Τετάρτη, 30 Ιουλίου 2014 13:32

Ουκρανική κρίση - Πρωταγωνιστής χωρίς δόντια στα θέματα ασφάλειας η ΕΕ

Οι ενέργειες της ΕΕ στην κρίση στην Ουκρανία απέδειξαν ότι σε περιπτώσεις παραδοσιακών απειλών κατά της ασφάλειας, το οπλοστάσιο της ΕΕ αποτελείται από όπλα που είναι ουσιαστικά κατάλληλα μόνο για οικονομικό πόλεμο. Οι ενέργειες της ΕΕ στην κρίση στην Ουκρανία απέδειξαν ότι σε περιπτώσεις παραδοσιακών απειλών κατά της ασφάλειας, το οπλοστάσιο της ΕΕ αποτελείται από όπλα που είναι ουσιαστικά κατάλληλα μόνο για οικονομικό πόλεμο.
Του Κωνσταντίνου Αδαμίδη*

Οι Kaunert και Zwolski (2013) στο βιβλίο τους "The EU as a Global Security Actor: A Comprehensive Analysis Beyond CFSP and JHA" προβάλλουν ένα αξιοσημείωτο επιχείρημα δηλώνοντας ότι η ικανότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) να διαδραματίσει ρόλο παγκόσμιου πρωταγωνιστή στα θέματα ασφάλεια εξαρτάται από τρία κριτήρια: Τον σκοπό τη ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης ( την αντοχή των νομικών μέσων και διαδικασιών της ΕΕ), τις δυνατότητες της ( τους πόρους και μέσα που διαθέτει και τη συνοχή των μελών της) και την αναγνώριση του ρόλου αυτού από άλλους διεθνείς φορείς. Ο βαθμός στον οποίο ικανοποιούνται τα κριτήρια αυτά καθορίζει και την παγκόσμια επιρροή της ΕΕ ως διεθνή παράγοντα ασφάλειας.

Οι συγγραφείς έλεγξαν τα κριτήρια τους αυτά μέσω πέντε μοναδικών περιπτώσεων παραδοσιακών και μη παραδοσιακών ζητημάτων ασφαλείας, όπως η κλιματικές αλλαγές, η τρομοκρατία, η μετανάστευση και οι πρόσφυγες, η διάδοση των όπλων μαζικής καταστροφής και η πειρατεία στα ανοικτά των ακτών της Σομαλίας. Η μελέτη τους κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η ΕΕ έχει την ικανότητα να γίνει ένας παγκόσμιος παράγοντας ασφάλειας - αν και όχι πάντα στον ίδιο βαθμό - για όλα τα είδη των απειλών για την ασφάλεια.

