σχεδίου την ανοικτή και εκτεταμένη σύγκρουση με τους κατακτητές, μολονότι διέθεταν αξιόλογη στρατιωτική δύναμη, επαρκή οπλισμό και χρήματα που ελάμβαναν από τους Άγγλους για να κάνουν αντίσταση. Με την αποχώρηση των Γερμανών από νότο προς βορρά μέσω των οδικών αρτηριών, παρατηρείται μια αντίστροφη κίνηση των ελασιτών από βορρά προς νότο μέσω ορεινών διαδρομών. Ο αντικειμενικός τους σκοπός έγινε φανερός από τις πρώτες ημέρες του Δεκεμβρίου. Η περίοδος του Δεκεμβρίου και των πρώτων ημερών του επομένου έτους, μέχρι την υπογραφή ανακωχής στις 11 Ιανουαρίου, είναι γνωστή ως «Δεκεμβριανά».

Tο άρθρο αυτό αναφέρεται κυρίως στις επιχειρήσεις των Εθνικών Δυνάμεων και του ΕΛΑΣ στην περιοχή της Αθήνας, χωρίς αυτό να σημαίνει, ότι δεν ήταν ουσιαστική και η συμμετοχή των βρεταννικών δυνάμεων στον αγώνα.

11 makrigianni

Πριν από τα Δεκεμβριανά

Η κυβέρνηση εθνικής ενότητας του Γεωργίου Παπανδρέου, αφού ανασχηματίστηκε για να είναι πληρέστερη η εκπροσώπηση όλων των κομμάτων, ανέλαβε το δύσκολο έργο της ανόρθωσης της χώρας. Ταυτόχρονα είχε τεθεί αφ› ενός μεν το ζήτημα της τιμωρίας των συνεργατών του κατακτητή, αφ΄ ετέρου δε η μεθόδευση του αφοπλισμού των ανταρτών. Οι βάσεις πάνω στις οποίες εκινείτο η πολιτική του Παπανδρέου ήταν η συμφωνία της Καζέρτα, η οποία υπέτασσε όλες τις ελληνικές δυνάμεις (εθνικό στρατό και ανταρτικές ομάδες) υπό συμμαχική διοίκηση και συγκεκριμένα τον στρατηγό Σκόμπυ. Ο πρωθυπουργός δήλωσε ότι πρέπει να υπάρχει «μια Πατρίδα, μια Κυβέρνηση, ένας Στρατός» και ότι για να γίνει αυτό μόνον ένας τρόπος υπάρχει: η κατάργηση του ταξικού και η δημιουργία Εθνικού Στρατού.

Αιτία της κρίσης ήταν ο αφοπλισμός των αντάρτικων ομάδων. Στις 5 Νοεμβρίου ο Παπανδρέου ανακοίνωσε, σε συμφωνία με τον στρατηγό Σκόμπυ, ότι ο ΕΛΑΣ και ο ΕΔΕΣ θα αποστρατευθούν ως τις 10 Δεκεμβρίου. Ακολούθησαν μακρές διαπραγματεύσεις μεταξύ της κυβερνήσεως και του ΕΑΜ. Στις 27 Νοεμβρίου ο Παπανδρέου ανακοίνωσε την συμφωνία στους εαμικούς υπουργούς Σβώλο, Τσιριμώκο, Ζεύγο για την αποστράτευση. Αντιδράσεις προκάλεσε, όμως, κυρίως στους αδιάλλακτους εντός του ΕΑΜ, το τελεσίγραφο της κυβέρνησης την 1η Δεκεμβρίου για γενικό αφοπλισμό, σύμφωνα με την πρόσφατη συμφωνία, η οποία προέβλεπε ότι θα εξαιρούνταν η Τρίτη Ελληνική Ορεινή Ταξιαρχία και ο Ιερός Λόχος, με το σκεπτικό ότι ήταν το μόνο εν λειτουργία τμήμα του τακτικού Ελληνικού Στρατού. Στην διατήρηση ή διάλυσή της, όπως και του ΕΛΑΣ, θα επικεντρωθεί η κρίση που θα οδηγήσει στην δεκεμβριανή σύγκρουση. Η ηγεσία του ΕΑΜ είχε θέσει ως επιπλέον όρους συμφωνίας τον αφοπλισμό της Τρίτης Ελληνικής Ορεινής Ταξιαρχίας και του Ιερού Λόχου. Ως αντίδραση, οι υπουργοί που ανήκαν στο ΕΑΜ παραιτήθηκαν στις 2 Δεκεμβρίου του 1944 (εκτός του στρατηγού Σαρηγιάννη).

Την ίδια μέρα (2 Δεκεμβρίου), η ΚΕ του ΕΑΜ αποφάσισε τα παρακάτω:

Να απευθύνει έκκληση προς τις συμμαχικές κυβερνήσεις.
Να οργανώσει συλλαλητήριο στην πλατεία Συντάγματος στις 11.00 πμ της 3ης Δεκεμβρίου.
Γενική απεργία την επομένη με σκοπό την παράλυση του κράτους.
Ανασυγκρότηση της ΚΕ του ΕΛΑΣ. Η ενέργεια αυτή αποτελούσε επαναστατική πράξη, η οποία είχε σκοπό την δημιουργία στρατού ανεξάρτητου από την νόμιμη κυβέρνηση.
Οι δυνάμεις των αντιπάλων

Κατά την έναρξη των επιχειρήσεων, οι δυνάμεις των αντιπάλων ήταν οι εξής:

Κυβερνητικές δυνάμεις

. 3η Ελληνική Ορεινή Ταξιαρχία (ΕΟΤ) υπό τον Συνταγματάρχη Θρασύβουλο Τσακαλώτο, με 205 Αξιωματικούς, 2.530 Οπλίτες και 34 όλμους.

. Ελληνική Βασιλική Χωροφυλακή με 3.000 άνδρες.

. Αστυνομία Πόλεων με 2.500 άνδρες.

. Ανασυσταθείσα Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων με 256 Αξιωματικούς, Υπαξιωματικούς και Ευέλπιδες.

. Πυρήνες των 101,141 και 142 Ταγμάτων Εθνο-φυλακής.

. 400-600 άνδρες του Βασιλικού Ναυτικού.

. 200 άνδρες της οργάνωσης «Χ» υπό τον Αντισυνταγματάρχη Γεώργιο Γρίβα.

. 300-400 άνδρες άλλων εθνικών οργανώσεων (ΡΑΝ, ΠΕΑΝ, κλπ).

Συνολική δύναμη: 9.500-10.000 άνδρες.

Δυνάμεις του ΕΛΑΣ

. Α’ Σώμα Στρατού υπό τον Πυριόχο με την 1η ταξιαρχία (2 συντάγματα με 2.950 άνδρες), την 2η ταξιαρχία (2 συντάγματα με 2.950 άνδρες), το 5ο σύνταγμα με 1.000 άνδρες, το 6ο συνταγμα με 1.600 άνδρες και μηχανοκίνητο τμήμα 250 ανδρών.

. 2η Μεραρχία με 2 συντάγματα (2.500 άνδρες).

. 1 Σύνταγμα της 3ης μεραρχίας.

. 2 Συντάγματα της 13ης μεραρχίας.

. ΕΠΟΝ

. Εφεδρικός ΕΛΑΣ με 10-15.000 άνδρες.

. ΕΛΑΝ

. Εθνική Πολιτοφυλακή

. ΟΠΛΑ (Οργάνωση Προστασίας Λαϊκού Αγώνα).

Συνολική δύναμη: 25-30.000 άνδρες και γυναίκες.

Το σχέδιο ενέργειας των κυβερνητικών δυνάμεων προέβλεπε την διατήρηση των θέσεών τους και την ασφάλεια των κυβερνητικών εγκαταστάσεων.

