Η μεγαλειώδης προέλαση του Ελληνικού στρατού στο Μικρασιατικό μέτωπο τον Ιούλιο του 1921 έφερε σε δύσκολη θέση τον Κεμάλ ο οποίος κι διέταξε την τακτική υποχώρηση των μονάδων του πέρα από τον Σαγγάριο. Ο Τουρκικός στρατός οχυρώθηκε στα υψώματα σε μια δύσβατη περιοχή γύρω από την Άγκυρα ευνοϊκή για αμυντικό αγώνα, έτοιμος για την τελική αναμέτρηση. Ο Ελληνικός στρατός κατείχε την γραμμή Εσκί Σεχίρ – Κιουτάχεια- Αφιόν Καραχισάρ και βρισκόταν στο δίλημμα αν όφειλε να προελάσει προς καταδίωξη του εχθρού στα ενδότερα της Ανατολίας η να αμυνθεί στην γραμμή συνθήκης.
Η μοιραία απόφαση για προέλαση πάρθηκε ομόφωνα από το στρατιωτικό συμβούλιο στην Κιουτάχεια με την έγκριση από το γενικό επιτελείο (Πάλλης – Σαρηγιάννης) και την συγκατάθεση του αρχιστράτηγου Παπούλα μετά από πολλούς αρχικούς δισταγμούς κι παρά την αντίθετη γνώμη του διευθυντή του ΙV γραφείου της στρατιάς Γεωργίου Σπυρίδωνος. Κατά της παρακινδυνεμένης εκστρατείας τάχθηκαν πολλοί μέραρχοι, τουλάχιστον δύο σωματάρχες (Κοντούλης, πρίγκιπας Ανδρέας) αλλά και ο πρίγκιπας Νικόλαος. Λίγα χρόνια μετά ο Παπούλας θα προσπαθήσει (αποτυχημένα κατά την γνώμη μου) να ρίξει όλες τις ευθύνες για την προέλαση στον Ξενοφώντα Στρατηγό (βλέπε η Αγωνία ενός Έθνους σελ. 111).
Ο Ελληνικός στρατός ήταν διαιρεμένος σε τρία σώματα σώματα στρατού (Α΄ Β΄ Γ΄) με διοικητές τους υποστράτηγο Αλέξανδρο Κοντούλη, υποστράτηγο πρίγκιπα Ανδρέα και υποστράτηγο Πολυμενάκο αντίστοιχα. Διοικητής του Β΄ Σώματος στρατού στην πρώτη προέλαση ήταν ο υποστράτηγος Αριστοτέλης Βλαχόπουλος ο οποίος με απόφαση του αρχιστράτηγου Παπούλα αντικαταστάθηκε από τον πρίγκιπα Ανδρέα διοικητή της ΧΙΙ μεραρχίας, λόγω δήθεν στρατιωτικής επετηρίδας, αλλά στην πραγματικότητα λόγω χαμηλής επίδοσης στην πρώτη προέλαση. Σύμφωνα με το σχέδιο τα δύο σώματα Α΄ και Γ΄ προωθήθηκαν κατά μέτωπο ενώ το Β΄ κινήθηκε δυτικά κυκλικά μέσα από την Αλμυρή Έρημο με πρόθεση να κυκλώσει και να αιφνιδιάσει τον εχθρό. Οι δυσκολίες της προέλασης ήταν μεγάλες καθώς οι αποστάσεις από την Σμύρνη είχαν αυξηθεί με αποτέλεσμα να δυσκολεύει η προώθηση πυρομαχικών και πολεμοφοδίων στην πρώτη γραμμή. Τα τρία σώματα διέβησαν τον Σαγγάριο σχετικά εύκολα και προωθήθηκαν ως τους ορεινούς όγκους που δέσποζαν στην τοποθεσία χωρίς να συναντήσουν σοβαρή αντίσταση.
