Γράφει ο Δρ. Στρατής Ανδρέας Ευθυμίου* – strategy-cy.com
Ο τρόπος πρόσληψης γυναικών, πρώτη φορά, ως επαγγελματιών στρατιωτών στην Εθνική Φρουρά εγείρει σοβαρούς προβληματισμούς για το μέλλον. Το 50% των νεοπροσληφθέντων Συμβασιούχων Οπλιτών είναι γυναίκες, οι οποίες αναλαμβάνουν καθήκοντα την 4η Οκτωβρίου 2017. Τώρα πια θα έχουν και οι γυναίκες δικαίωμα συμμετοχής στον διαγωνισμό Πρόσληψης Συμβασιούχων Οπλιτών (ΣΥΟΠ). Αυτή είναι η πρώτη φορά που δίνεται στις γυναίκες η δυνατότητα να υπηρετήσουν στην Εθνική Φρουρά ως στρατιώτες, με αποτέλεσμα να εισάγονται περίπου 300 γυναίκες επαγγελματίες στρατιώτες. Έπειτα από αυτή την πρώτη εισδοχή, οι γυναίκες θα αποτελούν το 10% των ΣΥΟΠ (Καλατζής, M. 2017). Το ερώτημα που εγείρεται είναι γιατί τώρα και όχι από την αρχή της διαδικασίας πρόσληψης Συμβασιούχων Οπλιτών, δηλαδή από τις προσλήψεις του 2016; Μήπως η Εθνική Φρουρά δε θεωρεί ίσες τις γυναίκες με τους άντρες κατατάσσοντας τον γυναικείο πληθυσμό σε δεύτερη θέση;
Το θέμα εν προκειμένω είναι ότι, η έννοια της ισότητας περισσότερο υποτιμάται παρά προωθείται, με τον πρόχειρο, μικροπολιτικής λογικής τρόπο πρόσληψης καθώς δεν λαμβάνεται υπόψιν ούτε σε στοιχειώδες επίπεδο ο δύσκολος και λεπτός σχεδιασμός πολιτικής, τον οποίο απαιτεί η πρόσληψη γυναικών στον στρατό.
Η πρόσληψη αποσιωπά τα προβλήματα από την ένταξη γυναικών στους στρατούς της Δύσης
Στην Ευρώπη, ιστορικά, οι χώρες, έχουν υιοθετήσει διαφορετικές πολιτικές που περιορίζουν τη συμμετοχή των γυναικών στις εθνικές ένοπλες δυνάμεις. Το ουσιώδες ζήτημα που ανακύπτει είναι κατά πόσο οι γυναίκες θα έπρεπε να έχουν τη δυνατότητα να συμμετέχουν αναλαμβάνοντας μαχητικούς ρόλους σε ένοπλες συγκρούσεις. Από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, οι περισσότερες χώρες έχουν επιτρέψει στις γυναίκες να συμμετέχουν σε ορισμένες στρατιωτικές δραστηριότητες, αλλά μόνο αυτές που δεν περιλαμβάνουν άμεση επίθεση εναντίον του «εχθρού». Λέγετε ότι, η Γαλλία έχει σήμερα το μεγαλύτερο ποσοστό γυναικών ως στρατιωτικού προσωπικού στην Ευρώπη (FrenchMinistryofDefense, 2011). Παρόλα αυτά, οι γυναίκες απαγορεύεται μέχρι σήμερα να συμμετάσχουν στις μονάδες μάχης ή ακόμα και στα υποβρύχια του γαλλικού ναυτικού (NATO, 2017). Η Δανία, μια χώρα γνωστή ως πρωτοπόρα στο ζήτημα της ισότητας των φύλων, είχε επιτρέψει τη συμμετοχή των γυναικών στις ένοπλες δυνάμεις ήδη από το 1934. Ωστόσο, μόνο το 1978 επιτράπηκε στις γυναίκες να προσληφθούν σε όλες τις μονάδες των ενόπλων δυνάμεων της Δανίας. Οι δοκιμές μάχης, στη δεκαετία του ογδόντα εστίασαν στην εξερεύνηση των δυνατοτήτων των γυναικών στη μάχη (NATO, 2017B).