Το σχέδιο του ΕΛΑΣ προέβλεπε σε πρώτη φάση την κατάληψη των αστυνομικών τμημάτων και άλλων μικρών φρουρών των Σωμάτων Ασφαλείας που ήταν διασπαρμένα σε όλη την Αθήνα. Σκοπός ήταν η εξουδετέρωση των εστιών αντιστάσεως και ο περιορισμός της δράσης των τμημάτων που δεν θα είχαν καταληφθεί. Η δεύτερη φάση περιελάμβανε την κατάληψη ισχυροτέρων θέσεων όπως αυτές του Συντάγματος Χωροφυλακής Μακρυγιάννη, το Στρατόπεδο Γουδή, η Σχολή Χωροφυλακής, η Σχολή Ευελπίδων κλπ.

Μετά την επίτευξη αυτών των αντικειμενικών σκοπών, σε τρίτη φάση θα γινόταν η εκκαθάριση μικρών εστιών αντιστάσεως.

Δεν προέβλεπε ενέργειες κατά των Βρεταννών, γιατί αφ’ενός μεν δεν ήθελαν να τους προκαλέσουν και αφ’ετέρου εκτίμησαν λανθασμένα ότι θα τηρούσαν ουδέτερη στάση.

7 makrigianni

Η πρώτη επιθετική ενέργεια

Από τις αποφάσεις του ΕΑΜ της 2ας Δεκεμβρίου, έγινε φανερό ότι η συγκέντρωση στο Σύνταγμα, η γενική απεργία και η ανασυγκρότηση της ΚΕ του ΕΛΑΣ ήταν αλληλένδετες ενέργειες, με σκοπό την έναρξη της κομμουνιστικής στάσης.

Το συλλαλητήριο της 3ης Δεκεμβρίου απεδείχθη ότι δεν ήταν μια ενέργεια διαμαρτυρίας, αλλά η πρώτη επιθετική κομμουνιστική ενέργεια. Αυτό έγινε κατανοητό από την κυβέρνηση, η οποία, ενώ αρχικά είχε δώσει την άδεια για την πραγματοποίησή του, αναγκάστηκε στις 2 Δεκεμβρίου να το απαγορεύσει.

Στις 10.00, οι διαδηλωτές του συλλαλητηρίου, περιφρουρούμενοι από ενόπλους εαμίτες, πλησίαζαν στην πλατεία Συντάγματος. Στην Βασιλίσσης Αμαλίας, ο επικεφαλής της αστυνομικής δύναμης συνέστησε στο πλήθος να μην προχωρήσει, αλλά δεν εισακούστηκε με αποτέλεσμα οι αστυνομικοί να οπισθοχωρήσουν. Στις 10.30, στην διασταύρωση Βασ. Σοφίας, Αμαλίας και Πανεπιστημίου άρχισαν οι συμπλοκές σώμα με σώμα και σκοτώθηκε ένας αστυνομικός από χειροβομβίδα που έριξε διαδηλωτής. Την ίδια ώρα, διαδηλωτές κινήθηκαν με σκοπό να καταλάβουν το κτίριο της αστυνομικής διεύθυνσης. Οι 20 αστυνομικοί της φρουράς αναγκάστηκαν για λόγους αυτοάμυνας να κάνουν χρήση των όπλων τους, προκειμένου να υπερασπιστούν το κτίριο και να μην συλληφθούν από τους διαδηλωτές. Τα επεισόδια συνεχίστηκαν μέχρι το μεσημέρι, με νεκρούς και τραυματίες και από τις δύο πλευρές. Το απόγευμα ο Γ. Παπανδρέου κατήγγειλε το ΚΚΕ και το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ ως στασιαστές, ενώ η ηγεσία του ΕΛΑΣ διέταξε την εφαρμογή του σχεδίου για την κατάληψη της Αθήνας.

Κατά το συλλαλητήριο, σκοτώθηκε στην είσοδο της Αστυνομικής Διευθύνσεως ένας υπαρχιφύλακας και τραυματίστηκαν άλλοι 4 αστυνομικοί. Σύμφωνα με το ΕΑΜ, οι νεκροί διαδηλωτές ήταν 21 και οι τραυματίες 140.

Όσον αφορά τα θύματα της ημέρας εκείνης, πρέπει να σημειωθούν τα παρακάτω:

Αν οι αστυνομικοί πυροβολούσαν αδιακρίτως το πλήθος, τα θύματα θα ήταν χιλιάδες και όχι μερικές δεκάδες.

Θύματα δεν υπήρξαν στο σημείο όπου πρωτοσυναντήθηκαν οι δυνάμεις της τάξεως με τους διαδηλωτές.

Εβλήθησαν την τελευταία κυριολεκτικά στιγμή μόνον αυτοί που επεχείρησαν την κατάληψη του Αρχηγείου και της Διεύθυνσης της Αστυνομίας. Γι’ αυτό ο αριθμός των θυμάτων ήταν σχετικά μικρός.

Οι αστυνομικοί πυροβόλησαν με διαταγή του αρχηγού της Αστυνομίας Άγγελου Έβερτ, κατόπιν αποφάσεως της κυβερνήσεως να μην μείνει ανυπεράσπιστο το κράτος.

Τα ντοκουμέντα στοιχεία ανατρέπουν την τρέχουσα ιστορική άποψη γύρω από την έναρξη των συγκρούσεων τον Δεκέμβριο του 1944. Η κλασσική αριστερή άποψη υποστηρίζει ότι η κυβερνητική παράταξη ευθύνεται γιά την έναρξη των συγκρούσεων με το αιματοκύλισμα του συλλαλητηρίου του ΕΑΜ στις 3/12/44. Σύμφωνα, όμως, με μια διαταγή του Γενικού Στρατηγείου του Ε.Λ.Α.Σ της ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗΣ ημέρας, διατάσσεται «... επίθεση κατά του Ζέρβα και... διάλυση της εθνοφυλακής καθ› άπασαν Ελλάδα...». Την διαταγή υπογράφει ο Γιώργης Σιάντος, ο τότε ηγέτης του ΚΚΕ.

2 makrigianni

Αρχίζουν οι μάχες

Την επόμενη ημέρα τα ξημερώματα, στην περιοχή του Θησείου, διεξήχθη η πρώτη μάχη ανάμεσα σε λόχο του ΕΛΑΣ και το σύνολο της Οργάνωσης Χ (200 περίπου άνδρες) που έδρευε στην περιοχή. Η μάχη διήρκεσε μερικές ώρες και ο ΕΛΑΣ κατέβαλε την άμυνα των αντιπάλων του, όμως οι Βρεταννοί επενέβησαν και μετέφεραν τον αρχηγό της Οργάνωσης Χ Γεώργιο Γρίβα και τους άνδρες του στο ελεύθερο κέντρο της Αθήνας. Μετά την κατάληψη του Θησείου, το μόνο εμπόδιο προς την πλατεία Συντάγματος ήταν πλέον το Σύνταγμα Χωροφυλακής Μακρυγιάννη.

Την ίδια ημέρα, οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ προχώρησαν σε κατάληψη όλων των αστυνομικών τμημάτων στον Πειραιά, αλλά δεν μπόρεσαν να καταλάβουν την Σχολή Ναυτικών Δοκίμων. Στην Αθήνα κατέλαβαν τα 17 από τα 23 αστυνομικά τμήματα, καθώς και τις φυλακές στην αρχή της λεωφόρου Βουλιαγμένης.

Την νύχτα της 4ης προς 5η Δεκεμβρίου, οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ επιχείρησαν την κατάληψη των φυλακών Συγγρού. Η επίθεση ανακόπηκε μετά από παρέμβαση των Βρεταννών, που χρησιμοποίησαν τεθωρακισμένα οχήματα. Παρόμοια εξέλιξη είχε η επίθεση στις φυλακές Χατζηκώστα που έληξε με παρέμβαση των Βρεταννών. Στις 5 Δεκεμβρίου, ο ΕΛΑΣ κατέλαβε την Γενική Ασφάλεια Αθηνών και συνέλαβε μερικούς αιχμάλωτους, ενώ οι περισσότεροι αστυνομικοί που υπεράσπιζαν το κτήριο φυγαδεύτηκαν από αγγλικά άρματα. Επίσης το 4ο σύνταγμα του ΕΛΑΣ κατέλαβε την έδρα της Ανώτατης Διοίκησης Χωροφυλακής Ελλάδος και αιχμαλώτισε 80 περίπου αξιωματικούς της χωροφυλακής. Στις 6 Δεκεμβρίου, ο ΕΛΑΣ μετά από διήμερη πολιορκία κατέλαβε την Ειδική Ασφάλεια Αθηνών και πυρπόλησε το κτίριο.

