Έρευνα – κείμενο: Γιώργος Λαμπράκης
Η παρούσα έρευνα επιχειρεί να φωτίσει μια σημαντική πτυχή του Εθνικοαπελευθερωτικού Αγώνα της ΕΟΚΑ (Εθνική Οργάνωσις Κυπρίων Αγωνιστών) της περιόδου 1955-1959, η οποία αφορά στην εκπαίδευση Κυπρίων φοιτητών στην Κρήτη από την οικογένεια Μπαντουβά, ώστε να καταστούν ετοιμοπόλεμοι και στη συνέχεια να αναχωρήσουν για την Κύπρο, όπου υπό τις διαταγές του Γεωργίου Γρίβα «Διγενή» αγωνίστηκαν για την αποτίναξη του αγγλικού ζυγού και την Ένωσή της με την Ελλάδα.
Καθοριστική ήταν η συμβολή της οικογένειας του Καπετάν Μανώλη Μπαντουβά, Αρχηγού της Εθνικής Αντίστασης στην Κρήτη κατά την περίοδο της Γερμανικής Κατοχής (1941-1945), στην εκπαίδευση και προετοιμασία των Κυπρίων αγωνιστών που στελέχωσαν την ΕΟΚΑ, γεγονός που παρουσιάζεται μέσα από την μαρτυρία του Κωνσταντίνου Ιωάννου Μπαντουβά. Ο μετέπειτα (1958) ιδιαίτερος Γραμματέας του Σοφοκλή Βενιζέλου, ο πολιτικός και πρώην υπουργός είχε ενεργό συμμετοχή στο εγχείρημα και μας εξιστορεί τα γεγονότα όπως τα έζησε ο ίδιος, από την γνωριμία του με τον πυρήνα των φοιτητών στην Αθήνα μέχρι και στη στην αποστολή τους στην Κρήτη για το βασικό σκέλος της εκπαίδευσης των – μετέπειτα – μαχητών του Γρίβα.
Επίσης, παρουσιάζουμε στοιχεία και πληροφορίες από την βιβλιογραφία γύρω από την δράση της ΕΟΚΑ αλλά και την οργάνωση, κινητοποίηση και δράση των Κυπρίων φοιτητών που εκείνη την περίοδο σπούδαζαν στην Αθήνα και είχαν ενεργό συμμετοχή τόσο στις κινητοποιήσεις και στα μεγάλα συλλαλητήρια της εποχής, όσο και στον ένοπλο αγώνα που ακολούθησε επί κυπριακού εδάφους.
Η απόφαση για τον Αγώνα
Το αίτημα των Ελληνοκυπρίων για την αποτίναξη της βρετανικής κατοχής στη Μεγαλόνησο και την ένωση με την Ελλάδα επανήλθε δυναμικά στο προσκήνιο το 1950, με το δημοψήφισμα της 15ης Ιανουαρίου (το οποίο διοργάνωσε η Εκκλησία της Κύπρου) όπου το 95,7% των ψηφισάντων τάχθηκε υπέρ της ένωσης! Στις 20 Οκτωβρίου της ίδιας χρονιάς, ο Μακάριος ο Γ΄ (μετέπειτα πρώτος πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας) εκλέγεται Αρχιεπισκόπου Κύπρου αναλαμβάνοντας πρωταγωνιστικό ρόλο στον ξεσηκωμό του λαού, ενώ μαζί με τις κυβερνήσεις των Αθηνών και τις Οργανώσεις του Κυπριακού Αγώνα στην Αθήνα, ξεκίνησαν μια διπλωματική εκστρατεία για την διεθνοποίηση του θέματος.
Στις 10 Νοεμβρίου 1954 ο συνταγματάρχης εν αποστρατεία Γεώργιος Γρίβας φθάνει στην Κύπρο και συγκροτεί την Εθνική Οργάνωση Κυπρίων Αγωνιστών (ΕΟΚΑ), με σκοπό την ανάληψη δράσης κατά των Βρετανών αποικιοκρατών. Ο γεννημένος στο Τρίκωμο της Καρπασίας Γεώργιος Γρίβας είχε διατελέσει Αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού, παρασημοφορημένος για την δράση του στη Μικρασιατική Εκστρατεία και στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής είχε ιδρύσει την οργάνωση «Χ» αναπτύσσοντας πλούσια δράση, ενώ τον Δεκέμβριο του 1944 είχε σημαντικό ρόλο στην αναχαίτιση της κομμουνιστικής ανταρσίας.