Επιπλέον, ο αμερικανικός στρατός αποτελεί το πιο πολύτιμο παράδειγμα που μπορούμε να αντλήσουμε λόγω των πολλών σοβαρών προσπαθειών που έχει καταβάλει στην αντιμετώπιση προβλημάτων που προέκυψαν από την ένταξη γυναικών στον στρατό. Η εμπειρία του αμερικανικού στρατού με τα δύο φύλα μετράει κάποιες εκατοντάδες χρόνια. Οι γυναίκες μέλη της υπηρεσίας ήταν παρούσες στα αμερικανικά στρατεύματα από τον πόλεμο της Ανεξαρτησίας, αποκτώντας όμως το επίσημο «status» τους μόνο μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Αυτή η αργή διαδικασία ολοκλήρωσης έχει επιταχυνθεί τα τελευταία σαράντα χρόνια (PlaniolA., April 2016).
Πριν από δύο χρόνια, τον Δεκέμβριο του 2015, ο Ash Carter, υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, προέβη στην ανακοίνωση ότι όλες οι στρατιωτικές θέσεις θα είναι ανοιχτές στις γυναίκες χωρίς εξαίρεση. Αυτή η ανακοίνωση προηγήθηκε της δήλωσης του 2013 ότι υπάρχει πρόθεση να αρθούν όλα οι περιορισμοί που εμποδίζουν την πλήρη ενσωμάτωση των γυναικών στις ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν μονάδες μάχης (PlaniolA., April 2016).
Επρόκειτο για μια δύσκολη διαδικασία που παρουσίασε πολλά προβλήματα τόσο για τον θεσμό όσο και για τις γυναίκες τις ίδιες. Ορισμένα από αυτά αναλύονται στη συνέχεια. Η μακρόχρονη διαδικασία, λοιπόν, διεξαγόταν σε διαδοχικές φάσεις, καθώς καταβαλλόταν προσπάθεια να βρεθούν λύσεις στα διάφορα κρίσιμα ζητήματα ένταξης των γυναικών στον στρατό.
Η ξαφνική, επομένως, και απροσχεδίαστη ένταξη των γυναικών στην κυπριακή Εθνική Φρουρά προκαλεί βάσιμους προβληματισμούς και ανησυχίες, πολλώ δε μάλλον που η ένταξή τους γίνεται σε έναν θεσμό που αντιμετωπίζει χρόνια προβλήματα. Όπως σημείωσε η Ετήσια Έκθεση του Κυπριακού Κέντρου Στρατηγικών Μελετών 2017: «Η πιθανολογούμενη πρόσληψη γυναικών οπλιτών, στην παρούσα φάση, θα περιπλέξει περαιτέρω την ήδη προβληματική κατάσταση που έχει δημιουργηθεί» (CyprusCentreforStrategicStudies, 2017).