Στις 9 Αυγούστου οι Ελληνικές δυνάμεις συνάντησαν τον Τουρκικό στρατό αποφασισμένο να δώσει την αποφασιστική μάχη στις καλύτερες δυνατές συνθήκες για τον ίδιο. Απέναντι από το Γ΄ Σώμα στρατού βορειανατολικά βρισκόταν το όρος Γιλντίζ, στο κέντρο της παράταξης το Α΄ σώμα στρατού βρισκόταν το όρος Αρντίζ και στο δεξιό της παράταξης το Β΄ Σώμα στρατού το όρος Κάλε Γκρότο, όλα οχυρωμένα από τον Τουρκικό στρατό που είχε και άλλες δύο οχυρωμένες γραμμές αμύνης πίσω από αυτά. Η μάχη ξεκίνησε με καλούς οιωνούς για τους Έλληνες καθώς και τα τρία σώματα πίεζαν τους Τούρκους και κέρδιζαν συνεχώς έδαφος έχοντας αξιοσημείωτες τοπικές επιτυχίες καταλαμβάνοντας την πρώτη γραμμή Τουρκικής αμύνης, αλλά με πολύ μεγάλο κόστος. Οι συνθήκες συνεχώς χειροτέρευαν για τους Έλληνες καθώς υπήρχε έλλειψη τροφών και πυρομαχικών, το ηθικό των οπλιτών έπιπτε καθώς οι απώλειες αυξάνονταν και φαινόταν το δύσκολο του εγχειρήματος ενώ αύξανε η ισχυρή οργανωμένη Τουρκική αντίσταση με ανεξάντλητα πυρομαχικά και φονικά πυρά πυροβολικού πολύ ανώτερου από το αντίστοιχο Ελληνικό. Για να γίνει αντιληπτό σε τι βαθμό οι Ελληνικές δυνάμεις είχαν εξαντληθεί, η ταξιαρχία ιππικού που διέθετε το Β΄ Σώμα στρατού, δεν μπορούσε να χρησιμοποιήσει τα άλογα της, καθώς αυτά είχαν τελείως εξαντληθεί λόγω έλλειψης τροφής και οι αναβάτες τους χρησιμοποιούνταν ως πεζικάριοι.
Μετά από πολύ μεγάλες απώλειες, το Β΄ Σώμα στρατού κατέλαβε το Κάλε Γκρότο το απόγευμα της 17ης Αυγούστου σύμφωνα με το εκπονηθέν σχέδιο και τις διαταγές του επιτελείου (που όμως φαίνεται ότι είχε λανθασμένους χάρτες που δεν περιέγραφαν το ορεινό της τοποθεσίας, ενώ δεν είχε υπολογίσει ότι οι Τούρκοι θα είχαν αρκετό χρόνο ώστε να οχυρώσουν το Κάλε Γκρότο). Το Β΄ Σώμα στρατού όμως είχε πολύ μεγάλες απώλειες με το άνθος των οπλιτών του εκτός μάχης. Το βράδυ εκείνης της φρικτής ημέρας η παρατακτή δύναμη του σώματος ήταν 9.000 άνδρες έχοντας απολέσει το 30% της δύναμης του. Το Γ΄ και το Α΄ Σώμα στρατού είχαν επίσης επιτύχει να καταλάβουν θέσεις του εχθρού έχοντας βαρύτατες απώλειες, η κατάσταση για την Ελληνική πλευρά συνεχώς επιδεινωνόταν, ενώ υπήρχε και μια απόσταση 9 χιλιομέτρων που χώριζε το Α΄ και το Β΄ Σώμα με αποτέλεσμα να υπάρχει μεγάλος κίνδυνος συνολικής κατάρρευσης της Ελληνικής παράταξης. Άλλος πολύ σοβαρός κίνδυνος για την ασφάλεια της στρατιάς, ήταν ότι το επιτελείο δεν είχε κρατήσει καμία εφεδρεία είτε για επιθετικό η αμυντικό ελιγμό, αντιθέτως όλες οι μονάδες της είχαν εμπλακεί στον αγώνα και είχαν απώλειες. Ήδη οι Τούρκοι στις 16 Αυγούστου απειλούσαν να διακόψουν τον ανεφοδιασμό της στρατιάς από τον Σαγγάριο, κάτι που εξανάγκασε το επιτελείο να ζητήσει από το Β΄Σώμα να στείλει αμέσως μια μεραρχία από τις τρεις που διέθετε.
