Γράφει ο Γιώργος Λαμπράκης
Σαν σήμερα, πριν από 42 χρόνια, ολοκληρώθηκε η τριήμερη επική μάχη της ΕΛΔΥΚ (Ελληνική Δύναμη Κύπρου), με τους αξιωματικούς, υπαξιωματικούς και οπλίτες να δίνουν από τις 14 έως τις 16 Αυγούστου ένα τιτάνιο αγώνα για την υπεράσπιση του στρατοπέδου τους απέναντι στον πάνοπλο και πολυάριθμο Τούρκο εισβολέα, που ολοκλήρωνε την δεύτερη φάση της εισβολής στην Κύπρο.
Το μαύρο καλοκαίρι του 1974, στα ματωμένα χώματα του Γερόλακου και στα υψώματα γύρω από το στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ, η μικρή δύναμη των 318 ΕΛΔΥΚαρίων που παρέμεινε για να υπερασπιστεί το στρατόπεδό της (το μεγαλύτερο τμήμα είχε αποσυρθεί αρκετά χιλιόμετρα πιο πίσω) αναβίωσαν τις Θερμοπύλες και το Μανιάκι και η θυσία των πεσόντων και των αγνοουμένων “στοιχήθηκε” πλάι σε τόσες άλλες, που είχαν ως αξία και ως ιδανικό το ρητό “Ή ΤΑΝ Ή ΕΠΙ ΤΑΣ”.
Μέσα στα ορύγματα της τιμής και του καθήκοντος, ήταν και ο κρητικός πολεμιστής Βαγγέλης Μπραουδάκης, ο οποίος κατάγεται από Χανιά και υπηρετούσε τότε στον 4ο Λόχο της ΕΛΔΥΚ. Σήμερα, είναι πρόεδρος του Παγκρητίου Συνδέσμου Πολεμιστών 1974.
Η περιγραφή του Αττίλα 1
Η εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο ξεκίνησε το πρωινό της 20ης Ιουλίου 1974. Αναφέρει ο Βαγγέλης Μπραουδάκης:
“Όταν φτάσαμε στο στρατόπεδο ξημερώματα της 21ης Ιουλίου, μετά από ολονύχτια πορεία με τα μέσα που μας μετέφεραν από την Πάφο και εν μέσω αεροπορικού βομβαρδισμού κατευθυνθήκαμε στις αποθήκες οπλισμού για να εξοπλιστούμε. Τα όπλα που πήραμε (FN) δεν τα είχαμε ξαναδεί, αλλά αυτό δεν είχε καμία σημασία. Τα συναισθήματα ανάμεικτα. Λύπη για την κατάσταση που βρήκαμε το στρατόπεδο μας, βομβαρδισμένο απ’ άκρη σ’ άκρη και μίσος για τους Τούρκους.
Αμέσως προωθηθήκαμε βόρεια έξω από το στρατόπεδο και λάβαμε θέσεις. Βλέπαμε που και που σκόρπιους ΕΛΔΥΚάριους που ακόμα επέστρεφαν από την νυχτερινή επίθεση στο Κιόνελι. Αργότερα, μετά το μεσημέρι διαταχτήκαμε να επιστρέψουμε στο στρατόπεδο και λάβαμε θέσεις στα ορύγματα του. Εγώ μαζί με τον λοχία Σπανογιάννη, αν θυμάμαι καλά, λάβαμε θέσεις σ’ ένα μικρό όρυγμα 2 ατόμων. Το στρατόπεδο δεχόταν επιθέσεις από την αεροπορία και το πυροβολικό των Τούρκων κατά τακτά χρονικά διαστήματα.
Κατεστραμένα τολ στο στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ. Οι Τούρκοι κυριολεκτικά το ισοπέδωσαν. Μέσα εκεί οι Έλληνες μαχητές έμειναν ακλόνητοι στις θέσεις τους και απέκρουσαν τις επιθέσεις.
Σε μια από τις αεροπορικές επιθέσεις αργά το απόγευμα ένα αεροπλάνο ευθυγραμμίστηκε με την περιοχή του ορύγματος μας και επιτέθηκε. Μαζί με τον Σπανογιάννη ρίξαμε εναντίων του μερικές ριπές με τα FN χωρίς αποτέλεσμα και αμέσως καλυφτήκαμε. Μετά από δευτερόλεπτα ακούσαμε τις εκρήξεις και αστραπιαία μας σκέπασαν χώματα και πέτρες. Ευτυχώς οι ρουκέτες που εκτόξευσε έσκασαν 10 μέτρα πριν το όρυγμα.
