Γράφειο ο Χ. Κ. Λαζαρόπουλος – Δημοσιογράφος
Οι ταραχές και τα επεισόδια που έχουν ξεσπάσει κυρίως στην Κωνσταντινούπολη και την Άγκυρα ήταν αναμενόμενα για όποιον παρακολουθεί με σοβαρότητα και σταθερότητα τις εξελίξεις στη γειτονική Τουρκία. Πέρα από τα στερεότυπα, ο πρωθυπουργός κ. Ρετσέπ Ταγίπ Ερντογάν είναι το πρόσωπο που κατάφερε σε 14 χρόνια να κυριαρχήσει στο πολιτικό σκηνικό της γειτονικής χώρας.
Ποιος θα περίμενε στα τέλη της δεκαετίας του ’90 ότι το πρόσωπο που είχε επιλέξει ο εθνικιστής Νετσμεντίν Ερμπακάν για να διεκδικήσει την δημαρχία της Κωνσταντινούπολης θα έκανε το πολιτικο-στρατιωτικό κατεστημένο να παραμιλά. Κατά την περίοδο που ήταν δήμαρχος έκανε σοβαρό έργο και κατάφερε να γίνει ιδιαίτερα δημοφιλής.
Τώρα που βγαίνουν όλοι να τσαλακώσουν το πρόσωπο του κ. Ρετσέπ Ταγίπ Ερντογάν, ας θυμηθούμε μερικά γεγονότα τα οποία θα πρέπει να λαμβάνουμε υπ’ όψιν μας ώστε να καταλάβουμε καλύτερα τι παίζεται τις τελευταίες ημέρες. Όταν διεκδίκησε την πρωθυπουργία για πρώτη φορά το 2002, η Τουρκία ήταν βυθισμένη στην οικονομική κρίση, τον πληθωρισμό και την οικονομική κηδεμονία.
Τα φαντάσματα του «κράτους συμμορία» -όπως ονομάστηκε η υπόθεση Σουσουρλούκ από την οποία αποδείχθηκε η στενή διασύνδεση των μυστικών υπηρεσιών, του κατεστημένου και συγκεκριμένων εγκληματικών οργανώσεων- κυκλοφορούσαν ακόμα ανενόχλητα. Με πυγμή, ο κ. Ερντογάν έστειλε στο σπίτι τους ή στη φυλακή όσους στρατηγούς, διπλωμάτες και δικαστικούς νόμιζαν πως διοικούσαν το κράτος αναλόγως με τα συμφέροντα και τους σχεδιασμούς τους.
Ποιοι πήραν «μαύρο χρήμα» στην Τουρκία
Αν στην Ελλάδα υπήρχαν υπουργοί με ύποπτες δραστηριότητες και εμπλοκή σε υποθέσεις ξεπλύματος μαύρου χρήματος, στην Τουρκία υπήρχαν ανώτατοι λειτουργοί του κράτους που διοικούσαν το Στρατό και είχαν λόγο στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας. Είκοσι δύο χρονιά μετά τη χούντα του Κενάν Εβρέν και οι πολιτικοί παρίσταναν τα γιουσουφάκια.
Σε ένα κάποιο ταξίδι μου από την Πόλη στα βάθη της Ανατολίας προς τα Άδανα, ένας Τούρκος αξιωματούχος μού είχε ανοίξει συζήτηση για την κρίση στα Ύμια. Απ’ την ιστορία αυτή κάποιοι στρατηγοί της γειτονικής χώρας σε συνεργασία με ανώτατα στελέχη της οικονομικής ελίτ και αντιπροσώπους όπλων «κέρδισαν λεφτά μετά την παρέμβαση του Χόλμπρουκ». Αλήθεια ή ψέμματα, δεν το επιβεβαίωσα. Ξέρω όμως πως ό,τι ήθελε το κατεστημένο, πάντα το ζητούσε από την Τανσού Τσιλέρ και από τον Μεσούτ Γιλμάζ ενώ καλλιεργείτο η αρχή που αξίωνε πως «για όλα φταίει η Ελλάδα».