6 makrigianni

Η μάχη του Μακρυγιάννη

Στις 6 Δεκεμβρίου, ολόκληρη σχεδόν η Αθήνα ήταν στα χέρια των κομμουνιστών. Τα μόνα κέντρα αντιστάσεως ήταν το Σύνταγμα Χωροφυλακής στου Μακρυγιάννη, η Σχολή Χωροφυλακής (Λεωφόρος Μεσογείων) και το Στρατόπεδο Γουδή με την 3η ΕΟΤ.

Το Σύνταγμα Μακρυγιάννη θεωρήθηκε, από την ηγεσία του ΕΛΑΣ, ως το τελευταίο εμπόδιο προς την πλατεία Συντάγματος και επομένως την κατάληψη της εξουσίας. Από την άλλη πλευρά, οι υπερασπιστές του εγνώριζαν ότι ο αγώνας τους ήταν σκληρός και άνισος αλλά ήταν υπέρ πάντων. Η δύναμη ήταν 100 Αξιωματικοί (88 της Χωροφυλακής και 12 του Στρατού) και 430 οπλίτες. Η δύναμη αυτή, εκτός από το προσωπικό του Συντάγματος, προερχόταν και από άλλες αστυνομικές υπηρεσίες της Αττικής και της επαρχίας. Ο οπλισμός και τα πυρομαχικά δεν ήταν αρκετά για να αντιμετωπήσουν μια τόσο μεγάλη επίθεση. 300 τυφέκια, 15 υποπολυβόλα, 3 οπλοπολυβόλα, 1 πολυβόλο, 3 όλμοι με ελάχιστα βλήματα και 2 αντιαρματικά πυροβόλα.

Την ίδια ημέρα, παρουσιάστηκε εθελοντικά στο Σύνταγμα Χωροφυλακής Μακρυγιάννη ο Αντισυνταγματάρχης Πεζικού Κωνσταντίνος Κωστόπουλος. Ο Αντισυνταγματάρχης ήταν καθηγητής της Σχολής Χωροφυλακής και υπερασπιστής των οχυρών Μεταξά το 1940-41. Κατά την μάχη της Φλώρινας, ως διοικητής ταξιαρχίας, υπερασπίστηκε την πόλη εναντίον των κομμουνιστών. «Η Πατρίς κινδυνεύει και ήρθα να πολεμήσω εδώ ως απλός στρατιώτης. Με δέχεσθε;» Ο υποδιοικητής του Συντάγματος Αντισυνταγματάρχης Ευάγγελος Σοφράς του απήντησε: «Σε έστειλε ο Άγιος Νικόλαος».

Ως ειδικός στις μάχες εντός φρουρίων και τις οδομαχίες, παρουσίασε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο αμύνης των εγκαταστάσεων και ανέλαβε την διεύθυνση των πολεμικών επιχειρήσεων. Το σχέδιο προέβλεπε τρεις γραμμές αμύνης:

. 1η Γραμμή Αμύνης (εξωτερική), με 7 φυλάκια εγκατεστημένα σε παρακείμενες οικίες. Τα φυλάκια αυτά θα εμπόδιζαν τον εχθρό να πλησιάσει το στρατόπεδο.

. 2η Γραμμή Αμύνης, που ήταν η περίφραξη του στρατοπέδου. Αν τμήμα της περίφραξης έπεφτε στα χέρια του ΕΛΑΣ, θα έπρεπε να επέμβει η εφεδρεία για την ανακατάληψή του.

. 3η Γραμμή Αμύνης αποτελούσαν τα κτίρια, στα οποία θα δινόταν η τελική μάχη. Οι μαχητές ήταν αποφασισμένοι να πολεμήσουν από θάλαμο σε θάλαμο. Στην ταράτσα του κεντρικού κτιρίου εγκαταστάθηκε παρατηρητήριο και ένα οπλοπολυβόλο.

Η δύναμη του ΕΛΑΣ ήταν αρχικά ένα σύνταγμα των 1.500 ανδρών με τυφέκια, οπλοπολυβόλα και πολλά εκρηκτικά.

Στις 05:45 της 6ης Δεκεμβρίου, ξεκίνησε η σκληρότερη αλλά και αποφασιστικώτερη μάχη των Δεκεμβριανών. Ξεκίνησε με σφοδρό βομβαρδισμό και πυκνά πυρά πεζικού από πολλές κατευθύνσεις. Παρά την σθεναρή αντίσταση, οι Ελασίτες κατέλαβαν 4 φυλάκια. Όσοι υπερασπιστές τους δεν σκοτώθηκαν ή δεν συμπτύχθηκαν προς το στρατόπεδο, συνελήφθησαν, διαπομπεύθηκαν, βασανίστηκαν και εκτελέστηκαν. Συνεχίζοντας την επίθεση, οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ προσπάθησαν ανεπιτυχώς να ανατινάξουν με εκρηκτικά μέρος της περίφραξης. Σοβαρή επίπτωση στο ηθικό τους είχε η ανατίναξη, από βολή πυροβόλου, των εκρηκτικών που μετέφεραν σε ένα φυλάκιο που είχαν καταλάβει και ο θάνατος των 70 συντρόφων τους που τα συνόδευαν.

Οι απώλειες των αμυνομένων κατά την πρώτη ημέρα ήταν σημαντικές. 14 νεκροί, 33 τραυματίες και 41 αγνοούμενοι. Βεβαίως οι Ελασίτες είχαν πολύ μεγαλύτερες απώλειες. Ο διευθύνων τις επιχειρήσεις αντισυνταγματάρχης Κωστόπουλος, το πρωί της επομένης εξέδωσε ημερησία διαταγή, η οποία μεταξύ των άλλων έγραφε: «Θα διατηρώ την ανάμνησιν ότι εις την μάχην της 6ης Δεκεμβρίου 1944 η Βασιλική Χωροφυλακή έδειξε μαχητικότητα πολύ καλλιτέραν από αυτού του Πεζικού εις το οποίον ανήκω. Σας συγχαίρω και σας ευχαριστώ».

 1 makrigianni

Την επομένη, οι επιτιθέμενοι αρκέστηκαν σε πυρά παρενόχλησης και προπαρασκευή νέων επιθέσεων. Τις νυκτερινές ώρες της 7ης προς 8ης Δεκεμβρίου, οι επιτιθέμενοι ανατίναξαν μέρος του νοτίου τμήματος της περίφραξης και την 9η ακόμη ενός τμήματος. Την 8η Δεκεμβρίου, οι υπερασπιστές του Μακρυγιάννη με αιφνιδιαστική αντεπίθεση ανακατέλαβαν δύο φυλάκια, συνέλαβαν 50 αιχμαλώτους και παρέλαβαν πολλά όπλα και πυρομαχικά.

Στις 9 του μηνός, οι κομμουνιστές δέχθηκαν την ενίσχυση ενός τάγματος, ενός λόχου και δύο πυροβόλων και το πρωί της επομένης εξαπέλυσαν σφοδρότατη επίθεση, αλλά μέχρι την 18:00 αποκρούστηκαν από τους αμυνόμενους.

