Write on Πέμπτη, 30 Οκτωβρίου 2014 Κατηγορία ΙΣΤΟΡΙΑ
Συνοπτική παρουσίαση από τον Υποναύαρχο ε.α. Σωτήριο Γεωργιάδη Π.Ν.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Στη μακρά διαδρομή της Ελληνικής Ιστορίας προβάλλονται και εξαίρονται συνήθως μεμονωμένα περιστατικά, χωρίς να αναδεικνύονται τα γενικότερα και σημαντικότερα γεγονότα της εξεταζόμενης περιόδου. Έτσι, όχι σπάνια, προβάλλεται λεπτομερώς η δράση ενός πολεμικού πλοίου, χωρίς να γίνεται αναφορά στα ευρύτερα πλαίσια, μέσα στα οποία έδρασε ο Στόλος μας. Ανακύπτει συνεπώς η ανάγκη να απομακρυνθούμε λίγο από το δένδρο, για να αποκτήσουμε τη συνολική εικόνα του δάσους. Με τη συνοπτική παρουσίαση που ακολουθεί, αποτολμάτε να δοθεί μια γενική αντίληψη της συνολικής προσφοράς του Ελληνικού Πολεμικού και Εμπορικού Ναυτικού στην κοινή συμμαχική προσπάθεια κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο (Β΄ΠΠ), που συνέβαλε σημαντικά στην τελική Νίκη και την εξουδετέρωση του Άξονα.

Η Μάχη της Ελλάδας το 1940-41 κατά των απρόκλητων Ιταλικών αρχικά επιθέσεων αργότερα δε και των Γερμανικών, διήρκεσε συνολικά 216 ημέρες. Αυτό προκάλεσε παγκόσμια κατάπληξη και αιτία πολλαπλού γενικευμένου θαυμασμού και εγκωμίων. Ήταν κάτι το μεγαλειώδες, το οποίο δικαίως θεωρήθηκε ως Ελληνικό θαύμα. Κατ' αντιδιαστολή, όπως αναφέρει ο Peter Young στο βιβλίο του "WORLD ALMANAC BOOK OF WW II", για την κατάληψη της Γαλλίας ο Άξονας χρειάστηκε μόνο 45 ημέρες, (παρά τη στρατιωτική βοήθεια που της είχε δοθεί, με την εκεί παρουσία ισχυρών Αγγλικών δυνάμεων), του Βελγίου 18 ημέρες, της Ολλανδίας 5 μέρες, ενώ η Δανία υπέκυψε σε 12 ώρες και οι Αυστρία, Βουλγαρία, Ουγγαρία, Ρουμανία και Αλβανία προσεχώρησαν ή παρεδόθησαν αμαχητί.

Έτσι αποδεικνύεται περίτρανα ότι η μικρή και φτωχή Ελλάδα, με επαρκή υλική και ηθική προπαρασκευή, σύμπνοια, αυτοθυσία, αλλά και ικανή Πολιτική, Πνευματική, Θρησκευτική και Στρατιωτική Ηγεσία, κατενίκησε την κατά πολύ μεγαλύτερη και πανίσχυρη Ιταλία, αγωνιζόμενη μόνη επί 160 ημέρες. Ακολούθως, όταν της επιτέθηκε και η μέχρι τότε ακατανίκητη Γερμανία, συνέχισε μαχόμενη με τη βοήθεια μικρών Αγγλικών δυνάμεων στην ηπειρωτική χώρα, ενώ τις τελευταίες 11 ημέρες συμπολέμησε με στρατεύματα της Αγγλικής Κοινοπολιτείας στην άμυνα της Κρήτης, η οποία κάμφθηκε 56 ημέρες μετά και τη πρώτη Γερμανική επίθεση στα βόρεια σύνορά μας.

Η επτάμηνη Μάχη της Ελλάδας, όπως αναγνώρισαν και ξένοι πρωταγωνιστές της περιόδου, συνέβαλε ουσιαστικά στη συμμαχική Νίκη στην Ευρώπη. Αυτή τη πραγματικότητα μερικοί εχθροί και φίλοι έχουν κατά καιρούς αβάσιμα αμφισβητήσει. Ενδεικτικά σημειώνεται η αρνητική άποψη που εκφέρει στη σελίδα 162 στο μεταφρασμένο Ελληνικά το 1998 από το Γενικό Επιτελείο Στρατού βιβλίο του, ο Άγγλος Ιστορικός Basil Liddell Hart, ως προς την επελθούσα καθυστέρηση της Γερμανικής εισβολής στη Ρωσία: Οπωσδήποτε όμως η εκστρατεία κατά της Ελλάδας δεν ήταν αιτία της αναβολής. Εν τούτοις αρκεί να αναζητήσουμε αδιαμφισβήτητες ξένες πηγές πρωταγωνιστών της περιόδου εκείνης, που αναγνωρίζουν και αποδεικνύουν περίτρανα την ουσιαστική Ελληνική επίδραση στην νικηφόρα για τους Συμμάχους μας έκβαση του Πολέμου. Περιοριζόμενοι εδώ μόνο ενδεικτικά στα λεχθέντα από τον ίδιο το Χίτλερ, διαπιστώνουμε ότι:
· Στην Πολιτική του Διαθήκη, αλλά και στην περίφημη Γερμανίδα φωτογράφο και κινηματογραφίστρια Λένι Ρίφενσταλ, όπως αναφέρει η ίδια στα απομνημονεύματά της, ο Χίτλερ είχε δηλώσει:
Η είσοδος της Ιταλίας στον πόλεμο αποδείχτηκε καταστροφική γιά μας. Άν οι Ιταλοί δεν είχαν επιτεθεί στην Ελλάδα και δεν χρειάζονταν τη βοήθειά μας, οπόλεμος θα είχε πάρει διαφορετική τροπή. Θα είχαμε προλάβει να κατακτήσωμε το Λένινγκραντ και τη Μόσχα πριν μας πιάσει το Ρωσικό ψύχος.
· Σε λόγο του στο Ραϊχσταγκ την 4-5-41, που διασώζεται ηχογραφημένος στα αρχεία της ΕΡΑ, ο Χίτλερ είπε:
Η ιστορική δικαιοσύνη με υποχρεώνει να διαπιστώσω ότι από όλους τους αντιπάλους που αντιμετωπίσαμε, ο Έλληνας στρατιώτης πολέμησε με ύψιστο ηρωισμό και αυτοθυσία και συνθηκολόγησε μόνο όταν η εξακολούθηση της αντιστάσεως δεν ήταν δυνατή και δεν είχε κανένα νόημα. Ο Ελληνικός λαός αγωνίστηκε τόσο γενναία, ώστε και αυτοί οι εχθροί του δεν μπορούν να αρνηθούν την προς αυτόν εκτίμηση. Εξ όλων των αντιπάλων που μας αντιμετώπισαν, μόνον ο Έλληνας στρατιώτης πολέμησε με παράτολμο θάρρος και ύψιστη περιφρόνηση προς το θάνατο.

Όλες οι αξιόμαχες μονάδες του Πολεμικού μας Ναυτικού, οι οποίες είχαν απομείνει, μετά την επτάμηνη σκληρή Μάχη της Ελλάδας, που δόθηκε μαζί με τις άλλες Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις κατά των επιθέσεων της Φασιστικής Ιταλίας αρχικά και της Ναζιστικής Γερμανίας ακολούθως, κατά την οποία πληρώθηκε βαρύτατος φόρος αίματος σ΄ αυτό τον άνισο αγώνα, δεν παραδόθηκαν, αλλά έπλευσαν στη Μέση Ανατολή (ΜΑ), γιά να συνεχίσουν μαχόμενες μέχρι το 1945 στο πλευρό των Συμμάχων κατά των κοινών Εχθρών. Ήταν μία σύσσωμη αποδημία Στόλου σύμμαχης Χώρας, την οποία κατέλαβε ο Άξονας. Όλα τα αξιόμαχα πολεμικά μας πλοία δεν υπέστειλαν τις Σημαίες. Τάχθηκαν στο πλευρό των ελευθέρων Συμμάχων και συνέχισαν να πολεμούν μαζί τους σε όλες τις θάλασσες, όχι μόνο στη διάρκεια της κατοχής της Πατρίδας μας, αλλά και μέχρι τη νικηφόρα λήξη του Β΄ΠΠ.

Το Εμπορικό μας Ναυτικό διατέθηκε από την Ελληνική Κυβέρνηση γιά την εξυπηρέτηση των Συμμαχικών αναγκών αμέσως με την έκρηξη του Β΄ ΠΠ την 1 Σεπτεμβρίου 1939 και συνέχισε προσφέροντας τις υπηρεσίες του μέχρι τη τελική νίκη τον Μάϊο του 1945. Κατά το διάστημα αυτό οι Έλληνες ναυτικοί διέσχισαν όλα τα πελάγη της υδρογείου και πλήρωσαν βαρύτατο φόρο αίματος με 2.500 περίπου νεκρούς και απώλειες του 74% των φορτηγών και του 94% των επιβατηγών πλοίων Ελληνικής πλοιοκτησίας.
Αυτή η συμβολή του Ελληνικού Ναυτικού, Πολεμικού και Εμπορικού είναι λιγότερο γνωστή στο ευρύτερο κοινό, παρά το ότι ήταν εφάμιλλη της Εποποιίας των Αλβανικών βουνών, που έγραψε ο Ελληνικός Στρατός.

ΠΡΟΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΙΚΟΥ ΜΑΣ ΝΑΥΤΙΚΟΥ 1936-40
Τα σύννεφα του επερχομένου πολέμου
Την ανάγκη προπαρασκευής της Χώρας για την επερχόμενη μεγάλη σύγκρουση και την επιβαλλόμενη ανάληψη εκτάκτων μέτρων συνέλαβε μεταξύ των πρώτων ο μεγάλος πολιτικός Ε. Βενιζέλος το 1934.
Στην έκδοση της εφημερίδας ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ του 1948, με τίτλο ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ Κ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ, ΑΝΕΚΔΟΤΟΙ ΣΚΕΨΕΙΣ ΠΕΡΙ ΣΥΝΤΑΞΕΩΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ, ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ Β. ΤΩΜΑΔΑΚΗ, διαβάζουμε ότι ο Ε. Βενιζέλος σε ιδιόγραφες σημειώσεις του που κρατούσε το 1934 και βρέθηκαν μετά το θάνατο του το 1936, έγραφε μεταξύ άλλων:
· Πρέπει καί εις τήν εκ τής πλειοψηφίας τής Βουλής σχηματιζομένην Κυβέρνησιν νά δοθή μείζων ελευθερία κινήσεως.
· Πρέπει νά δύναται νά θέτη Νόμους, αφού γνωμοδοτήσουν επ' αυτών τό Οικονομ(ικόν) Συμβούλιον καί τό Συμβούλιον τής Επικρατείας.
· Η Βουλή συνέρχεται κατ' έτος εις τρείς τακτικάς συνόδους, εκάστη τών οποίων δέν δύναται νά διαρκέση πλείονας των 3 εβδομάδων.
· Η πρώτη άλλωστε μετά τήν εκλογήν τού Προέδρου Κυβέρνησις, αφού λάβη τήν εμπιστοσύνην τής Βουλής καί περάτωση τήν αναθεώρησιν τού πολιτεύματος, θά κυβέρνηση επί έν καί ήμισυ έτος άνευ παρουσίας τής Βουλής.
Στην εισαγωγή του Ν. Τωμαδάκη, ο οποίος σημειώνει ότι εθαύμαζε τον Ε. Βενιζέλο, διαβάζουμε μεταξύ άλλων:
· Τόν Οκτώβριο τού 1934 ο Βενιζέλος ευρίσκετο εις τά Χανιά.
· Έμπροσθέν του υπήρχαν δύο δρόμοι: Ο δρόμος τής επαναστάσεως (τόν οποίον μοιραίως καί υπό τήν πίεσιν τών πολιτικών του φίλων ηκολούθησε τήν 1ην Μαρτίου τού επομένου έτους 1935) καί ο δρόμος τής συνταγματικής μεταβολής. Καί η δευτέρα αυτή οδός ήτο κατά βάσιν επαναστατική, αλλά τά γενησόμενα θά εκαλύπτοντο υπό τής νομιμότητος. Καί γνωρίζομεν πόσον ο Ε. Βενιζέλος ήτο ζηλοτύπως προσκεκολλημένος πρός αυτόν τόν τύπον νομιμότητος.
· Ο Βενιζέλος, πέραν τού εσωτερικού ζητήματος τό οποίον πολιτικώς εξεμεταλλεύετο, έβλεπεν ευρύτερον τήν διαμορφουμένην εις τήν Ευρώπην κατάστασιν.
· Ο Βενιζέλος ησθάνετο ότι έπρεπε νά προπαρασκευασθώμεν διά τήν επικειμένην μεγάλην σύγκρουσην, διά τήν οποίαν εγκαιρότατα ωμίλησεν άλλος 'Ελλην πολιτικός, ο Ανδρέας Μιχαλακόπουλος. Αλλ' η κρατική μηχανή δέν ελειτούργει ως έδει.
· Νομίζω ότι η σειρά τών σκέψεων του Βενιζέλου ήτο η εξής:
- Εκλογή αυτού τού ιδίου ως Προέδρου τής Δημοκρατίας.
- Διάλυσις τής Βουλής κατόπιν συγκαταθέσεως τής εις αυτόν πειθηνίου Γερουσίας.
- Προκήρυξις εκλογών αναθεωρητικής Βουλής, μέ συγκεκριμένον πρόγραμμα μεταβολής τού Πολιτεύματος, εις τρόπον ώστε νά ενισχυθή η εκτελεστική εξουσία, νά περιορισθούν τά δικαιώματα τής Βουλής καί νά διοικηθώμεν επί έν καί ήμισυ έτος συγκεντρωτικώς."
Μετά την αποτυχία του μεγάλου στρατιωτικού κινήματος του Ε. Βενιζέλου το 1935 για την κατάληψη της εξουσίας προς εφαρμογή των προαναφερθέντων μέτρων και το θάνατο του τελευταίου το 1936, ο Ι. Μεταξάς ευρισκόμενος στην Πρωθυπουργία, ανέστειλε με έγκριση του Βασιλέως Γεωργίου Β την ισχύ μερικών εκ των άρθρων του Συντάγματος και προχώρησε στην εξ αποτελέσματος επιτυχημένη προπαρασκευή της Χώρας για την αντιμετώπιση της επερχόμενης λαίλαπας του Β' ΠΠ. Γίνεται καταφανές ότι και οι δύο αυτοί Πολιτικοί αντιμετώπιζαν κατ' ανάλογο τρόπο την ανάγκη προετοιμασίας της Πατρίδας.

Οι ανάγκες του Πολεμικού μας Ναυτικού πριν από το 1940
Αλλά ποία ήταν η γενική εικόνα των Ελληνικών Ε.Δ. πριν από το 1936; Συμφωνά με το Πρακτικό του Ανωτάτου Στρατιωτικού Συμβουλίου υπ'αριθμόν 122 της 14-12-32: Η κατάστασις αμύνης της Χώρας είναι αυτόχρημα τραγική" και "απαιτείται η από τούδε μεθοδική συμπλήρωσις των ελλείψεων προς εξασφάλισιν μιας στοιχειώδους αμύνης, άνευ της οποίας κινδυνεύει η υπόστασις ημών ως Κράτους. Η Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, της Εκδοτικής Αθηνών, μας πληροφορεί στον τόμο ΙΕ σ. 381 ότι Ο Στρατός Ξηράς στο τέλος της Αβυσσηνιακής κρίσεως(1935-36), είχε σοβαρότατες ελλείψεις σε πολεμικό υλικό, πράγμα που καθιστούσε προβληματική την επιστράτευση σε περίπτωση πολέμου. Το Ναυτικό διέθετε ελάχιστες ετοιμοπόλεμες και σύγχρονες μονάδες, ενώ υπήρχε παντελής έλλειψη Παρακτίου Οχυρώσεως. Η Αεροπορία δεν αποτελούσε υπολογίσιμη δύναμη, από άποψη αεροπλάνων και προσωπικού. Ως προς το Πολεμικό μας Ναυτικό, η Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, της Εκδοτικής Αθηνών, επισημαίνει στον τόμο ΙΕ σ. 381 ότι Το Ναυτικό διέθετε ελάχιστες ετοιμοπόλεμες και σύγχρονες μονάδες, ενώ υπήρχε παντελής έλλειψη Παρακτίου Οχυρώσεως. Από αυτό το κατώτατο λοιπόν επίπεδο έπρεπε να αρχίσει η προσπάθεια για την ανάπτυξη των αναγκαίων αμυντικών δυνατοτήτων.
Σημειώνεται ότι όλη η προς πόλεμο Ελληνική προπαρασκευή έγινε επιτυχώς στο διάστημα 1936-40, όπως εκ των αποτελεσμάτων συνάγεται, χωρίς ξένη δωρεάν οικονομική βοήθεια και με ίδια μέσα.

Οι δαπάνες για την Εθνική μας Άμυνα μεταξύ 1923-36 ανήλθαν σε 3 δισ δρχ, ενώ κατά το διάστημα 1936-40 ήταν περίπου πενταπλάσιες, ήτοι 15,7δισ δρχ. Η Γερμανία, για να κερδίσει την ουδετερότητα μας σε ένα μελλοντικό πόλεμο, ενίσχυε αποτελεσματικά την οικονομία της Ελλάδας, μέχρι σημείου να αγοράζει όλα τα καπνά μας για περίοδο 6 ετών, να καλύπτει σχεδόν όλο το εξαγωγικό μας εμπόριο και να μας χορηγεί σημαντικά δάνεια για εξοπλισμούς, δεχόμενη επίσης πληρωμές με συμψηφισμό (κλήριγκ). Η Αμερική και οι άλλες Ευρωπαϊκές Χώρες με τις οποίες συμμαχήσαμε το 1940, όπως π.χ. η Αγγλία και Γαλλία, δεν έδιναν την αναμενόμενη οικονομική συμπαράσταση στην Ελλάδα και για τις παραγγελίες πολεμικού υλικού απαιτούσαν πληρωμές σε συνάλλαγμα.

Η προετοιμασία του Πολεμικού μας Ναυτικού
Ας δούμε όμως τώρα τι αναφέρει η ολοκληρωθείσα το 1953 ΕΚΘΕΣΙΣ ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΡΑΣΕΩΣ ΤΟΥ Β. ΝΑΥΤΙΚΟΥ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟΝ 1940-1944, που βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών ως τήν τε αλήθειαν ομολογούσα καί τήν πάτριον Ιστορίαν προάγουσα, γιά την προετοιμασία του Πολεμικού μας Ναυτικού. Την Έκθεση συνέταξε βάσει επισήμων στοιχείων, ο επί Πρωθυπουργίας Σοφοκλή Βενιζέλου ανακληθείς ως Αντιναύαρχος στην ενέργεια το 1951 για το σκοπό αυτό μετέπειτα Ακαδημαϊκός Δημήτριος Γ. Φωκάς:
· Τό πρόγραμμα αυτό απέβλεπε σαφώς εις τό νά προετοιμάση τήν Ελλάδα ναυτικώς ως σύμμαχον τής Αγγλίας καί νά τήν καταστήση ικανήν νά συνεισφέρη εις τήν συμμαχίαν συνδρομήν, βασιζομένην ιδίως εις τήν πληρεστέραν αξιοποίησιν τής γεωγραφικής θέσεως.
· Οι πενιχροί οικονομικοί πόροι τού κράτους δέν επέτρεπαν σημαντικήν αύξησιν τών ναυτικών δυνάμεων. Περιωρίσθη επομένως η προσπάθεια πρός αύξησιν τού Στόλου εις τήν παραγγελίαν τών δύο αρίστων αντιτορπιλλικών Β.ΓΕΩΡΓΙΟΣ καί Β.ΟΛΓΑ εις Αγγλίαν, συνδεομένη μέ εντατικήν μέριμναν διά τήν τελειοτέραν κατά τό δυνατόν εκπαίδευσιν τού Ναυτικού προσωπικού καί εις τήν ενδελεχεστέραν άσκησιν καί οργάνωσιν τού Στόλου.
· Είχεν επίσης αποφασισθή η κατασκευή δύο ακόμη πανομοιότυπων αντιτορπιλλικών (Β. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ και Β. ΣΟΦΙΑ), άτινα επρόκειτο νά ναυπηγηθούν εις τό νέον Ναυπηγείον τού Σκαραμαγκά, τό οποίον ιδρύετο κατά τήν ιδίαν εκείνην περίοδον. ...
· Δέν έλλειψαν, εννοείται κατά τό διάστημα τούτο συζητήσεις μεταξύ τών μελών τού ΑΝΣ διά τήν αγοράν καί άλλων Πλοίων, ειδικώς δύο Γερμανικών Υποβρυχίων καί τινών Τορπιλλακάτων, αίτινες όμως ένεκα αντιγνωμιών δέν ετελεσφόρησαν.
· Εστράφη δέ ιδιαιτέρως η προσοχή εις τήν οχύρωσιν τών ακτών, τήν δημιουργίαν ασφαλών εσωτερικών θαλασσίων οδών καί βάσεων, ώστε νά καταστή σημαντικωτέρα μέν διά τούς Άγγλους η συμμετοχή τής Ελλάδος εις τήν συμμαχίαν, αφ ετέρου δε νά διασφαλισθούν περισσότερον αι παραίτητοι θαλάσσιοι μεταφοραί, αι απαιτούμεναι τόσον διά τήν κινητοποίησιν καί συγκέντρωσιν στρατού, όσον καί διά τόν εφοδιασμόν τής Χώρας.

Ακολούθως η Έκθεση Φωκά αναφέρεται στο Επιτελικό πρόγραμμα προπαρασκευής της Χώρας για πόλεμο ως ακολούθως:
· Διά τήν από ξηράς άμυναν θά εχρησιμοποιείτο μόνον ο Ελληνικός στρατός. Αβεβαία καί απίθανος εφαίνετο άλλη βοήθεια. Απητείτο επομένως εργασία διά τήν συγκρότησιν αξιομάχου στρατού καί ανάλογον οχύρωσιν πρός άμυναν από επιθέσεως προερχομένης εκ Βουλγαρίας.
· Διά τήν προστασίαν τής Χώρας από αποπείρας καταλήψεως της διά σοβαρών αποβατικών δυνάμεων, θά επήρκει η κάλυψις τού εγγύς ευρισκομένου Αγγλικού Στόλου τής Μεσογείου, όστις θά επροστάτευεν επίσης καί τόν εκ τού εξωτερικού διά θαλάσσης εφοδιασμόν τής Ελλάδος.
· Διά τήν φύλαξιν τών Ελληνικών ακτών από αιφνιδιαστικών επιθέσεων, ορμώμενων είτε από τά Δωδεκάνησα, είτε από τούς Ιταλικούς λιμένας τής Νοτίου Αδριατικής, δέν ήτο δυνατόν νά επιζητηθή η μόνιμος παραμονή Αγγλικών Ναυτικών Δυνάμεων εις Ελληνικά ύδατα. 'Επρεπενεπομένως νά ληφθή πρόνοια οχυρώσεως τών ζωτικότερων σημείων τών Ελληνικών παραλίων, οχυρώσεως ήτις θά ηδύνατο νά κράτηση τάςεπιτιθέμενας εχθρικάς δυνάμεις, μέχρις εμφανίσεως τού καλύπτοντος εξ αποστάσεως Αγγλικού Στόλου.

