Στην Ιερά Μονή Μαχαιρά, στα χώματα όπου ο Γρηγόρης Αυξεντίου θυσιάστηκε, αρνούμενος να παραδοθεί στους Άγγλους αποικιοκράτες, έγινε σήμερα το ετήσιο μνημόσυνο για τον υπαρχηγό της Εθνικής Οργάνωσης Κυπρίων Αγωνιστών (ΕΟΚΑ).
Παρουσία του προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας κ. Νίκου Χριστοδουλίδη, του υπουργού Εθνικής Άμυνας κ. Βασίλη Πάλμα, του Αρχηγού της Εθνικής Φρουράς Αντιστρατήγου Γεωργίου Τσιτσικώστα, της προέδρου της Βουλής κας Αννίτας Δημητρίου, του δημάρχου Λύσης κ. Ανδρέα Καουρή, βετεράνων μαχητών της ΕΟΚΑ, συγγενών και άλλων επισήμων, η Κύπρος τίμησε τη μνήμη του Ήρωα του Ελληνισμού.



Τον επιμνημόσυνο λόγο εκφώνησε ο υπουργός Άμυνας της Κυπριακής Δημοκρατίας, ο οποίος ανέφερε τα εξής:
«(…) Σίγησε η βροντή κι έγειρε η αστραπή,
στου Μαχαιρά την κορυφή γονατισμένη,
Τον Ήρωα-Μαχητή ν᾽ αφουγκραστεί που πολεμά,
και βλέπει η Παναγία από το θρόνο δακρυσμένη (…)
Ανηφορίζοντας στην Ιερά Μονή του Μαχαιρά, μέσα στο απέραντο πράσινο και τη γαλήνη της φύσης, αναλογίζεσαι πόσο βαριά πέφτει στους ώμους σου η ευθύνη, όταν καλείσαι να απαγγείλεις ύμνο δοξαστικό μνημονεύοντας τον ήρωα των ηρώων της Κύπρου, τον Σταυραετό Γρηγόρη Αυξεντίου.
Γιατί είναι αλήθεια ότι, όπως αναφέρει στο ποίημά του ο σπουδαίος εκπαιδευτικός Χριστόδουλος Παπαχρυσοστόμου, από τις 3 του Μάρτη του ’57, που το «αγέρι του βουνού σιγοτραγουδά τον θρύλο», και η «Παναγιά του Μαχαιρά σκορπάει το δάκρυ μύρο», ειπώθηκαν όλα όσα αναδεικνύουν το μεγαλείο του υπέρτατου «ήρωα-μαχητή» της πατρίδας μας.
Είναι λοιπόν με έντονα συναισθήματα που καλούμαι σήμερα να εγκωμιάσω τον πρώτο των πρώτων ηρώων Γρηγόρη Αυξεντίου, εδώ στον ιερό τόπο που θυσιάστηκε και αναδείχθηκε η τιτάνια μορφή του, στη Παναγιά του Μαχαιρά.
Με δέος και υπερηφάνεια καταθέτουμε σήμερα υποκλινόμενοι δάφνινα στεφάνια του ύψιστου σεβασμού και της ευγνωμοσύνης μας, και αποτίνουμε τον προσήκοντα φόρο τιμής στον εμβληματικό ήρωα της Κύπρου, τον υπαρχηγό της ΕΟΚΑ Γρηγόρη Πιερή Αυξεντίου.
«(…) Για τους δειλούς δεν φύτρωσεν η δάφνη.
Τιμή σ’ εκείνον μόνον όπου αδράχνει
απ’ τά μαλλιά τη Νίκη όντας ορμάει
στη μάχη και μαζί του την τραβάει (…)»,
μας αναφέρει στην ωδή προς τιμή του ήρωα ο εκπαιδευτικός και ποιητής Άντης Περνάρης.