Το ίδιο βράδυ περίπου στης 2 τα ξημερώματα της 22ας Ιουλίου ακούσαμε βόμβο αεροπλάνων και αμέσως μετά σφοδρά αντιαεροπορικά πυρά. Σκεφτήκαμε ότι οι Τούρκοι προσπαθούν από αέρος να καταλάβουν το αεροδρόμιο της Λευκωσίας. Το ίδιο πίστεψαν κατά τα φαινόμενα και οι εθνοφρουροί που επάνδρωναν τα αντιεροπορικά στην Μακεδονίτισσα. Δυστυχώς όμως δεν ήταν έτσι. Ήταν τα Νοράτλας με την Α’ Μοίρα Καταδρομών/ Γ’ ΜΑΚ που ερχόταν από την Ελλάδα προς βοήθεια της δοκιμαζόμενης Κύπρου. Τα αποτελέσματα είναι γνωστά.
Η επόμενη μέρα 22 Ιουλίου κύλισε όπως την προηγούμενη Συνεχείς βομβαρδισμοί από αεροπορία και πυροβολικό. Συχνά τα αεροπλάνα έριχναν και βόμβες ναπάλμ, αυτόν τον πύρινο εφιάλτη. Το απόγευμα υπογράφετε συμφωνία εκεχειρίας. Οι Τούρκοι όμως βομβάρδισαν και μετά την εκεχειρία.
Όταν πια ησύχασαν τα πράγματα, μια ενισχυμένη ομάδα του 4ου Λόχου με επικεφαλής ένα αρχιλοχία του οποίου το όνομα δεν θυμάμαι και ο οποίος σκοτώθηκε στην 2η φάση, διατάχθηκε να πάει στην περιοχή “Άσπρα Χώματα” δυτικά του στρατοπέδου και να λάβει θέσεις στα εκεί υπάρχοντα ορύγματα. Σ’ αυτήν την ομάδα συμμετείχα κι εγώ και όταν φτάσαμε έλαβα θέση τελευταίος αριστερά της παράταξης. Όταν εγκαταστάθηκα,είχε αρχίσει ποια να σουρουπώνει, πήρα ένα ζευγάρι κιάλια που είχα στην κατοχή μου και κοίταξα βόρεια. Προς μεγάλη μου έκπληξη είδα, όπου έβλεπε το μάτι μου Τούρκους ο ένας δίπλα στον άλλο να έρχονται προς το μέρος μας και ήταν αμέτρητοι. Αμέσως έτρεξα στον αρχιλοχία λέγοντας του … “κοίτα”. Αυτός έπιασε αμέσως το τηλέφωνο που είχαμε εγκαταστήσει, αυτό με το μανιατό και ενημέρωσε την Διοίκηση. Διαταχτήκαμε να μην ανοίξουμε πυρ λόγο της εκεχειρίας. Δεξιά και λίγο ποιο μπροστά από την διάταξη της ομάδας υπήρχε ένας λόφος στον οποίο είχε ταχτεί μία άλλη δική μας ομάδα. Όταν οι Τούρκοι έφτασαν επικίνδυνα κοντά τους έβαλαν μια ριπή με ένα πολυβόλο για να τους προειδοποιήσουν και αυτό ήταν, άρχισε ο χαμός. Αρχίσαμε να ρίχνουμε κατά των Τούρκων και αυτοί σε μας. Είχε πια νυχτώσει και οι τροχιοδεικτικές σφαίρες έδιναν μια εφιαλτική ομορφιά στην νύχτα.