Οι κύπριες γυναίκες στρατιώτες: πολίτες δεύτερης κατηγορίας
Πρώτα απ’ όλα, πρέπει να εξεταστεί η ετεροχρονισμένη πρόβλεψη πρόσληψης γυναικών. Σε μια σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα, γιατί δεν προσελήφθησαν εξαρχής οι γυναίκες, όπως οι άντρες; Εάν, δηλαδή, για το Υπουργείο Άμυνας τα δύο φύλα είναι ίσα, τότε, πριν καν προκηρύξει τις θέσεις οπλιτών πέρσι, θα έπρεπε να είχε μεριμνήσει ώστε να δοθούν ίσες ευκαιρίες σε αμφότερα τα φύλα. Άλλωστε στην Εθνική Φρουρά υπηρετούν γυναίκες υπαξιωματικοί/ αξιωματικοί εδώ και πολλά χρόνια, οπότε γιατί οι γυναίκες στρατιώτες να τίθενται σε δεύτερη μοίρα, μετά τους άντρες;
Φυσικά, το ζήτημα της ισότητας που θίγεται στην προκειμένη περίπτωση είναι σοβαρό, αφενός επειδή αφορά κρατικό θεσμό, αφετέρου διότι ενδέχεται να παραπλανηθεί η κοινή γνώμη με την τωρινή πρόσληψη γυναικών, ενδεχόμενο που εξετάζεται στη συνέχεια. Η πρόβλεψη θέσεων για γυναίκες επαγγελματίες οπλίτες μόνο κατά τη δεύτερη φάση προκήρυξης ανάλογων θέσεων συνιστά διάκριση σε βάρος των γυναικών που αντιμετωπίζονται σαν πολίτες δεύτερης κατηγορίας. Το θέμα εν προκειμένω είναι ότι, ιστορικά, οι γυναίκες χρειάστηκε να αντιμετωπίσουν σοβαρά ζητήματα κατά τη διεκδίκηση της ένταξής τους σε διαφορετικούς τομείς της κοινωνίας, καθώς και να αγωνιστούν για αυτή, δεδομένου ότι θεωρήθηκαν το δεύτερο φύλο. Επομένως, ποιος ο λόγος να προσληφθούν τώρα από την κυπριακή Εθνική Φρουρά και όχι εξαρχής;
Υπάρχει πρόθεση να καλύψουν οι γυναίκες την ατυχή πολιτική συμβασιούχων
Η υφιστάμενη διαδικασία μείωσηs της θητείας και η πρόσληψη επαγγελματιών στρατιωτών όχι μόνο δεν αναβαθμίζει την Εθνική Φρουρά, χωρίς να επιλύει τα προβλήματά της, αλλά και οξύνει τις χρόνιες παθογένειες διογκώνοντάς τες (Αριστοτέλους, A. 2017; Efthymiou, S. 2017). Αποδείχθηκε ότι η πολιτική της κυβέρνησης, ως προς την πρόσληψη συμβασιούχων, δεν είναι τόσο ελκυστική στους συμβασιούχους που προσελήφθησαν πέρσι, ώστε να θελήσουν να παραμείνουν στο σώμα. Κρίθηκε λανθασμένα, ότι χρειάζονται μόνο 3.000 συμβασιούχοι οπλίτες, ενώ στην πραγματικότητα απαιτούνται περισσότεροι από 6000 (για περαιτέρω ανάλυση βλ.: Αριστοτέλους, A. 2017; Αριστοτέλους, A. 2016). H μείωση της θητείας στην Εθνική Φρουρά έχει γίνει: «χωρίς την εκ των προτέρων εξασφάλιση των αναγκαίων εξισορροπητικών ρυθμίσεων σε ανθρώπινο δυναμικό», (CyprusCentreforStrategicStudies, 2017).
Επιπροσθέτως, είναι πλέον ξεκάθαρο ότι πέρσι το Υπουργείο Άμυνας είχε βιαστεί να ανακοινώσει ότι ήταν μεγάλο το ενδιαφέρον για τις θέσεις των επαγγελματιών στρατιωτών. Δε λήφθηκε υπόψιν όμως το πλαίσιο στο οποίο εντάσσονται και το ενδεχόμενο πολλοί, παρά την οικονομική κρίση, να θελήσουν να φύγουν μόλις έρθουν αντιμέτωποι με την πραγματική κατάσταση του θεσμού (Efthymiou, S. 2017B). Κατ’ επέκταση, σημαντικός αριθμός ΣΥΟΠ παραιτήθηκαν.