Ενδεικτικό της κρισιμότητας ήταν ότι στις 21 Αυγούστου δόθηκε διαταγή από το γενικό επιτελείο στα τρία σώματα να οργανωθούν αμυντικά στις τοποθεσίες που κατείχαν και να ξεκουράσουν τα στρατεύματα τους, ενώ είχε στείλει μήνυμα στην Κυβέρνηση με το οποίο παρουσίαζε την κρισιμότητα της κατάστασης και (αν είναι δυνατόν!) ζητούσε από τον υπουργό στρατιωτικών Θεοτόκη και τον Γούναρη να αποφασίσουν. Σε αυτή την πολύ δύσκολη συγκυρία, ο σωματάρχης υποστράτηγος Ανδρέας με έμμεσο τρόπο προσπάθησε να υποδείξει -κατά τον ίδιο- τον μοναδικό τρόπο λύσης του προβλήματος: Το Β΄ σώμα στρατού θα απαγκιστρωνόταν εντελώς από τον τομέα του Καλε Γκρότο και θα τασσόταν στον τομέα του Γ΄ Σώματος στρατού, όπου θα εξασφάλιζε την γραμμή επικοινωνίας της στρατιάς και θα βοηθούσε για μια επίθεση στο τομέα αυτόν ο οποίος δεν ήταν το ίδιο καλά οχυρωμένος με τους άλλους. Σύμφωνα με το σχέδιο αυτό, η επίθεση αυτή ίσως ξεκλείδωνε την τοποθεσία και οδηγούσε στην κατάληψη της Άγκυρας. Σύμφωνα με το σκεπτικό του, αν τα τρία Σώματα συνέχιζαν τις επιθέσεις εναντίον οχυρωμένων ορεινών όγκων, στην Άγκυρα θα έμπαινε ο αρχιστράτηγος Παπούλας χωρίς στρατό.
Τις ιδέες αυτές τις έγραψε ο συνταγματάρχης Γαβαλιάς επιτελάρχης του Β΄ Σώματος στρατού στον Παπούλα εν είδει ανεπίσημης επιστολής καθώς οι δύο αξιωματικοί ήταν στενοί φίλοι (και απότακτοι φυσικά) από την εποχή των Βαλκανικών πολέμων. Ο Παπούλας με σημείωμα του απάντησε – ιδιαίτερα συγκινημένος κατά τον Ανδρέα- ότι συμφωνούσε με το σχέδιο και ότι ήδη ετοίμαζε το επιτελείο την εφαρμογή του, με την διαφορά όμως ότι στον τομέα του Κάλε Γκρότο θα παρέμενε μια μεραρχία. Στην ανταπάντηση του ο Γαβαλιάς πρότεινε να παραμείνει η μεραρχία όπισθεν του Α΄Σώματος στρατού ως εφεδρεία. Στις 24 Αυγούστου, το επιτελείο διέταξε τα σώματα να παραμείνουν σε αμυντική διάταξη, αλλά την 25η Αυγούστου η διαταγή του επιτελείου περιέγραφε σημαντικές Τουρκικές συγκεντρώσεις απέναντι από το Γ΄ Σώμα στρατού. Ο κύριος φόβος του επιτελείου ήταν ότι μια πιθανή δυνατή Τουρκική επίθεση ίσως οδηγούσε το Γ΄ Σώμα στρατού σε κατάρρευση, συνεπακόλουθη απώλεια των γραμμών ανεφοδιασμού της στρατιάς και συνολική καταστροφή της. Η διαταγή της 26ης Αυγούστου διέταζε τα δύο σώματα (Α΄ και Β΄) να είναι έτοιμα για “απεγνωσμένη και λυσσαλέα” επίθεση στους τομείς τους για να ελαφρύνουν την θέση του Γ΄ που όφειλε να πολεμήσει μέχρις εσχάτων, ενώ ανέφερε ρητώς ότι το Β΄ Σώμα δεν θα προλάβαινε να εκτελέσει τον ελιγμό που είχε συζητηθεί τις προηγούμενες μέρες ώστε να βοηθήσει το Γ΄ Σώμα εγκαίρως (Αρχείο ΔΙΣ/Φ.265/Ε1).