Κάποια στιγμή ανακαλύπτω ότι έχω μείνει μόνος. Είχαν πάρει διαταγή να γυρίσουν στο στρατόπεδο, αλλά μέσα στον χαμό με ξέχασαν. Τα ερωτήματα τριγύριζαν στο μυαλό μου. Που πήγαν; Οι τούρκοι ως που είχαν φτάσει; Αποφάσισα να κάνω ένα μεγάλο κύκλο για να ξαναμπώ στο στρατόπεδο. Τρέχοντας συνεχώς και σταματώντας που και που για να ρίξω μια ριπή προς την μεριά των Τούρκων, έφτασα στο GRAMAR SCHOOL και τρέχοντας πάλι κατηφόρισα και μπήκα στο στρατόπεδο και κατευθύνθηκα βόρεια όπου ήταν τα ορύγματα του λόχου και με ένα άλμα εις μήκος έπεσα μέσα την στιγμή που ο λοχαγός Αρώνης φώναζε “ο Μπραουδάκης που είναι; “Με είδε και μου είπε που ήσουνα; και του απάντησα “δεν είναι ώρα να σου πω”… Τότε διέταξε, το θυμάμαι σαν τώρα, χειροβομβίδες παιδιά είναι κοντά θα μας φάνε. Όλο το υπόλοιπο βράδυ ο Λόχος Βαρέων Όπλων έριχνε φωτιστικά βλήματα για να μην μας αιφνιδιάσουν.
Το πρωί ο τόπος ήταν σπαρμένος με πτώματα Τούρκων στρατιωτών, ένας δε ήταν πολύ κοντά μας και δίπλα του ήταν ένας όλμος 81 χιλιοστών, 3 πολυβόλα Μπράουνινγκ των 0.30, 6 αντιαρματικά μιας βολής, ένα μπαζούκας και μερικά Μ1. Οι Τούρκοι είχαν πληρώσει πολύ ακριβά την ενέργεια να μας επιτεθούν μετά την εκεχειρία για να καταλάβουν το στρατόπεδο, τον δε Τούρκο που έπεσε κοντά μας 7-8 μέτρα από τα ορύγματα μας τον θάψαμε την άλλη μέρα επί τόπου”.
Αττίλας 2
Για την εποποιία της ΕΛΔΥΚ, στην δεύτερη φάση της εισβολής, ο Βαγγέλης Μπραουδάκης αναφέρει:
“42 χρόνια τώρα, έχω στο μυαλό μου την ηρωική μας έξοδο από το στρατόπεδο μας, το στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ, μετά από την διαταγή του επικεφαλής μας Παναγιώτη Σταυρουλόπουλου, το μεσημέρι της 16ης Αυγούστου του 1974.
Μετά από την 3ημερη επική μάχη, κατά την οποία δώσαμε και την τελευταία ικμάδα των δυνάμεων μας, χωρίς φαγητό και την τελευταία χωρίς νερό, κάτω από το φοβερό λιοπύρι του Αυγούστου, κληθήκαμε να εγκαταλείψουμε το στρατόπεδο ενώ γινόταν ένας χαμός τον οποίο δεν μπορώ να περιγράψω. Αλλά και αν μπορούσα να το κάνω με γλαφυρότητα, δεν θα μπορούσατε ποτέ να καταλάβετε την ένταση των στιγμών εκείνων.
Όταν κατά τις 3 ακούστηκε η φωνή του ηρωικού αγγελιοφόρου “Μπραουδάκη φεύγουμε” το στρατόπεδο συγκλονίζονταν από άκρη σε άκρη από το πυροβολικό, τα βαρέα όπλα πεζικού, την αεροπορία και τα άρματα μάχης του εχθρού τα οποία μας χτυπούσαν αλλά δεν μπορούσαμε να τα δούμε λόγο της μορφολογίας του εδάφους. Μετά από ολιγόλεπτη καθυστέρηση κατά την οποία συζήτησα με τον λοχία Θεοχαρίδη αν η διαταγή εννοούσε “φεύγουμε τώρα η ετοιμαστείτε να φύγουμε”, και αφού δεν παίρναμε απάντηση από κανένα δεξιά και αριστερά μας, αποφασίσαμε να φύγουμε!