Αναλυτικότερα, κατά τον πρώτο διαγωνισμό πέρασαν με επιτυχία τις διαδικασίες 3.667 άτομα. Μετά την επιλογή 3000 από αυτούς, περίπου 408 δεν αποδέχθηκαν τη θέση. Από τους 667 που ανήκαν στον κατάλογο των επιλαχόντων, απέμειναν περίπου 150, καθώς οι υπόλοιποι κλήθηκαν να αντικαταστήσουν όσους δεν υπέγραψαν τις συμβάσεις που τους δόθηκαν (Κυπριανού, Ν. 2016; Καλατζής, Μ. 2017A). Εξαιτίας της συρρίκνωσης του αριθμού επιλαχόντων, δημιουργήθηκε νέος κατάλογος υποψηφίων ενόψει των ανανεώσεων των συμβολαίων (Καλατζής, Μ. 2017A), αλλά και για να καλυφθούν τα κενά που προέκυψαν από τις μαζικές παραιτήσεις που ακολούθησαν. Σε διάστημα μόλις λίγων μηνών υπηρεσίας, τον Φεβρουάριο του 2017, οι ΣΥΟΠ διαμαρτυρήθηκαν επίσημα, με επιστολή τους προς τον Υπουργό Άμυνας και στελέχη του Γ.Ε.Ε.Φ, για τον αριθμό υπηρεσιών που καλούνται να εκτελέσουν μηνιαίως, καθώς και για την ασυνέπεια μεταξύ των όρων των συμβολαίων τους και τις πραγματικές συνθήκες εργασίας. Συγκεκριμένα, κατέληξαν ότι: “Με απογοήτευση καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι θεσμός των 3000 συμβασιούχων οπλιτών έχει αποτύχει παταγωδώς.” (Sigmalive, 2017).
Μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2017, χρειάστηκε να προσληφθούν περίπου 600 για να αντικαταστήσουν αυτούς που παραιτήθηκαν. Συμπερασματικά, το 14% δε συγκατατέθηκε να υπογράψει το συμβόλαιο που του δόθηκε, ενώ το 20% όταν βίωσε τις συνέπειές του παραιτήθηκε αμέσως. Το 34% των υποψηφίων που επιλέχθηκαν από το Υπουργείο Άμυνας κατέδειξε, έμπρακτα και με τίμημα τη θέση εργασίας που ανέλαβε, τα βαθιά προβλήματα που προκύπτουν από τον πρόχειρο και μικροπολιτικής λογικής τρόπο πρόσληψης Συμβασιούχων Οπλιτών.
Έτσι, τώρα εμφανίζεται ως από μηχανής θεός η προκήρυξη πρόσληψης και γυναικών στην Εθνική Φρουρά. Φέτος θα προσληφθούν 600 ΣΥΟΠ για να πληρωθεί το κενό που δημιουργήθηκε, ενώ οι μισές προβλέπεται να είναι γυναίκες (Καλατζης, M., 2017). Φαίνεται ότι η πρόσληψη ίσου αριθμού γυναικών και ανδρών, σε ποσοστό 50-50, γίνεται για να δοθεί η εντύπωση ότι ο θεσμός των Συμβασιούχων Οπλιτών σέβεται την ισότητα των φύλων. Στην πραγματικότητα, όμως, απώτερο σκοπό της πρόσληψης αποτελεί η κάλυψη της προχειρότητας με την οποία προσέλαβαν τους επαγγελματίες οπλίτες, εξευτελίζοντας ουσιαστικά την έννοια της ισότητας, αφού οι γυναίκες αντιμετωπίζονται σαν πολίτες δεύτερης κατηγορίας.
Οι διαστάσεις του θέματος ωστόσο είναι ευρύτερες, αφού με την ισχύουσα διαδικασία παραγνωρίζεται ότι η ένταξη των γυναικών έχει απασχολήσει ιδιαίτερα τους στρατούς ανά την υφήλιο, οι οποίοι αντιμετωπίζουν μία πληθώρα προβλημάτων, πολλά από τα οποία παραμένουν μέχρι σήμερα άλυτα. Στις 4 Οκτωβρίου θα ξεκινήσει η εκπαίδευσή των γυναικών στρατιωτών στην Εθνική Φρουρά, η οποία θα διαρκέσει 9 εβδομάδες καθώς δεν έχουν καμία στρατιωτική εμπειρία. Οι γυναίκες κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσης θα εκτελούν νυκτερινές ασκήσεις και σκοπιές (Καλατζής, M., 2017), γεγονός που εμπνέει ανησυχία ως προς το τι θα αντιμετωπίσουν οι γυναίκες αυτές λόγω της ανεπαρκούς πολιτικής, όπως διαγράφεται στη συνέχεια.