Η διαταγή αυτή όμως προβλημάτισε εκτός από τον υποστράτηγο Ανδρέα και την διοίκηση του Α΄ σώματος στρατού (όπως καταγράφεται αυτό στην επίσημη Ιστορία του ΓΕΣ) καθώς αφ΄ ενός έδειχνε ότι το επιτελείο δεν εμπιστευόταν το Γ΄ Σώμα καθόλου, αφετέρου οι αντικειμενικοί σκοποί που έθετε η διαταγή δεν ήταν ρεαλιστικοί καθώς οι αντίπαλες Τουρκικές μονάδες απείχαν σχεδόν 9 χιλιόμετρα και ήταν άριστα οργανωμένες. Έτσι μια πιθανή “απεγνωσμένη και λυσσαλέα” επίθεση δεν θα έφερνε απολύτως κανένα άμεσο κέρδος για το Γ΄ Σώμα πλην των μεγάλων απωλειών για τους Έλληνες. Επίσης και τα δύο επιτελεία των Σωμάτων είχαν πληροφορίες ότι καμία σοβαρή Τουρκική μετακίνηση δεν είχε συμβεί ως εκείνη την στιγμή για να δικαιολογεί τους φόβους του επιτελείου. Το Α΄ Σώμα στρατού είχε απέναντι του τέσσερις πλήρεις Τουρκικές μεραρχίες. Η ηγεσία του Α΄ Σώματος στρατού θεωρούσε πολύ καλύτερη λύση την μετακίνηση του Β΄ Σώματος στον τομέα του Γ΄ Σώματος σύμφωνα με το σχέδιο του υποστράτηγου πρίγκιπα Ανδρέα η οποία μπορούσε να πραγματοποιηθεί χωρίς πρόβλημα (Ιστορία ΓΕΣ, επιχειρήσεις προς Άγκυρα, τ. 5, σελ. 35).
Όταν έφτασε η διαταγή για “απεγνωσμένη και λυσσαλέα επίθεση” στον πρίγκιπα Ανδρέα αυτός εξεπλάγη καθώς περίμενε διαταγή να μεταφερθούν οι μονάδες του πίσω από το Γ΄ Σώμα όπως υποτίθεται πως είχε δεχθεί ο Παπούλας στην απάντηση του στον Γαβαλιά και ήταν σύμφωνο και το επιτελείο του Α΄ Σώματος (διοικητής υποστράτηγος Κοντούλης, επιτελάρχης Στυλιανός Γονατάς). Σύμφωνα με το σκεπτικό του Ανδρέα, η διαταγή για “απεγνωσμένη και λυσσαλέα επίθεση” πολύ δύσκολα θα ανακούφιζε εγκαίρως το Γ΄ Σώμα στρατού, καθώς όσο ασθενείς και να ήταν οι Τουρκικές δυνάμεις στον τομέα, σίγουρα θα καθυστερούσαν αρκετά τους Έλληνες πριν επιφέρουν σημαντική τοπική επιτυχία, λόγω της άρτιας οχύρωσης που είχε βάθος 10 χιλιόμετρα και του εδάφους που ήταν υπέρ του αμυνόμενου. Εκτός αυτών και τα δύο Σώματα είχαν ελαττωμένη δύναμη από τις απώλειες και ελλειπή ανεφοδιασμό σε πυρομαχικά, συνθήκες που δυσκόλευαν την προοπτική μιας επίθεσης. Επίσης, σύμφωνα με την επίσημη Ιστορία του ΓΕΣ, το Β΄ Σώμα στρατού είχε πληροφορίες ότι υπήρχαν στον τομέα του έξι μεραρχίες δυνάμεως 12-14 χιλιάδων ανδρών.