Ακολουθώντας τα ανωτέρω τρία κριτήρια προσέγγισης γίνεται σχετικά φανερό ότι η ΕΕ είναι περισσότερο εφοδιασμένη για να αντιμετωπίσει μη παραδοσιακές απειλές για την ασφάλεια, όπως κλιματικές αλλαγές, σε αντίθεση με τις κύριες απειλές και προκλήσεις ασφάλειας των κρατών του 20αιώνα. Η πρόσφατη κρίση στην Κριμαία, η οποία αποτελεί μια «παραδοσιακή» απειλή κατά της ασφάλειας στην περιοχή, παρουσιάζει μια σύνθετη πρόκληση για την ΕΕ και αμφισβητεί την ικανότητά της να ενεργεί ως παγκόσμιος ή ακόμη και ως περιφερειακός παράγοντας ασφάλειας. Η ρωσική επέμβαση στην Ουκρανία έκανε τη γειτονιά της Βαλτικής να αισθάνεται εξαιρετικά άβολα, αν όχι και φοβισμένη, και το σύνολο της ΕΕ χωρίς αυτοπεποίθηση όσον αφορά την κατάσταση της ενεργειακής της ασφάλειας. Εξίσου σημαντικό είναι το ότι η ουκρανική κρίση έθεσε την ΕΕ σε αμηχανία και χωρίς αποτελεσματικό σχέδιο αντίδρασης - κάτι που δεν αποτελεί έκπληξη, δεδομένου ότι η Ρωσία είναι πολύ μεγάλη, πολύ ισχυρή, πολύ πυρηνική, πολύ κοντά στην Ευρώπη, και το πιο σημαντικό, πολύ σημαντική ενεργειακά για την ΕΕ για να αγνοηθεί. Αναπόφευκτα, η κρίση έφερε επίσης στην επιφάνεια προσδοκίες ασφαλείας που θεωρούνταν περιττές, μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, για τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ενώ η ΕΕ δεν θα αναμενόταν πραγματικά ποτέ να αντικαταστήσει το ΝΑΤΟ, ωστόσο υπάρχει μια συνεχής προσπάθεια στις Βρυξέλλες για να οικοδομηθεί μια κοινή εξωτερική πολιτική που θα επιτρέπει στην ΕΕ να έχει μεγαλύτερη βαρύτητα σε υποθέσεις παγκόσμια ασφάλειας. Ωστόσο, οι ενέργειες της ΕΕ στην κρίση στην Ουκρανία απέδειξαν ότι σε περιπτώσεις παραδοσιακών απειλών κατά της ασφάλειας, το οπλοστάσιο της ΕΕ αποτελείται από όπλα που είναι ουσιαστικά κατάλληλα μόνο για οικονομικό πόλεμο. Με άλλα λόγια ο στόχος είναι η αντιμετώπιση πολιτικών ή στρατιωτικών απειλών με τη χρήση οικονομικών μέσων. Αυτή η μορφή πολέμου όμως δεν είναι σε καμία περίπτωση ανακάλυψη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είχε ασκηθεί ακόμη πριν από τον Πελοποννησιακό Πόλεμο. Συνήθως τα οικονομικά μέτρα υποστηρίζονται από την απειλή στρατιωτικών επεμβάσεων, όπως συνέβηκε με τη Βόρεια Κορέα και το Ιράν. Όμως το τι κάνει την υπόθεση της ουκρανικής κρίσης ενδιαφέρουσα είναι ότι είναι η πρώτη φορά που τέτοια μέτρα προωθούνται χωρίς να στηρίζονται με στρατιωτικές απειλές. Ταυτόχρονα εγείρεται το ερώτημα εάν αυτό δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα μέτρο χωρίς δόντια και η ΕΕ είναι ένας δρώντας ασφαλείας χωρίς δόντια στον χειρισμό τέτοιου είδους απειλών.

Η λογική πίσω από αυτή τη μορφή του πολέμου στην περίπτωση της Ρωσίας στηρίζεται στον υπολογισμό πως εάν η ρωσική οικονομία πάθει κακό, θα κλονιστεί και η νομιμότητα του Πούτιν. Συγκεκριμένα, οι οικονομικές κυρώσεις στοχεύουν στο να ρίξουν σκιά στο ρωσικό οικονομικό μέλλον, να δημιουργήσουν πρόβλημα για τις ρωσικές εταιρείες - ιδίως εκείνες με δάνεια σε ξένο νόμισμα - και να κάνουν τον κρατικό δανεισμό πιο ακριβό. Ακόμη, παρόλο που η ρωσική οικονομική ανάπτυξη εξαρτάται κυρίως από τις εξαγωγές ενέργειας, αυτά τα μέτρα εξακολουθήσουν να αποδίδουν, δεδομένου η Ρωσία - σε αντίθεση με το Ιράν και τη Βόρεια Κορέα – αποτελεί μέρος του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού και εμπορικού συστήματος και ως εκ τούτου στηρίζεται επίσης στην σταθερότητας ενός εγχώριου τραπεζικού και χρηματοπιστωτικού συστήματος και γι αυτό χρειάζεται την εμπιστοσύνη των εγχώριων και διεθνών επενδυτών.