10 makrigianni

Την νύκτα της 11ης προς 12η Δεκεμβρίου, μετά από την άφιξη νέων ενισχύσεων, οι αντάρτες επιχείρησαν νέα αιφνιδιαστική επίθεση και γι’ αυτό δεν προηγήθηκε προπαρασκευή πυροβολικού. Όμως οι αμυνόμενοι, λόγω του άριστου συστήματος πληροφοριών που διέθεταν, περίμεναν την ενέργεια. Στις 20.00, ένας λόχος με 100 άνδρες προσπάθησε να εισβάλει από το ρήγμα της νότιας περίφραξης, αλλά έπεσε σε νάρκες και τα πυρά των αμυνομένων και αναγκάστηκε να υποχωρήσει, αφήνοντας στο πεδίο της μάχης 50 νεκρούς. Το ίδιο ανεπιτυχής ήταν και η προσπάθεια που έγινε δύο ώρες μετά. Τα μεσάνυχτα, από ρήγμα που δημιούργησαν στην δυτική περίφραξη δύο δυναμιτιστές, προσπάθησαν να διεισδύσουν κρυφά ομάδες Ελασιτών. Όμως φωτιστικά βλήματα μετέτρεψαν την νύκτα σε μέρα και επέτρεψαν στους χωροφύλακες να κατατροπώσουν τους εισβολείς που είχαν τρομερές απώλειες.

 13 makrigianni

Στις 12 Δεκεμβρίου, σταμάτησαν οι επιθέσεις. Μέχρι την 15η του μηνός κάποιες προσπάθειες των κομμουνιστών έπεσαν στο κενό. Η μάχη του Μακρυγιάννη είχε χαθεί για τον ΕΛΑΣ. Το οχυρό, παρά την μικρότερη δύναμή του και τον κατώτερο εξοπλισμό του, άντεξε.

Η μάχη του Συντάγματος Χωροφυλακής Μακρυγιάννη ήταν μια σκληρή και συνεχής μάχη με πολλούς νεκρούς και τραυματίες και από τους δύο αντιμαχόμενους. 33 νεκροί και 120 τραυματίες ήταν ο φόρος αίματος των αγωνιστών του Μακρυγιάννη. Οι Ελασίτες είχαν πολύ μεγαλύτερες απώλειες.

Η νίκη των κυβερνητικών δυνάμεων συνέβαλε σημαντικά στο να μείνει ελεύθερο το μικρό κομμάτι της Αθήνας, στο οποίο είχαν έδρα η ελληνική κυβέρνηση και οι περισσότερες ξένες αποστολές. Μετά την νίκη αυτή άρχισε η αντίστροφη μέτρηση για το κομμουνιστικό κίνημα.

12 makrigianni

Οι Ευέλπιδες αντιστέκονται

Η Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων επαναλειτούργησε αμέσως μετά την Απελευθέρωση (19 Οκτωβρίου 1944), με μαθητές τους Ευέλπιδες Ι και ΙΙ τάξης που φοιτούσαν πριν από τον πόλεμο. Στις 9 Δεκεμβρίου, ένα σύνταγμα του ΕΛΑΣ συν ένα τάγμα και δύο αντιαρματικά πυροβόλα, πραγματοποίησε επίθεση στην Σχολή Ευελπίδων, στον χώρο της οποίας βρίσκονταν 23 αξιωματικοί και 183 ευέλπιδες. Τα πυρομαχικά των Ευελπίδων τελείωναν, ενώ ο ανεφοδιασμός και η επικοινωνία ήταν αδύνατη. Η πολιορκία λύθηκε μετά από τρεις ημέρες και το προσωπικό της σχολής μεταφέρθηκε στα ανάκτορα. Απώλειες δύο νεκροί (Υπολοχαγός Αθανάσιος Ράντος και Εύελπις Δημήτριος Πούλος) και 17 τραυματίες.

3 makrigianni

Οι άλλες μάχες

Την νύκτα της 6ης προς 7η Δεκεμβρίου, οι Ελασίτες πολιόρκησαν το τάγμα μετεκπαιδεύσεως, το αρχηγείο της Χωροφυλακής, το αστυνομικό τμήμα Πλάκας, το τμήμα μεταγωγών,την γενική ασφάλεια, το μηχανοκίνητο τμήμα της ΑΠ, ενώ εγκαταστάθηκαν με ισχυρές δυνάμεις βορείως του στρατοπέδου Γουδή και δυτικώς της Σχολής Χωροφυλακής, με αντικειμενικό σκοπό την κατάληψή τους.

Τις πρώτες πρωινές ώρες της 7ης Δεκεμβρίου, μετά από προπαρασκευή με πυκνά πυρά όλμων, εκδηλώθηκε η επίθεση του ΕΛΑΣ κατά της σχολής Χωροφυλακής και του στρατοπέδου Γουδή (3η ΕΟΤ). Μετά από σθεναρή άμυνα της Χωροφυλακής και των Ριμινιτών, οι επιτιθέμενοι υποχώρησαν, εγκαταλείποντας στο πεδίο της μάχης 80 νεκρούς. Την ίδια ημέρα, στο κέντρο της Αθήνας, συνεχίστηκαν οι μάχες χωρίς αποτέλεσμα για τον ΕΛΑΣ. Η 3η ΕΟΤ αντεπιτιθέμενη επέτυχε να διευρύνει την ελεγχόμενη από αυτήν περιοχή και να συλλάβει 280 αντάρτες.

Στις 10 Δεκεμβρίου, οι Ελασίτες, αφού δέχθηκαν ισχυρές ενισχύσεις, επεχείρησαν και πάλι ανεπιτυχώς να καταλάβουν την Σχολή Χωροφυλακής και το Γουδί. Στο κέντρο της Αθήνας προσπαθούσαν να προωθήσουν τις θέσεις τους επιτιθέμενοι σε σημεία αντιστάσεως των Σωμάτων Ασφαλείας και συμπλεκόμενοι με ομάδες νομιμοφρόνων πολιτών, όπως αυτή που κατείχε το Χημείο (οδός Σόλωνος).

Ο ΕΛΑΣ επέτυχε την 11η Δεκεμβρίου να ελέγχει την λεωφόρο Συγγρού, την μόνη οδό επικοινωνίας της πρωτεύουσας με τον Πειραιά. Σε σύσκεψη το βράδυ της ίδιας ημέρας, η βρεταννική διοίκηση αποφάσισε προ της δυσμενούς καταστάσεως να εγκαταλείψει την Αθήνα στα χέρια του ΕΛΑΣ.

Ο διοικητής της 3ης ΕΟΤ Θρασύβουλος Τσακαλώτος αντέδρασε, δηλώνοντας ότι αυτός και οι άνδρες τους δεν πρόκειται να εγκαταλείψουν τις θέσεις τους και ότι θα πολεμήσουν, έστω και μόνοι. Η γενναία στάση του ήρωα Αξιωματικού, σε συνδυασμό με την άφιξη ενισχύσεων, ανέτρεψε την απόφαση της διοίκησης.

Στις 14 Δεκεμβρίου, μετά την σύμπτυξη του μηχανοκινήτου τμήματος, της γενικής ασφάλειας και της τροχαίας, ελάχιστα τμήματα αντιστέκονταν και οι Ελασίτες κατείχαν περισσότερο από τα εννέα δέκατα της Αθήνας και ήταν σε απόσταση αναπνοής από το κέντρο. Την ίδια ημέρα, άρχισε η συγκρότηση νέων Ταγμάτων Εθνοφυλακής, τα οποία σύντομα ανέλαβαν δράση. Στις 18 του μηνός, Τάγμα Εθνοφυλακής κατέλαβε τον Λυκαβηττό, όπου εγκαταστάθηκαν πυροβόλα για την υποστήριξη των επιχειρήσεων στο κέντρο. Την ίδια ημέρα, άρχισαν οι αποφασιστικές επιχειρήσεις κατά του ΕΛΑΣ σε συνοικίες της Αθήνας.

4 makrigianni

Εκρηκτικά στην «Μεγάλη Βρεταννία»

Την νύχτα της 23ης προς 24η Δεκεμβρίου, δυνάμεις του ΕΛΑΣ προχώρησαν στην υλοποίηση σχεδίου που στόχευε στην ανατίναξη του ξενοδοχείου «Μεγάλη Βρεταννία», όπου διέμεναν η ελληνική κυβέρνηση, το βρεταννικό επιτελείο και πολλές διπλωματικές αποστολές, μεταξύ των οποίων και των ΗΠΑ και της ΕΣΣΔ. Για τον σκοπό αυτόν, παγιδεύτηκε με εκρηκτικά υπόνομος, που κατέληγε δίπλα στα θεμέλια του κτιρίου. Η έκρηξη αναβλήθηκε προσωρινά λόγω της άφιξης του Τσώρτσιλ στην Ελλάδα και στο διάστημα αυτό Άγγλοι εντόπισαν και απενεργοποίησαν τα εκρηκτικά.