Εκτός από τα 21 μεγάλα μόνιμα Οχυρά της Γραμμής Μεταξά, που κατασκευάστηκαν από Ελληνικά χέρια και χρήματα την περίοδο 1936-40 κυρίως στα Ελληνοβοολγαρικά σύνορα, τα μεγαλύτερα των οποίων παρέμειναν απόρθητα στις λυσσώδεις Γερμανικές επιθέσεις και προς τους υπερασπιστές τους οι Γερμανοί παρουσίασαν όπλα, έγιναν επίσης και εξοπλίστηκαν πλήρως και τα ακόλουθα 8 μεγάλα Παράκτια Οχυρά:
· Βόρειο Οχυρό Αιγίνης,
· Νότιο Οχυρό Αιγίνης,
· Οχυρό Φλεβών,
· Οχυρό Αράξου,
· Οχυρό Νοτίου Ευβοϊκού,
· Οχυρό Bορείου Ευβοϊκού,
· Οχυρά Καραμπουρνού και Τούζλα στην περιοχή του Μεγάλου Εμβόλου στο Θερμαϊκό Κόλπο.
Για τα εν λόγω Παράκτια Οχυρά σημειώνει η Έκθεση Φωκά:
· Τό έργον υπήρξε κατ' εξοχήν τεχνικόν καί δυσχερές, η δέ επιτυχής πραγματοποίησίς του, συμπεριλαμβανομένης καί τής μεταφοράς καί επιτυχούς εγκαταστάσεως επί κορυφής τής Αιγίνης τών δύο διδύμων πύργων τών 12"/45 τού θωρηκτού ΛΗΜΝΟΣ, ολικού βάρους εκάστου τούτων 900τόνων, απετέλεσε πραγματικόν άθλον, άνευ προηγουμένου εν Ελλάδι καί τίτλον τιμής διά τήν Υπηρεσίαν τού Β. Ναυτικού, όσον καί διά τήνΕλληνικήν Βιομηχανίαν.
· Ούτω κατά τήν έκρηξιν τού Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, τά Οχυρά ευρέθησαν εις ικανοποιητικόν βαθμόν ετοιμότητας, διά νέας δέ εντατικής προσπάθειας τό όλον έργον τής Παρακτίου Αμύνης, πλήν ελαχίστων λεπτομερειών, είχε συμπληρωθεί κατά τάς παραμάνας τού Ελληνοϊταλικού Πολέμου...

Και η Έκθεση Φωκά καταλήγει επί του θέματος της προπαρασκευής του Πολεμικού μας Ναυτικού:
· Εν συμπεράσματι δύναται νά λεχθή ότι, αναλόγως πάντοτε τών διατιθεμένων οικονομικών μεσών τής Χώρας, η προετοιμασία τού Ναυτικού υπήρξε, όσον εστάθη δυνατόν, επαρκής καί ότι επιμελής ημπορεί νά θεωρηθή η επί τού προκείμενου εργασία τού ΓΕΝ.
· "Η εντατική προσπάθεια πρός συμπλήρωσιν τών αναγκών τού Στρατού, είναι αληθές ότι περιώριζε σημαντικώς τάς πιστώσεις τάς διατιθέμενος διά τόΝαυτικόν.
· Αναγκαστικώς λοιπόν περιωρίσθη η τόσον πολυδάπανος άλλοστε, απόκτησις νέων Πλοίων καί αι ολίγοι πιστώσεις διετέθησαν διά τήν εξακολούθησιν τού προγράμματος τών Οχυρώσεων καί τόν εφοδιασμόν τών Πολεμικών Πλοίων καί τών Αμυντικών Συγκροτημάτων μέ τά απαραίτητα πυρομαχικά, τορπίλλας, νάρκας, ανθυποβρυχιακά δίκτυα, υλικά συντηρήσεως καί επισκευής, ιματισμόν, διά τη δημιουργίαν Κέντρου Εκπαιδεύσεως, και διά τήν ίδρυσιν τέλος τού Κρατικού Ναυπηγείου εις τόν Σκαραμαγκάν. Διά τού Ναυπηγείου αυτού, τό οποίονκαταστραφέν δυστυχώς κατά τον πόλεμον δεν επέπρωτο νά λειτουργήση, επροσδοκάτο ότι θα επετυγχάνετο καί η συστηματική ανανέωσιςτών μαχίμων μονάδων τού Στόλου καί η ναυπήγησις εμπορικών πλοίων, αλλά καί η δημιουργία συναφών ιδιωτικών βιομηχανιών καί η παροχή εργασίας εις χιλιάδας εργατών. Στην παγκοσμίως γνωστή και έγκυρη ετήσια έκδοση JANE's FIGHTING SHIPS του 1939, σημειώνεται ότι η Ελλάδα είχε Πρόγραμμα ναυπηγήσεως 12 Αντιτορπιλλικών μεταξύ των ετών 1937-1940 και 2 Υποβρυχίων. Τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά, ο Ναύσταθμος Σαλαμίνος καθώς και ο λιμένας του Πειραιώς, κατεστράφησαν από Αγγλοαμερικανικό βομβαρδισμό στις αρχές του 1944, ενώ είχε ήδη κριθεί η τροπή του Πολέμου.
· Δέν πρέπει νά παροράται ότι εις τήν προσπάθειαν αυτήν τής πολεμικής παρασκευής, σημαντικήν δυσκολίαν προσέθετε η έλλειψις επαρκούς εξωτερικού συναλλάγματος. Οι Άγγλοι καί Αμερικανοί απήτουν τήν πληρωμήν τών Ελληνικών παραγγελιών εις Λίρας καί Δολλάρια καί μόνον τά Κράτη τού Άξονος εδέχοντο τό σύστημα τού συμψηφισμού. Αναγκαστικώς λοιπόν εστράφη η Ελλάς διά προμηθείας της πρός τά εκεί καί μόνον μέ τόν τρόπον αυτόν κατέστη δυνατόν νά πραγματοποιηθούν μερικαί Ελληνικαί Πολεμικαί παραγγελίαι, πληρωνόμεναιδι εξαγωγής καπνών, σταφίδων, μεταλλευμάτων καί άλλων προϊόντων τής πτωχής Ελληνικής γής.

Η ΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΙΚΟΥ ΜΑΣ ΝΑΥΤΙΚΟΥ 1940-45
Όπως σημειώθηκε πιο πάνω, ο Στόλος μας, αφού πήρε μέρος στην Μάχη της Ελλάδας από την 28 Οκτωβρίου 1940 μέχρι την ολοκλήρωση της καταλήψεως της χώρας την 31 Μαίου 1941, που σημαδεύτηκε από την πτώση της Κρήτης στα χέρια των Γερμανών, δεν παραδόθηκε, αλλά με σχεδόν3.000 άνδρες του Πολεμικού μας Ναυτικού, οι οποίοι εθελοντικά επάνδρωναν τα πολεμικά μας, έπλευσε στη Μέση Ανατολή (Μ.Α.) και συγκεκριμένα στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, από όπου συνέχισε μαχόμενος στο πλευρό των Συμμάχων, μέχρι την πλήρη καταβολή του Άξονα στην Ευρώπη, τον Μάιο του 1945.

Το Πολεμικό μας Ναυτικό το 1940, που αριθμούσε 6.500 περίπου άνδρες και περί τα 34 μάχιμα Πλοία, κλήθηκε να αντιμετωπίσει τον πολλές φορές μεγαλύτερο, πανίσχυρο και σύγχρονο Ιταλικό Στόλο. Κατά τις αρχές του 1944 το ανθρώπινο δυναμικό του Πολεμικού μας Ναυτικού είχε ανέλθη στη Μ.Α. στους 8.500 περίπου άνδρες. Οι κύριες μονάδες του Στόλου μας στο τέλος του Β΄ΠΠ είχαν αυξηθεί σε 43 μάχιμα Πλοία, υπερκαλύπτοντας τις απώλειες, που στην περίοδο 1940-44, που ανήλθαν σε 29 μάχιμες μονάδες.
Οι Σύμμαχοι, αναγνωρίζοντας τη σημαντική μαχητική ικανότητα του Πολεμικού μας Ναυτικού στον διεξαγόμενο κοινό αγώνα κατά του Άξονα, ενίσχυσαν αποτελεσματικά το Στόλο μας στη διάρκεια του Β΄ΠΠ με 38 νεότευκτές αλλά και μεταχειρισμένες μάχιμες μονάδες, που ήταν όμως σε πολύ καλλίτερη κατάσταση από τις απωλεσθείσες. Οι νεκροί της περιόδου ξεπέρασαν τους 700, ενώ οι τραυματίες ήταν πολλαπλάσιοι.

Η σύνθεση του Ελληνικού Στόλου το 1940
Το μικρό Ελληνικό Στόλο, που κλήθηκε να αντιμετωπίσει τον πανίσχυρο και σύγχρονο Ιταλικό, αποτελούσαν κυρίως τα ακόλουθα μάχιμα Πολεμικά Πλοία:
· 1 Θωρηκτό 30 ετών, σε κακή κατάσταση, ιδίως των Λεβήτων (ΑΒΕΡΩΦ)
· 1 Θωρηκτό παροπλισμένο (ΚΙΛΚΙΣ)
· 2 Αντιτορπιλλικά Αγγλικής κατασκευής, σύγχρονα, 2 περίπου ετών (Β.ΓΕΩΡΓΙΟΣ-Β.ΟΛΓΑ)
· 4 Αντιτορπιλλικά Ιταλικής κατασκευής, 7 περίπου ετών, αλλά με προβληματικό υλικό (ΨΑΡΑ-ΣΠΕΤΣΑΙ-ΥΔΡΑ-ΚΟΥΝΤΟΥΡΙΩΤΗΣ)
· 4 Αντιτορπιλλικά Αγγλικής κατασκευής, 30 περίπου ετών (ΛΕΩΝ-ΠΑΝΘΗΡ-ΑΕΤΟΣ-ΙΕΡΑΞ)
· 6 Υποβρύχια Γαλλικής κατασκευής, εκ των οποίων τα 4 μεγαλύτερα περίπου 13 ετών (ΠΡΩΤΕΥΣ-ΓΛΑΥΚΟΣ-ΤΡΙΤΩΝ-ΝΗΡΕΥΣ) και 2 μικρότερου μεγέθους, περίπου 14 ετών (ΚΑΤΣΩΝΗΣ-ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ)
· 4 Τορπιλλοβόλα 350 τόννων, 35 ετών (ΘΥΕΛΛΑ-ΣΦΕΝΔΟΝΗ-ΝΙΚΗ-ΑΣΠΙΣ)
· 4 Τορπιλλοβόλα, 240 τόννων, 26 περίπου ετών (ΠΡΟΥΣΑ-ΠΕΡΓΑΜΟΣ-ΚΥΖΙΚΟΣ-ΚΙΟΣ)
· 5 Τορπιλλοβόλα 125 τόννων, 26 ετών (ΚΥΔΩΝΙΑΙ-ΑΙΓΛΗ-ΑΛΚΥΩΝΗ-ΑΡΕΘΟΥΣΑ-ΔΩΡΙΣ)
· 4 Ναρκαλιευτικά (ΑΛΙΑΚΜΩΝ-ΑΞΙΟΣ-ΝΕΣΤΟΣ-ΣΤΡΥΜΩΝ)
· 1 Πλωτό Συνεργείο, 20 ετών (ΗΦΑΙΣΤΟΣ)

Από την Ιταλική επίθεση μέχρι την κατάληψη της Κρήτης.
Κυρία αποστολή του Πολεμικού μας Ναυτικού στη Μάχη της Ελλάδας ήταν η συνοδεία νηοπομπών που μετέφεραν προσωπικό και εφόδια δια θαλάσσης προς τους μαχόμενους στα βόρεια σύνορά μας. Αυτή η αποστολή εκτελέστηκε με απόλυτη επιτυχία και χωρίς απώλειες, πλην αυτών που προκλήθηκαν μετά την Γερμανική επίθεση.

Από τη δεύτερη ημέρα της Ιταλικής επιθέσεως δύο Αντιτορπιλλικά μας έκαναν βομβαρδισμούς με τα πυροβόλα τους κατά εχθρικών θέσεων απέναντι από την Κέρκυρα. Αργότερα, μοίρες Αντιτορπιλλικών, έκαναν τρεις φορές επιδρομές στην Αδριατική, παρά την εκεί κοντά ισχυρότατη παρουσία του Ιταλικού Στόλου. Τα Υποβρύχιά μας είχαν αναλάβει επίσης συστηματικές και επιτυχείς προσβολές κατά εχθρικών πλοίων, που μετέφεραν εφόδια στον Ιταλικό Στρατό στην Αλβανία.

Οι μεγάλες όμως ώρες στη δράση του Στόλου μας ξετυλίχτηκαν στις πολεμικές του αποστολές κυρίως στη Μεσόγειο, αλλά και αλλού, από το 1941 και μετά, κατά τη διάρκεια της κατοχής της Ελλάδας. Η εν λόγω δράση συνεχίστηκε ακόμη και έπειτα από την απελευθέρωση της Ελλάδας, έως τη λήξη του Πολέμου τον Αύγουστο του 1945. Την περίοδο αυτή το Ναυτικό μας είχε την κυρία Βάση του στη Μ.Α.
Πλοία του Ελληνικού Στόλου που απωλέστηκαν στις επιχειρήσεις γιά την άμυνα της Ελλάδας, από 28 Οκτωβρίου 1940 μέχρι 31 Μαίου 1941.

Ο Στόλος μας πλήρωσε βαρύ τίμημα κατά την πολεμική αυτή περίοδο κατά τη Μάχη της Ελλάδας, με τις ακόλουθες απώλειες μαχίμων μονάδων του:
· 1 Θωρηκτό (ΚΙΛΚΙΣ 24/4/41)
· 4 Αντιτορπιλλικά (Β.ΓΕΩΡΓΙΟΣ 24/4/41-ΨΑΡΑ 20/4/41-ΥΔΡΑ 22/4/41-ΛΕΩΝ 15/5/41)
· 1 Υποβρύχιο (ΠΡΩΤΕΥΣ 29/12/40)
· 10 Τορπιλλοβόλα (ΚΙΟΣ 23/4/41-ΘΥΕΛΛΑ 22/4/41-ΠΡΟΥΣΑ 4/4/41-ΚΥΖΙΚΟΣ 25/4/41-ΠΕΡΓΑΜΟΣ 25/4/41-ΚΥΔΩΝΙΑΙ 26/4/41-ΔΩΡΙΣ 23/4/41-ΑΛΚΥΟΝΗ 23/4/41-ΑΙΓΛΗ 24/4/41-ΑΡΕΘΟΥΣΑ 25/4/41)
· 4 Ναρκαλιευτικά (ΑΞΙΟΣ 26/4/41-ΑΛΙΑΚΜΩΝ 21/4/41-ΝΕΣΤΟΣ 26/4/41-ΣΤΡΥΜΩΝ 24/4/41)

Σύνθεση του Ελληνικού Στόλου όταν απέπλευσε από Κρήτη γιά Μ.Α.
Έχοντας υποστεί ισχυρότατες Γερμανικές κυρίως αεροπορικές επιθέσεις, ο Στόλος μας είχε απομειωθεί στα ακόλουθα κυρίως Πλοία μέχρι το τέλος της Μάχης της Ελλάδας. Τα μέχρι τότε διασωθέντα Πολεμικά μας Πλοία, που ήταν κυρίως τα ακόλουθα, έπλευσαν στην Αλεξάνδρεια μετά την κατάληψη και της Κρήτης, από όπου συνέχισαν μαχόμενα μέχρι το τέλος του πολέμου:
· 1 Θωρηκτό ΑΒΕΡΩΦ
· 6 Αντιτορπιλλικά (Β.ΟΛΓΑ-ΣΠΕΤΣΑΙ-ΚΟΥΝΤΟΥΡΙΩΤΗΣ-ΠΑΝΘΗΡ-ΑΕΤΟΣ-ΙΕΡΑΞ))
· 3 Τορπιλλοβόλα (ΑΣΠΙΣ-ΝΙΚΗ-ΣΦΕΝΔΟΝΗ)
· 5 Υποβρύχια (ΓΛΑΥΚΟΣ-ΤΡΙΤΩΝ-ΝΗΡΕΥΣ-ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ-ΚΑΤΣΩΝΗΣ)
· 2 Μεταγωγικά (ΜΑΡΙΤ-ΜΕΡΣΚ)
· 5 Ναρκαλιευτικά (ΣΕΒΑΣΤΗ-ΧΡΗΣΤΟΣ-ΑΓ.ΓΕΩΡΓΙΟΣ-ΘΑΛΕΙΑ-ΛΙΒΑΝΟΣ)
· 1 Πλωτό Συνεργείο (ΗΦΑΙΣΤΟΣ)
· 2 Επίτακτα (ΚΟΡΙΝΘΙΑ-ΙΩΝΙΑ)

Δράση του Πολεμικού μας Ναυτικού μας στην κατεχόμενη Ελλάδα.
Την δράση του Ναυτικού στην υποδουλωμένη Ελλάδα κάλυψε κυρίως τους ακόλουθους τομείς:
· Διαφυγή του προσωπικού του Ναυτικού στη Μ.Α.
· Διοχέτευση πληροφοριών στους Συμμάχους.
· Μέριμνα των οικογενειών του προσωπικού του Ναυτικού που υπηρετούσε στην Μ.Α.

Οικονομική και ηθική αρωγή γιά τις οικογένειες που ζούσαν στην Ελλάδα και γιά τις διαφυγές προσωπικού στη Μ.Α. δόθηκαν πρόθυμα από τον κατοχικό Πρωθυπουργό στην Ελλάδα Ιωάννη Ράλλη, ως και από τις Ελληνικές Κυβερνήσεις της Μ.Α., με αποστολή χρυσών λιρών.
Το Αγγλικό Στρατηγείο εξήρε με έγγραφό του το εξαιρετικό θάρρος και την αφοσίωση προς το καθήκον, όσων εργάστηκαν στις οργανώσεις του Ναυτικού στην Ελλάδα.
Μεμονωμένοι άνδρες και Πολεμικά Πλοία στάλθηκαν κατά καιρούς την κατεχόμενη Ελλάδα γιά επιχειρήσεις, συγκέντρωση πληροφοριών μεταφορά ασυρμάτων και άλλου απαραίτητου υλικού ή εκτέλεση επιδρομών.

Ανεπιτυχείς απόπειρες διαφυγής στη Μέση Ανατολή
Κατά την ταυτόχρονη Γερμανική, Ιταλική και Βουλγαρική κατοχή της Ελλάδας από το 1941 μέχρι το 1944, αναπτύχθηκαν με κύρια Βάση τη Μ.Α. σημαντικές Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις (ΕΕΔ), που έφθασαν και υπερέβησαν συνολικά τους 20.000 άνδρες. Η συμβολή αυτών των ΕΕΔ στο συμμαχικό αγώνα κατά του Άξονα υπήρξε ουσιαστική. Η επάνδρωση των εν λόγω ΕΕΔ έγινε με εθελοντική κυρίως κατάταξη Ελλήνων που διέφευγαν από την σκλαβωμένη πατρίδα και από εκείνους που ζούσαν στο εξωτερικό. Όπως αναφέρει το Λεύκωμα Κ.Δοξιάδη, που κυκλοφόρησε το 1945, το σύνολο των Πολιτών που διέφυγαν από την υπόδουλη Ελλάδα προς Μ.Α. μεταξύ 1941-44, ανήλθε σε 45.000, των δε Στρατιωτικών σε 15.000. Πολλοί από αυτούς στελέχωσαν τις ΕΕΔ της Μ.Α.

Μερικοί από αυτούς που προσπάθησαν να διαφύγουν από την κατεχόμενη Ελλάδα γιά να συνενωθούν με τις Ελληνικές Ε.Δ. της Μ.Α., δεν στάθηκαν τυχεροί. Τους συνέλαβαν οι Αρχές κατοχής, τους φυλάκισαν τους ανέκριναν με βασανιστήρια και μερικούς θανάτωσαν. Κανένας δεν λύγισε και δεν απεκάλυψε τις επιζητούμενες πληροφορίες. Άλλοι ναυάγησαν και πνίγηκαν, ενώ μερικοί υπέστησαν πολλές περιπέτειες, μετά από τις οποίες κατόρθωσαν τελικά να φθάσουν στη Μ.Α.

Όχι ιδιαίτερα γνωστές είναι λυπηρές περιπτώσεις μονίμων στελεχών των Ενόπλων μας Δυνάμεως που προσπαθώντας να διαφύγουν από την Ελλάδα στη Μ.Α. γιά να πολεμήσουν με τις εκεί Ελληνικές μάχιμες μονάδες, εμποδίστηκαν από ανταρτικές ομάδες του ΕΛΑΣ, που δρούσαν στα Ελληνικά βουνά. Είναι επίσης γεγονός, ότι γονείς πολλών στελεχών του Ναυτικού μας που υπηρετούσαν κατά την κατοχή στη Μ.Α. σφαγιάστηκαν κυρίως κατά το κομμουνιστικό κίνημα του Δεκεμβρίου 1944, επειδή τα παιδιά τους υπηρετούσαν στο Πολεμικό μας Ναυτικό ... και όχι στον ΕΛΑΣ.

Το πνεύμα του ΄40
Σε αντίθεση προς την σημερινή εποχή, κατά την οποία υπερτονίζονται κυρίως τα δικαιώματα του Πολίτη, ενώ παρασιωπούνται συνήθως οι υποχρεώσεις του, στα χρόνια που προηγήθηκαν του ΄40, οι τότε πνευματικοί, πολιτικοί, στρατιωτικοί και θρησκευτικοί ταγοί, είχαν φροντίσει να προβληθούν και κατανοηθούν κυρίως οι υποχρεώσεις μας προς την Πατρίδα. Γιά να είμαστε όμως δίκαιοι, πρέπει να αναγνωρίσουμε, ότι την περίοδο του '40 προείχε η αίσθηση του χρέους προς την Πατρίδα όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στα στρατόπεδα των άλλων εμπολέμων. Αυτό βοήθησε στο να αναπτυχθεί μιά μέχρις αυτοθυσίας συνειδητή φιλοπατρία, της οποίας συναντάμε πολλά δείγματα. Δεν είναι πρακτικώς δυνατόν να αναφερθούμε εδώ σε κάθε περίπτωση. Γιά να φωτίσουμε όμως το γεγονός αυτό, σταχολογούμε ακολούθως μερικές χαρακτηριστικές και εν πολλοίς άγνωστες περιπτώσεις, που τιμούν τους πρωταγωνιστές τους και επιβεβαιώνουν τον κανόνα.

Παναγιώτης Μαρκόπουλος
Το Αντιτορπιλλικό ΑΔΡΙΑΣ προσέκρουσε σε νάρκη το 1943 σε επιχειρήσεις στο Αιγαίο, έχασε την πλώρη του και θρήνησε πολλούς νεκρούς και τραυματίες. Ακολούθως επισκευάστηκε προχείρως από το πλήρωμά του και επανέπλευσε δι' ιδίων δυνάμεων στη βάση του στην Αλεξάνδρεια. Ο σεβαστός βετεράνος του Πολέμου του ΄40 και Α! Μηχανικός του ηρωικού ΑΔΡΙΑ κατά το περιστατικό αυτό, Υποπλοίαρχος τότε Κωνσταντίνος Αράπης, αναφέρεται με τρυφερότητα στη σελίδα 172 του βιβλίου του «Αναμνήσεις από την Ειρήνη και τον Πόλεμο», γιά τον μεταξύ των νεκρών του πλοίου του ναυτόπαιδα μηχανικό Παναγιώτη Μαρκόπουλο.
Γιά ποίο λόγο ξεχώριζε ο Παναγιώτης Μαρκόπουλος; Ήταν ένα εικοσάχρονο παλικάρι, ορφανό από γονείς, που ζούσε με τη γιαγιά του στην Κωνσταντινούπολη, στην ουδέτερη και ασφαλή τότε Τουρκία. Το Ελληνόπουλο αυτό θεώρησε καθήκον του να κατεβεί στη Μέση Ανατολή και να ενταχθεί εθελοντικά στο Πολεμικό μας Ναυτικό, ώστε να αγωνισθεί γιά την απελευθέρωση της σκλαβωμένης του Πατρίδας. Δεν ευτύχησε να ζήσει μέχρι την απελευθέρωση της Ελλάδας και να γίνει πυγμάχος, όπως ήθελε.