Εάν η προαναφερθείσα λογική ήταν βάσιμη, τότε η ΕΕ θα μπορούσε να χειριστεί την κρίση ως μια μεγάλη παίκτρια ασφαλείας δεδομένης της οικονομικής της δύναμης. Δυστυχώς όμως για την ΕΕ, οι κυρώσεις δεν φαίνεται να έχουν ακόμη την επιθυμητή επίδραση. Αυτό δεν αποτελεί έκπληξη, καθώς οι κυρώσεις αποτελούν περισσότερο μακροπρόθεσμο εργαλείο και μπορεί να λειτουργήσουν μόνο εάν ο οικονομικός πόνος που προκαλείται στην χώρα που τον δέχεται, δεν μπορεί να γίνει ανεκτός. Η Ρωσία, ωστόσο φαίνεται να έχει αρκετά υψηλή ανοχή. Τα σημαντικά ρωσικά αποθέματα σε ξένο νόμισμα, σε συνδυασμό με το στάτους - κβο της ενέργειας, με το 30% του φυσικού αερίου στην Ευρώπη να προέρχεται από τη Ρωσία, συμβάλλει στη δημιουργία υψηλού επιπέδου ανοχής και μειώνει τις πιθανότητες για βραχυπρόθεσμες και, ενδεχομένως, ακόμη και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις. Ενδεικτικά η ρωσική αγορά ομολόγων σταθεροποιείται και οι επενδυτές φαίνονται έτοιμοι να αρχίσουν την επανεπένδυση στη Ρωσία, πράγμα που σημαίνει ότι τα μέτρα που είχαν ληφθεί μέχρι στιγμής είχαν ελάχιστη ή μηδενική επίδραση.

Επιστρέφοντας στο αρχικό μας ερώτημα εάν η ΕΕ μπορεί να καταστεί παγκόσμιος παράγοντας ασφάλειας, η ουκρανική κρίση αποδεικνύει ότι τα όπλα που διαθέτει η ΕΕ για να χειριστεί παραδοσιακές απειλές κατά της ασφάλειας δεν είναι αρκετά ισχυρά για να καταστήσουν την Ένωση σημαντικό διεθνή παράγοντα ασφάλειας. Φαίνεται να μην είναι σε θέση να αποτρέψει στρατιωτικές και πολιτικές παρεμβάσεις στη γειτονιά της και να είναι ανίκανη να προσφέρει επαρκείς εγγυήσεις ασφάλειας για τα μέλη της. Είναι αεροπλάνα του ΝΑΤΟ που περιπολούν κράτη της Βαλτικής, είναι τα στρατεύματα του ΝΑΤΟ που ενισχύουν την παρουσία τους στην Πολωνία και είναι στο ΝΑΤΟ που κράτη της Ανατολικής Ευρώπης αναζητήσουν την ασφάλεια τους. Η ρωσική επέμβαση και η μετέπειτα αντίδραση της ΕΕ καταδεικνύουν σαφώς ότι η ΕΕ δεν πληροί κανένα από τα τρία κριτήρια για να είναι ένας παγκόσμιος πρωταγωνιστής ασφάλειας: Όσον αφορά το σκοπό της ολοκλήρωσης, δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια για να αντιμετωπίσει τέτοιες κρίσεις. Επίσης είναι πολύ περιορισμένες οι δυνατότητες της και δεν φαίνεται να υπάρχει η αναγνώριση είτε από εξωτερικούς, είτε ακόμη πιο σημαντικό, από εσωτερικούς παράγοντες (δηλαδή τα κράτη μέλη της ΕΕ) ότι η ΕΕ μπορεί να εκπληρώσει το ρόλο ενός σημαντικού διεθνούς παράγοντα ασφάλειας. - ΠΗΓΗ

* Κωνσταντίνος Αδαμίδης, Επίκουρος Καθηγητής, Τμήμα Ευρωπαϊκών Σπουδών και Διεθνών Σχέσεων και Ερευνητής στο Γραφείο Έρευνας και Καινοτομίας του Πανεπιστημίου Λευκωσίας

Κάντε Like στη σελίδα μας στο facebook και ακολουθείστε μας στο Twitter