Γράφει ο Γιάννης Χαραλαμπίδης – Ιστορικός, πολιτικός αναλυτής
Ο ναός της του Θεού Σοφίας υπήρξε ισλαμικό τέμενος από το 1453 ως το 1931. Κανονικό τέμενος, όχι κατ’ όνομα, σαν αυτό που θα γίνει τώρα. Γιατί η δική μου ταπεινή πρόβλεψη είναι ότι πρόκειται να έχει το τυπικό καθεστώς του τεμένους, αλλά η λατρευτική χρήση θα περιορίζεται σε ελάχιστες περιπτώσεις μέσα στο έτος, ενώ σε όλο το υπόλοιπο διάστημα θα συνεχίσει να λειτουργεί ως μουσείο. Μάλιστα, είμαι βέβαιος ότι μετά τους πρώτους φραστικούς λεονταρισμούς πολλοί Τούρκοι αξιωματούχοι θα αποδυθούν σε προσπάθεια κατευνασμού της δυτικής κοινής γνώμης και θα προσπαθήσουν να πείσουν ότι δεν θα αλλάξει κάτι ουσιαστικά στην χρήση του σπουδαίου αυτού μνημείου.
Γιατί έγινε τώρα;
Η συζήτηση για την επαναφορά του status quo ante 1931 δεν είναι καινούργια, έχει αρχίσει εδώ και πολλά χρόνια, από τα πρώτα στάδια κυριαρχίας των ισλαμιστών. Έφτασε να υλοποιηθεί τώρα γιατί συμπίπτουν μια σειρά από συγκυρίες εσωτερικές και εξωτερικές. Η κυριότερη εσωτερική είναι η ανάγκη για μια συμβολικά μεγάλη συναισθηματική τόνωση της ενιαίας σχεδόν πια ριζοσπαστικής ισλαμιστικής/εθνικιστικής βάσης του ΑΚΡ/ΜΗΡ. Η κυριότερη εξωτερική είναι η βεβαιότητα της χαμηλών τόνων αντίδρασης και των συνεπειών από τον δυτικό κόσμο.
Πού αποσκοπεί αυτή η ενέργεια;
Αποσκοπεί στην επιβεβαίωση και επικύρωση της προβολής του Ρ.Τ.Ερντογάν ως νέου χαλίφη, δηλαδή πολιτικοθρησκευτικού ηγέτη του ισλαμικού κόσμου. Πρόκειται για κύριο άξονα της ερντογανικής πολιτικής, σταθερή στρατηγική αναζήτησης πολιτικών ερεισμάτων στην Μέση Ανατολή και πατρωνείας “αδύναμων” κρίκων του Ισλάμ. Δεν είναι τυχαίο ότι η Τουρκία βρίσκεται σε ανοιχτή σύγκρουση με τις δύο ανταγωνίστριες παραδοσιακά ηγέτιδες του Ισλάμ χώρες, την Αίγυπτο και την Σαουδική Αραβία. Όπως και δεν είναι τυχαίο ότι το κρατικό δορυφορικό δίκτυο TRT προσπαθεί να αναδειχθεί σε κυρίαρχο ισλαμικό/αντιδυτικό μέσο ενημέρωσης. Παράλληλα, επιβεβαιώνεται μέσα στην Τουρκία η εικόνα του Ερντογάν ως μεγάλου και ατρόμητου ηγέτη, που συνομιλεί επί ίσοις όροις με τους κορυφαίους ηγέτες του κόσμου και δεν φοβάται τίποτα και κανέναν.
Φοβάται πράγματι οτιδήποτε ο Ερντογάν;
Πολλά και πολλούς, αλλά περισσότερο από όλα φοβάται τα νώτα του. Ξέρει καλά ότι όσο είναι αδιαμφισβήτητα κυρίαρχος στην Τουρκία, όλοι θα είναι υποχρεωμένοι να συνδιαλέγονται μαζί του. Φοβάται τις ΗΠΑ, με τις οποίες δεν θέλει να έρθει επ’ουδενί σε ρήξη, αλλά ξέρει ότι έχει ένα παράθυρο ευκαιρίας περίπου 6 μηνών, ενώ ποντάρει πολλά στην επανεκλογή Τραμπ. Φοβάται την Ρωσία, αλλά έχει καταφέρει να βρει ένα modus vivendi με τον Ρώσο ομόλογό του, ώστε να καταφέρνει να τα βγάζει πέρα. Δεν φοβάται την Ευρωπαϊκή Ένωση, ούτε και κάποια ευρωπαϊκή χώρα ιδιαίτερα, πλην ίσως της Γαλλίας, για την οποία όμως σίγουρα πιστεύει ότι είναι στην πράξη μακρυά από τα χωράφια του και ό,τι και αν γίνει, δεν πρόκειται να τον θίξει ιδιαίτερα. Φοβάται τον αποκλεισμό από το γενικό σύστημα ισχύος της Ανατολικής Μεσογείου. Φοβάται ιδιαίτερα μια οικονομική καταστροφή, αλλά περισσότερο από αυτήν φοβάται μια στρατιωτική αστοχία που μπορεί να φέρει αποσταθεροποίηση.
Εκεί πρέπει πραγματικά να επικεντρωθεί το δικό μας ενδιαφέρον, στη συγκυρία “παράθυρο ευκαιρίας-παρεμβατισμός στην Ανατολική Μεσόγειο-εύκολα αποτελέσματα”. Πρέπει να θεωρείται δεδομένο ότι μόνο η ισχυρή πιθανότητα για αστάθμητη έκβαση ενός chicken game ή μιας προσπάθειας επιβολής τετελεσμένων μπορεί να προστατεύσει βραχυπρόθεσμα τα εθνικά μας συμφέροντα. Από την πλευρά μας πρέπει να είναι σαφές ότι δεν υπάρχει καμία διάθεση υποχωρητικότητας και ότι είμαστε αποφασισμένοι να απαντήσουμε αποφασιστικά και δραστικά, αν θιγούμε. Λυπάμαι αν όλα αυτά ακούγονται δυσοίωνα, είπαμε, κακή χρονιά το 2020. Ως τότε, το βλέμμα μας πρέπει να είναι προσηλωμένο στο δάσος, όσο φουντωτά κι αν ξεπετάγονται μπρος μας κάποια δέντρα.