Αυτά ως το φθινόπωρο του 1999, όταν ύστερα από πρωτοβουλία του τότε πρέσβη των ΗΠΑ στην Αθήνα κ. Νίκολας Μπερνς και τη σύμφωνη γνώμη της τότε επικεφαλής του Στέητ Ντηπάρτμεντ κ. Μαντλέν Ωλμπράιτ επιχειρήθηκε η «προσέγγιση» με τα ζεϊμπέκικα του κ. Γιώργου Παπανδρέου και τα χειροκροτήματα του συγχωρεμένου Ισμαήλ Τζεμ. Τρία χρόνια μετά, οι «αμερικανιές» κόπηκαν. Όσο ο σημερινός Πρόεδρος κ. Αμπντουλάχ Γκιούλ ήταν υπουργός Εξωτερικών των πρώτων κυβερνήσεων του κ. Ερντογάν υπήρχε η λογική της προσέγγισης αλλά με δουλειά και με σοβαρότητα.
Εκείνο το διάστημα ο Τούρκος πρωθυπουργός σχεδίαζε και εκκαθάριζε γρήγορα και αποτελεσματικά το εσωτερικό πεδίο ώστε να ασκήσει την πολιτική του χωρίς παρατράγουδα. Εν πολλοίς το πέτυχε. Έκοψε το βήχα στο κατεστημένο, έστειλε σε «κοινωνικό τουρισμό» όσους στρατηγούς δεν αξιοποιούσαν την αποστρατεία τους, κατάφερε σοβαρές συμφωνίες σε συνεργασία με την οικονομική ελίτ ώστε μερικές από τις σημαντικότερες γραμμές παραγωγής ευρωπαϊκών και πολυεθνικών κολοσσών να εγκατασταθούν στη χώρα. Αυτές ήταν σοβαρές μεταρρυθμίσεις που άνοιξαν θέσεις εργασίας κι έφεραν επί της ουσίας ανάπτυξη γι’ αυτό και η απαξιωμένη TL(τουρκική λίρα) έδωσε τη θέση της στη YTL (νέα λίρα) που είναι ισχυρότερη στις αγορές.
Με αυτόν τον τρόπο σταθεροποίησε την Τουρκία, η οποία αντιμετώπιζε πραγματικό διαμελιστικό κίνδυνο στις νοτιο-ανατολικές επαρχίες της, όταν ανέλαβε ο κ. Ερντογάν. Αφού έγινε ο κύριος συνομιλητής των ΗΠΑ και της Ε.Ε. (παρότι δεν γνωρίζει αγγλικά) αφήνοντας πίσω τα στελέχη της βραδυκίνητης γραφειοκρατίας άρχισε να υλοποιεί συγκεκριμένους αντικειμενικούς σκοπούς απομυθοποιώντας ακόμα και τα στερεότυπα.
Πώς ο Ερντογάν αντιμετωπίζει τον Ελληνισμό
Λέγεται ότι λίγο πριν αφήσει τον μάταιο τούτο κόσμο, ο Μουσταφά Κεμάλ συμβούλευσε τους συνεργάτες του να προσέχουν πάντα τα παράλια της Ιωνίας διότι «όσο υπάρχουν απέναντι οι Έλληνες, τόσο θα υπάρχει η δίψα τους να ξαναπατήσουν το πόδι τους στη Μικρασία» (σ.σ. Πού είσαι κ. Ρεπούση να ακούσεις εδώ «εθνικούς μύθους»). Όταν μετέφεραν αυτήν την ιστορία στον κ. Ερντογάν γέλασε κάτω από τα μουστάκια του και σχολίασε: «Και δεν έρχονται. Ευρώ θα αφήσουν και θα βγάλουν φωτογραφίες».
Με αυτή τη λογική, ο Τούρκος πρωθυπουργός αντέγραψε τον Τουρκούτ Οζάλ κι ήρθε στην Αθήνα, τον Μάιο του 2004. Πολύ έξυπνα επέτρεψε στους Έλληνες να ασκούν τα θρησκευτικά δικαιώματά τους στην Τουρκία, όπως και οι μουσουλμάνοι στην Ελλάδα. Είναι ο πρώτος μετά το 1952 που πήγε στη Θράκη για να κλείσει τα στόματα ενώ επέτρεψε να γίνονται χριστιανικές λειτουργίες σε σημαντικά μνημεία της Ορθοδοξίας όπως λ.χ. στον Άγιο Νικόλαο στα Μύρα και στην Παναγία Σουμελά στον Πόντο.