Έλληνες Εφοπλιστές
Έλληνες Εφοπλιστές, που οι περισσότεροι ζούσαν στο εξωτερικό, είχαν τη δυνατότητα να αποφύγουν τα δεινά και τους κινδύνους του πολέμου του ΄40, αλλά δεν το έκαναν. Όπως καταγράφεται στη σ. 646-647 του βιβλίου του Αντιναυάρχου Ε. Καββαδία, Αρχηγού του Στόλου 1939-42 και Υφυπουργού Ναυτικών 1942-43 «Ο Ναυτικός Πόλεμος του 1940 όπως τον έζησα», πολλοί από αυτούς, με γνωστότερο ίσως τον Σταύρο Νιάρχο, κατέβηκαν στη Μέση Ανατολή, όταν η Πατρίδα ήταν υποδουλωμένη, και υπηρέτησαν στο Πολεμικό μας Ναυτικό μέχρι το 1945. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται και οι: Μ. Λως, Μ. Λαιμός, Ν. Εμπειρίκος, Π. Βεργωτής, Μ. Ευσταθίου, Π. Λιβανός, Ν. Ιγγλέσης, Εμμ. Βερνίκος, όπως και πολλοί άλλοι.

Ευγένιος Παναγόπουλος

Ένας άσημος τότε Έλληνας φοιτητής του εξωτερικού ήταν και ο Ευγένιος Παναγόπουλος, όταν η Ιταλία επιτέθηκε κατά της Ελλάδας την 28η Οκτωβρίου 1940.
Ο νεαρός απόφοιτος μηχανολόγος του Εθνικού Μετσοβείου Πολυτεχνείου Ευγένιος Παναγόπουλος, γεννημένος και μεγαλωμένος στην Ελλάδα, από πατέρα εκπαιδευτικό, έκανε εξειδίκευση στη ναυπηγική την Αγγλία. Αμέσως παρουσιάστηκε στον Έλληνα Ναυτικό Ακόλουθο Λονδίνου (ΝΑΛ) και ζήτησε να καταταγεί στο Πολεμικό μας Ναυτικό. Ο ΝΑΛ τον ενημέρωσε ότι αυτό δεν ήταν αμέσως πρακτικώς δυνατό και θα τον ειδοποιούσε ευθύς ως συγκροτείτο Ελληνικό πλήρωμα γιά την επάνδρωση και παραλαβή Πολεμικού Πλοίου, από αυτά που το Βρετανικό Ναυτικό ναυπηγούσε στην Αγγλία και παρέδιδε στο δικό μας, γιά αξιοποίηση στα πλαίσια του κοινού συμμαχικού αγώνα.
Ο Ευγένιος Παναγόπουλος, αντί να συνεχίσει τις σπουδές του, κατατάσσεται με έγκριση του ΝΑΛ ως εθελοντής στο Βρετανικό Ναυτικό και τοποθετείται στις Δυνάμεις καταδρομών, μέχρι να κληθεί να αποτελέσει πλήρωμα Ελληνικού Πολεμικού. Το 1942 μετά πρόσκληση του ΝΑΛ, έκανε μετάταξη στο Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό, ωνομάστηκε Έφεδρος Σημαιοφόρος Μηχανικός και τοποθετήθηκε στο υπό παραλαβή κατασκευαζόμενο στην Αγγλία Αντιτορπιλλικό, που πήρε το όνομα ΒΠ ΠΙΝΔΟΣ. Υπηρέτησε στο Πολεμικό μας Ναυτικό μέχρι την απελευθέρωση της Ελλάδας σε διάφορα μάχιμα πλοία, που είχαν ως κύρια βάση την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου και σε Μονάδες Καταδρομών, που έδρασαν για την απελευθέρωση των Ελληνικών νησιών του Αιγαίου. Αποστρατεύτηκε ως έφεδρος Υποπλοίαρχος Μηχανικός στο τέλος του 1944 και επειδή ο πόλεμος εκτός Ελλάδας συνεχιζόταν, κατατάγηκε στο Αμερικανικό Πολεμικό Ναυτικό. Μετά το πέρας του Β! Παγκοσμίου Πολέμου εγκαταστάθηκε στις ΗΠΑ και διακρίθηκε στο χώρο της Εμπορικής Ναυτιλίας. Πέθανε το 1995 στο εξωτερικό.
Την αγάπη προς την Πατρίδα την διατήρησε άσβεστη όλη του τη ζωή και την έδειξε πολλές φορές έμπρακτα και με διάφορες δωρεές. Ανήγειρε με έξοδά του και πρόσφερε στο κράτος το κτίριο του Μουσείου των Πλαταιέων στον Μαραθώνα και συνεισέφερε γιά την προστασία των αρχαιοτήτων της περιοχής. Προσέφερε επίσης γιά την προστασία του απολιθωμένου δάσους της Λέσβου και του ιστορικού Τουρκικού Νεκροταφείου της Χίου, όπου έχουν ταφεί οι νεκροί του δαυλού του Κανάρη. Ανέλαβε τα έξοδα κατασκευής ονομαστικών πλακών των θυμάτων της σφαγής των Καλαβρύτων κατά τη Γερμανική κατοχή. Τη μεγαλύτερη δωρεά του έκανε μετά τα γεγονότα της Κύπρου του 1974, σχεδιάζοντας, ναυπηγώντας με προσωπική του επίβλεψη και προσφέροντας στο Πολεμικό μας Ναυτικό τρία πάνοπλα πρωτοποριακά μικρά ταχέα σκάφη, συνολικής δαπάνης 3 περίπου εκατομμυρίων αμερικανικών δολλαρίων.

Γιάννης Τσουδερός.
Ένας άλλος σπουδαστής του εξωτερικού, κατά τη διάρκεια της κατοχής της Ελλάδας 1941-44, ήταν και ο Γιάννης Τσουδερός. Αυτός διέφερε από όλους τους άλλους φοιτητές του εξωτερικού, κατά το ότι πατέρας του ήταν ο Εμμανουήλ Τσουδερός, Πρωθυπουργός τότε της εξόριστης Ελληνικής Κυβερνήσεως.
Όπως μας πληροφορεί σε άρθρο του στο περιοδικό Πολιτικά Θέματα στο τεύχος της 28-3-97 ο Πρόεδρος της Εταιρείας Μελέτης Ελληνικής Ιστορίας κ. Γεράσιμος Αποστολάτος, ο εικοσάχρονος περίπου τότε Γιάννης Τσουδερός, έχοντας ακολουθήσει τον Πρωθυπουργό πατέρα του το 1941 στην εξορία, σπούδαζε κατά την κατοχή της Ελλάδας σε Πανεπιστήμιο των ΗΠΑ κοινωνιολογία και οικονομικά.
Ως ένας από τους Έλληνες φοιτητές στην Αμερική την περίοδο εκείνη, μπορούσε κάλλιστα να παραμείνει στην ασφάλεια της χώρας που τον φιλοξενούσε. Υπό τις περιστάσεις όμως, θεώρησε υποχρέωσή του να διακόψει τις σπουδές του και να επιστέψει στα Ελληνικά βουνά, γιά να πολεμήσει τους κατακτητές της Πατρίδας του. Η μετακίνησή του όμως δεν εγκρίθηκε από τις συμμαχικές Αρχές, γιά να αποφευχθούν τυχόν πολιτικές εμπλοκές. Αυτό το εμπόδιο δεν αποθάρρυνε τον νεαρό φοιτητή. Πήρε το ψευδώνυμο Γιάννης Γιαννακόπουλος και μπήκε σε Ελληνο-Αμερικανική Ομάδα δολιοφθορέων, που ήλθε και έδρασε στην κατεχόμενη Ελλάδα το 1944. Ο Γιάννης Τσουδερός τραυματίστηκε σοβαρά σε δράση κατά των Γερμανών στην Ήπειρο. Μετά την αποθεραπεία του επέστρεψε στην Ομάδα του και συνέχισε τη δράση του μέχρι την απελευθέρωση της Πατρίδας μας. Έως το θάνατό του το 1997, ο Γιάννης Τσουδερός διατηρώντας τη σεμνότητά του απέφευγε κάθε αναφορά στην εθελοντική αντιστασιακή του δράση.

Δράση του Ελληνικού Στόλου 1941-45, με κύρια Βάση τη Μέση Ανατολή
Κυρία αποστολή του Στόλου μας απετέλεσε η συνοδεία και προστασία από εχθρικές επιθέσεις νηοπομπών συμμαχικών Εμπορικών Πλοίων στη Μεσόγειο, που διακινούσαν πολύτιμο πολεμικό και άλλο υλικό. Ενδεικτικά σημειώνεται ότι το 1943 επί 41 Πολεμικών Πλοίων που εκτελούσαν συνοδείες, τα 27 ήταν Αγγλικά, τα 11 Ελληνικά και μόνο 3 Γαλλικά. Ελληνικά Πολεμικά έδρασαν επίσης στον Ατλαντικό, από Αγγλία μέχρι Cape Town και από Gibraltar μέχρι Azores.

Αθροίζοντας τις αποστάσεις που κάλυψε σε επιχειρήσεις κατά την περίοδο αυτή καθ' ένα από τα Πλοία του Στόλου μας, βρίσκουμε ότι όλα μαζί διέτρεξαν περί τα 2 εκατομμύρια ναυτικά μίλια και ήταν συνολικά 185.000 περίπου ώρες εν πλω. Κατά μέσο όρο δηλαδή, κάθε Πλοίο διήνυσε αυτό το χρονικό διάστημα περί τα 20.000 ναυτικά μίλια, ήτοι έκανε περί το 80% του περίπλου της γης υπό πολεμικές συνθήκες.
Σημαντική ήταν επίσης η συμμετοχή του Ελληνικού Στόλου στη μεγάλη και επιτυχημένη συμμαχική απόβαση στην Σικελία, που άρχισε στις 10 Ιουλίου 1943 και ωδήγησε λίγο αργότερα στη συνθηκολόγηση της Ιταλίας στις 8 Σεπτεμβρίου 1943. Σ' αυτή έλαβαν μέρος τα Αντιτορπιλλικά Β.ΟΛΓΑ - ΠΙΝΔΟΣ - ΚΑΝΑΡΗΣ - ΜΙΑΟΥΛΗΣ - ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ - ΑΔΡΙΑΣ και τα γηραιά Τορπιλλοβόλα ΝΙΚΗ - ΑΣΠΙΣ. Ο Ιταλικός Στόλος, που ήταν ο μεγαλύτερος της Μεσογείου, παραδόθηκε στο Συμμαχικό στην Αλεξάνδρεια στις 16 Σεπτεμβρίου 1943 παρουσία και του Έλληνα Αρχηγού Στόλου, που επέβαινε στο Ναρκαλιευτικό ΚΑΡΤΕΡΙΑ.

Ελληνικά Πολεμικά έλαβαν επίσης μέρος στη συμμαχική αποβατική ενέργεια στο Άνζιο της Ιταλίας την 21 Ιανουαρίου 1944. Σ' αυτήν συμμετείχαν τα Αντιτορπιλλικά ΚΡΗΤΗ-ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ και τα Αρματαγωγά ΣΑΜΟΣ-ΛΗΜΝΟΣ-ΧΙΟΣ.
Στη μεγάλη συμμαχική απόβαση στη Νορμανδία στις 2 Ιουνίου 1944, που ήταν όχι μόνο η μεγαλύτερη επιχείρηση του Β Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά η πιό μεγάλη συνδυασμένη στρατιωτική επιχείρηση όλων των εποχών, ο Ελληνικός Στόλος, παρά το μεγάλο κίνημα του ΚΚΕ στο Ναυτικό κατά τον Απρίλιο του ιδίου έτους, έλαβε μέρος με τις Κορβέττες ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ-ΤΟΜΠΑΖΗΣ.

Πολεμικά Πλοία που προστέθηκαν στη δύναμη του Ελληνικού Στόλου, όταν επιχειρούσε στο πλευρό των Συμμάχων, με βάση τη Μ.Α. το 1941-44.
Οι Σύμμαχοι, αναγνωρίζοντας τη σημαντική μαχητική ικανότητα του Πολεμικού μας Ναυτικού και την ουσιαστική συμβολή του στον διεξαγόμενο κοινό αγώνα κατά του Άξονα, ενίσχυσαν αποτελεσματικά το Στόλο μας με νέες αλλά και με μεταχειρισμένες μονάδες, που ήταν όμως σε πολύ καλλίτερη κατάσταση από τις προϋπάρχουσες στο Ναυτικό μας.
Κατά το 1942-43 παρελήφθησαν από την Αγγλία τα ακόλουθα νεοναυπηγημένα Αγγλικής κατασκευής Πλοία:
· 6 Αντιτορπιλλικά (ΠΙΝΔΟΣ-ΑΔΡΙΑΣ-ΜΙΑΟΥΛΗΣ-ΚΑΝΑΡΗΣ-ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ-ΚΡΗΤΗ) και
· 4 Κορβέττες (ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ-ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ-ΤΟΜΠΑΖΗΣ-ΚΡΙΕΖΗΣ)
Κατά το 1942-43 από τις ΗΠΑ παρελήφθησαν τα ακόλουθα παλαιά Πλοία:
· 1 καταδιωκτικό Υποβρυχίων (Β. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΙΙ),
· 4 Αρματαγωγά (ΛΕΣΒΟΣ-ΣΑΜΟΣ-ΛΗΜΝΟΣ-ΧΙΟΣ)
· 13 Ναρκαλιευτικά (ΠΑΡΑΛΟΣ-ΣΑΛΑΜΙΝΑ-ΚΑΡΤΕΡΙΑ-ΑΦΡΟΕΣΣΑ-ΑΛΦΕΙΟΣ-ΠΗΝΕΙΟΣ-ΑΧΕΛΩΟΣ-ΕΥΡΩΤΑΣ-ΣΠΕΡΧΕΙΟΣ-ΚΑΣΣΟΣ-ΚΩΣ-ΛΕΡΟΣ-ΠΑΤΜΟΣ)
· 4 μικρά πλωτά μέσα
Κατά το 1943-44 από την Αγγλία παρελήφθησαν:
· 2 Αγγλικά Αντιτορπιλλικά, καινούργια (ΑΙΓΑΙΟΝ-ΑΣΤΙΞ)
· 2 Αγγλικά Αντιτορπιλλικά παλαιά (ΣΑΛΑΜΙΣ-ΝΑΥΑΡΙΝΟΝ)
· 1 Υποβρύχιο Αγγλικό, καινούργιο (ΠΙΠΙΝΟΣ)
· 1 Ιταλικό Υποβρύχιο παλαιό, λεία πολέμου (ΜΑΤΡΩΖΟΣ)
Πλοία του Ελληνικού Στόλου που απωλέστηκαν κατά τις επιχειρήσεις 1941-44
· 2 Αντιτορπιλλικά (Β.ΟΛΓΑ 26/9/43-ΑΔΡΙΑΣ 22/10/43, βλέπε κατωτέρω)
· 3 Υποβρύχια (ΓΛΑΥΚΟΣ 12/5/42-ΤΡΙΤΩΝ 16/11/42-ΚΑΤΣΩΝΗΣ 14/9/43)
· 2 Ναρκαλιευτικά (ΚΩΣ-ΚΑΣΟΣ)

Σημειώνεται ότι το Αντιτορπιλλικό ΑΔΡΙΑΣ επιχειρώντας στη θαλάσσια περιοχή πλησίον της Καλύμνου μαζί με άλλα συμμαχικά πλοία, προσέκρουσε σε νάρκη την 22/10/43, έχασε την πλώρη του, αλλά δεν βυθίστηκε. Το πλήρωμα διέσωσε το πλοίο, το οποίο μετά από πρόχειρες επισκευές κατηύθυνε με τις μηχανές του στην Αλεξάνδρεια, όπου κατέπλευσε την ημέρα εορτασμού του Αγίου Νικολάου στις 6/12/43, υπό τις επευφημίες όλων των εκεί ορμούντων Συμμαχικών Πλοίων

Σύνθεση του Ελληνικού Στόλου κατά τον επανάπλου του στην Πατρίδα με την απελευθέρωση της Ελλάδας τον Οκτώβριο του 1944.
Στις 17 Οκτωβρίου του 1944 η εξόριστη Ελληνική Κυβέρνηση επανέπλευσε στον Πειραιά, επιβαίνοντας του Θωρηκτού ΑΒΕΡΩΦ. Ο Ελληνικός Στόλος, μεγαλύτερος και κραταιότερος από ήταν όταν μετά την κατάληψη της Χώρας συνέχισε τον πόλεμο στο πλευρό των Συμμάχων. Το Στόλο κατά την απελευθέρωση αποτελούσαν τα ακόλουθα κυρίως Πλοία:
· 1 Θωρηκτό (ΑΒΕΡΩΦ)
· 15 Αντιτορπιλλικά (ΠΙΝΔΟΣ-ΑΔΡΙΑΣ-ΜΙΑΟΥΛΗΣ-ΚΑΝΑΡΗΣ-ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ-ΚΡΗΤΗ-ΣΠΕΤΣΑΙ-ΚΟΥΝΤΟΥΡΙΩΤΗΣ-ΣΑΛΑΜΙΣ-ΝΑΥΑΡΙΝΟΝ-ΑΙΓΑΙΟΝ-ΑΣΤΙΓΞ-ΑΕΤΟΣ-ΙΕΡΑΞ-ΠΑΝΘΗΡ)
· 5 Υποβρύχια (ΠΙΠΙΝΟΣ-ΜΑΤΡΩΖΟΣ-ΝΗΡΕΥΣ-ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ-ΔΕΛΦΙΝ)
· 4 Κορβέττες (ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ-ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ-ΚΡΙΕΖΗΣ-ΤΟΜΑΖΗΣ)
· 1 καταδιωκτικό Υποβρυχίων (Β. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΙΙ),
· 4 Αρματαγωγά (ΛΕΣΒΟΣ-ΣΑΜΟΣ-ΛΗΜΝΟΣ-ΧΙΟΣ)
· 13 Ναρκαλιευτικά (ΠΑΡΑΛΟΣ-ΣΑΛΑΜΙΝΑ-ΚΑΡΤΕΡΙΑ-ΑΦΡΟΕΣΣΑ-ΑΛΦΕΙΟΣ-ΘΑΣΟΣ-ΑΧΕΛΩΟΣ-ΕΥΡΩΤΑΣ-ΤΑΥΡΟΣ-ΛΕΡΟΣ-ΠΑΤΜΟΣ-ΚΑΣΟΣ-ΚΩΣ)
· 1 Πλωτό Συνεργείο (ΗΦΑΙΣΤΟΣ)

Στάση των πληρωμάτων των Πλοίων του Ελληνικού Στόλου στο εξωτερικό
Από την Ιταλική επίθεση της 28 Οκτωβρίου 1940, μέχρι και το τέλος της Μάχης της Κρήτης 31 Μαίου 1941, που ολοκληρώθηκε η κατάληψή της Πατρίδας μας, επιδείχτηκε μοναδική λαϊκή σύμπνοια, που είχε τότε εμφυσηθεί από την Ηγεσία. Οι διχόνοιες και αλληλοσπαραγμοί, που ακόμη πληρώνουμε, επαναλήφθηκαν αμέσως μετά.

Κατά το δικτατορικό καθεστώς της περιόδου 1936-40 δεν λειτουργούσαν πολιτικά κόμματα και συνεπώς δεν συμμετείχαν στελέχη τους στη νομή της εξουσίας. Μετά την κατάληψη της Χώρας έγιναν προσπάθειες από μερικές πολιτικές δυνάμεις και άτομα, να ανακτήσουν το χαμένο έδαφος και να δημιουργήσουν τις προϋπόθεσης γιά να κερδίσουν τον έλεγχο της διακυβερνήσεώς της, όταν θα έφθανε η απελευθέρωση. Το Κομμουνιστικό Κόμμα, αν και μικρό, ανέπτυξε την πλέον επιτυχημένη και μαχητική δράση στην προσπάθειά του γιά την κατάκτηση αυτού του σκοπού. Από την αρχή σχεδόν της εχθρικής κατοχής το ΚΚΕ δημιούργησε το ΕΑΜ, στο οποίο επεδίωξε να ενταχθούν όλοι όσοι είχαν τη θέληση, ασχέτως κομματικών προσανατολισμών, να αγωνισθούν μέσα στην υποδουλωμένη Ελλάδα, γιά την αποτίναξη του ζυγού. Το ΕΑΜ δημιούργησε τον ΕΛΑΣ, ως δυναμική στρατιωτική οργάνωση στα Ελληνικά βουνά, που του επέτρεπε την δια των όπλων επιβολή του.

Παράλληλα το ΚΚΕ επέτυχε να επεκτείνει την επιρροή του και στις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις που δρούσαν από τη Μ.Α, υπό την Ελληνική Κυβέρνηση που είχε καταφύγει εκεί μετά την κατάκτηση της Χώρας μας. Αποτέλεσμα των ενεργειών του ΚΚΕ ήταν να ξεσπάσουν στάσεις και κινήματα ανάμεσα στις μαχόμενες στο πλευρό των Συμμάχων Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις στο εξωτερικό. Η πρώτη στάση εκδηλώθηκε κατά τη συμμετοχή στης 1ης Ελληνικής Ταξιαρχίας στη νικηφόρα Μάχη του Ελ Αλαμέϊν περί τα τέλη του 1942. Ακολούθησαν και άλλα ανάλογα περιστατικά, μέχρι που στις αρχές του 1944 ξέσπασαν στις Ελληνικές Δυνάμεις Στρατού, Ναυτικού και Αεροπορίας που δρούσαν στη Μ.Α. στα πλαίσια του κοινού συμμαχικού αγώνα κατά του Άξονος, οργανωμένα από το ΚΚΕ εκτεταμένα κινήματα.

Στα κείμενα του αειμνήστου Γεωργίου Παπανδρέου, Τόμος Β, που έχει δημοσιεύσει ο Εκδοτικός Οίκος Μπίρη το 1964, διαβάζουμε μεταξύ άλλων:
· Σ.16: Μετά την επίθεση και κατοχή της Ελλάδος υπό της Γερμανίας, το ΚΚΕ εξεδήλωσεν αμέριστον συμπάθειαν υπέρ των Γερμανών. Είχε πιστεύσει ότι ο σύμφωνον Ρωσίας-Γερμανίας ήτο πραγματικόν και διαρκές.
· Σ.24: Το ΚΚΕ, ως ηγετική δύναμη του ΕΑΜ και ΕΛΑΣ, πλάϊ στους εθνικούς τίτλους του γιά τον απελευθερωτικό αγώνα, βαρύνεται, δυστυχώς και με ευθύνες εμφυλίου πολέμου.
Στο βιβλίο του Τα χρόνια του Μεγάλου Πολέμου 1939-44 ο συνετός πολιτικός Παναγιώτης Κανελλόπουλος υποσημειώνει μεταξύ άλλων στις σελίδες 63-64:
Επηρεασμένος ακόμη από τόν δημοκρατικόν αγώνα πού είχα διεξαγάγει κατά τό έτος 1935, καθώς καί από τήν τετραετή επί δικτατορίας εξορίαν μου, είχα εκδηλώσει ... υπερβολικήν εμπιστοσύνην πρός τούς δημοκρατικούς Αξιωματικούς τού Κινήματος τού '35. Ορισμένοι εξ αυτών .... απεδείχθησαν άξιοι τής εμπιστοσύνης αυτής. Δέν εσκέπτοντο παρά μόνον τό πολεμικόν καθήκον των. ..... Πολλοί όμως απότακτοι τού 1935 συνηργάσθησαν μέ τούς κομμουνιστάς, τόσο κατά τό πρώτον μικρό κίνημα της Μ.Α. τό οποίον μέ υπεχρέωσε νά παραιτηθώ τόν Μάρτιον τού 1943, όσο καί κατά τό μέγα κίνημα τού Απριλίου τού 1944, τό οποίον αντιμετώπισαν αποφασιστικώς καί γενναιότατα οι αείμνηστοι Σοφοκλής Βενιζέλος και Ναύαρχος Π. Βούλγαρης, αφού είχον καί αυτοί υποπέσει προηγουμένως - μετ' εμέ καί παρά τό ιδικόν μου προηγούμενον πάθημα, τό οποίον δέν εξήγησαν ορθώς - εις τό λάθος νά εμπιστευθούν Διοικήσεις εις παλαιούς φίλους των, αποτάκτους τού '35, εξ ών ορισμένοι απεδείχθησαν ανάξιοι εμπιστοσύνης.