Στα μαρμαρένια αλώνια τις τιμής, στα άγια χώματα του Μαχαιρά, ο Γρηγόρης Αυξεντίου αναμετρήθηκε με την ελληνική ιστορία και ξανάγραψε την ιστορία με τις πράξεις και την αξεπέραστη θυσία του. Στις 3 Μαρτίου του ‘57, από μια ταπεινή σπηλιά, με το «Μολών Λαβέ» που βροντοφώναξε ανέσυρε από τα βάθη των αιώνων το μεγαλείο του ανυπότακτου Έλληνα.
Αντήχησε και εκείνο το «ΟΧΙ», που «δεν το επανέλαβε η ηχώ», γιατί «ήταν πολύ βαρύ για να το μεταφέρει», όπως έγραψε ο «δαφνοστεφής» ποιητής μας Κώστας Μόντης. Αντήχησε και η κραυγή του Κυπριακού Ελληνισμού που ανέδιδε όλο τον καημό και την πίκρα της ανθρώπινης ψυχής, όταν αναφώνησε το «Ελευθερία ή Θάνατος». Και το μήνυμα μεταδόθηκε από τον Μαχαιρά στα πέρατα της οικουμένης.
Στην ασύλληπτη για τον ανθρώπινο νου μάχη του Μαχαιρά και στον θάνατο του Γρηγόρη Αυξεντίου, συμπυκνώθηκαν όλες τις θυσίες των Ελλήνων, σε όλη τη διαδρομή της ελληνικής ιστορίας. Οι ένδοξες μορφές του Μαραθώνα και της Σαλαμίνας, της Τριπολιτσάς και του Μεσολογγίου, των βουνών της Ηπείρου και της Μακεδονίας, χώρεσαν σ’ ένα κρησφύγετο στον Μαχαιρά.
«…Ποτέ δεν θα μπορούσα να πιστέψω πως η στενότητα μιας σπηλιάς μπορούσε να έχει τόση ευρυχωρία, μπορούσε να χωρέσει την πατρίδα με τις ελιές της, τ’ ακρογιάλια της, τα βάσανά της….», μας παραθέτει ο Ρίτσος στον «Αποχαιρετισμό» του, στον υποθετικό μονόλογο του Γρηγόρη Αυξεντίου.
Μέσα από τις στάχτες της πανίερης σπηλιάς ανανεώθηκαν οι ελπίδες και τα όνειρα του Κυπριακού λαού για δικαίωση και ελευθερία. «Εβγάτε έξω. Εγώ πρέπει να πεθάνω», διέταξε τους τέσσερις συντρόφους του ο Αυξεντίου. Ο θάνατος του Γρηγόρη Αυξεντίου αποτέλεσε το σύμβολο του Αγώνα και το παράγγελμα για την τελική νίκη.
Με τη θυσία του όπλισε με περισσότερη δύναμη τη ψυχή των Ελλήνων της Κύπρου, που δεν καταίσχυναν τα όπλα τα ιερά και αγωνίστηκαν μέχρι τέλους. Γιατί είναι παραδεχτό ότι η ΕΟΚΑ των αμούστακων νέων και των πενιχρών μέσων, διέθετε ασύγκριτα μεγαλύτερη ψυχή και θάρρος από τους πανίσχυρους αποικιοκράτες.

Κυρίες και Κύριοι,
Ο Γρηγόρης Αυξεντίου ήταν ο πρωτότοκος γιος του Πιερή και της Αντωνούς από τη Λύση, και γεννήθηκε στις 22 Φεβρουαρίου 1928. Η αμέριστη αγάπη του για την ελληνική ιστορία και τους αγώνες του Έθνους, τον οδήγησε στην απόφαση, το 1948, να μεταβεί στην Ελλάδα με σκοπό να ενταχθεί στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων.
Παρόλο που απέτυχε στις εισαγωγικές εξετάσεις, επειδή ήταν αποφασισμένος να φορέσει την τιμημένη στολή του Έλληνα αξιωματικού, κατάφερε να εκπληρώσει το όνειρό του και να εισαχθεί στη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών. Μετά την αποφοίτησή του υπηρέτησε με περηφάνια τη θητεία του στον ελληνικό στρατό, στο 613 Τάγμα Πεζικού, στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα. Απολύθηκε τον Νοέμβριο του 1952 και τον Μάρτιο του 1953 επέστρεψε στην Κύπρο.