Ο πρώτος σηκώθηκε από το όρυγμα και άρχισε να τρέχει, το μέρος ήταν ανηφορικό και ακάλυπτο και την ίδια στιγμή το έδαφος γαζώθηκε από σφαίρες. Ήταν φανερό ότι είχαν έλθει κοντά μας. Μη έχοντας άλλη λύση αρχίσαμε να ρίχνουμε με ένα πολυβόλο προς όλες τις κατευθύνσεις για να αναγκάσουμε τους Τούρκους να καλυφθούν και έτσι ένας ένας φύγαμε χωρίς απώλειες. Στο κέντρο του στρατοπέδου χάσαμε τον ΗΡΩΑ στρατιώτη Νικολάου ο οποίος χτυπήθηκε από θραύσμα οβίδας. Μετά άρχισε ο Γολγοθάς προς το GRAMMAR SCHOOL. Οι σφαίρες περνούσαν γύρω μας.
Όταν έφτασα επάνω, δεξιά της σχολής είδα ένα Π.Α.Ο. των 106 χιλιοστών με επικεφαλής έναν Λοχαγό, το οποίο έβαλε την στιγμή που περνούσα δίπλα του. Γύρισα και είδα ότι έβαζε μέσα στο στρατόπεδο. Αμέσως πήγα και τον ρώτησα γιατί; Μου απάντησε ότι μέσα στο στρατόπεδο δεν υπάρχουν πλέον ζώντες Έλληνες στρατιώτες. Έφυγα αναστατωμένος και λίγο παρακάτω συνάντησα τον Χανιώτη αρχιλοχία Γιάννη Καντανολέων. Είχα φτάσει πλέον στα έσχατα όρια μου… Η γλώσσα που είχε κολλήσει στον ουρανίσκο μου και δεν μπορούσα να μιλήσω. Ο Καντανολέων μου είπε “Βαγγέλη σκοτώθηκε ο Μάριος…”.
Προσπάθησα να ξεκολλήσω την γλώσσα μου για να του μιλήσω και να τον ρωτήσω πως… Συνέχισα την πορεία μου νότια ώσπου στο αγρόκτημα του Αρχάγγελου συνάντησα τον λοχαγό μου Λούη Ιωαννίδη και τα απομεινάρια του Λόχου μας. Ανασυνταχθήκαμε σε ομάδες και διμοιρίες και μετά φάγαμε πατάτες βραστές και αυγά βραστά αλλά και σταφύλια που είχε το αγρόκτημα. Όταν νύχτωσε αποτραβήχτηκα μόνος στον αμπελώνα και έκλαψα τον παιδικό μου φίλο τον ΗΡΩΑ Μάριο Βολακάκη…”.
Λίγο μετά τις φονικές μάχες. Από αριστερά, Φράγκος, Μπραουδάκης, Πεπεράς.. Μαζί στο όρυγμα, γλίτωσαν από το θάνατο. Περίπου 100 συμπολεμιστές τους δεν τα κατάφεραν και πέρασαν στο πάνθεον των Ηρώων.
Η περιοχή του στρατοπέδου της ΕΛΔΥΚ όπως είναι σήμερα, το οποίο από τις 16 Αυγούστου 1974 βρίσκεται στα χέρια των Τούρκων. Διακρίνονται οι ελάχιστες εγκαταστάσεις που παραμένουν όρθιες, καθώς πριν από λίγα χρόνια οι Τούρκοι γκρέμισαν τις περισσότερες. Ίσως να τους τρόμαζαν ακόμα και τα χαλάσματα…
Το στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ αποτελεί ένα σημείο Αναφοράς για τα ελληνικά όπλα. Εκεί, σώθηκε η τιμή της Ελλάδας, καθώς οι γενναίοι υπερασπιστές του παρέμειναν στις θέσεις τους, μέχρι την ύστατη ώρα. Απαγκιστρώθηκαν μόνο όταν έμειναν μόνοι και αβοήθητοι, χωρίς την ελάχιστη υποστήριξη, έστω από το πυροβολικό που τις προηγούμενες ημέρες με τις εύστοχες βολές του προκαλούσε απώλειες στους Τούρκους.
Στα προσκλητήρια νεκρών και αγνοουμένων που γίνονται κάθε χρόνο, οι παρευρισκόμενοι φωνάζουν “Άπαντες Παρόντες”. Αυτοί που έμειναν για πάντα στα ματωμένα και σκλαβωμένα χώματα της μαρτυρικής Κύπρου, εξακολουθούν να “ζητούν” μετά από 42 χρόνια την δικαίωση και την αναγνώριση…
Κάντε Like στη σελίδα μας στο facebook και ακολουθείστε μας στο Twitter