Ο Γεώργιος Γρίβας με το ψευδώνυμο «Διγενής» κατόρθωσε με τα πενιχρά μέσα που είχε στη διάθεσή του να οργανώσει ένα από τους σημαντικότερους ανταρτικούς αγώνες όλων των εποχών. Πολιτικός καθοδηγητής της ΕΟΚΑ ανέλαβε ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος.
Οι Κύπριοι φοιτητές στην Αθήνα και η οργάνωση ΚΑΡΗ
Στην Αθήνα, από το 1952 αναβιώνει η οργάνωση Κ.Α.Ρ.Η. (Κύπριοι Αγωνισταί Ριψοκίνδυνοι Ηγέται, σύμφωνα με μία ερμηνεία), της οποίας οι «πυρήνες» είχαν αρχικά ξεκινήσει την δράση τους το 1931. Η ΚΑΡΗ, με αρχηγό τον Ιωάννη Χατζηπαύλου (Ιωαννίδη) είχε ως στόχο την αποστολή οπλισμού στην Κύπρο και την προώθηση ένοπλου απελευθερωτικού αγώνα για την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα και στάθηκε από την πρώτη στιγμή στο πλευρό του Γεωργίου Γρίβα.
Από την οργάνωση ξεκίνησε η προσπάθεια επιλογής και εκπαίδευσης των πρώτων Κυπρίων φοιτητών στον ένοπλο αγώνα, που απετέλεσαν λίγο αργότερα, στελέχη της ΕOKΑ. Μεταξύ των φοιτητών αυτών ήσαν οι: Ρένος Κυριακίδης, Θάσος Σοφοκλέους, Φώτης Παπαφώτης, Πέτρος Στυλιανού, Νίκος Αγγελίδης, Χρύσανθος Κακογιάννης, Χρίστος Κολώτας, Πιερής Χατζηκώστας, Τάκης Αριστείδου, Τάκης Κάιζερ κ.α.
Η γνωριμία με τα αδέρφια Μπαντουβά και οι πρώτες εκπαιδεύσεις
Το φοιτητικό κίνημα της εποχής πάλλεται από το πάθος της αποτίναξης του αγγλικού ζυγού και την εκπλήρωση του πολύχρονου πόθου για Ένωση με τη Μητέρα Ελλάδα. Τα μαζικά συλλαλητήρια, οι συγκεντρώσεις και οι ζυμώσεις για τον Αγώνα, φέρνουν στο προσκήνιο και τον τρόπο με τον οποίο θα προετοιμαστούν οι Κύπριοι για την μεγάλη αναμέτρηση με τους Άγγλους…
Ο Κώστας Μπαντουβάς γνωρίζεται με τους Κύπριους φοιτητές που σπουδάζουν στην Αθήνα. «Με τους Κύπριους φοιτητές γνωριστήκαμε στην Αθήνα, κατά την διάρκεια των κινητοποιήσεων και των συλλαλητηρίων για το Κυπριακό Ζήτημα. Ήρθα πρώτα σε επαφή με τον Ρένο Κυριακίδη και στη συνέχεια με άλλους φοιτητές που πρωταγωνιστούσαν εκείνη την περίοδο στον αγώνα που κάναμε. Στην Αθήνα έγιναν μάλιστα και οι πρώτες εκπαιδεύσεις, στο ρετιρέ της Κλινικής του αδερφού μου (σ.σ. Μανώλη Μπαντουβά του Ιωάννου) η οποία βρισκόταν στην οδό Αβέρωφ. Είχα μαζί μου όπλα από την Κρήτη, πιστόλια, ένα γερμανικό υποπολυβόλο και άλλα υλικά. Ότι χρειαζόμασταν, μας τα έστελναν από το νησί…», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Κώστας Μπαντουβάς, στη συγκλονιστική του εξιστόρηση για την ταραγμένη εκείνη περίοδο.