Τον Ιανουάριο του 1955 μυήθηκε στην ΕΟΚΑ και έδωσε όρκο στρατιωτικής τιμής. Η προϋπηρεσία του ως έφεδρου αξιωματικού, η στρατιωτική του εκπαίδευση και οι ικανότητες του συνυπολογίστηκαν ώστε ο Αρχηγός Διγενής να του εμπιστευτεί αρχικά την οργάνωση του Τομέα Αμμοχώστου και αργότερα την ανάδειξή του ως υπαρχηγού της Οργάνωσης.
Η έναρξη του απελευθερωτικού αγώνα την 1η Απριλίου τον βρήκε στην πρώτη γραμμή, ως επικεφαλής ομάδων κρούσης, να συμμετέχει στις επιθέσεις στον ηλεκτροπαραγωγικό σταθμό Δεκέλειας και στην Κυπριακή Ραδιοφωνική Υπηρεσία. Έδρασε με τα προσωνύμια Ζήδρος, Αίας, Άρης, Ανταίος, Ζώτος και Ρήγας και μεγαλούργησε με τον ηρωισμό του στα βουνά του Πενταδακτύλου και αργότερα της Πιτσιλιάς, του Τροόδους και του Μαχαιρά.
Η δράση και οι ηγετικές του ικανότητες προκάλεσαν από τη μια τον σεβασμό από τους συναγωνιστές του, ενώ από την άλλη τον φόβο και το μένος των Άγγλων. Αποτέλεσε δε τον πρώτο καταζητούμενο, ο οποίος επικηρύχθηκε με το υπέρογκο για τα δεδομένα της εποχής ποσό των 5,000 λιρών.
Μεταξύ των πολλών γενναίων και παράτολμων ενεργειών του Γρηγόρη ξεχωρίζουμε την αποφασιστικότητα και τις δεξιότητές του κατά τη διάρκεια της μάχης στα Σπήλια στις 11 Δεκεμβρίου του ’55. Όταν η ομάδα του περικυκλώθηκε, διέταξε τους άντρες του να μεταβούν σε συγκεκριμένο σημείο και να τον περιμένουν. Αυτός ανέλαβε μόνος να διεισδύσει ανάμεσα στους Βρετανούς, παραπλανώντας τους και αναγκάζοντάς του να αλληλοκτυπηθούν. Η αναστάτωση που προκλήθηκε προκάλεσε ρήγμα το οποίο εκμεταλλεύτηκαν οι αγωνιστές για να διαφύγουν.
Ο Διγενής του ανέθεσε σταδιακά τον τομέα της Πιτσιλιάς, τα χωριά της Ορεινής και Μαχαιρά και από τον Ιούλιο του ’56 και τα Κρασοχώρια της Λεμεσού. Σε όλη του την πορεία στα χωριά της ορεινής Κύπρου κατάφερε να μεταφέρει την ορμή του Αγώνα, στρατολογώντας ταυτόχρονα νέους αγωνιστές.
Η εξέλιξη των γεγονότων και η φήμη που απέκτησε τον ανάγκασαν να μετακινείται συνεχώς από περιοχή σε περιοχή για να αποφύγει τον εντοπισμό του από τις αρχές, αλλά και για να αντιμετωπίσει, δυστυχώς, φαινόμενα αποκάλυψης της δράσης του από εκ των έσω πληροφοριοδότες των Βρετανών. Ο Γρηγόρης ουδέποτε πτοήθηκε από τους ελλοχεύοντες κινδύνους και συνέχισε με περισσότερη ένταση τη δράση του.
Στις 16 Μαρτίου του ’56 η ομάδα του εκτέλεσε ενέδρα στον δρόμο παρά το χωριό Αγρίδια, στη διάρκεια της οποίας σκοτώθηκε ο ήρωας Χρήστος Τσιάρτας και στις 31 Δεκεμβρίου, παραμονή Πρωτοχρονιάς, κατάφερε με επιδεξιότητα και τόλμη να διαφύγει με την ομάδα του, όταν περικυκλώθηκε στο χωριό Ζωοπηγή. Κατά τη διάρκεια της ανταλλαγής πυρών, ο Αυξεντίου τραυματίσθηκε, όμως ο αγαπημένος του φίλος Μάκης Γεωργάλλας άφησε την τελευταία του πνοή στα χέρια του.
