Γράφει η Μαρία Γιαμπουλάκη
©ΑΡΧΕΙΟΝ Κ. Ε. MAMAΛΑΚΗ
Μία μυθιστορηματική σύμπτωση, ένα τυχαίο γεγονός, μία σκηνή βγαλμένη από το πιο ευφάνταστο μυαλό δεν θα μπορούσε να συγκριθεί με αυτό που συνέβη τα Χριστούγεννα του 1940 στο Αλβανικό Μέτωπο με κεντρικό ήρωα της καθ’ όλα πραγματικής ιστορίας τον Εμμανουήλ Ασημιανάκη και την αδερφή του Σοφία.
Τις μέρες του πολέμου διάφορες οργανώσεις όπως «Η φανέλα του Στρατιώτου» και η κυβερνητική Εθνική Οργάνωση Νέων (ΕΟΝ) έστελναν δέματα στους στρατιώτες. Τα δέματα περιείχαν ρούχα (φανέλες, πουλόβερ, γάντια, κασκόλ κτλ), τσιγάρα κάποιες φορές, χαρτζιλίκι κάποιες άλλες και σίγουρα μία επιστολή. Στο σημείο αυτό, είναι πολύ σημαντικό να αναφερθεί ότι υπήρχε συγκεκριμένη φόρμα το τι θα γράφει η επιστολή προκειμένου να τονώσουν το ηθικό των στρατιωτών που πολεμούσαν με αυταπάρνηση στο Αλβανικό Μέτωπο για την σωτηρία της πατρίδος. Τα δέματα συγκεντρώνονταν σε κομβικά σημεία και από εκεί στέλνονταν στο μέτωπο. Τα δέματα δεν είχαν συγκεκριμένο παραλήπτη. Όταν έφταναν στο μέτωπο, κάθε στρατιώτης έπαιρνε τυχαία ένα οποιοδήποτε δέμα.
Ο δεκανέας Εμμανουήλ Ασημιανάκης πήρε – όπως και οι υπόλοιποι – ένα δέμα τυχαία και απομακρύνθηκε προκειμένου να το ανοίξει. Όταν άνοιξε το δέμα και πήρε στα χέρια του την επιστολή έμεινε εμβρόντητος. Η συγκεκριμένη επιστολή είχε συνταχθεί από την αδερφή του Σοφία και από τους χιλιάδες στρατιώτες στο Μέτωπο κατέληξε στα δικά του χέρια..
Γράφει η Σοφία Ασημιανάκη
«Εν Κουνάβοι, 14/12/1940
Αγαπητέ στρατιώτη, φτάνουν Χριστούγεννα. Όλοι οι άνθρωποι μένουν στα σπιτικά τους για να εορτάσουν τα Χριστούγεννα […] Εσείς οι Ήρωες μας θα τα εορτάσετε εις τα βουνά της Ηπείρου… Πρέπει να έχετε θάρρος και υπομονή για να τον εξοντώσετε (τον εχθρό) [… ] Θα νικήσετε όμως και έτσι θα γυρίσετε εις τα σπίτια σας.
Με αγάπη, Σοφία Ασημιανάκη, Κουνάβοι Πεδιάδος Ηρακλείου Κρήτης.
Θα περιμένω απάντηση.
Ζήτω η αγαπημένη μας πατρίδα Ελλάς!»
Ήταν τόσο εξωπραγματικό, τόσο περίεργη αυτή η σύμπτωση που ακόμα και ο Γεώργιος Κάββος (Σημ.1) σημείωσε χαρακτηριστικά στο ημερολόγιό του: « Τετάρτη 15 Ιανουαρίου: Σήμερον διένειμα δώρα της ΕΟΝ Λασιθίου και άλλων μερών της Κρήτης. Εις έκαστον δέμα και επιστολή της αποστολέως. Η αδελφή του δεκανέως Ασημιανάκη εκ Κουνάβων απέστειλεν δέμα και από τας τόσας χιλιάδας έπεσεν εις τον αδελφόν της».
Την ίδια μέρα που παρέλαβε το δέμα και δίχως να χάσει καθόλου καιρό ο δεκανέας Εμμ. Αποστολάκης συντάσσει επιστολή και την στέλνει στην αδελφή του. Ο δεκανέας συντάσσει την επιστολή του με ιδιαίτερο τρόπο και μόνο λίγο πριν το τέλος αυτής αποκαλύπτει ότι ο ίδιος είναι αυτός που παρέλαβε το δέμα.
«15/01/1941
Αγαπημένη πατριώτισσα,
[… ] Εις εμέ λοιπόν κατά τη διανομή επεφύλαξε η τύχη να κληρωθεί το δικό σας δέμα […]
Να είσαι βεβαία ηρωική πατριώτισσα ότι ο Έλλην στρατιώτης θα εκτελέσει το καθήκον του παντού και πάντοτε. Πολύ δε περισσότερο, όταν σκέπτεται ότι πίσω από αυτόν ευρίσκεται η σεμνή Ελληνοπούλα που περιμένει από αυτόν την ελευθερία και την σωτηρίων της τιμής της.
Αγαπημένη μου πατριώτισσα, θα έχεις διαβάσει μυθιστορήματα; Ασφαλώς ναι – και ασφαλώς πολλές φορές δεν πιστεύεις τις συμπτώσεις των μυθιστορημάτων. Ούτε εγώ λοιπόν δεν πίστευα εις αυταίς μέχρι τη στιγμή που έλαβα το δέμα σας. Για αυτό θα φυλάξω τα δυο τσιγάρα όπου μου έστειλες και όταν με το καλό γυρίσω νικητής θα τα φουμάρουμε μαζί.
Γιατί γλυκιά μου αδελφή Σοφία, ο στρατιώτης που έλαβε το δέμα και την επιστολή σας είμαι εγώ, ο αδελφός σου Ασημιανάκης Εμμ [….]
Τα σέβη μου εις την μητέρα και τα φιλιά μου εις τη σύζυγό μου Καλλιόπη και αδελφή μας Μαρίκα, θείο Μιχάλη και εις όλους τους συγγενείς […]
Σε φιλώ και μένω υπόχρεος
Ο αδελφός σου
Εμμ. Ασημιανάκης
43ο Σύνταγμα Πεζικού».
Επιστρέφοντας ο δεκανέας Εμμ. Ασημιανάκης στη γερμανοκρατούμενη πλέον Κρήτη, κουρελιασμένος και ρακένδυτος, στάθηκε έξω από το σπίτι του και εξαιτίας της ταλαιπωρημένης εμφάνισής τους δεν τον αναγνώρισε ούτε η ίδια του η μητέρα. Εκεί, έξω από το σπίτι, άναψε τελικά και κάπνισε το ένα από τα δύο τσιγάρα που όπως σημείωσε στην επιστολή του θα τα κρατούσε για να τα καπνίσει μαζί με την αδερφή του.
Μετά τη λήξη του πολέμου ο Εμμανουήλ Ασημιανάκης ασχολήθηκε με το εμπόριο και τα αγροτικά, απέκτησε με τη σύζυγό του Καλλιόπη 3 παιδιά και έφυγε σε ηλικία 72 ετών το 1986.
Σημ.1: Γεώργιος Ιωάννου Κάββος, Ημερολόγια Πολέμου (2013). Εταιρεία Κρητικών Ιστορικών Μελετών. Επιμ.: Αλέξης Καλοκαιρινός, Κωστής Μαμαλάκης.