Όλες αυτές οι στάσεις και τα αιματηρά κινήματα του ΚΚΕ που συνέβησαν κατά τη διάρκεια του πολέμου ενώπιον του κοινού εχθρού, έστρεψαν τους Έλληνες εναντίον αλλήλων, εξασθενίζοντας τη συμμαχική προσπάθεια γιά τη καταβολή του Άξονα. Μπορεί οι στάσεις και τα κινήματα να μην επεκράτησαν, αλλά το τίμημα πληρώθηκε και πληρώνεται ακριβά. Η αίγλη του Έλληνα πολεμιστή, που κερδήθηκε με αίμα και πολλές άλλες θυσίες κατά την περίοδο 1940-45, ξέφτισε. Μετά το κίνημα στο Ναυτικό τον Απρίλιο του 1944 στο εξωτερικό, τα περισσότερα πολεμικά μας Πλοία αποσύρθηκαν από τις επιχειρήσεις γιά σημαντικό χρονικό διάστημα και καθυστέρησε η εν εξελίξει παραλαβή νέων Πλοίων. Ήταν εν τούτοις αξιοσημείωση η μεγάλη προσπάθεια του Ναυτικού μας, που πέτυχε να ανακάμψει από αυτή την περιπέτεια με τις ελάχιστες δυνατές επιπτώσεις και να συνεχίσει ακάματο την πολεμική του προσπάθεια κατά του Άξονα, μέχρι την τελική συμμαχική Νίκη τον Αύγουστο του 1945.

ΤΟ ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΜΑΣ ΝΑΥΤΙΚΟ
Η συνολική χωρητικότητα των πλοίων του Ελληνικού Εμπορικού Ναυτικού (ΕΕΝ) κατά την έναρξη του Β΄ ΠΠ ήταν περί το 2,6% εκείνης της παγκόσμιας. Το ΕΕΝ διέθετε περί τα 600 ωκεανοπόρα ατμοκίνητα πλοία και περί τα 700 πετρελαιοκίνητα καΐκια. Από τα ατμοκίνητα πλοία του ΕΕΝ, τα 90% περίπου ήταν φορτηγά. Εν τούτοις η ολική χωρητικότητα των πλοίων του ΕΕΝ ήταν τότε μεγαλύτερη των αντιστοίχων εμπορικών ναυτικών της Σουηδίας, Σοβιετικής Ενώσεως, Καναδά, Δανίας και Ισπανίας.

Η Μ. Βρετανία, παρά το ότι το 1939 διέθετε το 26.11% της παγκόσμιας χωρητικότητας, είχε ανάγκη κάθε διαθέσιμου πρόσθετου εμπορικού πλοίου, προκειμένου να καλύψει τις αυξημένες λόγω του πολέμου μεταφορικές ανάγκες όχι μόνο της μητροπολιτικής Αγγλίας, αλλά και τις πρόσθετες σε παγκόσμια κλίμακα. Περί τα μέσα του 1940 το Βρετανικό Βασιλικό Ναυτικό διέθετε καύσιμα γιά 2 μόνο μήνες. Περί τον Σεπτέμβριο του 1941 είχαν απολεσθεί γύρο στα 25% των Βρετανικών Εμπορικών πλοίων. Το ΕΕΝ, με πολιτική απόφαση της Ελληνικής Κυβερνήσεως και τη συνεργασία Εφοπλιστών και Πληρωμάτων, ήρθε αρωγό στη κάλυψη των εν λόγω αναγκών, αμέσως από την έναρξη του Β΄ ΠΠ.

Τα περισσότερα των πλοίων του ΕΕΝ ήταν καρβουνοκίνητα. Οι συνθήκες διαβιώσεως των πληρωμάτων του ΕΕΝ ήταν πολύ σκληρές έως άθλιες. Ναυτιλιακά βοηθήματα ήταν υποτυπώδη, περιοριζόμενα στην απλή μαγνητική πυξίδα και τις οπτικές παρατηρήσεις των ακτών την ημέρα και των άστρων τη νύκτα. Πολλοί Φάροι δεν λειτουργούσαν λόγω του πολέμου.
Τα αργοκίνητα πλοία του ΕΕΝ ήταν εύκολοι στόχοι των Γερμανικών Υποβρυχίων και των πολεμικών επιφανείας. Οι Διεθνείς Κανόνες δεν ετηρούντο συνήθως, κάτι που απέβαινε εις βάρος της ζωής των πληρωμάτων. Σύμφωνα με αυτούς τους Κανόνες τα φορτία πλοίων ουδετέρων κρατών έπρεπε να ελέγχωνται και εάν διεπιστώνετο ότι μετέφεραν υλικά γιά πολεμικές ανάγκες, επετρέπετο να βυθιστούν, αφού προηγουμένως απεβιβάζετο το πλήρωμά τους. Εν τούτοις πολλές φορές όχι μόνο τορπιλλίστηκαν και βυθίστηκαν εμπορικά πλοία μόλις έγιναν αντιληπτά, αλλά και όσοι από τα πληρώματά τους προσπάθησαν να διαφύγουν, πολυβολήθηκαν και εξοντώθηκαν, γιά να μην υπάρξουν ίχνη.

Επισημαίνεται ότι διαταγές προς τα Γερμανικά Υποβρύχια, που εκδόθηκαν ήδη από τον πρώτο μήνα του Β΄ ΠΠ την 30-9-39, περιείχαν, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα: ...επειδή οι Έλληνες έχουν πωλήσει και μισθώσει πολυάριθμα (εμπορικά) πλοία στους Άγγλους, τα Ελληνικά πλοία πρέπει να θεωρούνται ως εχθρικά .... Κατά τις επιθέσεις τα Υποβρύχια να παραμένουν αθέατα ...
Κατά τον Β΄ ΠΠ από το σύνολο των 500 περίπου ωκεανοπόρων φορτηγών ατμοπλοίων του ΕΕΝ βυθίστηκαν από πολεμικές ενέργειες περί τα 211. Επιπροσθέτως 107 φορτηγά μας απωλέσθηκαν από άλλες αιτίες. Επίσης από τα 55 επιβατηγά πλοία, βυθίστηκαν τα 52. Ακόμη από τα 700 καΐκια χάθηκαν περί τα 500. Οι μεγαλύτερες απώλειες σημειώθηκαν στον Ατλαντικό κατά το έτος 1941. Μέχρι τότε πολλά βραδυκίνητα φορτηγά πλοία διέσχιζαν τον ωκεανό μόνα, ενώ οι νηοπομπές προσέφεραν περιορισμένη προστασία. Μετέπειτα οι ετήσιες απώλειες συμμαχικών πλοίων έβαιναν μειούμενες, με την ενίσχυση της παρεχομένης καλύψεως από πολεμικά πλοία και αεροπλάνα.

Οι απώλειες του ΕΕΝ πρέπει να συγκριθούν με εκείνες του συνόλου των απωλειών των συμμαχικών εμπορικών πλοίων διαρκούντος του Β΄ ΠΠ. Κατά τα Βρετανικά στοιχεία, που αποκαλύφθηκαν μετά τον πόλεμο, οι Σύμμαχοι έχασαν συνολικά περί τα 2.600 εμπορικά πλοία, τα 95% των οποίων στον Ατλαντικό. Κατά συνέπεια οι απώλειες του ΕΕΝ σε φορτηγά και επιβατηγά, ανήλθαν στο 14% του συνολικού αριθμού των βυθισθέντων συμμαχικών εμπορικών πλοίων κατά τον Β΄ ΠΠ.

Τα κυριότερα όπλα που χρησιμοποιήθηκαν κατά πλοίων περιελάμβαναν τορπίλλες και νάρκες. Το σύνολο των ναρκών που ποντίστηκαν κατά τον Β΄ ΠΠ υπολογίσθηκαν σε άνω των 700.000. Από αυτές περί το 70% ποντίστηκαν από Αγγλία και Γερμανία. Οι νάρκες, μέχρι να εξουδετερωθούν μετά την λήξη του Β΄ ΠΠ, εξακολούθησαν να βυθίζουν πλοία γιά μεγάλο ακόμη διάστημα.
Κατά τη διάρκεια των Ιταλικών επιθέσεων κατά της Ελλάδας, πλοία του ΕΕΝ, υπό την προστασία του Πολεμικού μας Ναυτικού μετέφεραν ασφαλώςπερί το 80% του πολεμικού υλικού και των στρατευμάτων σε λιμένες πλησίον του μετώπου, χρησιμοποιώντας περί τα 140 φορτηγά, 47 επιβατηγά και 56 ρυμουλκά.

Δεν είναι εφικτό στη συνοπτική αυτή περιγραφή να μνημονευτούν όλα τα δράματα και τα επιτεύγματα του ΕΝΝ κατά τον Β΄ΠΠ. Γι' αυτό γίνεται ενδεικτικά μνεία σε δύο ιδιαίτερα σημαντικά περιστατικά. Το πρώτο αφορά το πλοίο ΝΙΚΟΛΑΟΣ Γ. ΚΟΥΛΟΥΚΟΥΝΤΗΣ, το οποίο υπό την πλοιαρχία του Κωνσταντίνου Πανώργιου, επέτυχε παρά τους κινδύνους και τις δυσκολίες, να εισέλθει την 2-2-43 στο λιμένα της Λιβύης και να εκφορτώσει πολύτιμα καύσιμα γιά το 8ο Βρετανικό Στράτευμα που πολεμούσε στη Βόρεια Αφρική. Ο Βρετανός Πρωθυπουργός Winston Churchill επισκέφτηκε το πλοίο στις 4-2-43 και το συνεχάρη προσωπικά. Το δεύτερο αφορά σε παρόμοιο εγχείρημα. Το φορτηγό ΕΛΠΙΣ, υπό την πλοιαρχία του Νικολάου Κουβαλιά, πλησίασε υπό σφοδρότατο βομβαρδισμό την Λιβύη και εκφόρτωσε καύσιμα γιά τα Βρετανικά στρατεύματα,επισύροντας τις επιδοκιμασίες του Βασιλιά της Αγγλίας.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Η συνοπτική αυτή παρουσίαση δεν είχε σκοπό και δυνατότητα να αναφερθεί σε κάθε ένα από τη πληθώρα των σημαντικών επί μέρους στοιχείων, που όλα μαζί συνιστούν τη μεγαλειώδη δράση του Πολεμικού και Εμπορικού μας Ναυτικού κατά τον Β΄ ΠΠ. Η προσπάθεια του σύντομου ιστορικού αυτού σημειώματος κατέτεινε στο να θιγούν τα πλέον χαρακτηριστικά γεγονότα, που ελπίζεται ότι αποδίδουν τη γενική εικόνα μιάς μοναδικής σε προσφορά περιόδου της σύγχρονης πολεμικής μας Ιστορίας, γιά την υπεράσπιση της τιμής και ελευθερίας της Πατρίδας και των παγκοσμίων ιδανικών. - ΠΗΓΗ

Κάντε Like στη σελίδα μας στο facebook και ακολουθείστε μας στο Twitter

Write on Κυριακή, 02 Νοεμβρίου 2014 Κατηγορία ΙΣΤΟΡΙΑ

Ποτέ σε άλλο μέρος τη γης, γυναίκες δε στάθηκαν τόσο γενναία βοηθώντας τα μαχόμενα τμήματα και αψηφώντας το θάνατο.

Ατέλειωτες φάλαγγες από κορίτσια, νέες και γριές, σκαρφάλωναν σε υψόμετρο πολύ πάνω από 2.000 μέτρα και όταν γύριζαν μετέφεραν τραυματίες. Ριγούσαν από συγκίνηση οι μαχητές μας, όταν έβλεπαν τις φάλαγγες αυτές να αναρριχώνται στα πιο απρόσιτα μέρη, κάτω από ασταμάτητες βροχές, μέσα σε χιονοθύελλες και βοριάδες. Ξάφνιασε τον κόσμο ολόκληρο ο ηρωισμός, η πίστη, η τόλμη, το θάρρος και η αντοχή των γυναικών, που κουβαλούσαν στους ώμους τους την Ελλάδα. Τα κατορθώματά τους, με θαυμασμό και σεβασμό θα τα θυμόμαστε.

Η προσφορά αυθόρμητη. Ο αγώνας γενναίος. Η αυταπάρνηση συγκινητική. Είναι οι Γυναίκες της Πίνδου. Πρωταγωνίστριες της εποποιίας του ΄40, ενός από τα σπουδαιότερα γεγονότα της ελληνικής ιστορίας. Γυναίκες, οι οποίες κατόρθωσαν μέσα από αντίξοες συνθήκες,να δώσουν το δικό τους δυναμικό και καθοριστικό παρόν στην πρώτη γραμμή του μετώπου.

Σε έναν από τους πιο δύσκολους πολέμους στην ιστορία του ελληνικού έθνους, οι Γυναίκες της Πίνδου αποφασίζουν να συνδράμουν στον αγώνα εναντίον του φασισμού με τον πλέον άμεσο τρόπο. Γυναίκες κάθε ηλικίας,από κορίτσια μέχρι γυναίκες μεγάλης ηλικίας. Μανάδες, αδερφές, αψηφούν το αβάσταχτο κρύο, το χιόνι, τη βροχή, τον αέρα και σχηματίζοντας φάλαγγες διασχίζουν κακοτράχαλα περάσματα, για να φτάσουν στο μέτωπο των αγωνιστών. Φορτωμένες με τρόφιμα, ρούχα και πολεμοφόδια ανηφορίζουν μονοπάτια, όπου κανένα μεταγωγικό όχημα, ούτε καν μουλάρι μπορεί να περάσει. Αλλά και επιστρέφοντας τα χωριά μεταφέρουν τραυματίες.

Ποια είναι όμως η ταυτότητα των γυναικών αυτών, που με τόση αυτοθυσία κατέστησαν εαυτούς πρωταγωνιστές του αξιόμαχου του ελληνικού έθνους; Πρόκειται για γυναίκες αγρότισσες, τόσο από τα χωριά της Δυτ. Μακεδονίας όσο και από τα χωριά των Ηπειρωτικών Βουνών (Πωγώνι, Ζαγόρι, Πεντάλοφο, Αγ.Παρασκευή, Φούρκα κ.ά.).

Ειδικά το χωριό Φούρκα, λίγα χιλιόμετρα ΒΑ των Ιωαννίνων, εξακολουθεί και σήμερα να αποτελεί ένα σύγχρονο σύνδεσμο με το ιστορικό γεγονός του έπους του ΄40, αφού εκεί βρίσκεται το άγαλμα της γυναίκας της Πίνδου, σημείο αναφοράς του εορτασμού στη μνήμη τους.

Ωστόσο, αυτό δεν είναι το μοναδικό μνημειακό έργο τέχνης, που έχει αφιερωθεί στο σπουδαίο αυτό αγώνα. Εικαστικοί, όπως ο ζωγράφος, 'Εκτορας Δούκας, ο γλύπτης, Νικόλαος Παυλόπουλος, (κατά κόσμον Νικόλας), καθώς και ο σπουδαίος φωτογράφος, Κώστας Μπαλάφας, εμπνέονται από την απαράμιλλη προσφορά αυτών των γυναικών και αποδίδουν με τα έργα τους τη δέουσα τιμή.

Από τους ποιητές μας, ίσως η πιο χαρακτηριστική ποιητική αναφορά ανήκει στον Νικηφόρο Βρεττάκο και το ποίημά του Γυναίκες της Πίνδου.

Τέλος, πλούσια είναι και η καταγραφή προσωπικών μαρτυριών.Χαρακτηριστικά είναι τα παρακάτω αποσπάσματα:

Εθαυμάσθησαν οι γυναίκες αυτές.
Όταν φύγαμε από τη Λάρισα για να πάμε στην Κοζάνη, στο Σαραντάπορο εκεί πέρα οι δρόμοι τότε ήτανε καλντερίμια και χωματόδρομοι, θυμάμαι εκεί επάνω πριν από τα Σέρβια ότι ήταν γυναίκες οι οποίες την δεύτερη ημέρα ακριβώς προς την τρίτη φτιάχνανε τον δρόμο, δηλαδή ρίχνανε πέτρες μες στις λάσπες. Από τότε, από την ίδια μέρα και βέβαια εν συνεχεία στην Ήπειρο εθαυμάσθησαν οι γυναίκες αυτές. Εθαυμάσθησαν πολύ γιατί μετέφεραν εκεί που δεν μπορούσε ούτε μουλάρι. Βάζανε στην πλάτη, μαθημένες αυτές, αυτές κουβαλούσαν νερό και ξύλα. Πήγαιναν στο ρουμάνι μια ώρες δυο, φορτωνόταν τα ξύλα στην πλάτη και τα μετέφεραν στα σπίτια τους μέσα στα χιόνια. Εκάνανε βέβαια μια προμήθεια από το καλοκαίρι για τον χειμώνα, κάνανε για ένα μήνα, από κει και ύστερα. Πηγαίνανε πλέον μέσα στα χιόνια...
(Προφορική μαρτυρία Τάκη Τράντα, στο: Χατζηπατέρα - Φαφαλιού, Μαρτυρίες 1940-1941, Αθήνα, Κέδρος, 1982, σ. 103.)

Γυναίκες που κουβαλούσαν πυρομαχικά.
7 Νοεμβρίου 1940. Σήμερα σκοτώθηκαν δύο παιδιά του 33ου Συντάγματος και αυτό μάνιασε περισσότερο τους στρατιώτες. Φωνάζαν εμπρός για τη Ρώμη. Ο θάνατος αυτός αντί να μας δειλιάσει μας έδωσε περισσότερα φτερά για να κυνηγήσουμε τους Ιταλούς. Συνάντησα γυναίκες που κουβαλούσαν πυρομαχικά. Μία ήτο 88 ετών. Μία μου είπε κλείδωσε το μικρό σε μια καλύβα για να βοηθήσει τον στρατό. Το βράδυ είδα μια γριούλα να κρατά δυο μικρά και η μητέρα τους ζύμωνε ψωμί για τον στρατό με το φως δυο κεριών που είχε μέσα σ' ένα ποτήρι. Τα χιόνια, ο πάγος, το τρομερό κρύο, δεν φαίνονταν να τις τρόμαζε. Όλες γεμάτες χαρά ήθελαν να προσφέρουν στο στρατό ό,τι δεν μπορούσαν τα μεταγωγικά. Αλήθεια γυναίκες θαύμα. Τι διαφορά με τις πόλεις!

(Από το Ημερολόγιο Πολέμου του Αργύρη Μπαλατσού, στο: Χατζηπατέρα - Φαφαλιού, Μαρτυρίες 1940 - 1941, Αθήνα, Κέδρος, 1982, σ. 103)

Οι νικηταί της Πίνδου προχωρούσαν. Καθώς έφτασαν στον ποταμό Βογιούσα κι είδαν οι ατρόμητες γυναίκες της Πίνδου πως το απότομο ρέμα εμπόδιζε τους σκαπανείς στη δουλειά τους, έκαναν αυθόρμητα κάτι, που ξανάγινε ύστερα στον Καλαμά και στο Δρίνο: μπήκαν οι ίδιες μέσα στα νερά και, πιασμένες σφικτά από τους ώμους, σχημάτισαν πρόσχωμα, που ανάκοβε την ορμή του ποταμού και ευκόλυνε τους γεφυροποιούς!

(Τάκης Ε. Παπαγιαννόπουλος, στο: Χατζηπατέρα - Φαφαλιού, Μαρτυρίες 1940 - 1941, Αθήνα, Κέδρος, 1982, σ. 104)

Όταν, λοιπόν, κάνουμε λόγο για τη γενναιότητα, τη μεγαλοψυχία, το σθένος, τη φιλοπατρία και τη συνολική προσφορά στον πόλεμο του '40, ένα μεγάλο μέρος της δόξας και της νίκης ανήκει κατά κοινή παραδοχή στις Γυναίκες της Πίνδου.

ΠΗΓΗ

Κάντε Like στη σελίδα μας στο facebook και ακολουθήστε μας στο twitter

Write on Δευτέρα, 28 Οκτωβρίου 2013 Κατηγορία ΙΣΤΟΡΙΑ

Όταν αναφερόμαστε στο Έπος του '40, συνήθως εξάρουμε την αυτοθυσία, τη γενναιότητα και την τόλμη των Ελλήνων, οι οποίοι αντέκρουσαν, με σθένος, τις επιθέσεις των Ιταλών, προκαλώντας τον παγκόσμιο θαυμασμό, με αποκορύφωμα τη φράση του Τσώρτσιλ «Οι ήρωες πολεμούν σαν Έλληνες»!
Επίσης είναι ευρέως γνωστά δημοσιεύματα, φωτογραφίες και άλλα ντοκουμέντα της Αλβανικής εποποιίας, στα οποία παρουσιάζονται τα ανδραγαθήματα των Ελλήνων στα βουνά της Ηπείρου, όπου κατατρόπωσαν μία από τις μεγαλύτερες δυνάμεις της εποχής, για να ηττηθούν λίγους μήνες αργότερα από τις δυνάμεις του Χίτλερ.
Όμως, τι γνωρίζουμε για την αντιμετώπιση της επίθεσης από τις ιταλικές εφημερίδες της εποχής και το πώς παρουσίαζαν τα δραματικά γεγονότα στα βουνά της Πίνδου;
Την απορία αυτή έλυσε ο γνωστός δικηγόρος και συλλέκτης Μάκης Μπετίνης, ο οποίος σ' ένα ταξίδι του στο Μιλάνο της Ιταλίας ανακάλυψε πέντε φύλλα της κυριακάτικης εφημερίδας «La Domenica del Corriere», δηλαδή του «Ταχυδρόμου της Κυριακής», όπου είναι εξόχως ενδιαφέροντα, γιατί μας αποκαλύπτουν το πόσο καλά χειριζόταν την προπαγάνδα το φασιστικό καθεστώς τού Μπενίτο Μουσολίνι σε ό,τι αφορά την επίθεση εναντίον της Ελλάδας.
Αναμφίβολα, τα δημοσιεύματα αυτά, εκτός από την ιστορική τους αξία, γιατί αποτελούν καταγραφή ενός σημαντικού γεγονότος στις σχέσεις Ελλάδας – Ιταλίας, σε μια πολύ δύσκολη συγκυρία, έχουν ιδιαίτερη καλλιτεχνική σημασία, διότι είναι εντυπωσιακή η αισθητική τους, δοθέντος ότι πρόκειται για έγχρωμες λιθογραφίες, υψηλού αισθητικού επιπέδου, οι οποίες αποδεικνύουν τη στράτευση μιας μερίδας καλλιτεχνών από το Μουσολίνι στην υπηρεσία της προπαγάνδας του απολυταρχικού του συστήματος.
Επιπροσθέτως, κάθε εξώφυλλο έχει διπλή ανάγνωση· διαφορετικά το αντιλαμβάνεται ο Ιταλός αναγνώστης και με άλλο τρόπο ο Έλληνας, διότι ό,τι είναι θετικό για τη μία πλευρά, έχει ακριβώς το αντίθετο αποτέλεσμα στην άλλη, επειδή υπήρχαν εχθρικές σχέσεις.
Τέλος, από δημοσιογραφική άποψη, επισημαίνεται ότι, το 1940, κυκλοφορούσαν, ήδη, στην Ιταλία κυριακάτικες εφημερίδες, με έγχρωμο πρωτοσέλιδο και οπισθόφυλλο, υψηλού καλλιτεχνικού επιπέδου. Άρα τα έντυπα αυτά δεν είναι εφεύρεση της σύγχρονης εποχής.