Θέματα ένταξης των γυναικών στον στρατό
Το ουσιαστικότερο θέμα σχετικά με την προσπάθεια ένταξης γυναικών σε στρατιωτικές δυνάμεις είναι ότι ο στρατός ως θεσμός έχει αρσενική ποιότητα, από τον οποίο οι γυναίκες έχουν κατά κύριο λόγο αποκλειστεί (Cock, 1989; Winslow, 2010). Επομένως, αποδεχόμενος τις γυναίκες, ο θεσμός χρήζει μετασχηματισμού· μια διαδικασία που έχει παρουσιάσει καίρια προβλήματα:
(1) Η βαθιά διάκριση σε βάρος των γυναικών στον στρατιωτικό χώρο εργασίας (Miller, 1998; Rogan, 1981) είναι ένα ζήτημα που ακόμη ταλαιπωρεί τους στρατούς ανά τον κόσμο, ενώ γίνονται πολλές προσπάθειες από συγκεκριμένους στρατούς για να βρεθούν λύσεις.
(2) Ο φόβος αλλαγής της συμπεριφοράς των ανδρών στρατιωτών σε κατάσταση πολέμου, οι οποίοι λόγω της πατριαρχικής κουλτούρας είναι πιθανό να προτιμήσουν να υπερασπιστούν τις γυναίκες παρά να πολεμήσουν την ώρα της μάχης (Parker, K., 2012), έχει περιπλέξει τη διαδικασία ένταξης. Το άλυτο θέμα της διάκρισης απέναντι στις γυναίκες στον χώρο δεν επέτρεψε να αντιμετωπιστούν αυτοί οι φόβοι. Δε δόθηκε, δηλαδή, εκτεταμέναστις γυναίκες η ευκαιρία να πάρουν μέρος σε μάχες, καθώς τους ανατίθενται συνήθως περιορισμένα καθήκοντα.
(3) Την ανάθεση περιορισμένων καθηκόντων στις γυναίκες που τις καθιστούν στρατιώτες δεύτερης κατηγορίας (Carreiras, 2013). Αυτό το θέμα έχει απασχολήσει εξελιγμένους στρατούς, όπως των Η.Π.Α. και της Μ. Βρετανίας (KamarckK., 2016;PlaniolA., 2016; EllenB., 2014). Ο τότε υπουργός Άμυνας της Αγγλίας, Φίλιπ Χάμμοντ, δήλωσε μόλις το 2014 ότι πρώτη φορά οι γυναίκες στον βρετανικό στρατό θα είναι σε θέση να υπηρετήσουν σε άμεση μάχη. Παρά την πρόθεση να εξισορροπηθεί η κατάσταση μεταξύ των δύο φύλων, ασκήθηκε κριτική στους τρόπους με τους οποίους τέθηκε σε εφαρμογή αυτή η πολιτική (EllenB., 2014) γεγονός που μαρτυρεί πόσο δύσκολη παραμένει μέχρι σήμερα η κατάσταση σε στρατούς που θεωρούνται πρότυπα.
(4) Η σεξουαλική βία σε βάρος των γυναικών από τους άνδρες συναδέλφους τους έχει προκαλέσει αξιοσημείωτο αριθμό βιασμών, αλλά και εσωτερικά προβλήματα στον θεσμό του στρατού. Το αμερικανικό Πεντάγωνο είχε ανακοινώσει από τη δεκαετία του ‘90 ότι το 64% των γυναικών, αλλά μόνο το 17% των ανδρών είχαν βιώσει κάποια μορφή σεξουαλικής παρενόχλησης στη δουλειά, σύμφωνα με έρευνα σε 38.000 στρατιώτες, άνδρες και γυναίκες (Seattletimes, 1990). Η λύση του προβλήματος σε έναν κατεξοχήν πατριαρχικό, ανδρικό θεσμό είναι δύσκολο να βρεθεί. Μάλιστα, μόλις το 2011 το Γραφείο Λογοδοσίας της Κυβέρνησης των ΗΠΑ (U.S. GovernmentAccountabilityOffice), κατόπιν έρευνας, επέκρινε το Υπουργείο Άμυνας ότι μόνο 4 από τα 82 μέλη της υπηρεσίας που δήλωσαν ότι παρενοχλήθηκαν σεξουαλικά το προηγούμενο έτος το ανέφεραν επίσημα, επειδή πιστεύουν ότι η αναφορά τους δε θα τύχει κατάλληλης αντιμετώπισης (Cbsnews, 2011).