(Ο Κώστας Μπαντουβάς)
Πολύτιμα στοιχεία για την γνωριμία αυτή, δίνει στο βιβλίο του «Πόθος Ελευθερίας» ο Θάσος Σοφοκλέους, ο οποίος αναφέρει χαρακτηριστικά: «Τελικά ήρθαμε σ’ επαφή με την οικογένεια Μπαντουβά στην Κρήτη. Ο Μανώλης Μπαντουβάς ήταν καπετάνιος αντάρτικης ομάδας εναντίον των Γερμανών μαζί με τον αδερφό του Γιάννη. Έτσι αποφασίζουμε να πάμε στην Κρήτη και να εκπαιδευτούμε σ’ όλα τα όπλα και ειδικότερα στην τακτική του ανταρτοπολέμου. Πριν όμως πάμε εκεί, τα παιδιά του Γιάννη Μπαντουβά Κώστας και Μανώλης μας εκπαιδεύουν στην Αθήνα στη χρήση αυτόματων όπλων (στεν) και διαφόρων τύπων πιστολιών. Ειδικά ο Μανώλης που είναι γιατρός, σε σειρά μαθημάτων μας δίνει τις βάσεις της οργάνωσης και των τρόπων εξεύρεσης χρημάτων (π.χ. χρηματοδότες) και γενικά την όλη δομή της οργάνωσης, θεωρητικά. Στο μεταξύ δημιουργήσαμε και δεύτερη ομάδα φοιτητών, που δεν συνδέουμε με την πρώτη και που ούτε καν γνωρίζει την ύπαρξη της πρώτης. Εκπαιδεύεται και αυτή με το ίδιο σύστημα από τους ίδιους ανθρώπους».
(Ο Θάσος Σοφοκλέους, σ΄ ένα λημέρι στα βουνά του Πενταδακτύλου)
Προορισμός: Κρήτη
Η απόφαση για την μετάβαση των φοιτητών στην Κρήτη προκειμένου να εκπαιδευτούν από τους Μπαντουβάδες στην χρήση των όπλων και στις τακτικές του ανταρτοπολέμου, είναι καθοριστική όπως θα δούμε στη συνέχεια για την σωστή προετοιμασία των φοιτητών. Μπορεί ο ενθουσιασμός και το πάθος για τον αγώνα να ξεχείλιζε, ωστόσο επρόκειτο για νεαρά και άπειρα από την τέχνη του πολέμου παιδιά, τα οποία είχαν αποφασίσει να αναμετρηθούν με μια αυτοκρατορία για να κερδίσουν την λευτεριά τους.
«Αποφασίσαμε να κατέβουμε στην Κρήτη, για να εκπαιδευτούν από την οικογένειά μας οι φοιτητές πριν να αναχωρήσουν για την Κύπρο και αναλάβουν τον ένοπλο αγώνα. Και τους εκπαιδεύσαμε στα ίδια ιστορικά μέρη που αποτέλεσαν το ορμητήριο απέναντι στους Γερμανούς κατά την διάρκεια της κατοχής», μας λέει εμφανώς συγκινημένος ο Κώστας Μπαντουβάς, καθώς ξαναφέρνει στη μνήμη του εκείνες τις ημέρες.
Την άφιξη και τις πρώτες εντυπώσεις από την κρητική φιλοξενία των Μπαντουβάδων, περιγράφει με γλαφυρό τρόπο ο Θάσος Σοφοκλέους: «Το Πάσχα πηγαίνουμε στην Κρήτη μαζί με τον Κώστα Μπαντουβά, γιο του Γιάννη Μπαντουβά. Ταξιδεύουμε με το βαπόρι. Είμαστε συνολικά εννέα, οι Π. Στυλιανού, Τ. Κάιζερ, Χρ. Κακογιάννης, Κ. Παπαδόπουλος, Τ. Αριστείδου, Α. Νέστορος, Π. Χατζηκώστας και Θ. Σοφοκλέους. Φτάσαμε στο Ηράκλειο νωρίς το απόγευμα και καταλύσαμε στο σπίτι του Μανώλη Μπαντουβά. Μας υποδέχθηκαν εγκάρδια. Ο Μανώλης, ψηλός, γεροδεμένος, με μεγάλα αστραφτερά μάτια και μαύρο μουστάκι ήταν πραγματικά λεβέντης. Φορούσε μπότες ψηλές και παντελόνι ιππασίας. Γενικά η όλη του εμφάνιση ήταν εντυπωσιακή. Μας έμπασε στο μεγάλο “δίχωρο” δωμάτιο και μας έφερε αμέσως ψωμιά, τυριά, ντομάτες λέγοντάς μας με τη βαριά επιβλητική φωνή του: “Πάρτε, μη ντρέπεστε, θα ‘στε πεινασμένοι”. Μόλις τελειώσαμε το φαγητό, χωρίς να χάνουμε χρόνο, μας οδήγησαν στις αποθήκες και εκεί μας παρουσίασαν όλων των ειδών τα όπλα: Τουφέκια, αυτόματα, Στεν, Τόμσον, Στάφερ, πολυβόλο, Μπρεν, Μπρέντα, όλα αραδιασμένα μπροστά μας, έδιναν την εντύπωση ότι βρεθήκαμε ξαφνικά σε οπλοστάσιο..».