Τα ιταλικά δημοσιεύματα
Οι πέντε εφημερίδες, που έχει στην κατοχή του ο κ. Μάκης Μπετίνης, κυκλοφόρησαν τις Κυριακές 27 Οκτωβρίου, 3, 10, 17 και 24 Νοεμβρίου 1940.
Πρόκειται, δηλαδή, για τις εκδόσεις της παραμονή της επίθεσης στη χώρα μας και των τεσσάρων εβδομάδων, που ακολούθησαν της ιταλικής εισβολής στην Ήπειρο, όπου το κλίμα καταγράφεται στην αρχή με διθυραμβικό τρόπο και κατόπιν με εμφανή ηττοπάθεια.
Όπως δήλωσε στην εφημερίδα μας ο κ. Μπετίνης, στο πρώτο φύλλο της 27ης Οκτωβρίου 1940, παραμονή της ιταλικής επίθεσης, υπάρχει απόλυτη σιωπή για την επικείμενη εισβολή και το δημοσίευμα της "La Domenica del Corriere" έχει θριαμβικό χαρακτήρα, δεδομένου ότι παρουσιάζει τους Ιταλούς στρατιώτες να καταβυθίζουν το αγγλικό υποβρύχιο «Περσέας».
Το δεύτερο φύλλο της Κυριακής 3 Νοεμβρίου 1940, απεικονίζει την προέλαση των ιταλικών στρατευμάτων από τα σύνορα της Αλβανίας στην Ελλάδα, στο οποίο οι Ιταλοί στρατιώτες πατούν, κυριολεκτικά, τους νεκρούς Έλληνες, στέλνοντας μηνύματα νίκης και θριάμβου στην Ιταλία.
Ωστόσο, στο επόμενο φύλλο, της Κυριακής 10 Νοεμβρίου, το κλίμα αρχίζει να αλλάζει και απεικονίζονται οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι Ιταλοί στρατιώτες στο Αλβανικό Μέτωπο, διότι οι Έλληνες ανθίστανται σθεναρά και σε λίγο θα ανατρέψουν τα δεδομένα, με ολική αντεπίθεση, οπότε η κατάσταση αυτή περιγράφεται παραστατικότατα, με τους Ιταλούς στρατιώτες να αγωνίζονται να μεταφέρουν τον εξοπλισμό τους στα βουνά της Ηπείρου, ενώ επισημαίνεται η παντελής έλλειψη βοήθειας και ιδιαίτερα μηχανοκίνητων οχημάτων, αφού επιστρατεύονται βόδια, για να ρυμουλκήσουν τον εξοπλισμό τους στις απότομες πλαγιές της Πίνδου.
Μία εβδομάδα αργότερα, την Κυριακή 17 Νοεμβρίου, η εφημερίδα σιωπά για τις εξελίξεις στον Ιταλοελληνικό πόλεμο, γιατί, προφανώς, έχει αρχίσει η μεγάλη αντεπίθεση των Ελλήνων και το πρωτοσέλιδο αναφέρεται στις εχθροπραξίες της Αφρικής και ιδιαίτερα στο Σουδάν.
Στο ίδιο μοτίβο κινείται και το επόμενο φύλλο της 24ης Νοεμβρίου 1940, όπου το πρωτοσέλιδο παρουσιάζει τις νίκες των ιταλικών υποβρυχίων στον Ατλαντικό, ενώ η αναφορά στο Αλβανικό μέτωπο λαμβάνει χώρα στο οπισθόφυλλο, όπου χαιρετίζεται, με γλαφυρό και διθυραμβικό τρόπο, η ανατίναξη της γέφυρας της Πρέσπας από τα βομβαρδιστικά του Μουσολίνι.
Ωστόσο, η δεύτερη ανάγνωση της φωτογραφίας μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι έχει αρχίσει, πλέον, η υποχώρηση των Ιταλικών στρατευμάτων και η προέλαση των Ελληνικών στη Βόρειο Ήπειρο, διότι, ως γνωστόν, σε μια σύρραξη καταστρέφει τις γέφυρες αυτός που κινδυνεύει και υποχωρεί, προσπαθώντας, τοιουτοτρόπως, να αποτρέψει τον εχθρό, όπως κάνουν οι Ιταλοί εξαφανίζοντας όλες τις γέφυρες της Πίνδου.
«Στα δημοσιεύματα αυτά», συνέχισε ο κ. Μπετίνης, «αποτυπώνεται η προπαγάνδα του καθεστώτος Μουσολίνι και καταφαίνεται η προσπάθειά του να προξενήσει ένα κλίμα αποδοχής από τους συμπατριώτες του, της διαφαινόμενης ήττας των στρατευμάτων του στο Αλβανικό Μέτωπο, κυρίως, μετά την καταβαράθρωση του ενθουσιασμού, τον οποίο ο ίδιος είχε προκαλέσει, μετά την επίθεση της 28ης Οκτωβρίου στη χώρα μας.
Θεωρώ πολύ σημαντικό το γεγονός ότι βλέπουν, για πρώτη φορά, το φως της δημοσιότητας οι αντιδράσεις του Ιταλικού Τύπου, στην αρχή του Αλβανικού Έπους, ο οποίος, την εποχή εκείνη, εκτελούσε, απόλυτα, τις εντολές και την προπαγάνδα του φασιστικού καθεστώτος του Μουσολίνι».

ΠΗΓΗ

Write on Σάββατο, 28 Οκτωβρίου 2017 Κατηγορία ΔΙΑΦΟΡΑ

Ένα τραγούδι από το Σουηδικό συγκρότημα (μουσικής heavy metal) Sabaton, αναφέρεται στον αγώνα της Ελλάδας κατά τη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού πολέμου το 1940.
Στο παρακάτω βίντεο, μπορείτε να διαβάσετε την μετάφραση των στίχων ακούγοντας ένα τραγούδι που δεν έχει γραφτεί από Έλληνες και όμως καθηλώνει!

Κάντε Like στη σελίδα μας στο facebook και ενημερωθείτε για την Άμυνα και την Ασφάλεια!

Write on Παρασκευή, 30 Οκτωβρίου 2015 Κατηγορία ΙΣΤΟΡΙΑ
Γράφει ο Ταξχος ε.α. Χρήστος Νοταρίδης

Συνοπτική Περιγραφή
Το Ιππικό συμμετείχε ένδοξα στον Ελληνοιταλικό και Ελληνογερμανικό πόλεμο, συνεισφέροντας στις επιτυχίες των ελληνικών όπλων, με τρείς Σχηματισμούς: την Μεραρχία Ιππικού, την Ταξιαρχία Ιππικού και την ΧΙΧ Μηχανοκίνητη Μεραρχία.

Η Δράση της Μεραρχίας Ιππικού
Προκειμένου να κατανοηθεί η σημαντική συμβολή της Μεραρχίας Ιππικού, παρατίθενται χρονολογικά τα γεγονότα, για τα οποία κύρια πηγή πληροφοριών απετέλεσε η Έκθεση Πεπραγμένων της, που διασώθηκε σε πρωτότυπο στο αρχείο του Στρατηγού Στανωτά (72 σελίδες), διασταυρωμένη με τον ΣΚ 900-23 (Ιστορία του Ιππικού – Τεθωρακισμέων), τα στοιχεία της ΔΙΣ/ΓΕΣ και με άλλες εκδόσεις.

Τον Οκτώβριο του 1940, όταν ξεκίνησε ο Ελληνοϊταλικός πόλεμος ο Ελληνικός Στρατός δεν διέθετε τεθωρακισμένα άρματα μάχης, κι έτσι το Ιππικό αποτελείτο μόνον απο ίππους. Παραγγελίες αρμάτων που είχαν γίνει στην Αγγλία και Γαλλία, ενώ πληρώθηκαν, τα άρματα δεν παραδόθηκαν, αφού δεσμεύθηκαν το 1938, εν όψει του επερχομένου πολέμου. Οι Μονάδες Ιππικού είχαν μικτή σύνθεση και διέθεταν ίππους και αυτοκίνητα, συνδυάζοντας ταχυκινησία και ευκινησία. Μόνον κατά τα ¾ οι ίπποι ήταν στρατιωτικοί, ενώ οι υπόλοιποι ήταν είτε νεόλεκτοι (νεόλεκτοι=νεοείσακτοι) ανεκπαίδευτοι, είτε επιτασσόμενοι κέλητες, με συνέπεια την ανομοιομορφία. Ιπποι έλξεως προβλεπόταν μόνον επιτασσόμενοι. Οι ιπποσκευές τους όμως ήταν πλήρεις.

Κάθε Ιλη Ιππικού διέθετε 12 οπλοπολυβόλα και κάθε Πυροβολαρχία 12 πολυβόλα, ήτοι 60 αυτόματα όπλα κατά Σύνταγμα. Επιπλέον, κάθε Σύνταγμα διέθετε 4 όλμους 81χλς. Η Εφιππη Μοίρα διέθετε 3 Πολυβολαρχίες και μια Ιλη, ήτοι 48 αυτόματα όπλα. Δεν υπήρχαν αντιαρματικά. Η Εφιππη Μοίρα Πυροβολικού διέθετε 8 πυροβόλα των 75 χλστ. Η Ορειβατική Α/Α Πυροβολαρχία διέθετε 4 πυροβόλα των 20 χλστ.

Η γενική επιστράτευση βρήκε το στρατηγείο της Μεραρχίας Ιππικού στη Θεσσαλονίκη, με διοικητή τον Υποστράτηγο Γεώργιο Στανωτά. Στο γενικώτερο κλίμα της εποχής ήταν φανερό οτι επίκειτο πόλεμος και έτσι η διοίκηση είχε έγκαιρα επιδοθεί στη μεθοδική προετοιμασία της επιστρατεύσεως. Ολες οι πτυχές των σχεδίων εκστρατείας είχαν μελετηθεί απο τα στελέχη και οι διαδικασίες επιστρατεύσεως είχαν δοκιμαστεί επανειλλημένως.

Βάσει των προβλεπομένων ενεργειών, συγκεκριμένα του Σχεδίου «ΙΒ» (Ιταλία – Βουλγαρία), ο επιχειρησιακός ρόλος της Μεραρχίας ήταν να αποτελέσει την εφεδρεία του Αρχιστρατήγου Παπάγου, προσανατολισμένη να δράσει στη ευρύτερη περιοχή Σιδηροκάστρου, ενισχύοντας τη Γραμμή Μεταξά.

Η σύνθεση του επιτελείου της Μεραρχίας Ιππικού εκείνη την εποχή ήταν :

Επιτελάρχης : Αντισυνταγματάρχης Σόλων Γκίκας
Δντης 1ου Γραφείου : Ιλαρχος Κων/νος Σαρίμπεης
Δντης 2ου Γραφείου : Ιλαρχος Ηρακλής Σκανδάλης
Δντης 3ου Γραφείου : Επίλαρχος Γεώργιος Κανελλάκης
Δντης 4ου Γραφείου: Επίλαρχος Κων/νος Παπαχριστόπουλος
Διοικητής Πυροβολικού : Συνταγματάρχης Δημήτριος Νίκας (απο 2 Νοεμβρίου, ο Συνταγματάρχης Αλέξανδρος Ασημακόπουλος)

Στις 28 Οκτωβρίου 1940, η συγκρότηση δυνάμεων της Μεραρχίας ήταν :

Στρατηγείο Μεραρχίας Ιππικού,
Στρατηγείο της Ταξιαρχίας Ιππικού, που ήταν ξεχωριστός Σχηματισμός υπο διοίκηση της Μεραρχίας, με διοικητή τον Συνταγματάρχη Σωκρ. Δημάρατο,
1ο Σύνταγμα Ιππικού (Θεσσαλονίκης) του οποίου μια Επιλαρχία θα συγκροτείτο στη Λάρισα απο την Σχολή Εφαρμογής Ιππικού, με διοικητή τον Συνταγματάρχη Σ. Παπαθανασίου,
3ο Σύνταγμα Ιππικού (επιστρατευόμενο στις Σέρρες) με διοικητή τον Συνταγματάρχη Ι. Νομικό,
Μηχανοκίνητο Σύνταγμα Ιππικού (στην Ευκαρπία Θεσσαλονίκης) με διοικητή τον Αντισυνταγματάρχη Ε. Ασημακόπουλο,
Μοίρα Εφίππου Πυροβολικού,
Μηχανοκίνητη Πυροβολαρχία Skoda,
Ιλη Μηχανικού, Ιλη Διαβιβάσεων,
Υγειονομικό Απόσπασμα (επιστρατευόμενο στη Λάρισα), Κτηνιατρικό Απόσπασμα και
Απόσπασμα Επιμελητείας.

Τα πρώτα τμήματα της Μεραρχίας Ιππικού μεταφέρθηκαν στο Λαγκαδά, για την επιστράτευση και εν συνεχεία κινήθηκαν προς την Πίνδο. Η Ταξιαρχία Ιππικού, κατά την πρώτη περίοδο κινήθηκε και έδρασε υπό διοίκηση του Β' Σώματος Στρατού (Β'ΣΣ), ανεξάρτητα απο την Μεραρχία Ιππικού. Στο μεταξύ ο Υποστράτηγος Στανωτάς επέβλεψε την επίταξη ίππων και μάλιστα εξέφρασε επανειλημμένα την ικανοποίησή του για την προθυμία με την οποία οι πολίτες παραχωρούσαν τα άλογά τους. Χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα επιτάχθηκαν 5.000 ίπποι, για την συγκρότηση και των υπολοίπων μονάδων της Μεραρχίας.

Ως τομέας ενεργείας ορίστηκε η περιοχή του Μετσόβου. Με την άφιξη της στην Καλαμπάκα η Μεραρχία Ιππικού ενισχύθηκε με το 4ο Σύνταγμα Πεζικού (μείον ένα τάγμα), ένα τάγμα του 7ου Συντάγματος Πεζικού και μια Πυροβολαρχία 155mm.

Η νέα αποστολή της Μεραρχίας Ιππικού ήταν να εξασφαλίσει τον άξονα Ιωάννινα-Καλαμπάκα, ο οποίος κινδύνευε σοβαρά να αποκοπεί εξαιτίας της διείσδυσης της 3ης Μεραρχίας Αλπινιστών "Τζούλια", από την άνω κοιλάδα του Αώου και την κοιλάδα του Ζαγορίτικου, να επιτεθεί στην κατεύθυνση Ελεύθερο – Κόνιτσα και να αποκαταστήσει σύνδεσμο με τη σκληρά δοκιμαζόμενη VIII Mεραρχία και το Β' Σώμα Στρατού. Η νέα αποστολή σε χώρο διαφορετικό απο τον προβλεπόμενο, απαιτούσε σημαντική προσαρμογή αφ ενός της συγκρότησης της, αφ ετέρου των τρόπων ενεργείας της, διότι θα ενεργούσε σε ορεινό έδαφος αντί του πεδινού, όπου συνήθως επιχειρεί το Ιππικό. Δεν υπήρχαν ούτε χάρτες της περιοχής Ηπείρου και μόλις την 31 Οκτωβρίου ο Επιτελάρχης πήρε φύλλα χάρτου απο άλλους Σχηματισμούς στην Κοζάνη.

Την 1η Νοεμβρίου το Στρατηγείο της Μεραρχίας Ιππικού, αφού επέβλεψε την ταχεία επιστράτευση, είχε εγκατασταθεί ήδη στο Μέτσοβο, έχοντας διανύσει τα 300 χλμ απο Θεσσαλονίκη σε ελάχιστο χρόνο. Οι υφιστάμενες μονάδες της, μόλις συμπλήρωναν στοιχειώδη δύναμη, κατευθύνοντο προς εκεί με όση ταχύτητα μπορούσαν. Η ιταλική αεροπορία βομβάρδιζε χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία την οδό Καλαμπάκα-Μέτσοβο. Στη γενικώτερη διάταξη δυνάμεων η Μεραρχία Ιππικού αποτελούσε το βορειότερο άκρο δεξιό του Α' Σώματος Στρατού, ενώ δεξιότερα υπήρχε η Ιη Μεραρχία του Β'ΣΣ. Η Μεραρχία Ιππικού ανέλαβε την εξασφάλιση του ορεινού όγκου Κουκουράτζα, 25 χλμ βορειοδυτικά του Μετσόβου.

1 ippiko

Η Μεραρχία Ιππικού στην αρχή του αγώνα 

Η ιταλική διείσδυση στο τομέα Πίνδου είχε δημιουργήσει έναν θύλακα, που άρχισε να συμπιέζεται απο την είσοδο της Μεραρχίας Ιππικού στον αγώνα.

Η πρώτη επαφή με τους επιτιθέμενους Ιταλούς πραγματοποιήθηκε το μεσημέρι της 3ης Νοεμβρίου στη Βωβούσα, όπου το Τάγμα Χατζηδάκη ενίσχυσε τον προσβαλλόμενο Λόχο Παππά του 51 Συντάγματος Πεζικού. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας η Ταξιαρχία Ιππικού ανακατέλαβε τη Σαμαρίνα ενώ την επομένη η Μεραρχία Ιππικού ανακατέλαβε τη Βωβούσα. Ο αγώνας συνεχίσθηκε με σφροδρότητα μέχρι τις μεσημβρινές ώρες της 4ης Νοεμβρίου, οπότε οι Ιταλοί υποχώρησαν. Ηταν αγώνας κυρίως εναντίον του χρόνου που χρειαζόταν οι Ελληνες για να φθάσουν στο μέτωπο αρκετές δυνάμεις ώστε να στηρίξουν την άμυνα της περιοχής.

Αυτές οι πρώτες επιτυχίες της Μεραρχίας Ιππικού, που πολέμησε και νίκησε χωρίς ουσιαστική προπαρασκευή, χωρίς οργανωμένο σύστημα τροφοδοσίας και ανεφοδιασμού, μπαίνοντας στη μάχη «αυθόρμητα» με την σταδιακή προσέλευση των Μονάδων της στο μέτωπο, επηρέασαν την έκβαση του Ελληνοιταλικού πολέμου και ανύψωσαν το ηθικό του Στρατού. Αργότερα, αυτή η ορμητική επιχείρηση σχολιάστηκε θετικά απο τους Συμμάχους.

Απο τις 6 Νοεμβρίου, η Μεραρχία Ιππικού με διαταγή του Γενικού Στρατηγείου υπήχθη υπο το Α' Σώμα Στρατού (Α'ΣΣ). Με απευθείας τηλεφωνική διαταγή, ο Αντιστράτηγος Π. Δεμέστιχας ζήτησε απο τον Στανωτά να εκκαθαρίσει την περιοχή γύρω απο το Δίστρατο.

Δύο ημέρες αργότερα, η Ταξιαρχία Ιππικού κατέλαβε το Δίστρατο. Εκεί αιχμαλώτισε μεγάλο αριθμό Ιταλών και το ορεινό χειρουργείο της Μεραρχίας "ΤΖΟΥΛΙΑ", όπου νοσηλεύονταν 200 τραυματίες. Μια ώρα μετά την Ταξιαρχία Ιππικού έφθασαν στο Δίστρατο και τα πρώτα τμήματα της Μεραρχίας Ιππικού, τα οποία είχαν δώσει σκληρούς αγώνες μεταξύ Βωβούσας και Δίστρατου, ενώ παράλληλα αντιμετώπιζαν μεγάλες δυσχέρειες με τις μονάδες πεζικού οι οποίες είχαν επιστρατευθεί εσπευσμένα και δεν είχαν την απαιτούμενη συνοχή. Μεγάλα προβλήματα είχε επίσης η Μεραρχία με τον ανεφοδιασμό της σε τρόφιμα και πυρομαχικά από το Μέτσοβο μέχρι τη Βωβούσα, λόγω έλλειψης μεταγωγικών. Παρά τα προβλήματα ο Στανωτάς διετάχθη να στραφεί προς Ελεύθερο-Κόνιτσα, νοτίως του όρους Σμόλικα, ώστε να διευκολύνει την ενέργεια του Β' Σώματος Στρατού προς την κατεύθυνση αυτή.

Στις 9 Νοεμβρίου ιταλικά τμήματα επιτέθηκαν στα υψώματα Κλέφτης και Νταλιάπολη, αλλά αποκρούσθηκαν και διασκορπίσθηκαν εγκαταλείποντας οπλισμό και υλικό, καθώς και την πολεμική σημαία του ΙΙΙ/9 Τάγματος Αλπινιστών. Μεγάλος αριθμός Ιταλών παραδόθηκε σε τμήματα της Μεραρχίας Ιππικού, τα οποία ενεργούσαν πλέον προς τις Πάδες και το Ελεύθερο.

Την 10 Νοεμβρίου τμήματα της Μεραρχίας και της Ταξιαρχίας Ιππικού που κατευθύνονταν προς τη διάβαση της Σούσνιτσας συνάντησαν φάλαγγα του 8ου Συντάγματος Αλπινιστών δυτικά του χωριού Ελεύθερο. Μετά από επτάωρο σκληρό αγώνα κατόρθωσαν να τη διαλύσουν, αιχμαλωτίζοντας 12 αξιωματικούς και 700 οπλίτες και κυριεύοντας πολλά υλικά, το αρχείο και το ταμείο της «ΤΖΟΥΛΙΑ», 100 ημιόνους και 5 όλμους. Οι απώλειες των Ιταλών ανήλθαν στους 300 νεκρούς. Η τηλεφωνική αναφορά του Στανωτά ήταν το πρώτο χαρμόσυνο άγγελμα για τους Ελληνες, αλλά και για όλους τους αγωνιζόμενους ευρωπαίους.

Την επόμενη ημέρα, το 9ο Σύνταγμα Αλπινιστών διατάχθηκε να κρατήσει τον αυχένα Χρηστοβασίλη, ώστε να καλύψει την υποχώρηση ιταλικών τμημάτων του προς την Κόνιτσα. Εκεί δέχθηκε σφοδρή επίθεση τμημάτων της Μεραρχίας Ιππικού. Μετά πολύωρο αγώνα οι Ιταλοί ανατράπηκαν και καταδιώχθηκαν, αφήνοντας πλήθος υλικών στο δρόμο. Στις 12 Νοεμβρίου η Μεραρχία Ιππικού συνέχισε την κίνηση προς δυσμάς.

Στις 13 Νοεμβρίου, η Μεραρχία Ιππικού, η οποία ήδη είχε ενισχυθεί με το 4ο Σύνταγμα Πεζικού της Ι Μεραρχίας, έλαβε επαφή με το 9ο Σύνταγμα Αλπινιστών και το 139ο Σύνταγμα της Μεραρχίας «ΜΠΑΡΙ», στη θέση Προφήτης Ηλίας Κόνιτσας-Ιτιά-Λιθάρι. Το επόμενο διήμερο χαρακτηρίσθηκε απο σφοδρή ανταλλαγή πυρών και την νύχτα 15/16 Νοεμβρίου σύνταγμα της Μεραρχίας Ιππικού ενήργησε στη κατεύθυνση Ιτιά-Κόνιτσα, ενισχύοντας έτσι την προσπάθεια της Ι Μεραρχίας.