Το τέλος των επιχειρήσεων

Από την 28η Δεκεμβρίου, η κατάσταση άρχισε να αλλάζει. Με γενική επίθεση κατά του ΕΛΑΣ άρχισε η εκκαθάριση της Αθήνας. Η 3η ΕΟΤ επετέθη από το Γουδή προς νότον. Την επομένη, δόθηκε η τελευταία μάχη των ανταρτών, στην οποία ηττήθηκαν με πολλές απώλειες σε προσωπικό και οπλισμό. Οι Ελασίτες έχασαν πλέον την επιθετική πρωτοβουλία και περιορίσθηκαν σε ελαστική άμυνα.

Τελικά, στις 6 Ιανουαρίου του 1945, οι δυνάμεις του ΕΑΜικού μετώπου αναγκάστηκαν να εκκενώσουν τον Πειραιά και την Αθήνα, παραλαμβάνοντας χιλιάδες πολίτες ως ομήρους. Πέντε μέρες αργότερα, στις 11 Ιανουαρίου, οι μάχες τερματίστηκαν, μετά από συμφωνία του Ε.Α.Μ. με τον στρατηγό Σκόμπυ. Μετά την ήττα του, ο ΕΛΑΣ (υπο την ηγεσία του Σιάντου) αποχώρησε από την Αθήνα, μαζί με χιλιάδες υποστηρικτές του, καθώς και με χιλιάδες ομήρους, αμάχους και μη.

Στις 12 Φεβρουαρίου 1945, μετά από συζητήσεις δέκα ημερών μεταξύ κυβέρνησης και ΚΚΕ-ΕΛΑΣ, υπεγράφη η συμφωνία της Βάρκιζας. Έτσι έκλεισε μια αιματηρή περίοδος, αλλά, δυστυχώς, ακολουθεί ο 3ος γύρος.

5 makrigianni

Ο τραγικός απολογισμός

Ο αστικός πολιτικός κόσμος της εποχής κατηγόρησε την ηγεσία του ΕΑΜ και το ΚΚΕ για υπαναχώρηση, όσον αφορά τον αφοπλισμό των ανταρτικών ομάδων, και για προσχηματική αρχική συμφωνία, την οποία αρκετοί τότε απέδωσαν στο ότι αναμένονταν στην Ελλάδα πολύ περισσότερες συμμαχικές (Βρεταννικές) δυνάμεις από αυτές που τελικά ήρθαν. Επίσης, το ΕΑΜ κατηγόρησε τους αντιπάλους του για επέμβαση ξένων δυνάμεων στα ελληνικά πολιτικά πράγματα.

Μεγάλο μέρος της Αθήνας είχε μετατραπεί σε ερείπια και πολλοί άμαχοι έχασαν την ζωή τους από τις μάχες που διεξάγονταν στους δρόμους της Αθήνας, αλλά και από τους αεροπορικούς βομβαρδισμούς των Άγγλων.

Κατά την διάρκεια των Δεκεμβριανών, μέλη της οργάνωσης ΟΠΛΑ δολοφόνησαν έναν αριθμό αντιφρονούντων, υποστηρικτών του αστικού καθεστώτος, αλλά και αμφισβητιών της επίσημης κομματικής γραμμής του ΚΚΕ , μεταξύ των οποίων και γύρω στους 50 τροτσκιστές/αρχειομαρξιστές, οι οποίοι χαρακτήριζαν τα Δεκεμβριανά ως σταλινικό πραξικόπημα. Στην περιοχή των διϋλιστηρίων της ΟΥΛΕΝ έλαβαν χώρα εκτελέσεις. Ανάμεσα στα θύματα της ΟΠΛΑ ήταν η ηθοποιός Ελένη Παπαδάκη και ο πρύτανις του ΕΜΠ Ιωάννης Θεοφανόπουλος.

Τα γεγονότα του Δεκέμβρη του 1944 στην Αθήνα θεωρούνται από μια πλευρά των ιστορικών ως η δεύτερη φάση της ανταρσίας (ο «δεύτερος γύρος» κατά την μεταπολεμική οπτική) και οδήγησαν στην τρίτη φάση («τρίτο γύρο»), που τερματίστηκε το 1949 με την στρατιωτική ήττα του ΚΚΕ. Η σύγκρουση των Δεκεμβριανών, καθώς και οι περιπτώσεις ακραίας βίας, όχι μόνο κατά δοσίλογων αλλά και κατά υποστηρικτών της κυβέρνησης και του αστικού καθεστώτος, αύξησε το αντικομμουνιστικό μένος της αντίπαλης πλευράς και έκανε πολύ δύσκολη την προοπτική της άμβλυνσης των παθών για πάρα πολλά χρόνια.

Στον πιο αποδεκτό «πίνακα απωλειών» των αντιμαχόμενων πλευρών, οι εθνικές δυνάμεις είχαν 3480 νεκρούς (889 ανήκαν στην χωροφυλακή και την αστυνομία και 2540 στα στρατιωτικά τμήματα) και πολλούς αιχμαλώτους. Οι απώλειες του ΕΛΑΣ υπολογίστηκαν στους 2-3 χιλιάδες νεκρούς και 7-8 χιλιάδες αιχμαλώτους.

Μέχρι τις 25 Δεκεμβρίου, ο αριθμός των συλληφθέντων από το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ φθάνει τις 8.000, οι οποίοι με την αποχώρησή τους από την Αθήνα ξεπερνούν τις 15.000 όμηρους. Δύο χιλιάδες περίπου από αυτούς εκτελέστηκαν. Οι λεηλασίες ως κόστος ξεπέρασαν το ένα δισεκατομμύριο δραχμές της εποχής και κάηκαν ή ανατινάχθηκαν περισσότερες από 200 οικίες.

Στην απόφαση της 11ης ολομέλειας της ΚΕ του ΚΚΕ αναφέρεται: «Η σύλληψη αμάχων, έστω και σαν μέτρο άμυνας κατά του άγριου διωγμού και ομηρίας από μέρους των Παπανδρέου-Σκόμπυ, ήταν σοβαρό πολιτικό λάθος».

*Συνταγματάρχου ε.α. και οικονομολόγου, Γενικού γραμματέως της Ελληνικής Ακαδημίας Διοίκησης Επιχειρήσεων, συγγραφέως συγγραμμάτων περί στρατηγικής

9 makrigianni

Κάντε Like στη σελίδα μας στο facebook και ακολουθείστε μας στο Twitter

Write on Δευτέρα, 21 Αυγούστου 2017 Κατηγορία ΙΣΤΟΡΙΑ

Του Βλαση Αγτζιδη*

Η 15η Δεκεμβρίου του 1937 θεωρείται η ημέρα που ο όρος «Έλληνας» μετατράπηκε σε πολιτική κατηγορία και οδήγησε σε μαζικές συλλήψεις κατά των μελών της ελληνικής μειονότητας στη Σοβιετική Ένωση. Οι διώξεις συμπεριέλαβαν όλους τους άρρενες Ελληνες ανεξάρτητα από την πολιτική ή κοινωνική τους θέση. Συνελήφθη όλη η ελληνική ηγετική ομάδα που αποτελείτο από πιστά μέλη του Κομμουνιστικού Κόμματος. Συνελήφθησαν τόσο οι ντόπιοι Έλληνες (Μαριουπολίτες, Πόντιοι, απόγονοι των παλιών μεταναστών από τον ελλαδικό χώρο), όσο και οι πολιτικοί πρόσφυγες από Ελλάδα -μέλη και φίλοι του ΚΚΕ- που είχαν καταφύγει στη Σοβιετική Ενωση για να αποφύγουν τις πολιτικές διώξεις που είχαν ξεκινήσει με το Ιδιώνυμο (1928) και εντάθηκαν την περίοδο της δικτατορίας του Ιωάννη Μεταξά.