Η ρωμέικη μειονότητα στην Πόλη τυγχάνει ιδιαίτερου σεβασμού και μάλιστα για πρώτη φορά εδώ και τέσσερις δεκαετίες εμφανίζει σημάδια άνθησης και ακμής. Πολλοί συμπατριώτες μας που δεν τα έβγαζαν πέρα με τους παράδες εδώ λόγω της κρίσης προτίμησαν να μεταναστεύσουν στην Τουρκία και δεν περνούν άσχημα, όπως μου λένε κάποιοι απ’ αυτούς. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν διμερείς διαφορές, ζωτικά συμφέροντα και διεκδικήσεις, για τις οποίες η ελληνική πλευρά δεν έχει τη δύναμη να βάλει «κόκκινες γραμμές». Γι’ αυτό όμως δεν φταίει η απέναντι πλευρά αλλά τα πρόσωπα που υποτίθεται πως παίρνει τις αποφάσεις στη δική μας πλευρά.
Μοιραίο λάθος ή μεγάλο ρίσκο
Με τη δύναμη της κεκτημένης ταχύτητας, από το 2002 ως σήμερα, ο κ. Ρετσέπ Ταγίπ Ερντογάν διεκδικεί το ρόλο του μεγαλύτερου αναμορφωτή της σύγχρονης Τουρκίας. Ακόμα και συγκριτικά με τον προοδευτικό «Μαίανδρο», τον Αλή Αντάν Μεντερές, ο σημερινός πρωθυπουργός της γειτονικής χώρας έχει προβεί σε τολμηρούς ριζοσπαστισμούς.
Περπατώντας κάτω από την πλατεία Ταξίμ, στον πεζόδρομο του Πέραν, η παρακμή που έβλεπε κανείς πριν από 15 χρόνια έχει αντικατασταθεί από την ομορφιά μιας σύγχρονης ευρωπαϊκής πόλης. «Ο Ερντογάν αντιγράφει την πολιτική σουλτάνων που θαυμάζει. Έχει ανοικτό μυαλό σε πολλά πράγματα και πιστεύει το λαϊκό κριτήριο. Γι’ αυτό είναι ο μόνος, από το 1946, που έχει κερδίσει με ευκολία τρεις συνεχόμενες εκλογικές αναμετρήσεις με ποσοστά πάνω από 45%», μου είπε σε έναν απογευματινό περίπατο από το Σιραγκάν μέχρι το Ορτάκιοϋ ένας καλός φίλος και συνάδελφος, ο Σερχάτ.
Αυτή ίσως είναι και η παγίδα. Ο κόσμος στην εποχή των σουλτάνων ήταν διαφορετικός, σκεφτόταν διαφορετικά και δεν κυνηγούσε τις χίμαιρες που πλάθει η κοινωνία του «παγκόσμιου χωριού». Ο νέο-οθωμανικός οίστρος ας μην γίνει παρωπίδα που θα επιτρέψει στη Λερναία Ύδρα του πολιτικοστρατιωτικού κατεστημένου να ξαναβγάλει κεφάλια.
Υπάρχουν πολλές αφορμές. Το εμπορικό κέντρο στο πάρκο Γκεζί είναι η πρόφαση πίσω από την οποία κρύβεται η αντίδραση πολύ πιο ακραίων πολιτικών δυνάμεων για μια φράση που είπε ο κ. Ερντογάν στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του κόμματός του με αφορμή το νομοσχέδιο κατά του καπνίσματος και του αλκοολισμού. «Πώς όταν δυο μεθύστακες φτιάχνουν έναν νόμο τον σεβόσαστε αλλά όταν εμείς φτιάχνουμε έναν νόμο για κάτι που επιτάσσει η θρησκεία μας, το απορρίπτετε. Γιατί;», είπε.