Στις 16 Νοεμβρίου, τμήματα της Μεραρχίας κατέλαβαν την Κόνιτσα, που είχε πυρποληθεί στο μεγαλύτερο μερος και προχώρησαν ακόμη 3 χιλιόμετρα δυτικά. Η άλλοτε επίλεκτη «ΤΖΟΥΛΙΑ», η καλύτερη μονάδα του ιταλικού στρατού, με άνδρες καταγόμενους απο τις Αλπεις, εξοικειωμένους στον ορεινό αγώνα, είχε περιέλθει σε τραγική κατάσταση και η Μεραρχία Ιππικού είχε συντελέσει καθοριστικά σε αυτή την επιτυχία.

Οι αγώνες της Μεραρχίας Ιππικού δεν σταμάτησαν εδώ. Στις 20 Νοεμβρίου συνεχίζοντας την επιθετική της ενέργεια, πέρασε από την κατεστραμμένη γέφυρα Μπουραζάνι και κατέλαβε, μετά από «αγώνα εκ του συστάδην» το χωριό Μελισσόπετρα. Τη νύχτα 21/22 τμήματα της Μεραρχίας διέβησαν τον ποταμό Σαραντάπορο2 αφού οι Ιταλοί στην υποχώρηση τους είχαν καταστρέψει την γέφυρα της Μέρτζανης, εκδιώχνοντας τους βόρεια των συνόρων και αποκαθιστώντας πλέον το εθνικό έδαφος. Την 23 Νοεμβρίου κατέλαβαν το χωριό Τσαρτσοβα και την περιοχή Ραντάχοβα, δυτικά του Λεσκοβικίου, αποκαθιστώντας την οδική συγκοινωνία Ιωάννινα – Κόνιτσα. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΔΙΣ/ΓΕΣ η δύναμη της Μεραρχίας Ιππικού ανερχόταν τότε σε 7.000 άνδρες, 12 πυροβόλα και 4.800 κτήνη. Οι αλλεπάλληλες αυτές επιτυχίες του Ελληνικού Στρατού δημιούργησαν σοβαρή κρίση στην Ιταλική ηγεσία, με συνέπεια στις 26 Νοεμβρίου την παραίτηση του αρχηγού του ιταλικού Γενικού Επιτελείου Στρατάρχη Μπαντόλιο, προκαλώντας επακόλουθες αντικαταστάσεις των επικεφαλής των ιταλικών στρατιών.

Εως τις 27 Νοεμβρίου, η Μεραρχία Ιππικού πέτυχε να προωθηθεί μέχρι τον ποταμό Λεγκατίτσα, του οποίου οι Ιταλοί κατείχαν την δυτική όχθη. Μετά από «πείσμονα αγώνα» τα τμήματα της έφθασαν στην ανατολική όχθη του ποταμού Αώου, ενώ οι Ιταλοί άρχισαν να εγκαταλείπουν την Πρεμετή. Απο την 28 Νοεμβρίου, η Μεραρχία Ιππικου τέθηκε υπο διοίκηση του Β' Σώματος Στρατού.

Την 2 Δεκεμβρίου οι Ιταλοί υποχωρώντας ανατίναξαν τη γέφυρα της Πρεμετής. Την επόμενη μέρα η Μεραρχία Ιππικού συνεχίζοντας την επίθεση της κατέλαβε την ομώνυμη πόλη και συνέλαβε 250 αιμαλώτους.

Η Μεραρχία Ιππικού στις 4 Δεκεμβρίου, συνεχίζοντας την επιθετική της ενέργεια, κατέλαβε το ορεινό συγκρότημα Μάλι Μποντάριτ, προωθήθηκε πέρα από τον ποταμό Λούμνιτσα και την 8 Δεκεμβρίου κατέλαβε το ύψωμα 1150, που δέσποζε στην περιοχή βορειοδυτικά του χωριού Αλή Ποστιβάνι. Με την απελευθέρωση της Κόνιτσας και Πρεμετής τελείωσε και τυπικά η Μάχη της Πίνδου, μια από τις πιο αποφασιστικές και δραματικές του Ελληνοϊταλικού Πολέμου. Αν η επίλεκτη Μεραρχία Αλπινιστών κατόρθωνε να καταλάβει το Μέτσοβο, ο ελληνικές δυνάμεις του μετώπου της Ηπείρου θα χωρίζονταν από εκείνες της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας. Ο Στρατηγός Στανωτάς με τη Μεραρχία του συνέβαλε τα μέγιστα στην εξάλειψη αυτού του κινδύνου και δικαίωσε τις προσδοκίες του Γενικού Στρατηγείου. Ο ίδιος επιδεικνύοντας ένα σπάνιο ήθος αρνήθηκε τα εύσημα των επίσημων ανακοινωθέντων και τους αποθεωτικούς χαρακτηρισμούς του Τύπου και τα απέδωσε στους κατοίκους της Ηπείρου, τον ηρωισμό των οποίων δεν ξέχασε ποτέ.

Ο αγώνας υπέρ πατρίδος βρισκόταν ήδη στο μέσο του χειμώνα και άρχισαν να υπάρχουν σοβαρές δυσχέρειες στις φίλιες δυνάμεις, λόγω της σφοδρής κακοκαιρίας, της αδυναμίας υποστήριξης πυροβολικού, της εξάντλησης αποθεμάτων πυρομαχικών, τροφίμων και εφοδίων και της αεροπορικής υπεροχής του εχθρού.

Ο Αγγελος Τερζάκης περιγράφει γλαφυρά τις δύσκολες συνθήκες, υμνώντας τον αγώνα του ιππικού : «...Δύο ομάδες ιππικού που έχουν προελάσει στη Φτέρα, στο δρόμο προς τη Χειμάρα, χάνουν διακόσια άλογα απο πνίξιμο ή γκρέμισμα στις κακοτοπιές. Το ιππικό άλλωστε παντού, σε όλα τα μέτωπα, πεζομαχεί, ξανακαβαλικεύει, καταδιώκει, πεζεύει, πολεμάει σαν δυο ξεχωριστά όπλα».

Για την ίδια περίοδο γράφει ο Raymond Cartier5 : «Στην Αλβανία ο πόλεμος είναι φρικαλέος. Ο χειμώνας είναι φοβερός. Οι Ιταλοί δεν είναι καλά ντυμένοι, αλλά οι Έλληνες είναι γυμνοί. Τα όπλα τους είναι γαλλικής και γερμανικής κατασκευής και η αντικατάσταση των πολεμοφοδίων συναντά ανυπέρβλητες δυσκολίες. Οι Άγγλοι στέλνουν 180.000 ζεύγη άρβυλα, 300.000 ζεύγη κάλτσες, 200.000 κλινοσκεπάσματα, το υλικό που έπεσε στα χέρια τους στο Σίντι-Μπραράνι και στη Μπαρντία, στρέφοντας έτσι εναντίον των κατασκευαστών τους πυροβόλα που αποδείχθηκαν ανίσχυρα εναντίον τους. Η βοήθεια αυτή δεν εμποδίζει να μετρούνται σε χιλιάδες τα κρυοπαγήματα που παθαίνουν οι Έλληνες και να χαλαρώνεται ο πόλεμος από έλλειψη εφοδίων».

Στις 5η Δεκεμβρίου, αποφασίστηκε η ενίσχυση του Β' ΣΣ με την διάθεση της ΧV Μεραρχίας και η αντικατάσταση της Ταξιαρχίας Ιππικού και της V Ταξιαρχίας Πεζικού, οι οποίες στερούντο οργάνων ανεφοδιασμού. Από τις 9 Δεκεμβρίου, με διαταγή του Β'ΣΣ, η Μεραρχία Ιππικού διέκοψε τις νικηφόρες επιθετικές της επιχειρήσεις, την επομένη αντικαταστάθηκε από την Ιη Μεραρχία και επανήλθε βορειοδυτικά της Πρεμετής, στη διάθεση του Γενικού Στρατηγείου.

Από τις 14 έως τις 26 Δεκεμβρίου το στρατηγείο της Μεραρχίας Ιππικού ήταν εγκατεστημένο στο χωριό Τραπεζίτσα. Οι μονάδες της Πεζικού και Πυροβολικού διετέθησαν στην Ιη Μεραρχία και έτσι υπό τη Μεραρχία Ιππικού παρέμειναν η Ταξιαρχία Ιππικού και το 3ο Σύνταγμα Ιππικού, το οποίο είχε αποφασισθεί να παραμείνει πλέον ως αμιγής μονάδα ιππικού.

Απο τις 27 Δεκεμβρίου 1940 έως τις 17 Φεβρουαρίου 1941, η Μεραρχία και οι μονάδες της στάθμευσαν στην περιοχή Ελαίας (Λίμνη), για ανάπαυση και ανασυγκρότηση, με αποστολή γενική εφεδρεία του Αρχιστρατήγου. Το 1ο Σύνταγμα Ιππικού βρισκόταν στη περιοχής Κονίτσης και το 3ο Σύνταγμα Ιππικού στη περιοχή Βασιλικού-Λαχανόκαστρου. Ο περιορισμός των επιχειρήσεων επιβλήθηκε από τις πολύ κακές καιρικές συνθήκες, με τις συνεχείς χιονοθύελλες. Σε πολλές περιοχές το ύψος του χιονιού ξεπέρασε τα 2 μέτρα, προκαλώντας σημαντικές απώλειες μη-μάχης σε άνδρες και κτήνη και αδυναμία ανεφοδιασμού. Η γενική ανασυγκρότηση ήταν αναγκαία.

Η Δράση της Ταξιαρχίας Ιππικού

Η Ταξιαρχία του Ιππικού, είχε έδρα τη Θεσσαλονίκη και βρισκόταν υπό τη Διοίκηση της Μεραρχίας του Ιππικού. Μετά από την επιστράτευση στις 28 Οκτωβρίου 1940 εγκαταστάθηκε στην περιοχή του Λαγκαδά.

Στις 30 Οκτωβρίου, μετά από εντολή του Γενικού Στρατηγείου, η Ταξιαρχία τέθηκε υπό τις διαταγές του Τμήματος Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας (ΤΣΔΜ) και μετακινήθηκε προς την Κοζάνη, μέσω Βέροιας, όπου έφτασε σιδηροδρομικώς μαζί με τις πρώτες Μονάδες, οι οποίες τέθηκαν υπό τις διαταγές της, που ήταν: Μία Ιλη Ιππικού (με 12 οπλοπολυβόλα) του Μηχανοκινήτου Συντάγματος και μία Πυροβολαρχία Σκόντα (4 πυροβόλα). Εγραψε ο διοικητής της Δημάρατος σε εφημερίδα το 1961: « Την πενιχρότητα των υλικών δυνάμεων υπερκάλυπτε το αφαντάστως ακμαίον ηθικόν των αξιωματικών και οπλιτών. Η φάλαγξ διερχομένη μέσω των πόλεων γίνεται αντικείμενον θερμοτάτων πατριωτικών εκδηλώσεων. Ιππείς και πυροβολητές εδέχοντο βροχήν άνθη και ζωηράς ευχάς δια την νίκην».

Η αποστολή της Ταξιαρχίας ήταν να κινηθεί προς το Δουτσικό και να εξασφαλίσει τις διαβάσεις από τη Σαμαρίνα προς τα Γρεβενά, και επίσης να απειλήσει τα πλευρά του εχθρού στην περίπτωση που αυτός αποφάσιζε να κινηθεί από τη Σαμαρίνα προς το Δίστρατο. Στην Ταξιαρχία του Ιππικού διατέθηκαν επίσης: Το 1ο Σύνταγμα Ιππικού (2 Ιλες), το οποίο κινήθηκε από την περιοχή του Λαγκαδά, όπου επιστρατεύθηκε, προς τα Γρεβενά. Η Β Ομάδα Αναγνωρίσεως, υπό την οποία τέθηκε η Επιλαρχία Μέξα του 1ου ΣΙ, η οποία έφυγε από τη Λάρισα στις 13. 30 της 29ης Οκτωβρίου και έφθασε στο Δουτσικό στις 2 Νοεμβρίου. Το 1/51 Τάγμα Πεζικού, το οποίο βρισκόταν σ' αυτήν την περιοχή. Στις 2/11/1940, στις 11. 00, άρχισαν να καταφθάνουν με αυτοκίνητα στο Δουτσικό τα πρώτα τμήματα του 1ου Συντάγματος Ιππικού που κινήθηκαν αμέσως προς τον αυχένα Σκούρτζα. Την ίδια μέρα διατέθηκε στην Ταξιαρχία το 1/51 Τάγμα.

Την επομένη η Ταξιαρχία αποφασίστηκε να κινηθεί προς το χωριό Σαμαρίνα το οποίο κατελήφθη τελικά στις 15.30 μετά από αγώνα και η Ελαφρά Ίλη συνέλαβε 11 αιχμαλώτους που ανήκαν στο 8ο Σύνταγμα Αλπινιστών. Από το πρωί της 4ης Νοεμβρίου μία Επιλαρχία της Β Ομάδας Αναγνωρίσεως προωθήθηκε προς τον αυχένα "Ρωμιού", τον οποίο και κατέλαβε συλλαμβάνοντας αρκετούς αιχμαλώτους. Μετά την κατάληψη του "Ρωμιού" και της Σαμαρίνας η Ταξιαρχία είχε κατορθώσει να αποκόψει μία από τις κύριες οδούς ανεφοδιασμού και σύμπτυξης των Ιταλών.

Από τις 5 μέχρι τις 8 Νοεμβρίου οι αγώνες της Ταξιαρχίας έχουν ως σκοπό την αποκοπή και του τελευταίου δυνατού δρομολογίου σύμπτυξης του εχθρού, από το Δίστρατο προς τα Αρματα-Πόδες. Οι μάχες του 1ου Συντάγματος Ιππικού με τις συγκεντρωμένες Ιταλικές δυνάμεις έμειναν στην ιστορία. Το ζωτικό ύψωμα Σμιλιάνι καταλήφθηκε και από Ιταλούς και από Έλληνες πολλές φορές μέχρι τελικά να κρατηθεί οριστικά από το 1ο Σύνταγμα Ιππικού που το πέτυχε αυτό με σφοδρή αντεπίθεση. Στους αγώνες της 7ης Νοεμβρίου το 1ο Σύνταγμα Ιππικού είχε έναν Αξιωματικό και επτά οπλίτες νεκρούς, καθώς και οκτώ οπλίτες τραυματίες.

Στις 8 Νοεμβρίου, στις 11. 00, τμήμα της Β Ομάδας Αναγνωρίσεως κατέλαβε το χωριό Δίστρατο και συνέλαβε αιχμαλώτους έναν Αξιωματικό, 29 οπλίτες, καθώς και χειρουργείο με 30 νοσηλευομένους οπλίτες. Από τις 9 Νοεμβρίου η Β Ομάδα Αναγνωρίσεως της Ταξιαρχίας Ιππικού κινήθηκε από το Δίστρατο προς τα Αρματα -Παδες και καταδίωξε τον εχθρό που υποχωρούσε ήδη από το προηγούμενο βράδυ. Στις 21. 30 της 9ης Νοεμβρίου τμήμα της Ομάδας Αναγνωρίσεως κατέλαβε το χωριό Αρματα και συνέλαβε 55 αιχμαλώτους. Συνεχίζοντας μάλιστα την καταδίωξη, ανέτρεψε τους Ιταλούς, που αμύνθηκαν στα υψώματα Πάδες, και συνέλαβε άλλους 80 αιχμαλώτους. Στις 10 Νοεμβρίου η ίδια Ομάδα Αναγνωρίσεως, σε συνεργασία με το Απόσπασμα του Αώου, συνέλαβε 19 Αξιωματικούς και περίπου 100 οπλίτες.

Η 10η Νοεμβρίου είναι η μέρα που η Ταξιαρχία του Ιππικού τελειώνει τους επιτυχείς αγώνες της στην Πίνδο. Ηδη είχε συνδεθεί με τη Μεραρχία του Ιππικού που συνέχιζε την καταδίωξη του εχθρού, και διατάχθηκε από το Β' Σώμα Στρατού (Β'ΣΣ) να συγκεντρωθεί για ανασυγκρότηση στη Σαμαρίνα. Από 11-22 Νοεμβρίου αποτελεί εφεδρεία του Β' ΣΣ στην περιοχή Σαμαρίνας, Φούρκας, Κερασόβου. Κατά τη δεύτερη περίοδο επιχειρήσεων, από 11 Νοεμβρίου έως 7 Δεκεμβρίου 1940 ενήργησε υπό το Β' ΣΣ στην περιοχή Φράσαρι-Στρέντζι. Κατά τον δεκαπενθήμερο σκληρό αγώνα στο Φράσαρι, σε υψόμετρο 1600μ, τα τμήματα της Ταξιαρχίας δοκιμάστηκαν σκληρά, έφεραν σε πέρας όμως όλες τις αποστολές τους.

Στις 1 Ιανουαρίου 1941 η Ταξιαρχία Ιππικού συγχωνεύθηκε στη Μεραρχία Ιππικού που αναδιοργανώθηκε απο Πεδινή σε Ελαφρά Ορεινή. Ο Συνταγματάρχης Δημάρατος ανέλαβε τη διοίκηση της ΧΙ Μεραρχίας.

Η Δράση της Μεραρχίας Ιππικού κατά των Γερμανών

Η Μεραρχία Ιππικού ενισχύθηκε με την επιστροφή της Έφιππης Μοίρας Πυροβολικού και της Έφιππης Μοίρας Πολυβόλων. Αναφέρει η Εκθεση Πεπραγμένων για την περίοδο αυτή : «...οι άνδρες επανέκτησαν την σωματικήν των ισχύν ταχύτατα χάρις εις το ακμαιότατον ηθικόν όπερ πάντες ούτοι είχον και την παρασχεθείσαν ανάπαυσιν και καλήν τροφήν».

Στις 18 Φεβρουαρίου 1941 το Γενικό Στρατηγείο διέταξε την μετακίνηση της Μεραρχίας Ιππικού και μεταστάθμευση στην περιοχή Κορυτσάς (Μπιτίνσκα), υπό το Τμήμα Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας (ΤΣΔΜ) με διοικητή τον Αντιστράτηγο Τσολάκογλου. Η μετακίνηση υλοποιήθηκε με νυκτερινές πορείες, με μεγάλη ταλαιπωρία λόγω ψύχους και ολοκληρώθηκε στις 27 Φεβρουαρίου. Η αμυντική οργάνωση και ανασυγκρότηση συνεχίστηκε μέχρι την 22 Μαρτίου. Την 23 Μαρτίου, το ΤΣΔΜ διέταξε την Μεραρχία Ιππικού να καλύψει αμυντικά τη τοποθεσία Υψ. 924-οδός Πόγραδετς-σύνορα Γιουγκοσλαβίας, νοτίως της λίμνης Οχρίδας και εκεί παρέμεινε μέχρι τις 6 Απριλίου.

Ο Μουσολίνι, προκειμένου να σώσει το γόητρο του, πριν εκδηλωθεί η εκστρατεία των Γερμανών στα Βαλκάνια, άρχισε να σχεδιάζει νέα επίθεση. Η ανοιξιάτικη ιταλική επίθεση «PRIMA VERA» εκδηλώθηκε την 9 Μαρτίου με ιδιαίτερη σφοδρότητα , αλλά το Β' Σώμα Στρατού και ειδικά η «σιδηρά» Ιη Μεραρχία, στον τομέα της οποίας εκδηλώθηκε η κύρια προσπάθεια των Ιταλών, ήταν άρτια προετοιμασμένες και με αναπτερωμένο το ηθικό, ώστε απέκρουσαν αποτελεσματικά την εχθρική επίθεση.

Στις 29 Ιανουαρίου απεβίωσε ο πρωθυπουργός Ιωάννης Μεταξάς, μετά απο σύντομη ασθένεια και τον διαδέχθηκε ο Υπουργός Πρόνοιας, τραπεζικός Αλέξανδρος Κορυζής. Παρά την ένταση που δημιουργήθηκε στις διαδοχικές συσκέψεις με τους Βρετανούς, ο Κορυζής τελικά αποδέχθηκε τις ελλιπέστατες συμμαχικές ενισχύσεις, για τις οποίες ο Μεταξάς δίσταζε.

Στις 13 Δεκεμβρίου 1940 ο Χίτλερ είχε εκδόσει την υπ. αριθμόν 20 Ειδική Οδηγία6 του για τη προπαρασκευή του σχεδίου εισβολής-κατάληψης Σερβίας και Ελλάδας με την ονομασία «ΜΑΡΙΤΑ». Αυτό αρχικά προέβλεπε μόνον την κατάληψη της βόρειας ακτής του Αιγαίου, μέχρι τη περιοχή του Ολύμπου. Ομως, την 27 Μαρτίου 1941, με την αποτυχία της εαρινής επίθεσης των Ιταλών, το πραξικόπημα στη Γιουγκοσλαβία και την άφιξη των συμμαχικών ενισχύσεων στην Ελλάδα, αποφάσισε σε σύσκεψη στο Βερολίνο την ταυτόχρονη επίθεση κατά των δύο χωρών και κατάληψη ολόκληρης της Ελλάδας, ώστε να κάνει πλήρη εκκαθάριση των συμμάχων, τροποποιώντας όμως το αρχικό σχέδιο «ΜΑΡΙΤΑ».

Τις παραμονές της γερμανικής επίθεσης, η Μεραρχία Ιππικού, παρά την επιθετική φύση της, ενεργούσε αμυντικά ως Σχηματισμός ΠΖ και εγκαταστάθηκε αμυντικά στην περιοχή νοτιοδυτικά του Πόγραδετς (με έδρα το Ζεμπλάκ) στο αριστερό πλευρό της ΧΙΙΙ Μεραρχίας. Η εξέλιξη της καταστάσεως στη Γιουγκοσλαβία, λόγω της ραγδαίας γερμανικής προέλασης, δημιουργούσε σοβαρό κίνδυνο για τα μέτωπα στην Αλβανία και την κεντρική Μακεδονία. Το Γενικό Στρατηγείο αποφάσισε να μετατοπίσει την αμυντική διάταξη, ώστε να καλύψει επαρκώς το διάδρομο από τη λίμνη Μεγάλη Πρέσπα μέχρι τη Βεύη, αναδιατάσσοντας τις Ελληνικές και τις Συμμαχικές δυνάμεις. Την 6 Απριλίου οι Γερμανοί προσέβαλαν την Γραμμή «ΜΕΤΑΞΑ».

Στις 7 Απριλίου το Γενικό Στρατηγείο διέταξε μετακίνηση της Μεραρχίας Ιππικού, με αποστολή να καλύψει τα νώτα του ΤΣΔΜ και το διαγραφόμενο κενό της συμμαχικής άμυνας λόγω της κατάρρευσης των Γιουγκοσλάβων. Η απόφραξη του διάκενου μεταξύ της περιοχής Κλειδί – Βευη και της λίμνης Μεγάλης Πρέσπας ανετέθη στην Μεραρχία Ιππικού. Η εντολή ήταν να αμυνθεί κατά μηκος της κορυφογραμμής του όρους Βέρνον απο Νυμφαίον μέχρι περιοχή Λαιμός (κοντά στη Μεγάλη Πρέσπα), να συνδεθεί στα δεξιά της με τους Βρετανούς στο Κλειδί – Βεύη και ως κυρία προσπάθεια να εξασφαλίσει την δίοδο Πισσοδερίου, επί της οδού Φλώρινα – Κορυτσά. Επειδή η αριστερά πτέρυγα του Συγκροτήματος Μακέυ της 6ης Αυστραλιανής Μεραρχίας δεν έφθανε να επεκταθεί τόσο μακρυά όσο το Νυμφαίο, διετέθει υπο διοίκηση της Μεραρχίας Ιππικού η 21η Ταξιαρχία Πεζικού (δηλ. ενα Σύνταγμα Πεζικού).