Με το Διάταγμα-Ντιρεκτίβα 50215 που έφερε την υπογραφή του επικεφαλής της Κρατικής Ασφάλειας (ΝΚVD) Νικολάι Γιεζόφ, η ελληνική σοβιετική μειονότητα είχε θεωρηθεί ύποπτη. Σύμφωνα με αυτήν την αντίληψη, η εθνοτική καταγωγή ταυτιζόταν με πολιτικό αδίκημα. Υπολογίζεται ότι η Ασφάλεια συνέλαβε 15.000 πολίτες ελληνικής καταγωγής. Ενα σημαντικό τμήμα της μειονότητας, που προερχόταν από τις περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και είχε εγκατασταθεί στην ΕΣΣΔ εξαιτίας της Μικρασιατικής Καταστροφής, βίωνε για δεύτερη φορά μέσα σε λίγα χρόνια μια παρόμοια κατάσταση, καθώς λίγα χρόνια πριν είχε βρεθεί στο στόχαστρο των Νεότουρκων εθνικιστών. Η πολιτική αυτή της συλλογικής ευθύνης λόγω της ένταξης σε μια εθνοτική ομάδα και της ενοχοποίησης της πολιτισμικής ταυτότητας, θα αποτελέσει βασικό άξονα της σταλινικής πολιτικής κατά συγκεκριμένων μειονοτικών ομάδων.

Ενα διάταγμα σήμανε τις ομαδικές διώξεις κατά της μειονότητας
Τα σύννεφα είχαν αρχίσει να πυκνώνουν από το φθινόπωρο του '37. Ο Ivan Tzouha (Ιβάν Τζουχά) στο βιβλίο του «Gretseskayia Operatsia» («Ελληνική Επιχείρηση») αναφέρει ως πρώτη επίσημη πράξη κατά των μειονοτήτων, την απόφαση που ελήφθη στη συνεδρίαση του Οργανωτικού Γραφείου της Κ.Ε. του Κομμουνιστικού Κόμματος (ΠΚΚ-μπ) με βάση την οποία η ύπαρξη εθνικών σχολείων (φινλανδικών, γερμανικών, αγγλικών, ελληνικών κ.λπ.) θεωρείτο «επιβλαβής» για τον σοβιετικό σοσιαλισμό και καλούσε τους υπεύθυνους της NKVD να λάβουν τα αναγκαία μέτρα. Τότε έκλεισαν 250 ελληνικά σχολεία στον Καύκασο, την περιοχή Κρασνοντάρ (Νότια Ρωσία), την Κριμαία και την περιοχή της Αζοφικής (Μαριούπολη-Ντονιέτσκ).

Η πολιτική της στοχοποίησης της ελληνικής μειονότητας θα κωδικοποιηθεί με το Διάταγμα-Ντιρεκτίβα υπ. αριθμ. 50215. Στο Διάταγμα που είχε την υπογραφή του Γιεζόφ, «επιτρόπου του ΛΚΕΥ (Λαϊκό Κομισαριάτο Εσωτερικών Υποθέσεων) της ΕΣΣΔ, γενικού επιτρόπου της Κρατικής Ασφάλειας», αναφέρονταν τα εξής:

«Παράλληλα με την κατασκοπευτική και υπονομευτική δραστηριότητα προς το συμφέρον των Γερμανών και των Ιαπώνων, η ελληνική κατασκοπεία αναπτύσσει εντατική αντισοβιετική και εθνικιστική δραστηριότητα, στηριζόμενη σε πολίτες με αντισοβιετικές βλέψεις... ανάμεσα στον ελληνικό πληθυσμό της ΕΣΣΔ. Με σκοπό την αναχαίτιση της δραστηριότητας της ελληνικής κατασκοπείας στο έδαφος της ΕΣΣΔ ΔΙΑΤΑΣΣΩ:

Στις 15 Δεκεμβρίου ταυτόχρονα, σ' όλες τις Δημοκρατίες και τις Περιφέρειες, να συλληφθούν όλοι οι Ελληνες, οι οποίοι είναι ύποπτοι για κατασκοπευτική, αντάρτικη και εθνικιστική αντισοβιετική δραστηριότητα.

Συλλαμβάνονται όλοι οι Ελληνες (Ελληνες υπήκοοι και πολίτες της ΕΣΣΔ) των εξής κατηγοριών:

Α) Οσοι είναι εγγεγραμμένοι στον κατάλογο του ΛΚΕΥ και όσοι είναι υπό παρακολούθηση.

Β) Πρώην μεγαλέμποροι, μαυραγορίτες και λαθρέμποροι.

Γ) Ελληνες που αναπτύσσουν εντατική εθνικιστική δραστηριότητα, πρώτοι απ' όλους οι πρώην κουλάκοι και όσοι απέφυγαν την αποκουλακοποίηση.

Δ) Πολιτικοί πρόσφυγες από την Ελλάδα και όλοι οι Ελληνες, οι οποίοι ήρθαν παράνομα στην ΕΣΣΔ, άσχετα από ποια χώρα έφτασαν».

Προσπαθώντας να μελετήσω την άγνωστη ιστορία του σοβιετικού ελληνισμού και ειδικά την εποχή των σταλινικών διώξεων, συνάντησα κάποιους αξιοσημείωτους ανθρώπους που έζησαν σε όλες τις μορφές τη βία εκείνης της εποχής. Τον Γιάννη Καραμανίδη τον συνάντησα στα τέλη της δεκαετίας του '80 σ' ένα φτωχικό αυθαίρετο σπιτάκι στην Ανω Φούσα Ασπροπύργου. Ο Καραμανίδης είχε βιώσει όλη την κοσμογονική αλλαγή που συνέβη στις δύο ακτές της Μαύρης Θάλασσας. Τη γενοκτονία και την κυριαρχία του τουρκικού εθνικισμού στις περιοχές του μικρασιατικού Πόντου, την προσφυγιά στη Σοβιετική Ενωση και τις πολιτικές εξελίξεις του Μεσοπολέμου. Εζησε τη Νέα Οικονομική Πολιτική (ΝΕΠ) και υπήρξε θύμα του σταλινισμού κατά την έναρξη της «Ελληνικής Επιχείρησης». O Καραμανίδης ήταν γόνος εύπορης οικογένειας των Κοτυώρων του μικρασιατικού Πόντου. Η πολιτική των Νεότουρκων τον υποχρέωσε να ανέβει στο βουνό στα 17 του χρόνια και να γίνει αντάρτης. Με τη Μικρασιατική Καταστροφή, μετά από πέντε χρόνια αντάρτικης δράσης, κατέφυγε στο Αντλερ της Σοβιετικής Ενωσης, όπου συνελήφθη το 1937. Περιέγραψε ως εξής τη σύλληψή του: «Με έπιασαν στις 18 Δεκεμβρίου 1937. Με πήγαν στη φυλακή του Κρασνοντάρ. Μου ζητούσαν να υπογράψω ότι ανατίναξα το γεφύρι στο Τανγκανρόκ. Εγώ δεν ήξερα ούτε πού βρισκόταν αυτό... Εκεί έφαγα πολύ ξύλο... Στις 12 το βράδυ έρχονται, με παίρνουν για ανάκριση. Με χτυπούσαν και μου έλεγαν να υπογράψω ότι χάλασα το γεφύρι. Με έβαλαν γυμνό σε μια κάμαρα να στέκω όρθιος. Οι τοίχοι γύρω ήταν γεμάτοι καρφιά. Δεν μπορούσες να ακουμπήσεις πουθενά. Εριχναν κρύο νερό πάνω μου. Πρήστηκα. Με έβγαλαν έξω να υπογράψω. Εγώ δεν υπόγραφα. Εκλειναν με το χέρι τους το κείμενο και μου έλεγαν "υπόγραψε". Τους έλεγα "να διαβάσω τι γράφει και μετά θα το υπογράψω". Αυτός δεν το φανέρωνε αλλά έβριζε και μου έλεγε "υπόγραψε". "Ανοίχτε να διαβάσω για να ξέρω γιατί με έχετε εδώ" έλεγα. Τότε άρχιζε το ξύλο. Πολύ ξύλο. Με χτύπαγε ο ένας και μετά με πέταγε στον άλλο. Τα ίδια και αυτός. Μέχρι που σωριαζόμουν κάτω».