Ακολούθησε επικοινωνία μεταξύ των επιτελαρχών του Α΄ και Β΄ Σώματος στρατού συνταγματαρχών Γονατά και Γαβαλιά. Ο Γονατάς ενημέρωσε ότι δεν είχε εκδηλωθεί καμία επίθεση στον τομέα του Γ΄ Σώματος, ενώ θεωρούσε επίσης εντελώς άσκοπη την επίθεση που σχεδίαζε το επιτελείο. Τέλος δέχτηκε την μετακίνηση του Β΄ Σώματος πίσω από το Γ΄ Σώμα υπό την προϋπόθεση ότι το Β΄ Σώμα θα διέθετε ένα απόσπασμα στον τομέα που ήδη κατείχε. Ο υποστράτηγος πρίγκιπας Ανδρέας εξέδωσε διαταγή (υπάρχει στο αρχείο του ΓΕΣ) για μετακίνηση των 2 μεραρχίων και της ταξιαρχίας ιππικού προς τον τομέα του Γ΄ Σώματος την ερχόμενη νύχτα 27ης προς 28ης Αυγούστου. Τα μη μάχιμα στοιχεία διατάχθηκαν να ξεκινήσουν αμέσως εκείνη τη στιγμή. Την ίδια στιγμή, το πρωί της 27ης Αυγούστου (08.00) ο πρίγκιπας Ανδρέας γνωστοποιούσε τις προθέσεις του στο επιτελείο και στον Παπούλα, εκθέτοντας τις δυσκολίες πιθανής επίθεσης, ενώ υποστήριζε ότι η μετακίνηση ήταν σύμφωνη με την εκπεφρασμένη πρόθεση του επιτελείου να ενισχύσει την αριστερή πτέρυγα, ενώ θα έφτανε εγκαίρως να βοηθήσει το Γ΄ Σώμα (φόβο που επικαλέστηκε το επιτελείο την τελευταία διαταγή του για να μην διατάξει τον εν λόγω ελιγμό) αφού η Τουρκική επίθεση δεν είχε εκδηλωθεί.
Η διαταγή του Παπούλα το μεσημέρι (15.30) της 27ης Αυγούστου ήταν αμείλικτη:
“Έκπληκτος προ σκέψεως εγκαταλείψεως θέσεως σας, διατάσσω Σώμα παραμείνει θέσεις του. Μόνος αρμόδιο κρίνη και αποφασίση τυγχάνω εγώ ως Διοικητής στρατιάς“.
Όταν έλαβε την διαταγή αυτή ο πρίγκιπας Ανδρέας ακύρωσε αμέσως την διαταγή του για μετακίνηση του Σώματος που διοικούσε, ένιωσε ότι θίχτηκε από τον όρο “εγκατάλειψη θέσεως” και ζήτησε την αντικατάσταση του. Το επιτελείο αντικατέστησε μόνο τον επιτελάρχη του συνταγματάρχη Γαβαλιά τον οποίο και θεώρησε υπεύθυνο, κρίνοντας ασύμφορο να αντικαταστήσει Σωματάρχη σε τόσο κρίσιμη στιγμή. Μετά την εξέλιξη αυτή, ο υποστράτηγος πρίγκιπας Ανδρέας όρισε σε κάθε μονάδα που διοικούσε την επιθετική της αποστολή όπως την όρισε το επιτελείο σε περίπτωση που εκδηλωνόταν τελικώς η επίθεση στο Γ΄ Σώμα στρατού.
Την 28η Αυγούστου οι Τούρκοι θεωρώντας από διάφορες ενδείξεις ότι οι Έλληνες βρίσκονται σε υποχώρηση, έκαναν τελικά την επίθεση στο Γ΄ Σώμα στρατού αλλά εκτός αυτής επιτέθηκαν με τρεις μεραρχίες εναντίον του Α΄ σώματος στρατού και στο κενό μεταξύ Α΄ και Β΄ σωμάτων (Ιστορία ΓΕΣ,προς Άγκυρα, τόμος 5, σελ 49). Μοιραία επήλθε εμπλοκή και καθήλωση δυνάμεων και για τους δύο σχηματισμούς και δεν εκτελέστηκε η διαταγή για “απεγνωσμένη και λυσσαλέα επίθεση” (αντιθέτως από ότι γράφει η “Ιστορία του ελληνικού Έθνους”. Το απόγευμα εκείνης της ταραχώδους ημέρας, το επιτελείο με την υπ΄ αριθμόν 1245 διαταγή, διέταξε το Β΄ Σώμα να “εγκαταλείψει τις θέσεις του” όπως ακριβώς του απαγόρευσε μια ημέρα πριν: συγκεκριμένα η διαταγή προέβλεπε ακριβώς τον ελιγμό που είχε διατάξει ο πρίγκιπας Ανδρέας την προηγουμένη. Η διαταγή όμως τώρα ήταν πολύ δυσκολότερο και πιο επικίνδυνο να εκτελεστεί, καθώς το Β΄ Σώμα είχε εμπλακεί σε αμυντικό αγώνα, ενώ και το Γ΄ Σώμα δοκιμαζόταν δεινά και είχε έρθει σε κρίσιμη κατάσταση.