Η Μεραρχία Ιππικού με σύντονες πορείες, κάτω απο πολύ άσχημες καιρικές συνθήκες (ομίχλη, βροχή, χιόνι)8 κινήθηκε με το μέγιστο των δυνάμεων της στο δύσβατο όρος Βαρνούς, δυτικά της Φλώρινας. Δεν πρόλαβε όμως να καλύψει την πόλη, αφού οι Γερμανοί, προελαύνοντας γρήγορα μέσα στο ελληνικό έδαφος από τις βόρειες οδεύσεις Μοναστηρίου Φλώρινας, τις μεσημβρινές ώρες της 10ης Απριλίου, κατέλαβαν την πόλη. Οι δυνάμεις τους ήταν η επίλεκτη 1η Μηχανοκίνητη Ταξιαρχία των «SS» με τίτλο «Σωματοφυλακή Αδόλφος Χίτλερ» (Leibstandarte Adolf Hitler : LSSAH) με διοικητή τον Στρατηγό Zep Dietrich, δυνάμεως 9.000 ανδρών, που είχε διακριθεί στη κατάληψη της Πολωνίας και της Γαλλίας και η 73η Μεραρχία Πεζικού.

Η Μεραρχία Ιππικού κατάφερε να εγκατασταθεί στους πρόποδες των βουνών γύρω απο την Φλώρινα και να αναπτύξει όλες τις Μονάδες της, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που της διατέθηκαν ως ενισχύσεις, με την 21 Ταξιαρχία Πεζικού στην περιοχή Νυμφαίου, συνδεθείσα έτσι με την τοποθεσία Κλειδίου. Αναφέρει9 ο Heinz Richter στο βιβλίο του οτι ο Στρατηγός Ουίλσον στις 9 Απριλίου διέταξε υποχώρηση των δυνάμεων του σε νέα γραμμή αμύνης, δικαιολογούμενος : «...Η Μεραρχία Ιππικού ήταν ακροβολισμένη σε μεγάλη έκταση και δεν υπήρχαν παρά μερικές περίπολοι μεταξύ αυτής και των δυνάμεων στην Αλβανία».

Η Μεραρχία Ιππικού διέθετε το 1ο Σύνταγμα Ιππικού ως εφεδρεία στο χωριό Τρίγωνο και το 3ο ενισχυμένο στο Πισοδέρι, μια έφιππη Μοίρα πολυβόλων και Λόχο Διαβιβάσεων. Με αυτή τη διάταξη, στο αριστερό των Νεοζηλανδών, η Μεραρχία Ιππικού έφρασσε τον μοναδικό δρόμο που οδηγούσε από την Φλώρινα μέσω Πισοδερίου στο Βατοχώρι (υψόμετρο 1400μ., στην κορυφή ορεινής διάβασης), όπου διακλαδίζονταν αφενός προς Κρυσταλλοπηγή (συνοριακό φυλάκιο εισόδου στην Αλβανία) και μετά για Κορυτσά, στα νώτα του μαχόμενου ΤΣΔΜ, και αφετέρου για Καστοριά. Ομως, η κατάσταση επηρεαζόταν απο τις εξελίξεις στα βορειοανατολικά σύνορα της Ελλάδος.

Τα γερμανικά επίλεκτα τμήματα έλαβαν επαφή με τα αμυνόμενα τμήματα της Μεραρχίας Ιππικού από την πρώτη κιόλας ημέρα (10 Απριλίου). Το βράδυ οι Γερμανοί προσπάθησαν πάλι, με υποστήριξη πυροβολικού και όλμων, αλλά μετά τρίωρη μάχη, απέτυχαν πάλι, αφού προσέκρουσαν στην αποφασιστική αντίσταση της Μεραρχίας. Τις δύσκολες εκείνες ημέρες η μικρή αυτή επιτυχία τόνωσε το ηθικό των Ελλήνων.

Την 11 Απριλίου, τμήματα της 73ης Γερμανικής Μεραρχίας εξορμώντας από την πόλη της Φλώρινας κατευθύνθηκαν δυτικά. Πλησιάζοντας τις ελληνικές γραμμές βλήθηκαν από τους ιππείς που είχαν αφιππεύσει και μάχονταν ως πεζοί και από το πυροβολικό της Μεραρχίας Ιππικού. Η σύγκρουση γενικεύτηκε όταν οι Γερμανοί αναπτύχθηκαν και ανταπέδωσαν τα πυρά. Οι εύστοχες βολές των πυροβολητών και η δυσκολία των Γερμανών να κινηθούν πάνω στα υψώματα, δημιούργησαν γρήγορα άσχημες συνθήκες για τους επιτιθέμενους. Επειδή οι τελευταίοι δεν πέτυχαν κάποια πρόοδο ανεπτυγμένοι σε δύσβατα και άγνωστα μέρη, διέπραξαν το σφάλμα να επικεντρώσουν την προσπάθεια τους σε μια μετωπική έφοδο πεζοπόρων τμημάτων κατά μήκος του δρόμου, ο οποίος όμως βρισκόταν κάτω από τα πυρά προπαρασκευής του ελληνικού πυροβολικού. Οι Γερμανοί αδυνατώντας να χρησιμοποιήσουν τα άρματα και τα τεθωρακισμένα οχήματα τους, βλέποντας την ελληνική κυκλωτική κίνηση και ευρισκόμενοι υπό το βάρος των αυξανόμενων απωλειών άρχιζαν να κλονίζονται.

Οι θαρραλέοι ιππείς που είχαν αφιππεύσει, πολεμώντας με τις αραβίδες και τα λίγα πολυβόλα τους, με την περιορισμένη αλλά επιτυχή υποστήριξη κατάλληλα ταγμένου Πυροβολικού, επέτυχαν να αναχαιτίσουν την επίθεση του εχθρικού Πεζικού. Οι Γερμανοί αντιλήφθηκαν το μάταιο των προσπαθειών και αναδιπλώθηκαν. Σύντομα οι οπισθοχωρούντες Γερμανοί, καταδιωκόμενοι από τους ιππείς του Στανωτά, τράπηκαν σε φυγή! Αναφέρει στο βιβλίο10 του ο Heinz Richter: «...Η προφυλακή της επίλεκτης Μονάδας SS Σωματοφυλακή Αδόλφος Χίτλερ προσπάθησε να προελάσει προς την ορεινή διάβαση Πισοδερίου, αποκρούστηκε όμως απο Μονάδες της ελληνικής Μεραρχίας Ιππικού...». Η σημασία της ελληνικής επιτυχίας στο Πισοδέρι ήταν πολύ μεγάλη, γιατί αν οι Γερμανοί είχαν περάσει την 11 Απριλίου θα απέκοπταν την οδό οπισθοχώρησης του ΤΣΔΜ και συνεπώς θα είχαν πετύχει σε συντομότερο χρόνο το διαχωρισμό των ελληνικών απο τις συμμαχικές δυνάμεις, επισπεύδοντας το τελικό αποτέλεσμα.

Τη νύχτα 11/12 Απριλίου οι καιρικές συνθήκες χειροτέρεψαν και κάτω απο έντονη χιονόπτωση το Γενικό Στρατηγείο διέταξε την σύμπτυξη των ελληνικών δυνάμεων, ενώ η Μεραρχία Ιππικού διατάχθηκε να κρατήσει τις θέσεις της, ώστε να καλύψει την κίνηση των ΧΙΙΙ, ΙΧ και Χ Μεραρχιών κατά την σύμπτυξη τους. Ο Στανωτάς διέταξε το 1ο Σύνταγμα Ιππικού να κινηθεί επιθετικά και να ελέγξει την οδό Φλώρινα-Πισοδέρι. Γερμανοί, φορώντας κάπες βοσκών, έστησαν ενέδρες και σε κάποιες περιπτώσεις έπιασαν αιχμαλώτους11. Νωρίτερα, είχαν ντυθεί με ελληνικές στολές με αποτέλεσμα να συλλάβουν αρκετούς Βρετανούς αιχμαλώτους

Αναγνωρίζει η «άλλη πλευρά» τις ελληνικές επιτυχίες. Αναφέρει ο Richter12 : «Η 12η Απριλίου ήταν η πιο αποφασιστική ημέρα για την επιχείρηση Λάμψις (εννοεί την συμμαχική ενίσχυση της Ελλάδος) και την επιχείρηση Μαρίτα... Η ελληνική Μεραρχία Ιππικού, που υπεράσπιζε τις θέσεις στο Βέρνον, απο τις Πρέσπες μέχρι την Κλεισούρα, αμυνόταν με τόσο πείσμα, που η διάβαση στο Πισοδέρι δεν έπεσε παρά μονάχα στις 14 Απριλίου...».

Το βράδυ 12/13 αρχισε η σύμπτυξη των Συμμάχων, αλλά όπως αναφέρει στο βιβλίο του ο Richter13 : «...ο διοικητής της ελληνικής Μεραρχίας Ιππικού δεν είχε ειδοποιηθεί για τη διαταγή υποχωρήσεως του Βρετανού Μακέυ προς το Αυστραλιανό τάγμα στη δεξιά πτέρυγα της 21ης Ταξιαρχίας». Οπως αναφέρεται14 στην «Επίτομη Ιστορία του ΕλληνοΙταλικού και ΕλληνοΓερμανικού Πολέμου» της ΔΙΣ/ΓΕΣ, η απόφαση του Στρατηγού Ουίλσον να διατάξει υποχώρηση στις Θερμοπύλες, ήταν εσπευσμένη, αφού το σώμα των ANZAC δεν είχε έρθει ακόμα σε σοβαρή επαφή με τους Γερμανούς, οι δε ελληνικές δυνάμεις διατηρούσαν τις θέσεις τους. Απο την άλλη πλευρά όμως, με αυτή την ενέργεια ο Ουίλσον πέτυχε να διασώσει το μεγαλύτερο μέρος του εκστρατευτικού σώματος των Συμμάχων.

Στις 14 Απριλίου, Μεγάλη Δευτέρα, τμήματα της επίλεκτης Μηχανοκίνητης Ταξιαρχίας SS (LSSAH) ανέτρεψαν την γενναία αντίσταση της ΧΧ Μεραρχίας Πεζικού και κατέλαβαν τη διάβαση της Κλεισούρας. Μόλις πληροφορήθηκε την απώλεια της Κλεισούρας, ο Στανωτάς επέσπευσε τη σύμπτυξη της Μεραρχίας Ιππικού και προσπάθησε να φράξει την δίοδο Φωτεινής ανατολικά της λίμνης Καστοριάς και να ενισχύσει τις δυνάμεις της ΧΙΙΙ Μεραρχίας Πεζικού. Ομως, τις πρώτες πρωινές ώρες της 15ης Απριλίου τα μηχανοκίνητα τμήματα της Ομάδας Αναγνωρίσεως της LSSAH μπήκαν στην πεδιάδα της Καστοριάς. Το ΤΣΔΜ διέταξε την Μεραρχία Ιππικού να διαθέσει το συντομότερο δυνατό τμήματα της στη βόρεια όχθη της λίμνης Καστοριάς, στη διάβαση (μεταξύ Βιτσίου και λίμνης) της Φωτεινής, προκειμένου να καλύψει την πόλη από τα βόρεια. Ο Στανωτάς εκτιμώντας ορθά την αδράνεια της 73ης Γερμανικής Μεραρχίας έστειλε τμήματα ιππικού και πυροβολικού προς τις νότιες προσβάσεις του Βιτσίου. Αυτά μετακινήθηκαν γρήγορα δια μέσου ορεινών δρομολογίων και το πρωί της 15ης Απριλίου ήδη βρίσκονταν στις νέες θέσεις τους, ανατολικά του χωριού Απόσκεπος, καλύπτοντας τη διάβαση Φωτεινής.

Οπως γράφει ο Κ. Παπαδημητρίου, στις 15 Απριλίου διεξήχθη στη πεδινή περιοχή της Καστοριάς η μοναδική μάχη εκ συναντήσεως του Ελληνογερμανικού πολέμου15. Οι συγκρούσεις πραγματοποιήθηκαν σε δύο διακριτά σημεία, στην περιοχή νότια της λίμνης και δυτικά του Αργους Ορεστικού όπου εκδηλώθηκε και η κύρια προσπάθεια των Γερμανών και στην περιοχή της διάβασης, όπου οι τελευταίοι εκδήλωσαν δευτερεύουσα επιθετική ενέργεια. Ο Στανωτάς, αποκομμένος απο το ΤΣΔΜ, είχε συνεννοηθεί με τον διοικητή της ΧΙΙΙ Μεραρχίας να αναλάβει την άμυνα βορείως της λίμνης και η ΧΙΙΙ Μεραρχία νοτίως16.

Στη διάβαση της Φωτεινής τα τμήματα της Μεραρχίας Ιππικού, με υψηλό ηθικό από την προηγούμενη επιτυχία τους στο Πισοδέρι, που δεν κάμφθηκε από τους συνεχείς αεροπορικούς βομβαρδισμούς, πολέμησαν με θάρρος και πείσμα αποκρούοντας διαδοχικές εχθρικές εφόδους μονάδων Πεζικού και Τεθωρακισμένων. Ολοκλήρωσαν την ημέρα παραμένοντας κύριοι του πεδίου της μάχης, μη επιτρέποντας στα τμήματα της επίλεκτης γερμανικής Ταξιαρχίας να επιτύχουν τους σκοπούς τους. Η Καστοριά όμως, παρά την γενναία αντίσταση των ανδρών της ΧΙΙΙ Μεραρχίας, κατελήφθη το σούρουπο της ίδιας ημέρας από τα νότια.

Η μάχη της Καστοριάς 

Η εξέλιξη αυτή και η απώλεια της μοναδικής οδού Αργος Ορεστικό – Νεάπολις, ανάγκασε τη νικηφόρα Μεραρχία Ιππικού, όπως και το σύνολο του ΤΣΔΜ, σε πλήρη αναδίπλωση στους ορεινούς όγκους αρχικά του Τρικλάριου (μεταξύ Καστοριάς και Φλώρινας) και μετά της Πίνδου.

Στις 16 Απριλίου ο Αρχιστράτηγος Παπάγος συναντηθηκε με τον διοικητή των συμμαχικών ενισχύσεων Στρατηγό Ουίλσον έξω απο τη Λαμία και αποφασίστηκε η αναδιάταξη των συμμαχικών δυνάμεων προκειμένου να προτάξουν άμυνα στις Θερμοπύλες. Εν τω μεταξύ, η Μεραρχία Ιππικού, ενεργώντας σύμπτυξη όπως είχε διαταχθεί, συγκεντρώθηκε στο Σκαλοχώρι. Εκεί έγινε σύσκεψη του Στανωτά με τους διοικητές των ΧΙ και ΧΙΙΙ Μεραρχιών και καθορίστηκαν τα δρομολόγια συμπτύξεως τους με κατεύθυνση προς Μέτσοβο. Στις 17 Απριλίου η Μεραρχία Ιππικού διανυκτέρευσε στη περιοχή Κορυφής και τις επόμενες δύο νύχτες στο Πολυνέρι και στη Κρανιά.

Στις 20 Απριλίου 1941, Κυριακή του Πάσχα, η Μεραρχία Ιππικού συνέχισε την κίνηση προς Μέτσοβο με τάξη, χωρίς να παρουσιασθεί κανένα κρούσμα απειθαρχίας. Στις 13:30 της ίδιας ημέρας ο Στανωτάς έφθασε στο Προφήτη Ηλία Μετσόβου και εκεί συμπτωματικά πληροφορήθηκε17 απο ένα Ταγματάρχη της ΧΙ Μεραρχίας οτι διεξάγοντο διαπραγματεύσεις για να υπογραφεί πρωτόκολλο ανακωχής18 μεταξύ του αντιστρατήγου Τσολάκογλου και του στρατηγού Ζεπ Ντήτριχ, διοικητή της LSSAH, στο χωριό Βοτονόσι του Μετσόβου. Η πρωτοβουλία αυτή του Τσολάκογλου χαρακτηρίσθηκε από τον Παπάγο ως «στάσις» και με τηλεγράφημα του ζήτησε να αντικατασταθεί. Την 21 Απριλίου ο Τσολάκογλου υπέγραψε ένα άλλο πρωτόκολλο, διαφορετικό, με δυσμενέστερους όρους, που έδινε σημαντικά δικαιώματα στους Ιταλούς. Την επομένη, έγινε νέα παρασπονδία των Γερμανών, που αξίωναν την αποστολή Ελλήνων κηρύκων στους Ιταλούς, για να γίνει ξεχωριστή ανακωχή. Ετσι, στις 23 Απριλίου ο Τσολάκογλου υπέγραψε στη Θεσσαλονίκη το τρίτο και οριστικό πρωτόκολλο συνθηκολόγησης, με τον Γερμανό Στρατάρχη Γιόντλ και τον Ιταλό στρατηγό Φερρέρο. Την ίδια μέρα, παραιτήθηκε ο Παπάγος και αναχώρησε για την Κρήτη ο Βασιλεύς και η Κυβέρνηση.

Στις 24/25 Απριλίου η Μεραρχία Ιππικού κινήθηκε συντεταγμένη μέχρι Ορθοβούνι, 20 χλμ βορειοδυτικά της Καλαμπάκας, αποθήκευσε εκεί τον οπλισμό19 και ομαδοποίησε τους άνδρες ανά τόπο διαμονής, έθεσε επί κεφαλής ομάδων κατάλληλους αξιωματικούς, τους χορήγησε τρόφιμα και τους αποδέσμευσε με προσωρινά απολυτήρια για τις πατρίδες τους. Ο ίδιος ο Στανωτάς αναχώρησε τελευταίος, αφού είχε βεβαιωθεί οτι οι άνδρες του είχαν εξασφαλιστεί. Η νικηφόρος Μεραρχία Ιππικού αναγκάστηκε να αυτοδιαλυθεί, αφού αντιμετώπισε τις καλύτερες μονάδες του Ιταλικού και του Γερμανικού στρατού, χωρίς να έχει υποστεί καμία ήττα στο πεδίο της μάχης.

H απόφαση του Χίτλερ για την κατάληψη ολόκληρης της Ελλάδας και η καθυστέρηση που συνεπάγετο, είχε καταστρεπτικές συνέπειες στην εκτέλεση του Σχεδίου «ΜΠΑΡΜΠΑΡΟΣΑ», την εκστρατεία στη Ρωσία. Οι δυνάμεις που χρησιμοποιήθηκαν για το τροποποιημένο Σχέδιο «ΜΑΡΙΤΑ» δεν ήταν διαθέσιμες έγκαιρα για την Ρωσία. Η μη έγκαιρη κατάληψη της πρωτεύουσας της Ρωσίας ήταν ο αποφασιστικός παράγων για την έκβαση της εκστρατείας και την τελική ήττα των Γερμανών.

Η ΔΙΣ/ΓΕΣ, προβάλλοντας την συμβολή των αγωνιστών της Ελλάδας στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο εξέδωσε το 2009 ένα σύγγραμμα, που θεμελιώνει λεπτομερώς την ιστορική άποψη οτι η ηρωική άμυνα των Ελλήνων στη Πίνδο και στη Κρήτη, με την προκληθείσα καθυστέρηση λόγω αποσυντονισμού της «ΜΑΡΙΤΑ» με το «ΜΠΑΡΜΠΑΡΟΣΑ», συνετέλεσαν στην απώλεια του Ανατολικού Μετώπου και τελικά στην ήττα του Αξονα.

Μετά την επιστροφή του απο το μέτωπο στην Αθήνα, ο Στρατηγός Στανωτάς αρνήθηκε να υπηρετήσει τις κατοχικές κυβερνήσεις, ούτε να αναλάβει οποιαδήποτε καθήκοντα στο κατοχικό καθεστώς. Στη συνέχεια, ασχολήθηκε με την καταγραφή των γεγονότων και τη σύνταξη της Εκθέσεως Πεπραγμένων της Μεραρχίας Ιππικού και των Εκθέσεων Πολεμικής Δράσεως των στελεχών της. Το Φεβρουάριο του 1943 διέφυγε στη Μέση Ανατολή. Ιδιαίτερη μνεία έκανε πάντοτε στις γυναίκες της Πίνδου. Κάθε φορά που του εζητείτο να μιλήσει για τον αγώνα κατά των Ιταλών, τόνιζε τη συμβολή των απλών γυναικών των χωριών της Ηπείρου, που αντί να κρυφτούν και να προσπαθήσουν να απομακρυνθούν απο τις περιοχές των μαχών, παρέμειναν εκεί, ενίσχυαν και υποστήριζαν τη Μεραρχία, μεταφέροντας εφόδια και πυρομαχικά σε αποκρημνες θέσεις από δύσβατα δρομολόγια.

Πίνακας εποχής...

Η Δράση της XIX Μηχανοκίνητης Μεραρχίας

Η XIX Μηχανοκίνητη Μεραρχία υπήρξε η πρώτη μεγάλη Μηχανοκίνητη Μονάδα του Ελληνικού Στρατού και απετέλεσε, πρόδρομο της μετεξέλιξης του όπλου του Ιππικού σε Μηχανοκίνητο και εξαιτίας αυτής της ιδιότητας της, θα αναφερθούμε συνοπτικά στη δράση της, η οποία παρουσιάσθηκε με λεπτομέρεια στο περιοδικό του Συνδέσμου Αποστράτων Αξκων Ιππικού-Τεθωρακισμένων21. Στις 15 Ιανουαρίου 1941 συγκροτήθηκε η XIX Μηχανοκίνητη Μεραρχία με προσωρινή έδρα την Αθήνα και διοικητή τον Υποστράτηγο Ιππικού Λιούμπα. Επιτελάρχης της Μεραρχίας ορίσθηκε ο Συνταγματάρχης Πυροβολικού Ασημάκης, ο οποίος επίσης θα ασκούσε και τα καθήκοντα του Διοικητή Πυροβολικού της Μεραρχίας. Οι Μονάδες της Μεραρχίας άρχισαν να λειτουργούν από τις 12 Φεβρουαρίου, δηλαδή 25 μέρες μετά από την έκδοση της διαταγής συγκρότησης της επειδή οι Αξιωματικοί που διετέθησαν καθυστέρησαν να προσέλθουν. Για τη συγκρότηση της διατέθηκαν από τη Μεραρχία Ιππικού 40 Αξκοί και 1000 οπλίτες, καθώς και το Μηχανοκίνητο Σύνταγμα Ιππικού. Αυτό το Σύνταγμα ήταν η πλέον αξιόμαχη και ευκίνητη Μονάδα, αφού διέθετε 88 οχήματα Μερσεντές, 75 ελαφρά φορτηγά Φίατ, 40 ιταλικά ελαφρά άρματα Carro Velocce (λάφυρα απο το Καλπάκι), 100 βρετανικά κάρριερ και 4 άρματα Βίκερς του Μεσοπολέμου.

Παρ' όλες τις σημαντικές δυσκολίες, η Μεραρχία κατάφερε να κινηθεί στις 16 Φεβρουαρίου με κατεύθυνση τον πρώτο χώρο συγκέντρωσης της (Λάρισα-Τύρναβος-Τρίκαλα). Η κίνηση της Μεραρχίας πραγματοποιήθηκε οδικώς και σιδηροδρομικώς. Έτσι, το βράδυ της 26ης Φεβρουαρίου η Μεραρχία βρισκόταν στο νέο χώρο στάθμευσης της .