Τελικά η Δυάδα των Γιεζόφ και Βισίσκι που υπέγραφε όλες τις καταδίκες ή τις εκτελέσεις -από τον Σεπτέμβριο του '38 το δικαίωμα υπογραφής δίνεται σε τοπικές Τριμελείς Επιτροπές (τρόικα)- τον καταδίκασε σε 10ετή κάθειρξη. Ο Καραμανίδης περιπλανήθηκε σε διάφορα μέρη στην Απω Ανατολή: Καμτσάτκα, Σαχαλίνη, Βλαδιβοστόκ για να καταλήξει τελικά στα στρατόπεδα συγκέντρωσης του Μαγκαντάν της Κολιμά. Περιγράφει ως εξής τις συνθήκες διαβίωσης: «Το στρατόπεδο ήταν γεμάτο από Ελληνες. Υπήρχαν απ' όλα τα έθνη: Ρώσοι, Γεωργιανοί, Πολωνοί, Εγγλέζοι. Δεκαοχτώ χιλιάδες έφεραν με μας εκεί. Από αυτούς επέζησαν οι 300. Οι άλλοι πέθαναν από την πείνα και το κρύο. Μαγειρεύαμε πριονίδι για να τρώμε. Στοίβες ήταν τα πτώματα. Μαυρισμένα ήταν. Εσκαβαν λάκκους 50 μέτρα μήκος και 15 πλάτος. Για να ανοίξουν ένα λάκκο έκαναν 4 με 5 μέρες. Παγωμένο ήταν το χώμα. Δεν σκαβόταν. Εσκαβαν λίγο, μετά έχυναν πετρέλαιο και έβαζαν φωτιά. Ετσι έλιωνε ο πάγος και συνέχιζαν το σκάψιμο. Μετά από λίγο πάλι. Μέχρι να φτάσουν τα τρία μέτρα. Τους πεθαμένους τους έσπρωχναν μ' ένα τρακτέρ μέσα στο λάκκο. Χιλιάδες ομαδικοί τάφοι υπήρχαν σ' εκείνους τους κάμπους της Κολιμά... Στη δουλειά μας πήγαιναν 20-30 ανθρώπους. Γύρω μας φαντάροι. Αν κάποιος δεν μπορούσε να περπατήσει τον χτυπούσαν. Το χειρότερο όμως ήταν τα σκυλιά. Οποιος ήταν φυλακισμένος με το άρθρο 58 του ποινικού κώδικα δεν είχε κανένα δικαίωμα. Κι αν πέθαινες και αν σε σκότωναν δεν έδιναν λογαριασμό σε κανένα. Στη φυλακή δεν μιλούσαμε καθόλου. Ο πολιτικός κρατούμενος δεν έχει γλώσσα. Παντού στη στολή είχαμε το νούμερό μας. Εγώ ήμουν το νούμερο 665. Αυτόν είχα μέχρι το τέλος. Οι ποινικοί κρατούμενοι είχαν περισσότερες ελευθερίες».

«Από 25.000 μείναμε 600»
Στην ερευνητική μου περιπλάνηση συνάντησα στη Νέα Σμύρνη και τον Παύλο Κερδεμελίδη. Αλλον έναν ομογενή που είχε βιώσει τη σταλινική βία και είχε ζήσει στα στρατόπεδα συγκέντρωσης της περιοχής Βορκουτά 12,5 χρόνια. Ο Κερδεμελίδης είχε γεννηθεί στα περίχωρα της Τραπεζούντας του Πόντου και είχε καταφύγει στην Κριμαία της Ρωσίας λόγω της γενοκτονίας που πραγματοποιούσε ο νεοτουρκικός εθνικισμός στα νότια παράλια της Μαύρης Θάλασσας. Τον συνέλαβαν στις 15 Δεκεμβρίου 1937 στην Αλούπκα (παραφθορά της Αλωπεκής Φωλέα, όπως ήταν η αρχαία ελληνική ονομασία της περιοχής). Ηταν ο πρόεδρος της «κοπερατίβας φωτογράφων».

Η σύλληψή του έγινε με τον εξής τρόπο: «Με συνέλαβε η NKVD χωρίς να ξέρω το γιατί. Αργότερα άρχισαν τις ανακρίσεις και μας πήγαιναν από τη Γιάλτα στη Σεβαστούπολη. Στις ανακρίσεις χτυπούσαν με βούρδουλα και ρωτούσαν τι ξέρω γι' αυτόν ή τον άλλο. Δεκαοχτώ μήνες γίνονταν οι ανακρίσεις... Η κατάθεση που υπόγραψα έλεγε ότι ήμουν σε κάποια ομάδα, ότι θέλαμε να ρίξουμε τη σοβιετική κυβέρνηση».

Με βάση την ομολογία του ο Κερδεμελίδης καταδικάστηκε σε καταναγκαστικά έργα από την Τριμελή Επιτροπή. Μετά από περιπλάνηση σε διάφορα στρατόπεδα συγκέντρωσης τον μεταφέρουν σε στρατόπεδο στην περιοχή Βορκουτά. Περιγράφει με τον εξής τρόπο τη μεταφορά τους στο στρατόπεδο και τις συνθήκες διαβίωσης: «Το 1939 μας φόρτωσαν σε 90 βαγόνια 25.000 άτομα (σ.σ. απ' όλες τις εθνικότητες) και μας πήγαν στη Σιβηρία. Εκεί ήταν δάση. Μας έβγαλαν, ανοίξαμε δρόμο και φτάσαμε σε μια πεδιάδα. "Εδώ θα μείνετε" μας είπαν. Μέσα στο δάσος, δίχως σπίτια, δίχως τίποτα. Μέσα στο χιόνι. Ετσι, σε έξι μήνες από 25.000 μείναμε 600... Εκεί δουλεύαμε. Κόβαμε ξύλα και τα στοιβάζαμε. Γύρω μας ήταν φαντάροι μ' αυτόματα. Ολα τα ξύλα σάπισαν εκεί βέβαια. Ηθελαν να μας εξοντώσουν. Οι περισσότεροι πέθαναν. Κανείς ποτέ δεν θα μάθει πόσοι ήταν αυτοί οι άνθρωποι... Πηγαίναμε για δουλειά τέσσερις τέσσερις. Γύρω τα σκυλιά και τα αυτόματα. Ενα βήμα δεξιά, ένα βήμα αριστερά πυροβολούσαν χωρίς προειδοποίηση».

Μικρό ενδιαφέρον από την ελληνική ιστοριογραφία
Παρότι έχουν περάσει 23 χρόνια από την έκδοση στην Ελλάδα της πρώτης μονογραφίας για εκείνα τα συγκλονιστικά γεγονότα με τίτλο «Ποντιακός Ελληνισμός: Από τη Γενοκτονία και τον Σταλινισμό στην Περεστρόικα», εντούτοις ελάχιστα ενδιαφέρθηκε γι' αυτά η νεοελληνική ιστοριογραφία. Και ας ακολούθησε η κατάρρευση του κομμουνιστικού κόσμου, ας γέμισαν οι ελληνικές πολιτείες με χιλιάδες απόκληρους πρόσφυγες, ομογενείς και άλλους, του αποτυχημένου σοσιαλιστικού πειράματος του 20ού αιώνα και ας βιώνει ακόμα ο πλανήτης την ανισορροπία που επέφερε το τέλος του διπολικού κόσμου. Η ουδέτερη στάση -ίσως και αδιάφορη, αλλά και κάποιες φορές επιδοκιμαστική των διώξεων- είναι αποκαλυπτική των νεοελληνικών μας ορίων, της περιορισμένης ικανότητας να αντιλαμβανόμαστε τις εξελίξεις στον περιβάλλοντα χώρο, την έλλειψη συναισθημάτων αλληλεγγύης προς πληθυσμούς που υποφέρουν, αλλά και της βαθύτατης αλλοτρίωσης στην οποία έχει περιέλθει ο νέος ελληνισμός. - ΠΗΓΗ