Επιπρόσθετα θέματα για τις γυναίκες στην Κυπριακή Εθνική Φρουρά
Δυστυχώς, τα προαναφερθείσα προβλήματα είναι απλώς ενδεικτικά της κατάστασης που επικρατεί στους ανά τον κόσμο στρατούς εξαιτίας της ένταξης των γυναικών στον στρατό. Στην Εθνική Φρουρά, όμως, θα παρουσιαστούν περαιτέρω προβλήματα λόγω του ότι:
Σε μεταπολεμικές συνθήκες, όπως αυτή στην Κύπρο, ο στρατός απαιτείται να παραμείνει ιδιαίτερα έτοιμος επιχειρησιακά ασκώντας μεγαλύτερη πίεση στις εσωτερικές δυναμικές του στρατεύματος με αποτέλεσμα να διογκώνονται τα οποιαδήποτε προβλήματα μπορεί να παρουσιάσουν οι εσωτερικές αλλαγές. Υπό αυτές τις συνθήκες, τα διεθνώς αναγνωρισμένα ζητήματα που έχουν προκύψει από την ένταξη των γυναικών στον στρατό όχι μόνο πιθανότατα δε θα αντιμετωπιστούν άμεσα, αλλά θα παραμεριστούν ή θα συγκαλυφθούν. Δεδομένης, μάλιστα, της πίεσης που ασκείται στην πολιτική και τη φυσική ηγεσία του στρατού μιας διαιρεμένης χώρας, πρέπει να συνυπολογιστεί και η επιπρόσθετη δυσκολία λειτουργίας για τον θεσμό αλλά και για το υπάρχον ανθρώπινο δυναμικό, με τη εισδοχή ΣΥΟΠ, η οποία τώρα πρόκειται να συμπεριλάβει και τις γυναίκες.
Στο μεταπολεμικό πλαίσιο, η Εθνική Φρουρά αναπτύχθηκε ως ένας ιδιαίτερα ανδρικός και ανδροκρατούμενος στρατός (Efthymiou, 2016, 2014, 2011), γεγονός που εκθέτει πιο έντονα τις νεοεντασσόμενες γυναίκες στους κινδύνους και τα προβλήματα της πατριαρχικής ανδρικής κουλτούρας του στρατού.
Η Εθνική Φρουρά έχει αντιμετωπίσει στο παρελθόν ιδιαιτέρα ανεπαρκώς το θέμα της ένταξης των γυναικών υπαξιωματικών / αξιωματικών στην Εθνική Φρουρά, αναθέτοντάς τους, τελικά, γραμματειακές και διοικητικές θέσεις σε διάφορα γραφεία. Το θέμα, δηλαδή, της διάκρισης φύλου για τις γυναίκες υπαξιωματικούς/ αξιωματικούς στον στρατό ως χώρο εργασίας δεν έχει αντιμετωπιστεί ούτε καν συζητηθεί σοβαρά, ενώ σε αυτό το σύστημα θα ενταχθούν και οι γυναίκες στρατιώτες.
Η Εθνική Φρουρά έχει υποστεί σημαντική φθορά τα τελευταία χρόνια. Κατ’ επέκταση, η καθεαυτήν απαιτητική διαδικασία ένταξης γυναικών στον στρατό θα λάβει χώρα σε έναν θεσμό ο οποίος διαβρώνεται.