Στις 5 Μαρτίου με άλλη διαταγή υπήχθη στο Τμήμα Στρατιάς Κεντρικής Μακεδονίας και μεταστάθμευσε στην περιοχή Κατερίνης-Κίτρους, όπου και έφθασε στις 10 Μαρτίου. Στις 6 Απριλίου τέθηκε υπό διοίκηση της Μεραρχίας το 2ο Σύνταγμα Ιππικού. Η αποστολή της Μεραρχίας σ' αυτό το διάστημα ήταν η αμυντική οργάνωση και εγκατάσταση της στην περιοχή Ελαφίνα-Προφήτης Ηλίας-Παλιοκαταχάς-Νέο Ελευθεροχώρι.

Στις 27 Μαρτίου η Μεραρχία τέθηκε υπό τις διαταγές του Τμήματος Στρατιάς Ανατολικής Μακεδονίας (ΤΣΑΜ) και έπρεπε να μετακινηθεί προς την περιοχή Κιλκίς-Λαχανά, όπου και έφθασε και εγκαταστάθηκε στις 29 Μαρτίου. Η σύνθεση των Μονάδων της Μεραρχίας ήταν : Στρατηγείο (Κιλκίς-Κρηστώνη), 191 Μηχανοκίνητο Σύνταγμα (Καλόκαστρο-Στρυμωνικό), 192 Μηχανοκίνητο Σύνταγμα (Ευκαρπία-Πλαγιές-Χειμαδιό), 193 Μηχανοκίνητο Σύνταγμα (Καλινδρία-Χέρσο), 19η Ομάδα Αναγνωρίσεως (Βαμβάκια), 19η Μοίρα Πυροβολικού (Ζαχαράτο-Ξηροβρύση).

Στις 29 Μαρτίου τέθηκαν στη διάθεση του ΤΣΑΜ οι Ίλες Κλειστών Αρμάτων (που ήταν Ιταλικά λάφυρα) των 192 και 193 Μηχανοκινήτων Συνταγμάτων. Το 191 Μηχανοκίνητο Σύνταγμα τέθηκε στη διάθεση Ομάδας Μεραρχιών στην περιοχή Σερρών-Σιδηροκάστρου και με αποστολή να εξασφαλίσει τις γέφυρες του Στρυμώνα και να ενεργήσει εναντίον αλεξιπτωτιστών στην πεδιάδα Σερρών- Σιδηροκάστρου. Η 19η Ομάδα Αναγνωρίσεως τέθηκε στη διάθεση της VII Μεραρχίας στην περιοχή Δοξάτου-Δράμας για χρησιμοποίηση, και αυτή, εναντίον αλεξιπτωτιστών.

Η νέα αποστολή που είχε ανατεθεί στη Μεραρχία ήταν η εξής:

- Δυνατότητα επέμβασης στην περιοχή των Κρουσιών για να ενισχυθεί το απόσπασμα που βρισκόταν εκεί.

- Μελέτη για την κατάληψη και εξασφάλιση της περιοχής Δοϊράνης Πολυκάστρου, σε συνεργασία με τον XI Συνοριακό Τομέα που τέθηκε υπό τις διαταγές της Μεραρχίας.

- Σε περίπτωση σύμπτυξης των Τμημάτων της Ομάδας Μεραρχιών από την τοποθεσία Μπέλες, η Μεραρχία θα έπρεπε να καλύψει τη σύμπτυξη στην περιοχή δυτικά του Αξιού, μέσω των γεφυρών της Αξιουπόλεως και Γέφυρας.

Η ΧΙΧ Μηχανοκίνητη Μεραρχία, αφού ανέλαβε την άμυνα του αριστερού τμήματος του ΤΣΑΜ, χώρισε τον αμυντικό τομέα ευθύνης της σε τέσσερις υποτομείς με γενική διάταξη από τα ανατολικά προς τα δυτικά: 2ο Σύνταγμα Ιππικού, 192 Σύνταγμα, 193 Σύνταγμα, Απόσπασμα Κρουσίων. Το μέτωπο της Μεραρχίας είχε ανάπτυξη πάνω από 30 χλμ. και ήταν δυσανάλογο με τις δυνάμεις που διέθετε.

Το μεσημέρι της 6ης Απριλίου, η Μεραρχία διέταξε τα 192 και 193 Συντάγματα να στείλουν απόσπασμα κατοπτεύσεως από ένα Λόχο Κάρριερ και μία Διμοιρία μοτοσικλετιστών στους άξονες Ροδόπολη-Ανω Πορόια και Μουριές-Αγία Παρασκευή.

To 192 Μηχανοκίνητο Σύνταγμα που στάθμευε στην περιοχή βόρεια του Κιλκίς τέθηκε σε κίνηση στις 14. 00, αφού πρώτα έστειλε 241 οπλίτες, οι οποίοι δεν ήταν δυνατό να μεταφερθούν με τα οχήματα, στο έμπεδο του Κιλκίς. Ο τομέας ευθύνης του Συντάγματος ήταν από το Δοβά Τοπέ μέχρι τον Παραπόταμο. Το Σύνταγμα έφθασε στον προορισμό του τις πρώτες νυκτερινές ώρες και αντιμετώπισε με επιτυχία, εξαιτίας και των οργανώσεων εδάφους και των σκυρόδετων πολυβολείων, εχθρικές απόπειρες προσέγγισης της τοποθεσίας στη διάρκεια της νύχτας.

Το 193 Σύνταγμα, που στάθμευε στην περιοχή Καλίνδρια-Χέρσο, βορειοδυτικά του Κιλκίς, τέθηκε σε κίνηση γύρω στις 13.00, και μέχρι το βράδυ είχε εγκατασταθεί στις θέσεις που έπρεπε δυτικά του Δοβά Τοπέ και μέχρι τη Δοϊράνη. Τις πρωινές ώρες της επόμενης μέρας 7 Απριλίου ο εχθρός επιχείρησε να παραβιάσει την άμυνα του πεδινού διαδρόμου της λίμνης Δοϊράνης, αλλά απέτυχε και απωθήθηκε βόρεια από τις Μουριές.

Μετά από τη διάσπαση του Σερβικού Μετώπου το ΤΣΑΜ έδωσε νέα διαταγή που αφορούσε στην αποστολή της Μεραρχίας. Μ' αυτήν διεύρυνε το μέτωπο της Μεραρχίας προς τα δυτικά μέχρι τον Αξιό ποταμό και μεταφερόταν το κέντρο βάρους των δυνάμεων μεταξύ της λίμνης Δοϊράνης και του Αξιού ποταμού. Με την ίδια διαταγή έμπαινε κάτω από τις διαταγές της Μεραρχίας ο XI Συνοριακός Τομέας, καθώς και η Διλοχία Πεζικού (Τάγμα Ασφαλείας) που θα μεταφερόταν με τραίνο από τη Θεσσαλονίκη στην Καλίνδρια. Μετά την ανάληψη της νέας αποστολής της, η Μεραρχία χώρισε τη ζώνη ευθύνης της που τώρα είχε ανάπτυγμα 50 χλμ, σε τρεις Υποτομείς: Ανατολικός Υποτομέας, από Ακρίτα έως Ταβουλάρι. Την ευθύνη του τομέα αυτού είχε το 192 Μηχανοκίνητο Σύνταγμα, ενισχυμένο με ένα Λόχο Πεζικού και μία Διμοιρία Πολυβόλων. Κεντρικός Υποτομέας (υψώματα περιοχής Μεταμορφώσεως), που θα αναλάμβανε η Διλοχία του Πεζικού, μόλις θα έφθανε από Θεσσαλονίκη. Δυτικός Υποτομέας (υψώματα Μπάτσοβας), που ανέλαβε ο Συνοριακός Τομέας (Λόχος Διοικήσεως και δύο Λόχοι Πεζικού). Τα μεσάνυχτα έφθασε από τη Δράμα στο Μεταλλικό η XIX Ομάδα Αναγνωρίσεως, η οποία και τέθηκε με διαταγή του ΤΣΑΜ στη διάθεση της Μεραρχίας ως εφεδρεία της.

Στις 3.00 της 8ης Απριλίου, εξαιτίας διείσδυσης της 2ης Τεθωρακισμένης Γερμανικής Μεραρχίας προς τη Δοϊράνη, η XIX Ομάδα Αναγνωρίσεως διατάχθηκε να καταλάβει τα υψώματα Ταβουλάρι -Ακρίτας και να τα εξασφαλίσει μέχρι την άφιξη του 192ου Μηχανοκίνητου Συντάγματος. Να εμποδίσει την προχώρηση του εχθρού όσο το δυνατόν περισσότερο. Σε αδυναμία συγκρατήσεως εξαιτίας υπερτέρων Γερμανικών δυνάμεων, να συμπτυχθεί στον άξονα Δοιράνης-Χέρσου. Η κίνηση για την εκπλήρωση αυτής της αποστολής πραγματοποιήθηκε στις 5.00.

Στις 6.00 εμφανίσθηκε η πρώτη Γερμανική φάλαγγα αρμάτων από την κατεύθυνση της Δοϊράνης προς τα υψώματα Ακρίτας- Οβελίσκος. Την ακολουθούσαν δύο ισχυρές μηχανοκίνητες φάλαγγες που υποστηρίζονταν από αεροσκάφη. Τα Τμήματα του 193ου Συντάγματος που βρίσκονταν στο ύψωμα Οβελίσκος δέχθηκαν ισχυρή πίεση και αναγκάσθηκαν να υποχωρήσουν προς Νότο και να συμπτυχτούν στο χωριό Ακρίτας μαζί με τα πρώτα Τμήματα της XIX Ομάδας Αναγνωρίσεως που έφθαναν εκείνη την ώρα.

Οι εχθρικές δυνάμεις, οι οποίες αποτελούνταν από άρματα και μηχανοκίνητο Πεζικό, αφού ενισχύθηκαν από το Πυροβολικό και την Αεροπορία, ανέτρεψαν τελικά τα Ελληνικά Τμήματα που βρίσκονταν βόρεια και βορειοανατολικά του χωριού Ακρίτας, που συμπτύχθηκαν τελικά σε νοτιώτερα υψώματα. Οι Γερμανοί άφησαν μερικά άρματα στον Ακρίτα και κινήθηκαν προς τη Μεγάλη Στέρνα, ενώ ταυτόχρονα άλλη φάλαγγα εξουδετέρωσε ένα μικρό Τμήμα που βρισκόταν στην Καλινδρία. Η Ομάδα Αναγνωρίσεως και το Τμήμα του 193ου Συντάγματος βρέθηκαν ανάμεσα σε δύο εχθρικές τεθωρακισμένες φάλαγγες που κινούνταν γρήγορα προς τα νότια και δεν μπορούσαν να αντιδράσουν, καθώς στερούνταν εντελώς υποστήριξης Πυροβολικού και αντιαρματικών όπλων. Έτσι τα Τμήματα αυτά αναγκάσθηκαν να παραμείνουν στις θέσεις τους και αναδιοργανώθηκαν περιμένοντας επέμβαση από το 192ο Σύνταγμα που θα ερχόταν από τα Κρούσια, το οποίο όμως μέχρι την 19.30 δεν εμφανίσθηκε. Στο ίδιο χρονικό διάστημα η εμπροσθοφυλακή του 192ου Συντάγματος κινούνταν από το Μυριόφυτο προς τον Ακρίτα. Φτάνοντας όμως στα Αμάραντα αντιμετώπισε την πλαγιοφυλακή Γερμανικής Φάλαγγας και αναγκάσθηκε έτσι να συμπτυχτεί εσπευσμένα γύρω στις 10.30 προς τα Κρούσια. Έτσι, τα υπόλοιπα Τμήματα του Συντάγματος καθηλώθηκαν στο Μυριόφυτο.

Από το πρωί της 8ης Απριλίου οι Γερμανοί βομβαρδίζουν την τοποθεσία των Κρουσίων με το πυροβολικό και την αεροπορία τους. Ισχυρή επίσης φάλαγγα του εχθρού είχε καταλάβει το Χέρσο, ενώ άλλη φάλαγγα κινούνταν από την περιοχή της Μεγάλης Στέρνας προς το Πολύκαστρο, εκκαθαρίζοντας την περιοχή και περικυκλώνοντας τις Ελληνικές δυνάμεις που βρίσκονταν αριστερά αυτής της τοποθεσίας. Στις 10. 30 της 8ης Απριλίου διασπάσθηκε το αριστερό της τοποθεσίας Κρουσίων.

Μετά την ημιδιάλυση της XIX Μηχανοκίνητης Μεραρχίας, ο Διοικητής της μετέφερε εσπευσμένα το Στρατηγείο του στο χωριό Κεντρικό, όπου έφθασε στις 2.00 της 9ης Απριλίου, μετά την κατάληψη του Κιλκίς από τους Γερμανούς. Όταν έφθασε στο Κεντρικό, ο Διοικητής της Μεραρχίας ήρθε σε προσωπική επαφή με μερικούς από τους Διοικητές των Μονάδων του. Διαβλέποντας αδυναμία συνέχισης του αγώνα στην περιοχή των Κρουσίων και μην έχοντας καμιά επαφή με το ΤΣΑΜ, αποφάσισε να διατάξει τη σύμπτυξη των Τμημάτων της Μεραρχίας στις περιοχές Ελληνικό και Κλείστρο.

Το 192 Σύνταγμα άφησε στην τοποθεσία των Κρουσίων το Τάγμα των Πεζομάχων του και κινήθηκε χωρίς διαταγή της Μεραρχίας προς το Κιλκίς, όπου και συναντήθηκε με το Στρατηγείο στο χωριό Ευκαρπία. Μετά από διαταγή που πήρε, ακολούθησε το Στρατηγείο και έφθασε και αυτό στις 2.00 στο Κεντρικό. Στις 4.00 διατάχθηκε να κινηθεί προς το Ελληνικό, όπου έφθασε στις 7.00 και παρέμεινε αναμένοντας νέες διαταγές.

Το Πεζομάχο Τάγμα του 192ου Συντάγματος εγκαταστάθηκε στα υψώματα βόρεια του Πανοράματος. Εκεί δέχθηκε στα πλευρά του δραστικά πυρά από τον εχθρό, που είχε προωθηθεί στα αριστερά του. Μετά από αγώνα μικρής διάρκειας, ο Διοικητής του τάγματος, διαπιστώνοντας ότι ήταν αδύνατο να διατηρήσει την κατεχόμενη γραμμή τη στιγμή που βάλλονταν πλευρικά από πυροβόλα, διέταξε τη σύμπτυξη των Τμημάτων του, τα οποία, αφού απαγκιστρώθηκαν με δυσκολία, κινήθηκαν με σχετική αταξία προς το Κεντρικό, όπου έφθασαν στις 4.30. Η σύγχυση που επικρατούσε στο Κεντρικό και η ανάμιξη των Τμημάτων της Μεραρχίας δυσκόλευε την παραπέρα κίνηση του Τάγματος, το οποίο κατόρθωσε να φθάσει το απόγευμα στο Ελληνικό και να ενωθεί με το Σύνταγμα του.

Το 193 Σύνταγμα δέχθηκε στις 2.30 εχθρική επίθεση από τα νώτα και το δεξιό του, που είχε μείνει ακάλυπτο. Ο Διοικητής του Συντάγματος παραδόθηκε μετά από αγώνα μικρής διάρκειας, μαζί με όλα τα Τμήματα που βρίσκονταν υπό τις διαταγές του, αν και αρκετά δεν είχαν δεχθεί επίθεση. Έτσι, ολόκληρο το Σύνταγμα, εκτός από μικρό αριθμό διαφυγόντων, αιχμαλωτίστηκε μαζί με το Διοικητή του. Τα Τμήματα του Αποσπάσματος Κρουσίων που είχαν συμπτυχτεί από την προηγουμένη, είχαν εγκατασταθεί στον αυχένα βορειοανατολικά του Πανοράματος, εκτός από το II Τάγμα Ασφαλείας, το οποίο είχε κινηθεί άτακτα προς το Ελληνικό, και το 2ο Σύνταγμα Ιππικού, που είχε φύγει για το Ελληνικό από την προηγούμενη μέρα στις 22.00. Τα Τμήματα του Αποσπάσματος Κρουσίων μετά από διαταγή κινήθηκαν και αυτά προς το Ελληνικό στις 4.00, όπου έφθασαν στις 15.30 και ακολούθησαν την τύχη των υπολοίπων ελληνικών μονάδων.

Η ΧΙΧ Μηχανοκίνητη Μεραρχία δεν επέτυχε τα αναμενόμενα λόγω της βιαστικής συγκρότησης της με προσωπικό χωρίς συνοχή που κλήθηκε να χρησιμοποιήσει υλικό κυριευθέν, στο οποίο δεν είχε εξοικειωθεί και λόγω της συντριπτικής υπεροχής του αντιπάλου, αλλά έδειξε οτι παρά τις δυσκολίες οι ιππείς μάχονται και κάνουν τα πάντα για την εκπλήρωση της αποστολής τους.

Επίλογος

Το «Ιστορικόν Πολεμικών Επιχειρήσεων 1940-1941»22 που συντάχθηκε μετά τον πόλεμο, αναφέρει :

«...είναι όλως επιβεβλημένη η έξαρσις αφ ενος μεν του Επιτελείου του Β' ΣΣ δια τας επιτυχεστάτας αυτού προσπαθείας, αφ ετέρου δε η αναγνώρισις του ομαδικού έργου το οποίον απέδωσε το όπλον του Ιππικού, το οποίον ως είδομεν απετέλεσε τον κύριο παράγοντα θριάμβου της Πίνδου. Ολαι λοιπόν αι υποβληθείσαι Εκθέσεις των Μεγάλων Μονάδων είναι ομόφωνοι εις το να εξάρουν την συμβολήν των Μονάδων του Ιππικού, παραδεχόμεναι οτι η χρησιμοποίησις αυτού ως ταχέως μεταφερομένου Πεζικού επέτυχεν τα μέγιστα, αντικαταστήσασα εν πολλοίς τας εις άλλα στρατεύματα εισαχθείσας ταχείας μηχανοκινήτους Μονάδας. Η εκ του εγγύτερον όμως εξέτασις του ζητήματος και η τακτική έρευνα όλων των εκδοθεισών διαταγών, μας πείθει οτι η μεγαλυτέρα συμβολή του όπλου του Ιππικού προήλθεν απο την γενικήν αναζωπύρωσιν του επιθετικού πνεύματος. Η ηρωική νεολαία του Ιππικού, ώρμησεν ακάθεκτος προς τα εμπρός ανατρέπουσα τους ορμητικούς χιονοδρόμους της Τζούλια, εμπεομένη μόνον απο τας επιθετικάς παραδόσεις του όπλου της...».

Εγραψε σχετικά σε άρθρο της εφημερίδας ΒΡΑΔΥΝΗ στις 3 Νοεμβρίου 1961 ο Στρατηγός Στανωτάς :

«Το γενικόν συμπέρασμα εκ των αγώνων της Μεραρχίας είναι οτι τα οργανικά τμήματα αυτής, ως και τα διατεθέντα τοιαύτα προς ενίσχυσιν, ευτυχήσαντα να μετάσχουν αρχικώς εις την μάχην της Πίνδου, εν τη κατευθύνσει Μέτσοβον-βωβούσα-Ελεύθερον-Κόνιτσα, εδημιούργησαν δια της αφθάστου αυτοθυσίας των και των ηρωικών των πράξεων, μετά των άλλων Μονάδων, την βάσιν του Αλβανικού επους που κατέπληξεν όλον τον κόσμον... Το θαύμα τούτον, διότι περι θαύματος πρόκειται, οφείλεται εις τον πατριωτισμόν των Ελλήνων, διοικούντων και διοικουμένων, διότι οι μέν διοικούντες προπαρασκεύασαν και κατήυθηναν τον ελληνικόν λαόν εις τας πρωτοφανείς και μεγαλειώδεις νίκας, οι δε διοικούμενοι διότι δια της αυτοθυσίας, της υπερανθρώπου αντοχής, του πατριωτισμού των, των ηρωικών πράξεων των, της αμέσου προσελεύσεως υπο τας σημαίας, και της εν συνεχεία πρωτοφανούς προελάσεως των απο νίκης εις νίκην, συνέτριψαν τον εχθρόν.

Ούτω οι ιππείς της μεραρχίας μου εφάνησαν αντάξιοι των προγόνων ιππέων του Μεγάλου Αλεξάνδρου».

Στην παρούσα περιληπτική εξιστόρηση καταβλήθηκε προσπάθεια να καταγραφεί η προσφορά και ο ηρωισμός των Ιππέων, οι οποίοι συνέβαλαν στις επιτυχίες των Ελληνικών Όπλων. Εχοντας την ικανότητα ταχείας προσαρμογής, τα στελέχη του Ιππικού κατά τη μετάπτωση του Όπλου σε Τεθωρακισμένα, μεταβίβασαν τα χαρακτηριστικά προσόντα και ιδιότητες του Εφίππου όπλου στο Μηχανοκίνητο και εμφύσησαν το έφιππο δόγμα που συνίσταται στην τριλογία: "Ταχύτητα, τόλμη, αιφνιδιασμός".

ΠΗΓΕΣ

Απόσπασμα απο το βιβλίο «Το Ιππικόν στη Μάχη της Πίνδου» του Φ. Κόκκινου

1 «Ιστορία Ιππικού-Τεθωρακισμέων», σελ. 46

2 Πρόκειται για διαφορετικό ποταμό απο τον ομώνυμο βορείως Ελασσόνας, όπου έγινε η ιστορική μάχη την 9/10 Οκτωβρίου 1912.

3 ΓΕΣ/ΔΙΣ, «Επίτομη Ιστορία Ελληνοιταλικού Πολέμου», σελ. 87

4 «Ελληνική Εποποιία 1940-1941», σελ. 140

5 «Ιστορία του Β' Παγκοσμίου Πολέμου», σελ. 194

6 Ο Χίτλερ διοικούσε εκδίδοντας τις περίφημες «Ειδικές Οδηγίες» στρατηγικού επιπέδου

7 «Επίτομη Ιστορία Ελληνοιταλικού και Ελληνογερμανικού Πολέμου», σελ. 159-161

8 ΓΕΣ/Δνση Ιστορίας Στρατού, «Το Τέλος Μιας Εποποιίας, Απρίλιος 1941», σελ. 23

9 «Η Ιταλο-Γερμανική Επίθεση εναντίον της Ελλάδος», σελ. 474

10 «Η Ιταλο-Γερμανική Επίθεση εναντίον της Ελλάδος», σελ. 479

11 ΓΕΣ/Δνση Ιστορίας Στρατού, «Το Τέλος Μιας Εποποιίας, Απρίλιος 1941», σελ. 48

12 «Η Ιταλο-Γερμανική Επίθεση εναντίον της Ελλάδος», σελ. 489

13 «Η Ιταλο-Γερμανική Επίθεση εναντίον της Ελλάδος», σελ. 494

14 ΓΕΣ/ΔΙΣ, «Επίτομη Ιστορία Ελληνοιταλικού Πολέμου», σελ. 185

15 «Η Γερμανική Εισβολή στην Ελλάδα», σελ. 95

16 ΓΕΣ/Δνση Ιστορίας Στρατού, «Το Τέλος Μιας Εποποιίας, Απρίλιος 1941», σελ. 113

17 ΓΕΣ/ΔΙΣ, «Το Τέλος Μιας Εποποιίας, Απρίλιος 1941», σελ. 207

18 Αρχείο ΓΕΣ/ΔΙΣ Φ.715/Α/4 σελ. 101-102

19 «Το Τέλος Μιας Εποποιίας, Απρίλιος 1941», σελ 248

20 «Ιστορία του Ιππικού-Τεθωρακισμένων», σελ. 57

21 Τεύχος Ιαν-Φεβ-Μαρ 2012, άρθρο Τχη Χριστοδούλου

22 «Ιστορικόν Πολεμικών Επιχειρήσεων 1940-1941», Τεύχος Β', Μέρος Α', σελ. 64

Κάντε Like στη σελίδα μας στο facebook και ακολουθείστε μας στο Twitter