Εκτός αυτού, η εμπλοκή όπως είδαμε και των δύο Σωμάτων (Α΄ και Β΄) σε κρίσιμο αγώνα λόγω επίθεσης των Τούρκων, δείχνει σαφώς ότι ο υπολογισμός του επιτελείου για επίθεση των δύο Σωμάτων λόγω μείωσης του εχθρού στον τομέα τους και συνεπακόλουθης ανακούφισης του Γ΄, ήταν μάλλον λανθασμένος. Μετά την απόκρουση της Τουρκικής επίθεσης από την V μεραρχία επεισόδιο που περιγράφω λεπτομερώς πιο κάτω, η “εγκατάλειψη θέσης” του Β΄ Σώματος στρατού εκτελέστηκε ομαλά την νύχτα της 28ης προς 29ης Αυγούστου, ενώ στον τομέα του Γ΄ Σώματος στρατού ο εχθρός είχε αποκρουστεί εκτός μιας τοπικής επιτυχίας στους “δίδυμους λόφους”. Στις 30 Αυγούστου δόθηκε το σύνθημα της γενικής αποχώρησης…
Επίμετρον – ένα ηρωικό επεισόδιο της 28ης Αυγούστου στον τομέα ανάμεσα στα Α΄ και Β΄ Σώματα στρατού
Το πρωί της 28ης Αυγούστου ξεκίνησε η Τουρκική επίθεση σε όλο το μέτωπο και η Ιη ομάδα Τουρκικών μεραρχιών (5η και 7η μεραρχία) πέτυχε να εισχωρήσει στον Ελληνικό τομέα στην περιοχή ανάμεσα στο Α΄ και Β΄ Σώμα στρατού μέσω της κοιλάδας Κατραντζί με κίνδυνο να καταληφθεί το ύψωμα στο χωριό Γιαμάκ και να αποκοπεί πλήρως το Β΄ Σώμα στρατού από την υπόλοιπη παράταξη. Η Ιη μεραρχία υπό τον Φράγκου έστειλε το Ι/38 σύνταγμα Ευζώνων στην περιοχή και ζήτησε επείγουσα βοήθεια από το γειτονικό Β΄ Σώμα στρατού. Το Β΄ Σώμα ανταποκρίθηκε και απέστειλε αμέσως στην περιοχή την V μεραρχία (την αποτελούσαν 33ο σύνταγμα πεζικού, ΙΙΙ/43 τάγμα πεζικού, Vα Μοίρα ορειβατικού πυροβολικού) που έφτασε εγκαίρως στην τοποθεσία στις 14.30. Η Vη μεραρχία αρχικώς καθηλώθηκε καθώς βρέθηκε μπροστά στον όγκο της Τουρκικής φάλαγγας που είχε εισχωρήσει και είχε δημιουργήσει έναν επικίνδυνο θύλακα. Οι Τούρκοι συνεχώς ενισχύονταν κι προέβαλλαν ισχυρή αντίσταση.
Σε εκείνη την κρισιμότατη στιγμή, ο Διοικητής του ΙΙΙ/43 τάγματος Λοχαγός Ευάγγελος Καλαμπαλίκης τεθείς έφιππος επικεφαλής του τάγματος του, το παρέσυρε σε θυελλώδη επίθεση εναντίον των Τούρκων. Η επίθεση αιφνιδίασε και ανέτρεψε τον αντίπαλο που άρχισε να υποχωρεί. Η υποχώρηση μεταβλήθηκε σε άτακτη φυγή όταν επιτέθηκε με το ίδιο τρόπο και το 33ο σύνταγμα πεζικού. Όλη η κοιλάδα Κατραντζί γέμισε από ένα ασύνταχτο μπουλούκι υποχωρούντων Τούρκων…. – ΠΗΓΗ
Κάντε Like στη σελίδα μας στο facebook και ακολουθείστε μας στο Twitter