Τα βουνά του Μαχαιρά αποτέλεσαν το τελευταίο του καταφύγιο. Ένα περίπου χιλιόμετρο από το μοναστήρι της Παναγίας, σε μια απρόσιτη πλαγιά, η ομάδα του οργάνωσε το κρησφύγετό της. Από εκεί ο Γρηγόρης μετέβαινε μυστικά στο Μοναστήρι για προμήθειες έχοντας την αμέριστη συμπαράσταση και βοήθεια από τους μοναχούς. Ο ίδιος, φορώντας ράσο προσποιείτο τον ιερομόναχο. Έτυχε μερικές φορές να συναντηθεί με Βρετανούς που τον έψαχναν στην περιοχή χωρίς όμως να τον αντιληφθούν.
Η 3η του Μάρτη του ‘57 αποτέλεσε ημέρα ορόσημο της κυπριακής ιστορίας. Οι Βρετανοί κατόπιν πληροφοριών οδηγήθηκαν και περικύκλωσαν το κρησφύγετο των πέντε αγωνιστών ζητώντας τους να παραδοθούν. Ο Αυξεντίου αρνήθηκε. Έχοντας λάβει την απόφασή του, συλλογιζόμενος το ρηθέν από τον Αισχύλο στον «Αγαμέμνωνα» «να πεθαίνεις ένδοξα είναι μεγάλη χάρη για τους ανθρώπους», διέταξε τα παλικάρια του να εξέλθουν και να παραδοθούν, παρά την επιμονή τους να παραμείνουν.
«(…)Τώρα δουλειά μοναχική. Και πρέπει να πεθάνω.
Τα λόγια σάρκα να γενούν και τα χλωρά κλωνάρια
να μπολιαστούν απ᾽ το λαιμό κι από το γόνατό μου (…)»,
μας παραθέτει ο ποιητής Κυριάκος Χαραλαμπίδης.
Η δεκάωρη επική μάχη που ακολούθησε έμελλε να καταγραφεί στην ιστορία ως υπέρτατη πράξη ανδραγαθίας και ευκλεούς θανάτου. Μια συνειδητή απόφαση άφθαστου ηρωισμού που προκάλεσε πανελλήνιο αλλά και παγκόσμιο θαυμασμό. Για την ιστορία η απόφαση και ο θάνατος του Γρηγόρη Αυξεντίου έλαβαν οικουμενική διάσταση.
Η ανεπιτυχής προσπάθεια των Βρετανών να εξοντώσουν τον Αυξεντίου και τον Αυγουστή Ευστάθιου, τον οποίο υποχρέωσαν να επιστρέψει στη σπηλιά για να τον πείσει να παραδοθεί, τους οδήγησε στην απόφαση να τους κάψουν ζωντανούς. Φαίνεται ότι γι’ αυτούς ο Γρηγόρης ήταν ανίκητος. Ήταν κάποιος πέραν από τη φυσική μας υπόσταση, ήταν κάποιος που διέθετε ανεξήγητες δυνάμεις που δεν μπορούσαν να καθυποτάξουν.
Έτσι περιέλουσαν το κρησφύγετο με εκατοντάδες λίτρα βενζίνης, και το πυρπόλησαν με εμπρηστικές βόμβες, μετατρέποντάς το σε καμίνι. Ο Αυγουστής κατάφερε να εξέλθει με εγκαύματα στο σώμα και στο πρόσωπο. Ο Αυξεντίου παρέμεινε στη θέση του για να εκπληρώσει το τάμα του. Τυλίχθηκε στις φλόγες και μετατράπηκε σε αγία λαμπάδα που σιγοκαίει αέναα στον βωμό της λευτεριάς. Με τη συνειδητή του απόφαση και τη θυσία του κατέδειξε σε όλους μας πώς οι αρχές και τα ιδανικά μπορούν να μετατραπούν σε άφθαρτες και αξιομνημόνευτες πράξεις.