* Ο κ. Βλάσης Αγτζίδης είναι διδάκτωρ Σύγχρονης Ιστορίας και μαθηματικός. http://kars1918.wordpress.com/

Κάντε Like στη σελίδα μας στο facebook και ακολουθείστε μας στο Twitter

Write on Σάββατο, 05 Σεπτεμβρίου 2015 Κατηγορία ΣΤΗΝ ΑΝΑΦΟΡΑ
Γράφει ο Παναγιώτης Λιάκος

«Στις 29 Αυγούστου ο Νομάρχης και ο Δήμαρχος Δράμας σε συνεργασία με την Ενωση Απόστρατων Αξιωματικών Στρατού οργανώνουν γιορτή μίσους επαναφέροντας το εμφυλιακό κλίμα του παρελθόντος. Στο πρόγραμμα της εκδήλωσης που σας αποστέλλουμε, οι οργανωτές αναφέρουν ότι θα καταθέσουν στεφάνια μεταξύ άλλων και οι Ενοπλες Δυνάμεις, ο Διευθυντής της Αστυνομίας και ο Διοικητής του Πυροσβεστικού Σώματος. Θεωρώντας ότι πρέπει να υπάρξει τέλος σε ανάλογες εκδηλώσεις και σε κάθε περίπτωση δεν θα πρέπει σε αυτές να παρευρίσκονται οι κατά τόπους Αρχές και υπηρεσιακοί παράγοντες, αναμένουμε την έγκαιρη παρέμβασή σας. Σημειώνουμε ότι, όπως αναφέρεται στη σχετική πρόσκληση, ανάλογες εκδηλώσεις οργανώνονται και σε άλλες περιοχές της χώρας».

Επιστολή του βουλευτή του ΚΚΕ Μπάμπη Αγγουράκη στους υπουργούς Αμυνας, Δημόσιας Τάξης και Εσωτερικών και Δημόσιας Διοίκησης, όπως δημοσιεύτηκε στον «Ριζοσπάστη» στις 26/8/1999.

Η σχέση της μαρξικής άνευ θεού θρησκείας με την ελευθερία δεν χρήζει εξηγήσεως ή αναλύσεως. Εξηγήθηκε και αναλύθηκε για διάστημα μεγαλύτερο των 70 ετών σε μια απέραντη φυλακή με εκατοντάδες εκατομμύρια ελεύθερους-κρατουμένους, που αποκαλούνταν από τους κομισάριους-δεσμοφύλακες «σοβιετικές σοσιαλιστικές δημοκρατίες». Τα αποτελέσματα του πολυετούς εγκλεισμού λαών σ' αυτό το κολαστήριο τα είδαμε και τα κύματα από τα απόνερα της σύστασης και της διάλυσης αυτής της φρικτής κατασκευής δεν έχουν καταλαγιάσει ακόμα.
Καθετί που εξυπηρετεί την επιβίωση, την ανάπτυξη και τη γιγάντωση της κοσμικής θρησκείας του κομμουνισμού είναι ανεκτό, «ελεύθερο», «δημοκρατικό» και «προοδευτικό». Το αυτό ισχύει και για τα υπόγεια της KGB, της Στάζι, της Σιγκουρίμι και της Σεκιουριτάτε, όπου -κατά το δόγμα των εναπομεινάντων κομμουνιστών- ανθούσαν τα ανθρώπινα δικαιώματα και ευωδίαζε η προστασία της «επανάστασης» από τους αντιφρονούντες, οι οποίοι σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις χαρακτηρίζονταν «πράκτορες» και «συνωμότες».

Παρόλο που σε παγκόσμιο επίπεδο το κομμουνιστικό τοξικό νέφος διαλύθηκε δίχως καν να χρειαστεί να φυσήξει άνεμος πολέμου, στην παράξενη πατρίδα μας η ιδεολογική ηγεμονία της Αριστεράς δεν αμφισβητήθηκε ούτε για ένα εικοσιτετράωρο! Η σοσιαλδημοκρατία και η Δεξιά κυβέρνησαν, αλλά δεν εξουσίασαν, αφού η έννοια της εξουσίας δεν ταυτίζεται τόσο με το υλικό πεδίο όσο με την κυριαρχία επί του πνεύματος και τη δυνατότητα απονομής των χαρακτηρισμών «καλό» και «κακό» σε πρόσωπα, καταστάσεις και δομές.

Το ΚΚΕ ήταν το μητρικό πλοίο που μετέφερε τις ψευδαισθήσεις της αταξικής κοινωνίας, αλλά έκρυβε στα αμπάρια του τους σκελετούς της υπονόμευσης της Μικρασιατικής Εκστρατείας, τα αποτρόπαια εγκλήματα των Δεκεμβριανών, την απόφαση της 5ης Ολομέλειας για την «την πλήρη εθνική αποκατάσταση» του «μακεδονικού λαού» κ.ά.
Ωστόσο, παρά την παγίωση των ποσοστών του σταλινικού κόμματος και τη φθίνουσα πορεία του, οι αλληλοδιάδοχες μεταλλάξεις του ουδέποτε διαφοροποιήθηκαν σαφώς από τα ιστορικά αποθέματα παραφροσύνης και ανθελληνισμού, που στιγμάτισαν την αιματηρή πορεία αυτής της σύναξης.

Ο Νίκος Ζαχαριάδης, ο Αρης Βελουχιώτης, η ΟΠΛΑ και όλα τα υπόλοιπα ονόματα και ακροστιχίδες που ταυτίστηκαν με τον φόνο αποτελούν περίβλεπτα κειμήλια για το σύνολο της ντόπιας Αριστεράς.
Η Δεξιά, που εγκλωβίστηκε στις τύψεις και στην αμηχανία για τα δικά της λάθη, έπεσε στην παγίδα του ετεροπροσδιορισμού και της σύγχυσης της συγχώρεσης με τη λήθη. Εχοντας απολογηθεί για όλα, δεν ζήτησε λογαριασμό για τίποτα.
Απαρνήθηκε την Ιστορία της, προσέβαλε τους νεκρούς της, λησμόνησε τις νίκες και τις αρετές της, καταχώνιασε τα εμβλήματά της και τις αξίες της σε σκονισμένους φωριαμούς και ικέτευσε νομιμοποίηση από τα ορφανά του Στάλιν.

Η 29η Αυγούστου, η άγια ημέρα που ο τακτικός εθνικός Στρατός επισφράγισε τη νίκη του έναντι των επίδοξων τεμαχιστών της πατρίδας, απλά δεν υπάρχει για την «επίσημη» ελληνική Δεξιά. Δεν φαίνεται και δεν εμφανίζεται! Λες και δεν συνέβη τίποτα στον Γράμμο. Λες και δεν σκοτώθηκαν παιδιά της Ελλάδας, που προσπάθησαν να προστατεύσουν την πατρίδα από τις ορδές των σλαβόφιλων εχθρών.

Η υπόμνηση της αλήθειας είναι «μίσος». Η οργουελική Αριστερά δεν άφηνε ούτε ψίχουλο πραγματικότητας να πέσει στο έδαφος, μέχρι που ο αμείλικτος χρόνος οδήγησε τα πράγματα στην οριστική και αμετάκλητη απώλεια του όποιου «ηθικού πλεονεκτήματος» ισχυριζόταν ότι διαθέτει. Το Μνημόνιο του 2015 το χρεώνεται σύσσωμη και αποτελεί μια πιστή συνέχεια (και καρικατούρα συνάμα) του συμφώνου Μολότοφ - Ρίμπεντροπ (με τη διαφορά ότι η πατρίδα μας σήμερα είναι η Πολωνία του 1939). Τόσος κόπος, τόσα ψέματα, τόσες προφάσεις, τόση δυστυχία και υποτέλεια για να γίνει ξανά το χατήρι στη Γερμανία από τους... παραδομένους «αγωνιστές». - ΠΗΓΗ

Κάντε Like στη σελίδα μας στο facebook και ακολουθείστε μας στο Twitter