Οι βαρώνοι του κεμαλικού Ρεπουμπλικανικού κόμματος έσπευσαν να ερεθίσουν τους όποιους θύλακες αντίστασης του κατεστημένου και του παρακράτους εναντίον του Τούρκου πρωθυπουργού κατηγορώντας τον ότι οι μεθύστακες ήταν ο Μουσταφά Κεμάλ και ο Ισμέτ Ινονού (σ.σ. όλως τυχαίως οι δύο στενοί συνομιλητές του Ελευθέριου Βενιζέλου όταν έγινε το πρώτο σύμφωνο ελληνοτουρκικής φιλίας το 1930). Παρεμπιπτόντως, δεν είναι τυχαία και η συζήτηση για τις πιθανές ερωτικές ιδιαιτερότητες του Κεμάλ που ακούγεται τελευταία.
Οι δεσμεύσεις του
Από τότε σιγοκαίει και φουντώνει η «φωτιά» εναντίον του κ. Ερντογάν. Η οργή για τα μικρά θέματα της καθημερινότητας αποτελούν το πρόσφορο έδαφος για προβοκάτσιες και καταστάσεις που δεν θα επηρεάσουν μόνο την Τουρκία αλλά θα έχουν ευρύτερο αντίκτυπο.
Αν αυτή τη στιγμή υπάρξει αποσταθεροποίηση στη γειτονική χώρα ή εκτραπεί η σημερινή κυβέρνηση της Άγκυρας ο ασκός του Αιόλου θα ανοίξει και θα βγάλει δαίμονες σε Βαλκάνια, Ανατολική Μεσόγειο, Εγγύς και Μέση Ανατολή. Ίσως όχι τυχαία, μια πρώτη εικόνα σκιαγράφησε ο πρώην σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ κ. Ζμπίγκνιου Μπρεζίνσκυ γράφοντας στο “Time”.
Από τις αποψινές δηλώσεις του κ. Ερντογάν ξεχωρίζω την απάντησή του στη μομφή ότι είναι δικτάτορας: «Φέραμε την Τουρκία σε μια νέα εποχή. Αν αποκαλούν έτσι έναν που είναι υπηρέτης του λαού, τότε δεν έχω να πω τίποτα». Σε άλλο σημείο υπογράμμισε: «Δεν είμαι κύριος του λαού, η δικτατορία δεν τρέχει στο αίμα ή τον χαρακτήρα μου. Είμαι υπηρέτης του λαού».
Όσο κι αν αντιδράσουν ορισμένοι, ό,τι κι αν πουν, τον πιστεύω. Ο κ. Ερντογάν πράττει όπως θα έκανε ένας πραγματικός ηγέτης που μιλά με την παρρησία νου και καρδιάς. Το γνωρίζω πολύ καλά από την εποχή που ήταν δήμαρχος στην Πόλη. Πριν από τέσσερις μήνες, όταν ο υπουργός Εξωτερικών κ. Δημήτρης Αβραμόπουλος συναντήθηκε στο «Άγκυρα Παλάς» με τον Τούρκο πρωθυπουργό μίλησαν για τις σχέσεις των δύο χωρών και την ανάγκη της ειλικρίνειας. «Η αλήθεια απελευθερώνει αφού πρώτα σε νευριάζει πολύ. Το ψέμα έχει ταχύτητα, αλλά η αλήθεια έχει αντοχή», είπε τον επικεφαλής της ελληνικής διπλωματίας.
Παρακολουθώντας καθημερινά τα δρώμενα στην Τουρκία από το 1995 έως σήμερα προτιμώ τον συντηρητικό αλλά ριζοσπάστη κ. Ερντογάν με το ισλαμικών καταβολών «ΑΚ Παρτί» παρά τους κεμαλιστές που θα νεκραναστήσουν το κατεστημένο ή τους ακροδεξιούς «Γκρίζους Λύκους» και ό,τι συνεπάγεται η παρουσία τους. Άλλωστε πολλοί βλέπουν χαρακτηριστικά και χαρίσματα της προσωπικότητας του Κωνσταντίνου Καραμανλή στον άνθρωπο που έχει παρατήσει τον εαυτό του και αφιερώθηκε στην υπηρεσία προς τη χώρα του, στοιχείο αξιοζήλευτο για όσους απηύδησαν από τη σήψη του εγχώριου πολιτικού συστήματος.
Όλα τ’ άλλα είναι κολλήματα και θεωρίες συνωμοσίας… – ΠΗΓΗ
Κάντε Like στη σελίδα μας στο facebook και ακολουθείστε μας στο Twitter