(Ο καπετάν Μανώλης με τ΄ αδέλφια του Γιάννη και Νίκο Μπαντουβά).
Τα αντικείμενα της εκπαίδευσης
Οι φοιτητές έμαθαν να χειρίζονται διάφορα όπλα, να κάνουν χρήση της χειροβομβίδας και άλλων υλικών. Ιδιαίτερη βαρύτητα δόθηκε (μεταξύ άλλων) στην λύση-αρμολόγηση πιστολιών, του γερμανικού υποπολυβόλου MP40, της ιταλικής αραβίδας, του οπλοπολυβόλου Bren και του υποπολυβόλου Thompson, τα οποία η οικογένεια Μπαντουβά είχε κατά την διάρκεια της κατοχής προερχόμενα είτε από γερμανικά και ιταλικά λάφυρα, όσο και από οπλισμό που είχαν στείλει οι Βρετανοί.
«Μας έμαθαν τη χρήση τους, μας δίδαξαν πως να τα λύνουμε και να τα δένουμε, πράγμα πολύ σημαντικό, γιατί το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει κάποιος στη μάχη είναι η εμπλοκή του όπλου. Γι’ αυτό και πρέπει ο χειριστής να ξέρει καλά να το λύνει και να το συναρμολογεί και μάλιστα χωρίς να βλέπει. Έτσι κατά την εκπαίδευση, σε κάποιο στάδιο, σου κάλυπταν τα μάτια για να μην βλέπεις και να συνηθίσεις να το κάνεις στα στραβά», σημειώνει ο Θ. Σοφοκλέους.
Πέρα από την θεωρητική εκπαίδευση, οι νεαροί Κύπριοι εκτέλεσαν βολές με πραγματικά πυρά, καθώς οι σφαίρες ήταν …άφθονες. «Εκπαιδεύτηκαν με τα τιμημένα όπλα της εθνικής αντίστασης, με όλο τον οπλισμό και τα υλικά που είχε η οικογένειά μας από την περίοδο της κατοχής», τόνισε ο Κώστας Μπαντουβάς.
Η διαβίωση στο βουνό
Ένα κρίσιμο στοιχείο της εκπαίδευσης (στο οποίο οι Μπαντουβάδες επέμειναν ιδιαίτερα) ήταν αυτό της διαβίωσης στο βουνό. Η σκληρή ζωή των ανταρτών στα κακοτράχαλα βουνά της Κρήτης κατά την διάρκεια της κατοχής έγινε μάθημα στους Κυπρίους φοιτητές, το οποίο και αποδείχθηκε πολύτιμο όταν κλήθηκαν να επιχειρήσουν στον ορεινό όγκο του Πενταδακτύλου.
Γράφει χαρακτηριστικά ο Θάσος Σοφοκλέους: «Όταν βράδιασε μας ανέβασαν μέχρι ενός σημείου με το αυτοκίνητο και απ’ εκεί με τα πόδια ανεβήκαμε στις κορυφές του Γιούχτα, για να αρχίσει η εκπαίδευσή μας στην τακτική του ανταρτοπολέμου. Ο Γιούχτας είναι άγριο βουνό με ελάχιστη βλάστηση, σχεδόν φαλακρό. Από μακρυά, όταν το βλέπεις από το βαπόρι, φαίνεται σαν κεφαλή ανθρώπου που είναι ξαπλωμένος. Ο καθένας φορτώθηκε τη στρατιωτική του εξάρτηση και το παγούρι με νερό και αρχίσαμε την πορεία. Μαζί μας καθοδήγησης ο Κώστας Μπαντουβάς. Περνάμε τα λαγκάδια και τις ρεματιές του Γιούχτα σε μια δύσκολη πραγματικά πορεία μέσα στο σκοτάδι και λαμβάνοντας όλες τις προφυλάξεις για δύο λόγους. Γιατί δεν έπρεπε με κανένα τρόπο να δώσουμε υποψίες σε κανένα βοσκό ή αγρότη της περιοχής και γιατί αυτό επέβαλλαν οι κανόνες του ανταρτοπολέμου και έπρεπε να τους τηρούμε σχολαστικά.