Το καρβουνιασμένο του σώμα αναγνώρισε πρώτος ο πατέρας του στο στρατιωτικό νοσοκομείο στη Λευκωσία, όπου μεταφέρθηκε. «Απ’ τις χοντρές ελληνικές κοκκάλες του», όπως μας περιγράφει ο Ρίτσος.
Οι Βρετανοί φοβούμενοι την λαϊκή κατακραυγή και αντίδραση έθαψαν το άψυχο σώμα του στις Κεντρικές Φυλακές, χωρίς να επιτρέψουν στους γονείς να τον κατευοδώσουν με τον σεβασμό που αρμόζει στους νεκρούς. Η μάνα του Αντωνού με τον καημό της φυγής του αγαπημένου της παιδιού, αλλά και της άρνησης των Βρετανών να της επιτρέψουν τον «τελευταίον ασπασμόν» αποχαιρέτισε τον γιο της μ’ ένα μεστό Επικήδειο στο πρώτο του μνημόσυνο, όταν αντίκρυσε για πρώτη φορά το κατεστραμμένο του κρησφύγετο:
«Μια μάνα τέτοιου ήρωα
εν προσβολή να κλάψει,
προσβάλλει τον λεβέντη της,
τζιείνον που θ’ απολάψει.
Χαλάλιν της Πατρίδος μου
ο γιος μου, η ζωή μου,
τζι αφού εν επαραδόθηκεν
τζι έμεινεν τζι εσκοτώθηκεν
ας έσιει την ευτζήν μου».
Κυρίες και κύριοι,
Σήμερα στεκόμαστε με δέος μπροστά στον ανδριάντα του Γρηγόρη Αυξεντίου, που λίγα μέτρα από τον χώρο της θυσίας του ατενίζει τα κατεχόμενά μας εδάφη. Διαπιστώνουμε με θλίψη ότι η Κύπρος του σήμερα, δεν μοιάζει με το ελεύθερο ελληνικό νησί για το οποίο αγωνίστηκαν και θυσιάστηκαν οι ήρωες της ΕΟΚΑ.
Για περισσότερο από μισό αιώνα, η πατρίδα μας εξακολουθεί να βιώνει τις οδυνηρές συνέπειες της τουρκικής εισβολής του 74, τα τετελεσμένα της οποίας υπονομεύουν την εθνική κυριαρχία, καταπατούν τα ανθρώπινα δικαιώματα και παραβιάζουν κατάφωρα το διεθνές δίκαιο.
Από εδώ, σήμερα, ανανεώνουμε την υπόσχεση στον Γρηγόρη Αυξεντίου, αλλά και σε όλους αυτούς που βρίσκονται στο πάνθεο των ηρώων της πατρίδας μας ότι δεν θα σταματήσουμε στιγμή να καταβάλλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια για να αποδειχθούμε αντάξιοι της άφθαστης θυσίας τους.
Οφείλουμε, με ενότητα και ομοψυχία, και αντλώντας δύναμη από τις απαστράπτουσες μορφές τους να διατηρήσουμε αναμμένη τη φλόγα του αγώνα, μέχρι την τελική δικαίωση. Μέχρι την άγια ώρα της απελευθέρωσης και επανένωσης της πατρίδας μας. Μόνο έτσι θα καταφέρουμε να αποδειχθούμε αντάξιοι της ιστορίας, αντάξιοι της θυσίας τους. Άσβεστη θα είναι η μνήμη και η δόξα που συνοδεύει τον Γρηγόρη Αυξεντίου. Ενός παιδιού, 29 χρονών, « […] πούμαθε στη Μεγάλη Σχολή του Αγώνα τόσα μόνο γράμματα όσα να φτιάχνουν τη λέξη Ελευθερία […]».
Κάντε Like στη σελίδα μας στο facebook – ακολουθείστε μας στο X στο linkedin και στο Youtube