Η πολιτική της μείωσης της θητείας / πρόσληψης επαγγελματιών έγινε με ιδιαίτερο αντιεπαγγελματισμό (Αριστοτέλους, A. 2016; 2016a; 2016b; Efthymiou 2017) επιφέροντας εκτενέστερη διάβρωση των εσωτερικών δομών. Η πολιτική αυτή τώρα περιλαμβάνει και την πρόσληψη γυναικών εγείροντας προβληματισμούς αναφορικά με το πώς θα αντιμετωπιστούν τα προβλήματα που θα παρουσιαστούν.
Συμπεράσματα
Η ισχύουσα πολιτική εισδοχής γυναικών Συμβασιούχων Οπλιτών αποσκοπεί στο να συγκαλύψει την προχειρότητα με την οποία προσλήφθηκαν οι άντρες πέρσι, χωρίς καν να έχει γίνει σοβαρή προσπάθεια πρώτα να:
-βελτιωθεί η αδύναμη πολιτική με την οποία προσλήφθηκαν οι ΣΥΟΠ.
-βελτιωθεί η κατάσταση με τις γυναίκες υπαξιωματικούς / αξιωματικούς.
-ληφθούν υπόψιν τα σοβαρά προβλήματα ένταξης γυναικών στρατιωτών σε στρατούς του εξωτερικού.
Εν κατακλείδι, η χρησιμοποίηση των γυναικών ως πολιτών δεύτερης κατηγορίας αποβλέπει στην κάλυψη της πρόχειρης ατυχούς πολιτικής με την οποία προσλήφθηκαν οι επαγγελματίες στρατιώτες πέρσι. Στην ισχύουσα διαδικασία δεν υπολογίζεται ότι η πρόσληψη γυναικών στρατιωτών αποτελεί δύσκολο και ευαίσθητο θέμα με ιδιαίτερες δυναμικές, οι οποίες, εφόσον έχουν παραγνωριστεί, θα οδηγήσουν σε περαιτέρω καθίζηση της Εθνικής Φρουράς. Θα φέρουν πιθανότατα αντιμέτωπες με ανεπαρκείς συνθήκες, αλλά και δυσάρεστες ή και επικίνδυνες καταστάσεις και τις ίδιες τις γυναίκες, οι οποίες ανενδοίαστα θα ριχτούν στις 4 Οκτωβρίου σε νυκτερινές ασκήσεις και σκοπιές.
*Ο Στρατής Ανδρέας Ευθυμίου (BAhons., MSc., PhD., AFHEA) είναι κοινωνιολόγος με ειδίκευση στον εθνικισμό, τον μιλιταρισμό, την αρρενωπότητα και την ταυτότητα σε μετα-συγκρουσιακές κοινωνίες. Έχει συμβουλεύσει αρκετές κυβερνήσεις, συμπεριλαμβανομένων αυτών της Κύπρου και της Βόρειας Ιρλανδίας, για σχετικά θέματα. Ο Δρ. Ευθυμίου ήταν επίσης αξιολογητής χωρών για το πρόγραμμα Άμυνας και Ασφάλειας της Διεθνούς Διαφάνειας. Ήταν επισκεπτης ερευνητής στο Αμυντικό Ερευνητικό Κέντρο, του Πανεπιστήμιου της Λιουμπλιάνα στη Σλοβενία και του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης της Δανίας. Μεταξύ άλλων, είναι μέλος του Κέντρου Έρευνας Συγκρούσεων και Ασφάλειας του Πανεπιστήμιου του Sussex. Σήμερα διδάσκει στο ZurichBusinessSchool στην Ελβετία. Συγγράφει με τον PalgraveMacmillan ένα βιβλίο για τον «Εθνικισμό, τον Μιλιταρισμό και την Αρρενωπότητα στην Κύπρο». Η πιο πρόσφατη θέση πολιτικής που ανέλαβε ήταν του διεθνούς συμβούλου στο SecurityDialogueproject με άμεσο αντίκτυπο στις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις του ΟΗΕ για την Κύπρο στη Γενεύη τον Ιανουάριο του 2017.
Κάντε Like στη σελίδα μας στο facebook και ακολουθείστε μας στο Twitter