Φτάσαμε κατάκοποι σε μια αγροικία, αχυρώνα, όπου αποφασίσαμε να διανυχτερεύσουμε. Έπρεπε κανονικά να διανυχτερεύσουμε στο ύπαιθρο, αλλά είχε βρέξει προηγουμένως και η γη ήταν υγρή. Έπρεπε λοιπόν μέσα εκεί στον αχυρώνα να βολευτούμε πρόχειρα, χωρίς να αφήσουμε ίχνη και χωρίς να ανάψουμε φως. Μερικοί βρήκαν πολλές δυσκολίες. Κάποιος ήταν αδύνατο να κοιμηθεί χωρίς φως, έτσι που στο τέλος του επιτρέψαμε να ανάψει λυχνάρι με ελαιόλαδο που είχαμε βρει στον αχυρώνα.
Την άλλη μέρα το πρωί κάναμε πορεία και ανίχνευση υποτιθέμενων στόχων για ενέδρα και σαμποτάζ και το βράδυ αποφασίσαμε να στήσουμε ενέδρα σε υποτιθέμενη αυτοκινητοπομπή. Ο εκπαιδευτής μας διάλεξε μια τοποθεσία κατάλληλη και μας έδειξε τις θέσεις που ο καθένας μας έπρεπε να πάρει, μας εξήγησε πως έπρεπε να αντιδράσουμε σε κάθε περίπτωση και τοποθετηθήκαμε. Ήταν θυμάμαι μια άγρια βραδιά με πολύ κρύο. Τον βαριά συννεφιασμένο ουρανό αυλάκωναν απανωτές αστραπές που φώτιζαν τα βουνά, ενώ μακρόσυρτες βροντές δονούσαν την ατμόσφαιρα και τράνταζαν τη γη σχεδόν μέχρι τα ξημερώματα. Πολλοί ξεπάγιασαν. Ο Τάκης Αριστείδη δεν μπορούσε καν να περπατήσει “ξύλιασε” κυριολεκτικά, έτσι που αναγκάστηκα να τον μεταφέρω στους ώμους μου μέχρι τον τόπο της διανυχτέρευσής μας».
(Στην φωτογραφία ο Αρχηγός Διγενής μεταξύ Κρητικών, όπου βοήθησαν στην εκπαίδευση μελών της Ε.Ο.Κ.Α.)
Η κρητική φιλοξενία
Η παραμονή των Κυπρίων φοιτητών στην Κρήτη, ήταν μια ευκαιρία για τους ίδιους να γνωρίζουν τον τρόπο ζωής των ντόπιων, οι οποίοι τους υποδέχθηκαν εγκάρδια και άνοιξαν τα σπιτικά τους για να τους φιλοξενήσουν.
«Την τρίτη μέρα φτάσαμε στις μάντρες των βοσκών του Μπαντουβά. Μας υποδέχθηκαν με εγκαρδιότητα και σεβασμό. Ήταν μεσημέρι. Έσφαξαν ένα αρνί έκαναν σούβλες και κοκορέτσι, φάγαμε με όρεξη, ξεκουραστήκαμε και συνεχίσαμε την πορεία μας. Το βράδυ φτάσαμε σε μια αγροικία όπου διανυχτερεύσαμε. Την άλλη μέρα μετά από αρκετή πορεία φτάσαμε στον Αη Λιά, ένα μικρό χωριό στην καρδιά του βουνού. Ήταν ένα από τα χωριά που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην αντίσταση εναντίον των Γερμανών. Ήταν μια γραφική κοινότητα με λιγοστά κάτασπρα σπιτάκια, λίγους κατοίκους βοσκούς και αγρότες. Εδώ μας περίμεναν ο καπετάν Γιάννης Μπαντουβάς, ο οποίος και μας υποδέχθηκε καβάλα στο κάτασπρο του άλογο, επιβλητικός σαν τον Αη Γιώργη τον Καβαλάρη. Είπε στους φίλους του ότι ήμασταν φοιτητές, φίλοι του γιού του και είχαμε πάει εκδρομή. Εδώ γνωρίσαμε την κρητική φιλοξενία σ’ όλη της την έκταση. Πολλοί κάτοικοι ήθελαν να μας φιλοξενήσουν κι έσφαξαν πρόβατα για να μας κάνουν τραπέζι. Τελικά αναγκαστήκαμε να φάμε σε διάφορα σπίτια για να τους ικανοποιήσουμε όλους», γράφει ο Θ. Σοφοκλέους και συνεχίζει:
«Η εκπαίδευσή μας στην Κρήτη κράτησε δέκα μέρες. Συνεχίσαμε τις πορείες, αλλά προς το τέλος βγήκαμε και λίγο στη ζωή. Μερικοί πήγαμε σε πανηγύρι στο ξωκλήσι του Αη Λιά όπου μας δόθηκε η ευκαιρία να γνωρίσουμε τον Κρητικό λαό σε μια άλλη πτυχή της ζωής του. Πήγαμε ακόμη σε γάμο σ’ ένα χωριουδάκι πάνω στα απομακρυσμένα βουνά του Γιούχτα. Η τελετή του γάμου τους έχει μεγάλη ομοιότητα με εκείνη των δικών μας. Μου αρέσουν πολύ οι μαντινάδες τους, ιδιαίτερα όταν διαγωνίζονταν παλληκάρια με στολές κρητικές, με την πατροπαράδοτη βράκα σε χρώμα μωβ σκούρο, τις πατροπαράδοτες άσπρες κρητικές μπότες, το κεντημένο γιλέκο και μαύρο μαντήλι με τα κρόσια γύρω στο κεφάλι».
Η επιστροφή
Η ομάδα των Κυπρίων φοιτητών έφυγε από την Κρήτη και επέστρεψε στην Αθήνα στις 29 Απριλίου 1955 όπου και συνάντησαν τον Ρένο Κυριακίδη, ο οποίος είχε ήδη επανέλθει από την Κύπρο, όπου είχε μεταβεί για να συνδεθεί με την ηγεσία του Κυπριακού Αγώνα, τον «Διγενή».
Η ΕΟΚΑ είχε ξεκινήσει τις πρώτες επιχειρήσεις εναντίον των Άγγλων την 1η του Απρίλη του 1955, πριν από 66 χρόνια. Ο Γεώργιος Γρίβας είχε ζητήσει την ταχύτατη κάθοδό τους στο νησί, καθώς χρειαζόταν άμεσα στελέχη για να επανδρώσει τους τομείς της ΕΟΚΑ. Γρηγορότερα απ΄ ότι περίμεναν, οι Κύπριοι φοιτητές με εφόδιο την πολύτιμη εκπαίδευσή τους από τους Μπαντουβάδες, κίνησαν για την Κύπρο…
(23 Δεκεμβρίου 1955: Ο Διγενής και τα παλικάρια του στα κρησφύγετα της Γαλάτας).
Ευχαριστίες:
Ευχαριστούμε θερμά την Οικογένεια Μπαντουβά για την πολύτιμη βοήθειά της κατά την διάρκεια της έρευνας.
Επίσης τον κ. Σπύρο Θ. Δημητρίου Αντιπρόεδρο της Διοικούσας Επιτροπής του Ιδρύματος «Γεώργιος Γρίβας – Διγενής» για τα στοιχεία που έθεσε στην διάθεσή μας.
Πηγές:
– Ιστορία του Απελευθερωτικού Αγώνα της ΕΟΚΑ 1955-1959, Ανδρέας Βαρνάβας, Ίδρυμα Απελευθερωτικού Αγώνα ΕΟΚΑ 1955-1959, (Σειρά ΑΔ: Πηγές και Βοηθήματα για τον Αγώνα της ΕΟΚΑ), Λευκωσία 2002.
– Πόθος Ελευθερίας (αναδρομή στον αγώνα 1955-1959), Θάσου Σοφοκλέους, Λευκωσία 1989.
– Οι Κύπριοι Φοιτητές στην Αθήνα και ο Αγώνας 1955-1959, Πέτρος Στυλιανού, Εκδόσεις Αιγαίον, Λευκωσία 2010.
– Η Νεολαία στον Απελευθερωτικό Αγώνα της ΕΟΚΑ 1955-1959 (Μελέτες – Γενικές Επισημάνσεις – Προσωπικές Μαρτυρίες), Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού, Συμβούλιο Ιστορικής Μνήμης ΕΟΚΑ 1955-1959, Λευκωσία 2000.
Κάντε Like στη σελίδα μας στο facebook – ακολουθείστε μας στο twitter και στο linkedin